Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1922. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα 1922. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

04 Ιουλίου, 2022

Το Σχέδιο κατάληψής της Κωνσταντινούπολης από τον Ελληνικό Στρατό το 1922

 

Το καλοκαίρι του 1922 η κατάσταση στο μικρασιατικό μέτωπο ήταν δραματική για τα ελληνικά στρατεύματα. Η ανάληψη της θέσης του Αρχιστράτηγου από τον Γεώργιο Χατζανέστη μετά την παραίτηση του Αναστάσιου Παπούλα τον Μάιο του ίδιου έτους, έδωσε «μία νέα πνοή, ισχυρά και γενναία, εζωογόνησε προς στιγμήν την αποχαυνωθείσα τούτην Στρατιάν» (Κωνσταντίνος Κανελλόπουλος, «Η Μικρασιατική Ήττα», Αθήναι 1936), ωστόσο δεν πρόσφερε ουσιαστικά αποτελέσματα την ίδια ώρα που ο Κεμάλ ετοιμαζόταν για τη μεγάλη (αντ)επίθεση εναντίον των Ελλήνων…

konstantinoupoli_in__1_
Η Συνθήκη των Σεβρών και η Κωνσταντινούπολη

Με τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920) ανάμεσα στα άλλα, παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα η Ανατολική και Δυτική Θράκη ως την Τσατάλτζα που απέχει 40 χλμ. από την Κωνσταντινούπολη, ενώ τα ευρωπαϊκά εδάφη της Τουρκίας περιορίζονταν στα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, σε περιοχές κοντά στην Αδριανούπολη και τη Χερσόνησο της Καλλίπολης. Επίσης με την ίδια Συνθήκη η Τουρκία έχανε περίπου τα 2/3 της έκτασής της (από 1.589.540 τ.χλμ. το 1914 σε 453.000 τ.χλμ.). Πρωτεύουσά της θα ήταν η Κωνσταντινούπολη ενώ διατηρούσε εδάφη μόνο στην Ανατολία. Το Κουρδιστάν θα αποκτούσε αυτόνομη κρατική οντότητα και η, ως τότε τουρκική, επαρχία της Αρμενίας, θα γινόταν ανεξάρτητο κράτος.

Της επιτρεπόταν να διατηρεί στρατό μόλις 50.000 ανδρών ενώ τα Δαρδανέλια και ο Βόσπορος έμπαιναν σε καθεστώς διεθνούς ελέγχου – διοίκησης το οποίο εξασφάλιζε τον ελεύθερο διάπλου των Στενών. Είναι χαρακτηριστικό ότι Βρετανία, Γαλλία και Ιταλία ανέλαβαν την επιτήρηση των λιμανιών, ακόμα και των σιδηροδρομικών γραμμών της Τουρκίας!

Ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης εκείνη την εποχή δεν ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο και οι Έλληνες κάτοικοί της ήταν περισσότεροι από 100.000.

konstantinoupoli_in__2_

Η Ελλάδα διόρισε Ύπατο Αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη τον διπλωμάτη (και όχι Συνταγματάρχη όπως διαβάσαμε σε διαδικτυακό άρθρο) Ευθύμιο Κανελλόπουλο (1876-1933). Τον διαδέχθηκε το 1921 ο επίσης διπλωμάτης Χαράλαμπος Σιμόπουλος (1874-1942).
Η απόφαση για κατάληψη της Κωνσταντινούπολης

Η ελληνική πλευρά (ως έσχατη;) διπλωματική και στρατιωτική κίνηση αποφάσισε να κινηθεί για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Η απόφαση πάρθηκε μετά από μακρά σύσκεψη επί του θωρηκτού «Αβέρωφ» στο Κερατσίνι στην οποία συμμετείχαν ο Πρωθυπουργός Γούναρης, ο Υπουργός Στρατιωτικών Θεοτόκης και ο Αρχιστράτηγος Χατζανέστης.

Η κυβέρνηση είχε ξεκαθαρίσει ότι αν η επιχείρηση αυτή αποδυνάμωνε το μέτωπο της Μικράς Ασίας δεν έπρεπε να γίνει. Όμως ο Χατζανέστης μετά από περιοδεία και επιθεώρηση του Στρατού μας στη Μικρά Ασία συμπέρανε ότι ενισχύσεις για τον στρατό της Θράκης θα μπορούσαν να αποσπαστούν από τη Μικρά Ασία χωρίς να αποδυναμωθεί σημαντικά το μέτωπο. Σύμφωνα με τον Δρα Ιωάννη Παπαφλωράτο οι δυνάμεις που αποσπάστηκαν από το μέτωπο δεν ξεπερνούσαν τις 7.000 άνδρες.

konstantinoupoli_in__4_

Συγκεκριμένα επρόκειτο για 11 τάγματα, 7 από τα οποία προέρχονταν από βόρειο μέτωπο και 4 από το νότιο. Ο Π. Παναγάκος που γνώριζε λόγω της θέσης του άριστα την κατάσταση, έγραψε ότι από τα 4 τάγματα που αποσύρθηκαν από το νότιο μέτωπο, τα τρία ήταν μειωμένης δύναμης και πολεμικής αξίας, δηλαδή μόνο το ένα ουσιαστικά έλειψε από την κρίσιμη ώρα των τουρκικών επιθέσεων στη Μικρά Ασία. Ο δε Κωνσταντίνος Μαζαράκης-Αινιάν, σφοδρός πολέμιος των κυβερνήσεων που εκλέχτηκαν από τον Νοέμβριο του 1920 και έπειτα, παραδέχτηκε ότι και η παραμονή αυτών των ταγμάτων δεν θα άλλαζε την κατάσταση.

Σύμφωνα με τον Χ.Ε. Αγγελομάτη, η επιχείρηση θα ξεκινούσε από την Θράκη στις 4 τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου 1922. Επικεφαλής της θα ήταν ο ίδιος ο Χατζανέστης που βρισκόταν ήδη στη Ραιδεστό.

Η ενημέρωση Βρετανών, Γάλλων και Ιταλών για την επιχείρηση και οι σφοδρές αντιδράσεις τους

Στις 14 Ιουλίου 1922 ο Υπουργός Εξωτερικών Μπαλτατζής παρέδωσε στους εκπροσώπους των Συμμάχων ένα μακροσκελές υπόμνημα αναγγέλλοντας πως μόνο η κατοχή της Κωνσταντινούπολης από την Ελλάδα θα μπορούσε πλέον να φέρει την ειρήνη. Μάλιστα ενημέρωσε τον Βρετανό επιτετραμμένο Μπέντινκ ότι οι ελληνικές δυνάμεις δεν θα έμπαιναν στην ουδέτερη ζώνη χωρίς την έγκριση των Συμμάχων.
Ο Βρετανός Αρχιστράτηγος Τσαρλς Χάρινγκτον περιόδευσε στα σύνορα της Θράκης στις 16/29 Ιουλίου 1922. Πραγματικά πολλά ελληνικά στρατεύματα ήταν συγκεντρωμένα εκεί! Η θέση του Χάρινγκτον ήταν απλή. Οι Σύμμαχοι είχαν δηλώσει ουδετερότητα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Επομένως αν κάποιος παραβίαζε την ουδέτερη ζώνη ,όποιος κι αν ήταν αυτός, θα αντιμετωπιζόταν ένοπλα.

Ο Βρετανός είπε στον Γάλλο Στρατηγό Σαρπί ότι θα έστελνε μία ταξιαρχία να υποστηρίξει τα γαλλικά στρατεύματα στο θρακικό μέτωπο ενάντια σε κάθε ελληνική απόπειρα κατάληψης της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα τον ενημέρωσε ότι υπολόγιζε στην υποστήριξη μιας γαλλικής ταξιαρχίας στην περίπτωση προέλασης των κεμαλικών στρατευμάτων προς την ουδέτερη ζώνη από την πλευρά της Μικράς Ασίας.

Σφοδρότατη ήταν και η αντίδραση των Γάλλων. Στις 18/31 Ιουλίου, ο Γάλλος επιτετραμμένος στην Αθήνα πληροφόρησε την ελληνική κυβέρνηση ότι η Συμμαχική στρατιωτική διοίκηση Κωνσταντινουπόλεως διατάχθηκε να αποκρούσει ακόμα και με τη βία κάθε απόπειρα του Ελληνικού Στρατού να την καταλάβει. Το Παρίσι πέτυχε να προσεταιριστεί και τη Ρώμη και έτσι και το Λονδίνο προσχώρησε στις θέσεις τους.

Μάλιστα ο Χάρινγκτον, υποχρεώθηκε να δημοσιεύσει μια προκήρυξη που αφορούσε την αντίσταση που θα συναντούσε από τις Συμμαχικές δυνάμεις ενδεχόμενη ελληνική προέλαση προς την Πόλη.

Η αναστολή της επιχείρησης, το τηλεγράφημα στον Χατζανέστη και οι αντιδράσεις από ελληνικής πλευράς

Η ελληνική κυβέρνηση βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση. Το απόγευμα της 15ης Ιουλίου 1922 μετά από μαραθώνια υπουργική σύσκεψη, αποφασίστηκε η αναστολή της επιχείρησης προς την Κωνσταντινούπολη.

