Λυγίζουν
μέσα μας οι νύχτες
καταπίνουν
τα μικρά μεγάλα μας θέλω
παίζουν
για λίγο με το περαστικό φως των αυτοκινήτων
κι
αφήνονται σ’ έναν ύπνο βαθύ.
Ανοίγουν
τότε οι σελίδες των παλιών ημερολογίων
βγαίνουν
οι μορφές οι παιδικές μας
μας
κοιτάζουν στα μάτια.
Δεν
βρίσκουν τίποτε να πούνε.
Ο
πιο σκληρός θάνατος είναι εκείνος της σιωπής.
Και
σιωπούν.
Μια
σιωπή βαθιά
που
βαλσαμώνει κάθε μας κίνηση επόμενη.