Η «διαταγή αναστολής» (κατά τον Χ.Ε. Αγγελομάτη) διαβιβάστηκε στην ελληνική Αρμοστεία στην Κωνσταντινούπολη με τηλεγράφημα το οποίο στάλθηκε τα μεσάνυχτα της 15ης προς 16η Ιουλίου. Ο Αρμοστής Σιμόπουλος απουσίαζε, βρέθηκε όμως ο αρμόδιος για τα κρυπτογραφήματα υπάλληλος ο οποίος το αποκρυπτογράφησε.

konstantinoupoli_in__5_

Το έστειλε στον Ναύαρχο Ηπίτη που με τη σειρά του το διαβίβασε με αντιτορπιλικό στη Ραιδεστό όπου βρισκόταν ο Χατζανέστης.
Μόλις έλαβε το τηλεγράφημα ο Χατζανέστης αντέδρασε. Διαμαρτυρήθηκε γιατί όπως είπε έπρεπε να έχει και την υπογραφή του αναπληρωτή του Αρμοστή ο οποίος απουσίαζε. Ωστόσο διαβίβασε τηλεφωνικά την υπ’ αριθ. 42α διαταγή του με την οποία διέτασσε την αναστολή της καθορισμένης εξόρμησης προς την Κωνσταντινούπολη.

Στο μεταξύ στην Πόλη υπήρχε έντονη αντιπαράθεση («εμπόλεμον κατάστασιν», τη χαρακτηρίζει ο Χ.Ε. Αγγελομάτης) μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Ύπατης Αρμοστείας. Επίσης δεν υπήρχε καμία συνεργασία μεταξύ της Αρμοστείας και της ελληνικής στρατιωτικής διοίκησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ η επιχείρηση προς την Κωνσταντινούπολη είχε σχεδιαστεί να γίνει τα ξημερώματα της 16ης Ιουλίου, τα γραφεία της Αρμοστείας από το απόγευμα του Σαββάτου 15/7 ήταν κλειστά λόγω της αργίας της Κυριακής!

Φαίνεται όμως ότι και στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού επικράτησε απογοήτευση μετά την αναστολή της επιχείρησης. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος έστειλε τον Μητροπολίτη Μετρών στη Θράκη. Μετά την επιστροφή του στην Κωνσταντινούπολη αυτός δήλωσε μεταξύ άλλων:
«Κάθε στρατιώτης μας όταν είδεν απόπτω (=ορατή από μακριά) με τα μάτια της ψυχής του τον τρούλον της Αγίας Σοφίας ετριπλασιάσθη, εδεκαπλασιάσθη εις ορμήν και αγίαν άλκην (=δύναμη, σφρίγος). Είναι αξιοθρήνητον ότι έθνη χριστιανικά θέλουν ν’ ανακόψουν τον δρόμο μας προς συμπλήρωσιν των πεπρωμένων του γένους».

konstantinoupoli_in__6_

Ποιοι ήταν οι στόχοι της Ελλάδας με την επιχείρηση για κατάληψη της Κωνσταντινούπολης;

Η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται ότι σκόπευε να αξιοποιήσει διπλωματικά ενδεχόμενη κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Σε επιστολή του προς τον Ν. Θεοτόκη, ο Αρχιστράτηγος Χατζανέστης έγραφε:
«… Εν τοιαύτη ευνοϊκή περιπτώσει θα ηδύνατο ευθύς αμέσως να επιζητηθεί η πραγματοποίησις της θρυλούμενη εν Μπέικος (του Βοσπόρου) συνδιασκέψεως και να τεθώσιν επί τάπητος με επιχειρήματα ου μόνον πλατωνικά (50.000 στρατού εν Θράκη και 200.000 εν Μ. Ασία) αλλά πειστικότερα, πάντα τα προς την ειρήνην συναφή ζητήματα. Εάν όμως παρά πάσαν προσδοκίαν δεν κατορθωθεί η εις Κωνσταντινούπολιν είσδυσις του ελληνικού στρατού, απαραίτητον θεωρώ να παραμείνει ούτος όσον οίον τε πλησιέστερον αυτής, μη υποχωρών και εάν εισέτι προσεβάλετο υπό συμμαχικών δυνάμεων».

Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης ήταν εφικτή καθώς ο Ελληνικός Στρατός είχε ν’ αντιμετωπίσει μόλις 8.000 άνδρες των συμμαχικών δυνάμεων.

Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ που αποκάλεσε το ελληνικό σχέδιο «αριστοτεχνικόν εμπνευσθέν από την απελπισίαν» είπε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι Έλληνες ήσαν εις θέσιν να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολιν και μόνη δε η απειλή της επιχειρήσεως κατετάραξε τους Τούρκους».
Αλλά και ο Χάρολντ Νίκολσον γράφει στο βιβλίο του για τον λόρδο Κόρζον απηχώντας τις σκέψεις του τελευταίου, ότι «αι Δυνάμεις της Συνεννοήσεως (Αντάντ) υποχρεώσασαι τον βασιλέα Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει ένα σχέδιον που θα ήτο εις αυτόν εύκολον να πραγματοποιήσει και του οποίου η επιτυχία θα αναπτέρωνε το ηθικόν του στρατού του, του εστέρησαν του μόνου μέσου να ενισχύσει και μάλιστα εις μέγαν βαθμόν, την απέναντι των κεμαλικών θέσιν της Ελλάδος».

konstantinoupoli_in__8_

Οι «συνέπειες» από την ελληνική επιχείρηση στην Κωνσταντινούπολη που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος σε συνάντησή του με τον λόρδο Κόρζον στις 19 Σεπτεμβρίου/2 Οκτωβρίου 1922, «παρεπονέθη μετ’ αγανακτήσεως» για τη συμπεριφορά των Συμμάχων απέναντι στην Ελλάδα στην οποία απαγόρευσαν την προέλαση προς την Κωνσταντινούπολη. Ουσιαστικά δηλαδή ενέκρινε το ελληνικό σχέδιο.

Στις 17 (ή 19 Ιουλίου) οι Σύμμαχοι ύπατοι αρμοστές, οι Στρατηγοί και οι Ναύαρχοι που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη παρακάθισαν σε πολεμικό συμβούλιο. Οι Γάλλοι ,που όλοι οι ιστορικοί συμφωνούν ότι ήταν αυτοί που αντιτάχθηκαν πρώτοι και με μεγαλύτερη σφοδρότητα στο ελληνικό σχέδιο, πρότειναν να ζητηθούν πειστικές εγγυήσεις ότι δεν θα υπάρξει καμία άλλη ελληνική κίνηση. Τα ελληνικά στρατεύματα που είχαν πρόσφατα σταλεί στη Θράκη έπρεπε να αποσυρθούν και οι ελληνικές στρατιωτικές και ναυτικές αποστολές που βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη να την εγκαταλείψουν.

Αργότερα οι Γάλλοι πρότειναν συμμαχικό αποκλεισμό των κυριότερων ελληνικών λιμανιών ή των λιμανιών που κατείχαν οι Έλληνες. Όμως αποφασίστηκε οι αρμοστές των Μεγάλων Δυνάμεων στην Κωνσταντινούπολη να συνεδριάσουν στη Βενετία στις 18 Αυγούστου 1922. Στη συνεδρίαση αυτή, θα προσκαλούνταν αντιπρόσωποι της Ελλάδας, της σουλτανικής κυβέρνησης και του Κεμάλ. Δυστυχώς η συνεδρίαση αυτή δεν έγινε ποτέ λόγω της επίθεσης του Κεμάλ και των τραγικών για την Ελλάδα αποτελεσμάτων της…

Μετά την οριστικοποίηση της αναστολής της ελληνικής επιχείρησης, Συμμαχική επιτροπή με επικεφαλής τον Στρατηγό Μομπέλι και ελληνική υπό τον Στρατηγό Βλαχόπουλο, καθόρισαν τη ζώνη, βάθους έξι χιλιομέτρων στην οποία θα αποσύρονταν τα ελληνικά στρατεύματα για να μην έχουν επαφή με τα συμμαχικά.

konstantinoupoli_in__9_

Επίλογος
Η ελληνική επιχείρηση έστω κι αν δεν έγινε ποτέ σίγουρα θορύβησε τους Συμμάχους και τους Τούρκους. Αυτό φάνηκε και από μία άκρως εγκωμιαστική για τον Ελληνικό Στρατό και απολογητική για τη βρετανική πολιτική στο μικρασιατικό ομιλία του Λόιντ Τζορτζ, πρωθυπουργού του Ηνωμένου Βασιλείου, στη Βουλή των Κοινοτήτων (22 Ιουλίου 1922).

Κλείνουμε το σημερινό άρθρο με όσα γράφει ο Χ.Ε. Αγγελομάτης:
«Υπάρχουν οι πιστεύοντες ότι αν δεν είχε κατορθωθεί τη νύκτα της 15ης Ιουλίου η αποκρυπογράφησις του τηλεγραφήματος ίσως να ενηργείτο η εξόρμησις προς την Κωνσταντινούπολιν με αδήλους τας συνέπειας. Οπωσδήποτε, είτε διότι εδίστασε την τελευταίαν στιγμήν η Ελληνική κυβέρνησις μετά τη άρνησιν των Συμμάχων να επιτρέψουν την διάβασιν εις τον Ελληνικόν Στρατόν είτε δι’ άλλους λόγους το γεγονός είναι ότι δεν έγινεν η κατάληψις της Βασιλίδος ενώ χάριν της επιχειρήσεως αυτής σημαντικαί δυνάμεις απεμακρύνθησαν του μετώπου. Και το επακόλουθον ήτο η απελπισία να εισδύσει βαθύτερον ακόμη εις την εθνικήν ψυχήν».

Πηγές: ΧΡ. ΕΜ. ΑΓΓΕΛΟΜΑΤΗ, «ΧΡΟΝΙΚΟΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ - ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ» (ΕΣΤΙΑ, 1971 - 3Η ΕΚΔ.)
Δρ. ΙΩΑΝΝΗΣ Σ. ΠΑΠΑΦΛΩΤΑΤΟΣ, «Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ (1833-1949)», Τόμος Ι, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΑΚΚΟΥΛΑ, 2014
MICHAEL LLEWELLYN SMITH, «ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΙΩΝΙΑΣ», Μ.Ι.Ε.Τ. 2009
Σχετική βιβλιογραφία: Π. ΠΑΝΑΓΑΚΟΣ, «ΣΥΜΒΟΛΗ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ 1912-1922», Έκδοση 1960

protothema.gr
https://www.iellada.gr/istoria/shedio-katalipsis-tis-konstantinoypolis-apo-ton-elliniko-strato-1922

14 Ιουλίου, 2021

ΜΑΧΗ ΑΛΗ ΒΕΡΑΝ Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ (17-20 Αυγούστου 1922) ΟΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑ.

 
<<ΚΑΙ ΔΙΗΓΩΝΤΑΣ ΤΑ ΝΑ ΚΛΑΙΣ>>

ΜΑΧΗ ΑΛΗ ΒΕΡΑΝ  Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ (17-20 Αυγούστου 1922) !!!!!!

    "Οι αποτελούντες φάλαγγα άνδρες από της πρωΐας της 16ης μέχρι της εσπέρας της 18ης Αυγούστου, ουδόλως είχον αναπαυθεί, ότε μεν προπορευόμενοι, ότε δε μαζόμενοι και όντες επί πλέον νήστεις. Η κόπωσις, η ασιτία και οι παντοειδείς συγκινήσεις ιδίως εκ της μάχης της 17ης Αυγούστου επέφερον εις πολλούς σημαντικήν εξάντλησιν καί ποιάν τινά ψυχικήν διαταραχήν"

Στρατηγός Νικόλαος Τρικούπης Απόσπασμα από το βιβλίο του, "Αναμνήσεις"

    Η μάχη του Αλή Βεράν (17-20 Αυγούστου 1922) είναι στρατιωτική σύγκρουση που έλαβε χώρα στο "μέτωπο" της Μικράς Ασίας κατά την τελευταία φάση της Μικρασιατικής εκστρατείας και πιο συγκεκριμένα σε ένα στενό πέρασμα ανάμεσα στους δίδυμους λόφους "Κιουτσούκ" και "Μπουγιούκ Αντά" και παρά τους πρόποδες των ορέων "Μουράτ", "Χασάν Ντεντέ" και "Αντά Τεπέ". 

Αντίπαλοι ήταν, από τη μια τα Α΄ και Β΄ Σώματα του ελληνικού στρατού (υποστηριζόμενα από τις 9η, 12η και 13η Μεραρχίες πεζικού), με διοικητή τον αρχιστράτηγο Νικόλαο Τρικούπη και από την άλλη, πολυπληθέστερα τμήματα υπό την ηγεσία του ίδιου του Μουσταφά Κεμάλ, που αποτελούσαν τον κύριο όγκο της συνολικής δύναμης του τουρκικού στρατού. 

Η έκβαση της μάχης υπήρξε ολέθρια για την ελληνική πλευρά, καθώς η πλειοψηφία των Ελλήνων στρατιωτών είτε φονεύθηκε, τραυματίσθηκε ή παραδόθηκε, ενώ επακολούθησε σφαγή αρκετών εκ των τραυματισμένων (και μέρους ακόμη των συλληφθέντων Ελλήνων), από Τούρκους ατάκτους και χωρικούς.

Τι προηγήθηκε

    Ύστερα από την αποτυχημένη για αυτές έκβαση της μάχης του Σαγγαρίου ποταμού στις πύλες της Άγκυρας τον Ιούνιο του 1921, οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις που λάμβαναν μέρος στη Μικρασιατική εκστρατεία ("Στρατιά Μικράς Ασίας") συνεπτύχθησαν, υποχωρώντας στις οχυρωμένες βάσεις εξόρμησής τους, επί της γραμμής Εσκί Σεχίρ – Αφιόν Καραχισάρ, δυτικά του ποταμού Σαγγαρίου. 

Έως και τον Αύγουστο του 1922, ουδεμία αξιοσημείωτη στρατιωτική ενέργεια αναλήφθηκε εκατέρωθεν, γεγονός που ευνόησε την τουρκική στρατιά η οποία βρήκε το χρόνο να ενισχυθεί σε άνδρες, πολεμοφόδια και υλικό. 

Βρισκόμενη σε οικονομική δυσχέρεια, η κυβέρνηση των Αθηνών έστρεψε τη δραστηριότητά της στο διπλωματικό πεδίο, αναγκασμένη να αναζητήσει συμβιβαστική λύση. Ωστόσο, η τουρκική πλευρά απέρριψε κάθε είδους μεσολαβητική πρόταση, επιδιώκοντας την ολοκληρωτική επικράτησή της στο στρατιωτικό πεδίο.

    Τα ξημερώματα της 15 Αυγούστου του 1922 (ανήμερα της χριστιανικής εορτής της Κοίμησης της Θεοτόκου) εκδηλώθηκε η κύρια αντεπίθεση των τουρκικών δυνάμεων σε βάρος της γραμμής του ελληνικού μετώπου, στον πλέον αφύλακτο νότιο τομέα τους, την περιοχή του Αφιόν Καραχισάρ. 

Αρχικά (16 Αυγούστου), η επίθεση αποκρούσθηκε από την ελληνική IV Μεραρχία Πεζικού στην τοποθεσία "Χαμούρκιοϊ-Ιμπουλάκ" (σκοτώθηκαν οι αξιωματικοί της Γεώργιος Παπαστεργίου, Γεώργιος Καλλιεγκάκης, Αθανάσιος Πουρνάρας κ.α.)

Μετά την άπόφασιν τοΰ Στρατηγού Τρικούπη περί συμπτύξεως τών Μεραρχιών του, ο Συνταγματάρχης Πλαστήρας έλαβε διαταγήν του Υποστρατήγου Δημαρά, Διοικητού της IV Μεραρχίας, την 16ην ωραν τής 14ης Αυγούστου να προκαλύψη κατά την νύκτα δια του Αποσπάσματός του, την IV Μεραρχίαν από Νότου, εγκαθιστάμενος επί τών Νοτίως του Κιοπρουλου υψωμάτων. Ό Πλαστήρας, καίτοι λαβών την διαταγήν ταύτην, δεν συνεμορφώθη προς αυτήν. Δεν έγκατεστάθη εις τά Νοτίως τοΰ Κιοπρουλοΰ υψώματα. Έφθασεν εκεί και αντιπαρήλθεν εκείθεν, κατευθυνθείς εις τόν Σιδηρ. Σταθμόν τού Μπάλ —: Μαχμούτ.

Ο στγος Δημαρας στην επισημη εκθεση του αναφερει  Ένεκα της μη παρουσίας του Αποσπάσματος Πλαστήρα εις την εν λόγω θέσιν του, παρέμεινεν ακάλυπτος εν μέρει ή Μεραρχία μου από Νότου. Της περιστάσεως ταύτης επωφεληθείς ό εχθρός ενήργησε τήν κατ' αυτής αιφνιδιαστικήν επίθεσιν κατά τήν πρωίαν τής 15ης Αυγούστου. Η εκ του αιφνιδιασμού τούτου επελθούσα σύγχυσις της Μεραρχίας ήτο απερίγραπτος. Τμήματα και Σχηματισμοί, χωρίς να βάλλωνται και άνευ διαταγής τινος, έλάμβανον λοξήν διά τών χαραδρών κατεύθυνσιν προς Βορειοδυσμάς, συγκλίνοντες προς το Ρεσίλ — Τεπέ

    Τα ελληνικά τμήματα κυκλώθηκαν απο τίς τουρκικές μεραρχίες και υποχρεώθηκαν να αναχωρήσουν προς δυσμάς κατά τις πρώτες νυκτερινές ώρες, μπροστά στις υπέρτερες εχθρικές μονάδες. 

Παράλληλα, η   XII Μεραρχία συμπτύχθηκε επιτυχώς με τη σύμπραξη των 33ου και 43ου Συνταγμάτων Πεζικού, που ανέκοψαν την προέλαση της 5ης Μεραρχίας Πεζικού και της 1ης Μεραρχίας Ιππικού, προξενώντας τους σημαντική φθορά.

Το τουρκικό σχέδιο

    Μετά τα δυο πρώτα 24ωρα της σύγκρουσης, ο ελληνικός στρατός απώλεσε την πρωτοβουλία των κινήσεων και η ηγεσία του βρέθηκε σε κατάσταση σύγχυσης, καθώς ο διοικητής της Ι Μεραρχίας υποστράτηγος Αθανάσιος Φράγκος και ο επικεφαλής του Α΄ Σ.Σ. υποστράτηγος Νικόλαος Τρικούπης αδυνατούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους προκειμένου να καταστρώσουν κοινό σχέδιο δράσης. 

Από την άλλη, οι τούρκοι επιτελείς είχαν καταρτίσει ευφυές (όπως αποδείχθηκε στην πράξη) σχέδιο εγκλωβισμού και εξολόθρευσης του ελληνικού στρατού.

    Την έμπνευση της τουρκικής στρατιωτικής ηγεσίας περιγράφει επακριβώς απόσπασμα από ομιλία του Κεμάλ, ενώπιον της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, στο οποίο διατύπωσε τα εξής: 

«Η ιδέα μας ήταν να δώσουμε μία μάχη συντριβής, συγκεντρώνοντας τις κύριες δυνάμεις μας επί μιας πτέρυγας, εάν ήτο δυνατό, έναντι της εξωτερικής πτέρυγας του εχθρού. 

Βρήκαμε ως λύση ορθή να συγκεντρώσουμε τις κύριες δυνάμεις μας νότια της δεξιάς πτέρυγας του εχθρού, η οποία βρισκόταν στη περιοχή του Αφιόν Καραχισάρ και μεταξύ του ποταμού Τσάϊ και του Τουμλού Μπουνάρ. Εκεί βρισκόταν η σπουδαιότερη και η μάλλον εύτρωτος τοποθεσία του εχθρού. Υπήρχε η αντίληψη ότι το αποτέλεσμα θα ήταν ταχύ και αποφασιστικό εάν επιτιθέμεθα εκ της πλευράς αυτής»

    Παρόμοια όμως ήταν η οδηγία επιχειρήσεων που είχε εκδόσει από τις 25 Ιουλίου ο τούρκος επικεφαλής διοικητής του δυτικού μετώπου Ισμέτ Πασάς - Ινονού προς τους διοικητές των 1ης και 2ης στρατιών, όπου αναφέρει επακριβώς: «Αντικειμενικός σκοπός της επιθέσεως είναι να ριφθεί το κύριο εχθρικό σώμα προς βορρά, ηττώμενο σε γενική μάχη που θα αρχίσει και θα εξελιχθεί στο Αφιόν, στα όρη Ακάρ και τη προέκτασή τους».

    Σύμφωνα με την επίσημη ιστορία του Γ.Ε.Σ.: «Ο πανικός επετείνετο, η ανάμιξις των τμημάτων ηύξανε και ταχύτατα επηκολούθησε άτακτος φυγή. 

Το βαρύ και το πεδινόν πυροβολικό, τα αυτοκίνητα και τα λοιπά τροχοφόρα εγκατελείφθησαν υπό των φευγόντων επί της οδού. 

Εις μάτην ο Διοικητής της IV   Μεραρχίας Υπτγος Δημαρας προσπάθησε να επαναφέρη την τάξιν δια της αποστολής αξιωματικών του Επιτελείου του, οι πανικόβλητοι εις ουδένα υπήκουον». 

Πρόθεση του Τρικούπη ήταν να κατευθυνθεί προς το Μπανάζ, όπου βρισκόταν η δύναμη του Φράγκου και σύμφωνα με τη διαταγή του αρχιστράτηγου Χατζανέστη, να ενωθεί μαζί του και να υποχωρήσουν συντεταγμένα προς τη Σμύρνη. 

Ωστόσο, ο εχθρός τον καθήλωσε και τον υποχρέωσε να οδηγήσει τις μονάδες του στο στενό του Αλή Βεράν, όπου είχε (ο εχθρός) προβεί στην εγκατάσταση ισχυρών οχυρωματικών θέσεων με μονάδες πυροβολικού.

    Οι έλληνες στρατιώτες εγκαταστάθηκαν στους δίδυμους λόφους Αντά, επιστρατεύοντας κάθε διαθέσιμη εφεδρεία. 

Ενώ η μάχη μαινόταν αμφίρροπη, ένας απεσταλμένος του διοικητή του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων (ανθλγος Κωνσταντίνος Καραμάνος). κατέφθασε στο αρχηγείο του Τρικούπη και του μετέφερε μήνυμα σύμφωνα με το οποίο (Επίσημη Έκθεση-Αναφορά Νικόλαου Τρικούπη): «Ότι αποσταλείς σύνδεσμος μου ανέφερε προφορικώς, ότι ύπήρχεν ήμιονική οδός, ήτις έκ τού χώρου τής μάχης εβαίνε προς τήν ύπό τού συνταγματάρχου Πλαστήρα κατεχομένην θέσιν, πρός νύκτα, εάν έπεθύμουν. Ο σχης Πλαστηρας οχι μονον δεν πειθαρχησε στις δγες του διοικητου του Υπτγου Δημαρα ,αλλα επροτεινε στον Στγο Τρικουπη να εγκαταλειψει τις  θεσεις του και αυτος χωρις προηγουμενη ενημερωση των προισταμενου του.

 Δεδομένου, όμως, ότι αί μονάδες εστερούντο τελείως, ου μόνον τροφών, αλλά καί ανεφοδιασμού, αν βεβαίως δέν θά επετύγχανον επί τών κορυφών τών ορέων τού Τουμλού Μπουνάρ, διά τούτο απεφάσισα, εάν ή μάχη εξειλίσσετο ομαλώς, μέχρις επελεύσεως τού σκότους, νά κατευθύνω τά στρατεύματα πρός Μπανάζ, όπου, ώς έκ τής προστασίας τού αποσπάσματος Πλαστήρα επί τού Χασάν Ντεντέ Τεπέ, υπήρχε μεγίστη πιθανότης νά συναντηθώ μετά τών Μεραρχιών 1ης και 7ης…».

    Ο Τρικούπης (ως διοικητής του Α΄Σ.Σ.) με τη σύμφωνη γνώμη του στρατηγού Κίμωνα Διγενή (διοικητή του Β' Σ.Σ.) έλαβε την απόφαση να μην υποχωρήσει άμεσα αλλά να συνεχίσει προς Μπουνάρ.

Η συντριβή των ελληνικών δυνάμεων

    Με την ανατολή του ηλίου, οι τομείς των ελληνικών μεραρχιών Ι , ΙV και V, μεταξύ του ποταμού Ακάρ (παραποτάμου του ποταμού Σαγγαρίου) και του Τουμλού Μπουνάρ δέχθηκαν επίθεση από ανατολάς και νότου.Οι ελληνικές μονάδες υπέστησαν καταιγισμό βολών πυροβολικού και είχαν τεράστιες απώλειες. 

Οι επιθέσεις του τουρκικού Πεζικού και Ιππικού που ακολούθησαν του κανονιοβολισμού, αποκρούσθηκαν χάρις στις ύστατες προσπάθειες των ελλήνων στρατιωτών, όμως η πλάστιγα σύντομα έγειρε σε βάρος τους. 

Αρκετά τμήματα πανικοβλημένα, διαλύθηκαν και επιχείρησαν να σωθούν με άτακτη φυγή, αλλά σφαγιάσθηκαν από τους τούρκους ιππείς.

 Σημειώθηκαν τότε πολλά περιστατικά που καταδείκνυαν το βαθμό του πανικού αλλά και της απελπισίας των ελλήνων στρατιωτών, όπως περιπτώσεις κατά τις οποίες αξιωματικοί πυροβολήθηκαν από τους λιποτακτούντες φαντάρους, που εν συνεχεία και στην προσπάθεια διαφυγής τους, προέβαιναν σε βιαιοπραγίες κατά τούρκων αμάχων.

    ΕΧΕΙ ΔΙΑΔΟΘΕΙ ΑΥΘΑΙΡΕΤΑ ΙΣΩΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΑ ΟΤΙ ''Εξαίρεση αποτέλεσε η συντεταγμένη υποχώρηση του 5/42 Ευζωνικού Συντάγματος (Πλαστήρα) που κάλυψε επιτυχώς την υποχώρηση της 1ης μεραρχίας, υποχρεώνοντας τον αντίπαλο τούρκο διοικητή Ρεσάτ Μπέη (ο οποίος απέτυχε να ανατρέψει τους Έλληνες από τη θέση τους στο ύψωμα 1310 εντός μίας ώρας, όπως είχε υποσχεθεί στο Κεμάλ) να αυτοκτονήσει από ευθιξία.'' Σύμφωνα όμως μέ την Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, η απόκρουση της επίθεσης του Ρεσάτ μπέη και η αυτοκτονία του έγιναν 4 ημέρες νωρίτερα και 20 χιλιόμετρα μακρυά, στο ύψωμα Χασάν Μπέλ,από άλλη μονάδα.

Ωστόσο, οι τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν ένα στρατηγικό σημείο, το "Δασωμένο Λόφο" που τους επέτρεψε να ελέγχουν το σύνολο του πεδίου μάχης.

 Ο ταγματάρχης Βλάχος και ο συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Τσάκαλος προσπάθησαν να συγκρατήσουν τους άνδρες τους, αλλά δεν τα κατάφεραν, με τον δεύτερο να φονεύεται. 

Επίσης, μαχόμενος έπεσε ο αντισυνταγματάρχης Αθανάσιος Σακέτας, που αρνήθηκε να παραδοθεί στους τούρκους και διέταξε γενική επίθεση των ανδρών του. 

Περαιτέρω, ο ουλαμός των υποψήφιων έφεδρων αξιωματικών εξολοθρεύτηκε ολοσχερώς.

 Μέσα στη νύκτα της 17ης προς 18η Αυγούστου 1922, τα τμήματα του Τρικούπη προσπάθησαν να αναζητήσουν δίοδο σωτηρίας προς το Ουσάκ όπου γνώριζαν ότι θα βρισκόταν ο Φράγκου με τους δικούς του άνδρες. Όμως, αποπροσανατολίσθηκαν λόγω του ορεινού εδάφους ("Μουράτ Νταγ") και έχασαν το δρόμο τους περιπλανώμενα, με αποτέλεσμα να φτάσουν έπειτα από τρεις ολόκληρες ώρες στην περιοχή Ογιουτσούκ, όπου όμως -προς γενική απογοήτευση- δεν βρισκόταν πια ο Πλαστήρας με το Σύνταγμά του, έχοντας αποχωρήσει δυο ώρες πριν. 

Το στενό πέρασμα είχε πια περιέλθει στην κατοχή του τουρκικού Ιππικού και ο Τρικούπης δίστασε να σχεδιάσει διάσπαση των εχθρικών θέσεων, με μόνο τον συνταγματάρχη Γαρδίκα (διοικητή της 9ης Μεραρχίας) να το επιχειρεί, να κατορθώνει το στόχο του και να φτάνει στην αμαξιτή οδό που συνέδεε το Τσεντές με το Ουσάκ.

    Στις 19 Αυγούστου οι άνδρες του Τρικούπη και του Διγενή (ακολουθούμενοι από άμαχους πρόσφυγες ελληνικής και αρμένικης καταγωγής) μετέβαλλαν την κατεύθυνσή του δις, προκειμένου να αποφύγουν τις εχθρικές δυνάμεις που τους καταδίωκαν. 

Την επόμενη μέρα (20 Αυγούστου) εισήλθαν στο τουρκικό χωριό Καρατζά Χισάρ, συμπληρώνοντας ένα 5μερο πορείας και συνεχών μαχών. Εκεί, γέροντες τούρκοι τους πληροφόρησαν ότι το Ουσάκ είχε καταληφθεί. 

Κατόπιν της είδησης αυτής, αλλά και λόγω άρνησης των απολύτως εξουθενωμένων ανδρών τους να συνάψουν περαιτέρω μάχη, ο Τρικούπης και ο Διγενής και παρά τις αντιρρήσεις του ταγματάρχη Βλάχου που έσχισε τις επωμίδες του, αναγκάσθηκαν να γίνουν οι πρώτοι έλληνες στρατηγοί στα χρονικά που θα παραδίνονταν στους αντιπάλους τους, σε μια απόσταση 30 χλμ. μακριά από το Τουμλού Μπουνάρ, από όπου είχαν ξεκινήσει.

 Μάλιστα ο ίδιος ο Κεμάλ Ατατούρκ ενημέρωσε τον Τρικούπη πως είχε προαχθεί σε αντιστράτηγο, μετά την παύση του Χατζανέστη. 

Αξίζει να σημειωθεί ότι αρκετοί από τους μικρασιάτες εθελοντές που μετείχαν στις μονάδες προτίμησαν να αυτοκτονήσουν αντί να παραδοθούν ζωντανοί στους τούρκους, οι οποίοι θα τους εκτελούσαν μετά από βασανιστήρια επί τόπου, ως ενόχους εσχάτης προδοσίας, καθώς θεωρούνταν τούρκοι υπήκοοι. 

Παρόμοια τύχη επιφυλάχθηκε και για τις μονάδες του υποστράτηγου Αθανάσιου Φράγκου, που από το πρωΐ της 19ης Αυγούστου είχαν συνενωθεί στο Ουσάκ με αξιωματικούς και οπλίτες της IV Μεραρχίας, υπό τον ταγματάρχη Τσολάκογλου.

    Το βράδυ της 16ης Αυγούστου το σύνολο της δύναμης, πλην του 5/42 Συντάγματος το οποίο ήταν προωθημένο στην τοποθεσία Χασάν Ντεντέ Τεπέ, αναμένοντας να φτάσει εκεί ο Τρικούπης, ήταν καθηλωμένο στην περιοχή του Τσουρούμ Νταγ, στα δυτικά του Τουμλού Μπουνάρ. 

Ο Φράγκου δέχθηκε συνεχείς επιθέσεις τουρκικών δυνάμεων και υποχρεώθηκε να συμπτυχθεί προς τη σιδηροδρομική γραμμή ανατολικά του Ουσάκ, εγκαταλείποντας τις θέσεις του στην κοιλάδα Μπανάζ.

Στη μάχη που ακολούθησε, ο τομέας που κάλυπτε το 34ο Σύνταγμα (Ιωάννης Πιτσίκας) άντεξε αρχικά, αλλά όταν το 4ο Σύνταγμα (Χατζηγιάννη) υποχώρησε άτακτα χωρίς ιδιαίτερη πίεση, ολόκληρη η άμυνα κατέρρευσε.

    Στις 23 Αυγούστου ο Φράγκου με την υποστήριξη του Συντάγματος Πλαστήρα επικράτησαν των αντιπάλων δυνάμεων στη μάχη του Σαλιχλί, απωθώντας τους.

    Στις 24 Αυγούστου οι άνδρες του Φράγκου έφθασαν καταπονημένοι στο Νυμφαίο, από όπου -παρακάμπτοντας τη Σμύρνη και υποστηριζόμενοι συνεχώς από τον Πλαστήρα- αναχώρησαν πάραυτα για τον Τσεσμέ, μέσω του οποίου διαπεραιώθηκαν στη Μυτιλήνη, μαζί με μικρές άλλες διασωθείσες μονάδες (τμήματα του Α' Σ.Σ. υπό τον συνταγματάρχη Γονατά, άνδρες της ΙΙ Μεραρχίας και της Ανεξάρτητης Μεραρχίας υπό το στρατηγό Θεοτόκη κ.α.). 

Παρά τις μεμονωμένες αυτές εξαιρέσεις, το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής στρατιάς είχε ηττηθεί ή αιχμαλωτισθεί. Μια φάλαγγα 1.500 ανδρών με 82 αξιωματικούς υπό την ηγεσία του υποστράτηγου Δημ. Δημαρά και του συνταγματάρχη Κολλιδόπουλου παραδόθηκε στο όρος Μουράτ Νταγ, έχοντας μείνει χωρίς τροφή και πυρομαχικά. 

Μόνο μια μεγάλη μονάδα, η φάλαγγα υπό τον συνταγματάρχη Γαρδίκα κατάφερε να αποφύγει την αιχμαλωσία. Επίσης, 400 άνδρες κατόρθωσαν να διαφύγουν υπό την ηγεσία του δεκανέα Κομνηνού Πυρομάγλου ).

    Σύμφωνα πάντοτε με την επίσημα καταγεγραμμένη ιστορία του Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ. οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν σε 2.000 νεκρούς, 4.000 τραυματίες και επιπλέον 190 αξιωματικούς (περιλαμβανομένου του Τρικούπη) και σχεδόν 4.500 στρατιώτες αιχμαλωτισθέντες. 

Στις 17 Αυγούστου, παρά ταύτα, ο αρχιστράτηγος Χατζηανέστης είχε αποστείλει από τη Σμύρνη όπου βρισκόταν, τηλεγράφημα προς τις μαχόμενες δυνάμεις του μετώπου, αναφέροντας:

 "Ο ένδοξος Ελληνικός Στρατός, ο τόσας δάφνας δρέψας, ευρίσκεται μετά αγώνας τεσσάρων μόνον ημερών, και υπό την πίεσιν εχθρού ουχί υπερτέρων δυνάμεων, ένθεν του Τουμλού Μπουνάρ. 

Άνδρες και μεταγωγικά διαρρέουσι προς το εσωτερικόν. Σώματα και Μεραρχίαι υποχωρούν άνευ διαταγής. Παρασκευάζεται ούτω κατάστασις φέρουσα το όνειδος, το αίσχος και την ατιμίαν.

 Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί και στρατιώται! Δια την τιμήν σας, δια την τιμήν της Πατρίδος και του Ελληνικού ονόματος, ο εχθρός πρέπει να συγκρατηθή και να συντριβή ταχέως, ταχύτατα. 

Η προς την Σμύρνην άγουσα πρέπει να φραχθή δια των στηθών όλων σας και πάση θυσία, ως φέρουσα άλλως όχι μόνον προς την Σμύρνην, αλλά και προς την αιχμαλωσίαν και την ατίμωσιν. 

Τονώσατε το ηθικόν και εμπνεύσατε εις τας ψυχάς πάντων ότι η σωτηρία έγκειται μόνον εις την συνοχήν και την πειθαρχίαν. Πρέπει να εννοήσωσι πάντες ότι, μη απωθούντες τον εχθρόν, λιποψυχούντες και διαρκώς υποχωρούντες, θα επανέλθωσι μίαν ημέραν αλλ’ αργότερον εις την Πατρίδα και τα χωρία των, φέροντες επί του μετώπου των όχι την δάφνην ην μετά τόσους κόπους και μόχθους απέκτησαν, αλλά στίγμα, κηλίδα ανεξίτηλον, ρυπαίνουσα αυτούς και τους απογόνους των".

    Στις 19 Αυγούστου, δυο ημέρες πριν παυθεί από τα καθήκοντά του, ο Χατζηανέστης στέλνει στον υποστράτηγο Φράγκου το εξής τηλεγράφημα: "Κοινοποιήσατε εις άπαντας τους υφ’ υμάς την κάτωθι διαταγήν μου. Ως να μη ήρκει η ακατάσχετος υποχώρησις, ήτις τείνει να μετατραπή εις φυγήν, εμπρησμοί, ατιμώσεις, βιασμοί, σφαγαί συμπληρούσι την απαισίαν εικόνα. 

Οι φυγάδες πληθύνονται, η αποσύνθεσις επεκτείνεται και όμως δεν απέχει πολύ η γραμμή ην ως έσχατον όριον της συμπτύξεως ώρισα και ένθεν της οποίας απαγορεύω απολύτως πάσαν υποχώρησιν άνευ ειδικής διαταγής μου, καθιστών ατομικώς υπευθύνους τους διοικητάς των μονάδων, καθ’ ων θα εφαρμόσω αμειλίκτως τον νόμον εάν αυτοβούλως άλλως ενεργήσωσιν.

 Οι δειλοί, οι άνανδροι, οι φυγάδες ας απέλθωσι συναποφέροντες μετ’ αυτών το αίσχος και την ατίμωσιν, αλλ’ οι πιστοί εις τον όρκον των, οι αληθείς άνδρες, οι Έλληνες, όσοι και αν είναι, να παραμείνωσιν εκεί ακλόνητοι μέχρι της ελεύσεως των εκ Θράκης και Β. Μετώπου αναμενόμενων ενισχύσεων, διότι άλλως βαίνομεν ραγδαίως και αμετακλήτως προς τον όλεθρον και την καταισχύνην".  

    Στον αντίποδα, ο Κεμάλ τηλεγράφησε προκλητικά προς την ελληνική πλευρά: «Έλληνες, θυμηθείτε την ιστορία σας και σταθείτε να δώσετε μια μάχη» Σε άλλο σημείο, η ιστορία ΓΕΣ/ΔΙΣ αναφέρει: «Αι ελληνικαί δυνάμεις αίτινες επολέμησαν εις Αλή Βεράν, ετίμησαν τα όπλα των μέχρι τέλους. Αλλ’ οι ήρωες του σκληρού τούτου αγώνος, παρέμειναν αφανείς λόγω της ολέθριας εκβάσεως αυτού».

    Η πράξη του στρατηγού Τρικούπη να παραδοθεί και όχι να πέσει στο πεδίο της μάχης ή να αυτοκτονήσει, έχει δεχθεί διαχρονική κριτική από έλληνες ιστορικούς. Στο έργο του, «Η Μικρασιατική εκστρατεία», ο Σαράντος Καργάκος αναφέρει: "Η παράδοση του Τρικούπη ήταν μια πράξη ρεαλισμού και ανθρωπισμού αλλ’ όχι προσωπικού ηρωισμού. Έπρεπε ν’ ακολουθήσει αυτούς που είχε τις προηγούμενες ημέρες οδηγήσει στη θυσία και να μη συρθεί –Αρχιστράτηγος αυτός!- στην αιχμαλωσία. Το χρέος του ήταν η αυτοκτονία. Έτσι θα κατακτούσε την αθανασία και θα δημιουργούσε παράδοση που ειδικά στον παρόντα καιρό θα μας ήταν πολύ χρήσιμη. Χάθηκε η ευκαιρία να επικρατήσει ως στρατιωτική νοοτροπία η αρχή: ο αρχηγός δεν παραδίδεται, αυτοκτονεί. Το έπραξαν εκατοντάδες Γερμανοί αξιωματικοί. Όχι για τον Χίτλερ. Για την προσωπική τους τιμή".

    Στις 18 Αυγούστου απονεμήθηκε από το γενικό στρατηγείο της τουρκικής στρατιάς ο τίτλος του αρχιστρατήγου στον Ισμέτ Πασά, ως επιβράβευση της συμβολής του στη νίκη. 

Ο νέος αρχιστράτηγος (Γεώργιος Πολυμενάκος) έφτασε στις 22 Αυγούστου στο ελληνικό αρχηγείο της Σμύρνης με τη συνοδεία του υπουργού Στρατιωτικών Νικολάου Θεοτόκη και του στρατηγού Β. Δούσμανη όπου μετείχαν σε σύσκεψη μαζί με τον Χατζανέστη και τον Ύπατο Αρμοστή Αρ. Στεργιάδη, κατά την οποία επιβεβαιώθηκε η πλήρης ασυνεννοησία που επικρατούσε, αφού ο πρώην αρχιστράτηγος ενημέρωσε τους υπολοίπους ότι: «Ο κίνδυνος για τη Σμύρνη εξέλιπε».

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9C%CE%AC%CF%87%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%91%CE%BB%CE%AE_%CE%92%CE%B5%CF%81%CE%AC%CE%BD

https://belisarius21.wordpress.com/2018/09/20/%CE%BA%CF%8D%CF%81%CE%B9%CE%B5%CF%82-%CE%B1%CE%B9%CF%84%CE%AF%CE%B5%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%AE%CF%84%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CF%83%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%AC%CF%82-%CE%BC/

09 Ιανουαρίου, 2018

Η Μικρασιατική εκστρατεία και Καταστροφή σε τρία επεισόδια (1919-1922)

Ιωάννης Φιλίστωρ 3 Ιανουαρίου 2018



γράφει ο Π. Α.

Πρώτο επεισόδιο: Η απόβαση στην Σμύρνη

Η Μικρασιατική Εκστρατεία (1919-1922) ήταν για τους Έλληνες συνέχεια του απελευθερωτικού αγώνα που κηρύχθηκε το 1821. Ήταν προσπάθεια για την ολοκλήρωση της ''Μεγάλης Ιδέας'', του πόθου των Ελλήνων να απελευθερωθούν τελικά όλες οι Τουρκοκρατούμενες περιοχές. Για τα υπόλοιπα μέλη της Συμμαχίας Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ κ.α.), στην οποία η Ελλάδα είχε υπαχθεί με πρωτοβουλία του Βενιζέλου, η Εκστρατεία ήταν ένα πεδίο ανταγωνισμού για την εξασφάλιση του ελέγχου της Μικράς Ασίας καθώς και μια ευκαιρία για πωλήσεις όπλων. Στις 6 Μαΐου 1919 οι Τρεις Μεγάλοι, Λόυδ Τζωρτζ (Αγγλία), Ουίλσον (Η.Π.Α.) και Κλεμανσώ (Γαλλία) έδωσαν μέσω του Λόυδ Τζωρτζ εντολή στον Βενιζέλο να καταλάβει την τουρκοκρατούμενη Σμύρνη. Την ιστορική εκείνη στιγμή περιγράφει ο Βενιζέλος με λεπτομέρεια στο Ιδιόγραφο Ημερολόγιό του. Η εντολή δόθηκε, σύμφωνα με τα γραφόμενα στο Ημερολόγιο, για να εμποδισθεί η κατάληψη της Σμύρνης από τους Ιταλούς.

Παράλληλα, η κατάληψη της Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, έστω και με την παραπάνω ξένη προς τα Ελληνικά συμφέροντα εντολή, φαινόταν να εξυπηρετεί και τα Ελληνικά όνειρα. Η παραπάνω εντολή προς τον Βενιζέλο δεν ανακοινώθηκε δημόσια, επειδή αποτελούσε πράξη εχθρική των Τριών προς την Ιταλία και προς την Τουρκία. Στην δημοσιότητα δόθηκε ανακοίνωση, ότι οι Τρείς Μεγάλοι “επέτρεψαν” στον Βενιζέλο να αποβιβάσει στρατό στην Σμύρνη σε εφαρμογή δήθεν της Συνθήκης των Σεβρών. (Μ. Finefrock)Την πλασματική αυτήν εκδοχή έχει καταγράψει η Ιστορία ως πραγματικότητα.


Δεύτερο επεισόδιο: Συνάντηση του Βενιζέλου με τον Άγγλο Αρχιστράτηγο.

Στο βιβλίο του Αρχηγού της Αγγλικής Κατασκοπείας (Intelligent Service) Sir Basil Thomson, αναφέρεται απόσπασμα από το ημερολόγιο του Άγγλου Αρχιστράτηγου Sir Henry Wilson, με ημερομηνία 28/10/1919 (έξι μήνες μετά την απόβαση στην Σμύρνη), στο οποίο αναφέρονται τα εξής αποκαλυπτικά στοιχεία:

<< I told him straight out that he had ruined his country and himself by going to Smyrna. The old man agreed, but said the reason was because Paris had not finished off the Turk and had made peace with him. This, of course, is only partly
so. Venizelos is very bitter against the Turk and said the whole twelve divisions were available if we would finish theTurk off. He realizes that he is in hopeless position and is trying now to sell his twelvedivisions. He begged me to tell Lloyd George that both he (Venizelos) and Greece were done. I said Iwould. The old boy is done>>

«Του είπα χωρίς περιστροφές πως είχε καταστρέψει και τη χώρα του και τον εαυτό του με τη μετάβαση στη Σμύρνη κι ο δύστυχος συμφώνησε, αλλά υπέδειξε ως αιτία το ότι το Παρίσι δεν αποτελείωσε τον Τούρκο και συνήψε με αυτόν ειρήνη. Αυτό, βέβαια, είναι μέρος της αλήθειας. Ό Βενιζέλος τρέφει μεγάλο μίσος κατά των Τούρκων και τόνισε, ότι ήταν διαθέσιμες και οι δώδεκα μεραρχίες του, αν επρόκειτο να τον αποτελειώσουμε. Αντιλαμβάνεται ότι ή κατάσταση του είναι απελπιστική και τώρα προσπαθεί να μεταβιβάσει (to sell) σε άλλον τις δώδεκα μεραρχίες του. Μου ζήτησε να πω στον Λόυντ Τζωρτζ, ότι τόσο ο ίδιος όσο και ή Ελλάδα είμαστε ξεγραμμένοι. Υποσχέθηκα να το διαβιβάσω.
Ό ταλαίπωρος είναι πραγματικά ξεγραμμένος (Μετάφραση Κ. Μπαρμπή )».

Βλέπουμε εδώ έναν Βενιζέλο απελπισμένο και αποκαμωμένο. Ως αιτία της δυστυχίας του προβάλλει το γεγονός, ότι η Γαλλία είχε συνάψει μυστική συμφωνία με την Τουρκία, πράγμα που ο ίδιος δεν είχε προβλέψει. Όταν το αντιλήφθηκε και έβλεπε τα γαλλικά πλοία να διασχίζουν τα χωρικά μας ύδατα του Αιγαίου για να ξεφορτώσουν όπλα στα παράλια της Μικράς Ασίας (Sir Basil), κατάλαβε ότι το παιχνίδι ήταν χαμένο. Ήταν, όμως, αδύνατον να κάνει πίσω, να αποσύρει τον στρατό από την Μικρά Ασία. Μια τέτοια κίνηση θα αποτελούσε ισχυρό κόλαφο στους Έλληνες της Ιωνίας, αφού αυτοί, όπως και οι Έλληνες της ελεύθερης Ελλάδας, δεν είχαν αντιληφθεί ότι η εκστρατεία έμελλε να καταλήξει στην καταστροφή. Ακόμη, θα έδινε θάρρος στον Τουρκικό στρατό και είναι άγνωστο τι αγριότητες θα έκανε εις βάρος των Ελλήνων και πού θα σταματούσε η ορμή του.


Έτσι δικαιολογείται η θλιβερή εικόνα που έδειξε ο Βενιζέλος στον Άγγλο Αρχιστράτηγο. Και αφού ο Άγγλος δεν δέχθηκε να αναλάβει να ''τελειώσει τον Τούρκο'' με τις δώδεκα Ελληνικές μεραρχίες, αποφάσισε, όπως δείχνουν τα πράγματα, να τις μεταβιβάσει (to sell them)στον άσπονδο εχθρό του, τον Γούναρη. Το πέτυχε, έναν χρόνο μετά την παραπάνω συνάντηση με τον Sir Henry: Προκήρυξε τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920 με πρόθεση, όπως προκύπτει από τους διαλόγους του με τον Άγγλο Αρχιστράτηγο, να χάσει, για να μεταθέσει την ευθύνη για την ήττα στον Γούναρη και ο ίδιος να διαφύγει στο φιλόξενο για τον ίδιο καταφύγιο, την αλλοδαπή (Back home, Sir Michael,Πρακτικά της διημερίδας “Μικρασιατικός πόλεμος – η Ανάμιξη των Ξένων Δυνάμεων”).

 
 Τρίτο επεισόδιο: οπισθοχώρηση ή προέλαση;

Η φιλοβασιλική Κυβέρνηση του καθεστώτος Γούναρη που προέκυψε από τις εκλογές του Νοεμβρίου 1920, παρέλαβε από τον Βενιζέλο, όπως είδαμε, μια στρατιά καταδικασμένη σε έναν ''προαναγγελθέντα θάνατο''(Τσάγκας), μια εκστρατεία που στηριζόταν στην ζημιογόνο ιδεολογία της Μεγάλης Ιδέας (MichaelFinefrock). Από την ελληνική πλευρά η υποχώρηση θα εθεωρείτο ως απεμπόληση των προηγουμένων κατακτήσεων. Την ώρα που η εκστρατεία προχωρούσε θριαμβευτικά προς την απελευθέρωση της Ιωνίας, θα ήταν αδύνατον να πεισθεί ο ελληνικός λαός, ότι ήταν καταδικασμένη. Δεν νοείται, άλλωστε, σε μια εκστρατεία στην οποία ο στρατός προχωρεί θριαμβευτικά προς την νίκη, να ανακοινωθεί: “Μετανιώσαμε! Γυρίστε πίσω!” Απόσυρση του στρατού από το Μικρασιατικό μέτωπο θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς προβλήματα, αν υπήρχε κάλυψη από την Αγγλία. Η αγγλική Διπλωματική εξουσία επανειλημμένως έκανε προτάσεις για ειρηνική λύση. Η επιμονή, όμως, του Λόυδ Τζωρτζ να συνεχίζεται ο πόλεμος εμπόδιζε κάθε διπλωματική παρέμβαση (Κ. Μπότσιου, Πρακτικά Διημερίδας...).

Έτσι άρχισε και προχώρησε η Μικρασιατική Εκστρατεία. Εξελισσόταν φαινομενικά με επιτυχία, μέχρι να εξαντληθεί η αντοχή αξιωματικών και φαντάρων και να τελειώσουν τα χρήματα και τα πολεμικά εφόδια. Ο Κεμάλ με στρατό ξεκούραστο και εφοδιασμένο πλουσιοπάροχα από την Ρωσία, την Γαλλία και την Ιταλία ετοίμαζε την μεγάλη επίθεση. Η επίθεση του Κεμάλ έγινε την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 π. ημ. Εξελίχθηκε εύκολα, χάρις σ' ένα κενό που είχε μείνει στο μέτωπό μας, στο σημείο που είχε διαταχθεί να φυλάξει το απόσπασμα Πλαστήρα. Από εκεί πέρασε ανεμπόδιστα ο τουρκικός στρατός και περικύκλωσε τον ελληνικό, που βρέθηκε απροετοίμαστος.

<<Η εκ του αιφνιδιασμού τούτου επελθούσα σύγχυσις της Μεραρχίας ήτο απερίγραπτος. Τμήματα και Σχηματισμοί, χωρίς να βάλλονται και άνευ διαταγής τινος, έλάμβανον λοξήν διά τών χαραδρών κατεύθυνσιν προς Βορειοδυσμάς, συγκλίνοντες προς το Ρεσίλ — Τεπέ (Έκθεση Στρατηγού Δημαρά))».

Όσοι αξιωματικοί και στρατιώτες κατόρθωσαν να διαφύγουν από τον κλοιό που δημιούργησαν οι Τούρκοι, κατευθύνθηκαν προς τα όπισθεν σε άτακτη υποχώρηση. Μεταξύ των αξιωματικών ήταν ο Ελ. Σταυρίδης, που περιγράφει την τραγική φυγή ως εξής:

<<Έπεράσαμε την καιομένην Φιλαδέλφειαν. ... Εΐχεν αρκετά πτώματα, πού έμύριζαν φοβερά μαζί με την καπνίλα της πυρκαϊάς. Ποιός να προσέξη τι πτώματα ήσαν; Επερνούσαμε βιαστικοί, σκυφτοί, μέσα από τους καπνούς σαν φαντάσματα. ... Είχαμε, πάντως, την ελπίδα ότι, εάν κατωρθώναμε νά γλυτώσουμε από αυτήν την κόλασιν, βαδίζομεν πλέον διά τά .. . σπίτια μας, καί τίποτε δεν μπορούσε πιά να μας σταματήσει από του να πάμε>>.

Και από τις μαρτυρίες που συγκέντρωσε ο Εισαγγελέας Νίκος Τσάγγας:
<<Το μεγάλο δράμα ήταν όταν οι τραυματίες συνειδητοποίησαν, ότι δεν επρόκειτο να τους πάρουν μαζί τους οι αποχωρούντες. <<Βρε παιδιά, πού πάτε να φύγετε; Εμείς τι θα γίνουμε εδώ; Συνάδελφοι, πάρτε μας μαζί σας. Μαζί δεν πολεμήσαμε για την Πατρίδα; Γι αυτήν δεν τραυματιστήκαμε; Παιδιά, πάρτε μας. Και εμείς έχουμε μάνες. Πού μας αφήνετε εδώ; Συνάδελφοι, σας ζητούμε μία χάρη: Σκοτώστε μας εσείς, να μην το κάνουν οι άλλοι>>

Την νύχτα της 14 προς 15 Αυγούστου 1922 (π. ημ.) έπεσε η χαριστική βολή στην Μικρασιατική Εκστρατεία. Είναι, όμως, φανερό, ότι η ήττα, που αναμφίβολα είχε ήδη κριθεί, μπορούσε να είχε εκτυλιχτεί με τακτική (αντί για άτακτη) υποχώρηση, αν δεν είχε δοθεί στον τουρκικό στρατό η ευκαιρία να περάσει αιφνιδιαστικά μέσα από το κενό που είχε αφήσει στο μέτωπο το Απόσπασμα Πλαστήρα. Έτσι, δεν θα είχε προστεθεί στην τραγωδία της ήττας μια ακόμη τραγωδία, εκείνη της φυγής του στρατού που περιγράψαμε παραπάνω. Ακόμη, η μεγάλη τραγωδία της φυγής των Μικρασιατών θα μπορούσε να είχε γίνει με ευνοϊκότερους όρους.

Μπορεί κανείς να διερωτηθεί: Γιατί ο Πλαστήρας έκανε την αποτρόπαια πράξη, να αφήσει αφύλακτο το παραπάμω σημείο του μετώπου;
Στο ερώτημα αυτό δίνει απάντηση η Β΄ Ανακριτική Επιτροπή που διορίσθηκε το 1924 από την Δ΄ Εθνοσυνέλευση, που είχε φιλοβενιζελική πλειοψηφία: <<Οι δισταγμοί του δεν φαίνεται, ότι ωφείλοντο εις δειλίαν του. "Ισως είχεν εν νω τας απωτέρας σκέψεις του περί Επαναστάσεως εν τω Στρατώ. Δύναται όθεν να θεωρηθή ο Πλαστήρας Δοσίλογος δια την μή έκτέλεσιν της διαταχθείσης άντεπιθέσεως ταύτης >>.

Βλέπουμε ότι η Επιτροπή συνδύασε το γεγονός της ανυπακοής του Πλαστήρα (Αύγουστος 1922) με το κίνημα του Σεπτεμβρίου 1922. Ίσως ήθελε να προκαλέσει δυσαρέσκεια στον στρατό προς την Κυβέρνηση, για να είναι ευκολότερη η ανατροπή της με το κίνημα που προετοίμαζε για τον επόμενο Σεπτέμβριο.

14 Ιανουαρίου, 2016

1921-22: Πριν από τη μεγάλη ήττα Η Μικρασιατική Καταστροφή και μία μικρή ερωτική ιστορία.

Frédéric Boissonnas, Η οδός Πατησίων τη δεκαετία του 1910 © ΟΠΕΠ/ Θεματοφύλακας Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης.
Η  ΟΔΟΣ  ΠΑΤΗΣΙΩΝ ΤΗΝ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 1910

μ
Άποψη φτωχικού σπιτιού με αυλή στο Κολωνάκι.
ΑΥΛΗ  ΦΤΩΧΙΚΟΥ  ΣΤΟ  ΚΟΛΩΝΑΚΙ



ΓΙΑ  ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ  ΕΔΩ  http://www.lifo.gr/mag/features/3700

            Από το καλοκαίρι του 1921 έως τον Αύγουστο του 1922 η Ελλάδα παρατάσσει στα υψίπεδα της Μικράς Ασίας τον μεγαλύτερο όγκο στρατού στην ιστορία της: 220.000 άνδρες, πολλοί από τους οποίους ήσαν επιστρατευμένοι από το 1912 και το 1917, ενταγμένοι σε μία εκστρατεία που γνωρίζουμε σήμερα όλοι πώς έληξε. Την ίδια στιγμή, όμως, η ζωή στο λεγόμενο εσωτερικό μέτωπο, και ειδικά στην Αθήνα, συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς: θέατρα, χοροί, μουσικές, καφέ, εστιατόρια, κινηματογράφοι, φιλολογικά στέκια – η καρδιά της πόλης χτυπάει ακόμα δυνατά. Μπορεί στην τριακοσίων χιλιομέτρων περίπου γραμμή του μικρασιατικού μετώπου να βρίσκονται τόσο πολλές χιλιάδες ανδρών με το χέρι στη σκανδάλη, πίσω στην πατρίδα, όμως, οι λιποτάκτες και οι φυγόστρατοι αυξάνονται δραματικά, φτάνοντας κάποια στιγμή το νούμερο των 90.000! Είναι πολύ συχνό φαινόμενο και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας του μέσου Αθηναίου να βλέπει ένστολους του στρατού και της Χωροφυλακής να εισβάλουν κάθε τόσο στα διάφορα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, ζητώντας επίμονα από τους θαμώνες πρώτα τις ταυτότητες και στη συνέχεια όλα τα πιστοποιητικά που πρέπει να έχουν μαζί τους ώστε να διαπιστωθεί αν βρίσκονται «εν στρατιωτική τάξη ή αταξία». 
           Οι αποστολές εύρεσης λιποτακτών δεν είναι εύκολη υπόθεση όμως. Συχνά, η διασκέδαση σε ένα μπαρ ή ένα νυχτερινό κέντρο διακόπτεται βίαια, καθώς τσιλιαδόροι ειδοποιούν τους ενδιαφερόμενους, με αποτέλεσμα να προκαλείται πανδαιμόνιο: τραπέζια και καρέκλες αναποδογυρίζουν, ένστολοι κυνηγούν πολίτες μέσα στους χώρους διασκεδάσεως, η καταδίωξη συνεχίζεται και έξω από το κατάστημα, με τρεχαλητά, φωνές, βρισιές και κάποτε ανταλλαγές πυρών (οι λιποτάκτες συχνά οπλοφορούν), αναστατώνουν τους ήσυχους αθηναϊκούς δρόμους.               
           Όλο εκείνο το καλοκαίρι, στην Αθήνα, οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο (ειδικά η κατάληψη του Εσκισεχίρ) γιορτάζονται με ολονύκτιες φιέστες, καμπανοκρουσίες, φωταγωγήσεις δημόσιων κτιρίων και συγκεντρώσεις. Δεν λείπουν, όμως, και τα έκτροπα. Τα καταδιωκτικά αποσπάσματα αλώνιζαν τα κέντρα διασκέδασης της Αθήνας και του Πειραιά και αν ήσουν ανήρ σε ηλικία στράτευσης χωρίς τα απαραίτητα δικαιολογητικά, σε «τσιμπούσαν», σε έστελναν αρχικά στη διλοχία του Πειραιά όπου, ανάλογα με την περίπτωση, είτε φορούσες το χακί και στη συνέχεια, γραμμή για το λιμάνι και από εκεί στο μέτωπο, είτε αφηνόσουν προσωρινά ελεύθερος, για να συγκεντρώσεις τα απαραίτητα χαρτιά από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Γι' αυτό και τα βουνά της Αττικής είχαν γεμίσει με νεαρούς άνδρες που κρύβονταν.

Όπως γράφει στο εξαιρετικό βιβλίο του Δακρυσμένη Μικρασία (Μεταίχμιο) ο Βασίλης Ι. Τζανακάρης, το καλοκαίρι του 1921 οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες ξεχύνονται στην πλατεία Συντάγματος, όπου η μουσική της στρατιωτικής φρουράς κάθε απόγευμα παίζει χαρούμενα εμβατήρια, κλείνοντας το πρόγραμμά της, φυσικά, με τον επιβαλλόμενο «Γιο του αϊτού». Την ίδια στιγμή, οι φίλοι του θεάτρου αναμένουν τα εγκαίνια του καινούργιου χώρου του Αλάμπρα, η ανοικοδόμηση του οποίου «σχεδόν επερατώθη», ενώ γίνεται γνωστό ότι έχει κιόλας κλειστεί για να το εγκαινιάσει ο επιθεωρησιακός θίασος του Σαμαρτζή, που με τη σειρά του ανακοινώνει ότι πλέον συμπεριλαμβάνει στο τιμ των συνεργατών του «και την γνωστήν χορεύτριαν του "Γύρου του κόσμου", την περίφημον Αμερικανίδα Σούζη». Ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, 1922. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, 1922. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Την ίδια εποχή, η Αστυνομική Διεύθυνση της Αθήνας γνωστοποιεί ότι το γυναικείο καπέλο, και ιδιαίτερα το μεγάλο, απαγορεύεται στις θεατρικές παραστάσεις, έτσι ώστε «οι όπισθεν καθήμενοι να μπορούν να παρακολουθούν τα επί της σκηνής διαδραματιζόμενα». Το δε αστυνομικό δελτίο της 31ης Μαΐου του 1921 περιλαμβάνει ένα περιστατικό σπάνιο για την εποχή: «Ολίγον μετά το μεσονύκτιον της χθες αυτοκίνητον πολυτελείας με επιβάτας διασκεδάζοντας, κατερχόμενον με ιλιγγιώδη ταχύτητα την λεωφόρον Αλεξάνδρας, παρέσυρε και διαμέλισε έξωθι του ζυθοπωλείου Μουρούζη τον Σπύρον Γαΐταν, καταγόμενον εκ Ζακύνθου μουσικόν της μανδολινάτας του "Ηραίου". Ο σοφέρ, μετά την πράξιν του, έσβησε τους φανούς του αυτοκινήτου και εξηφανίσθη, πυροβοληθείς υπό των αστυνομικών οργάνων ανεπιτυχώς». Όλο εκείνο το καλοκαίρι, στην Αθήνα, οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο (ειδικά η κατάληψη του Εσκισεχίρ) γιορτάζονται με ολονύκτιες φιέστες, καμπανοκρουσίες, φωταγωγήσεις δημόσιων κτιρίων και συγκεντρώσεις. Δεν λείπουν, όμως, και τα έκτροπα. Τη νύχτα της 7ης Ιουλίου τα γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος (που ήταν αντίθετο στην εκστρατεία) καταστρέφονται από βάνδαλους παρακρατικούς αλλά και από ορισμένους ένστολους χωροφύλακες. Στον δε Πειραιά, «αι κυρίαι του πατριωτικού ιδρύματος» υποδέχονται με γλυκά και αναψυκτικά τους πρώτους τραυματίες του μετώπου, οι οποίοι ολοένα και αυξάνονται καθώς εντείνονται οι πολεμικές επιχειρήσεις στην τριών εβδομάδων αιματοχυσία του Σαγγάριου ποταμού τον Αύγουστο του 1921. Αθήνα. Παλαιστής στέκεται πάνω σε καρότσι στο δρόμο. Περαστικοί συγκεντρωμένοι γύρω του παρακολουθούν. Αθήνα. Παλαιστής στέκεται πάνω σε καρότσι στο δρόμο. Περαστικοί συγκεντρωμένοι γύρω του παρακολουθούν.                                                                                             Μέσα σε όλα αυτά, έχουμε και μία ερωτική τραγωδία. Ο 24χρονος οπλίτης Χρήστος Πουλημένος νοσταλγεί στο μέτωπο την αγαπημένη του Αφροδίτη Δρόσου. Τόσο, που στο τέλος το σκάει κρυφά από τη μονάδα του. Έχοντας για σημάδι τη δύση του ήλιου, διασχίζει μονάχος τη Μικρά Ασία για να φτάσει ως τα παράλια. Από εκεί, κι έχοντας φορέσει πολιτικά για να μην ανακαλυφθεί, βρίσκει βάρκες και καΐκια και με τα πολλά φτάνει στον Πειραιά. Ο στόχος του παραμένει: να ξαναδεί την αγαπημένη του. Στην ακτή Ξαβερίου, όμως, συλλαμβάνεται από τη στρατιωτική αστυνομία, που πλέον εποπτεύει όλες τις διόδους διαφυγής και εισόδου στη χώρα, ψάχνοντας για λιποτάκτες και φυγόστρατους. Ο Πουλημένος φυλακίζεται και μετά από είκοσι ημέρες δικάζεται. «Λίαν επιεικώς» το Στρατοδικείο αποφασίζει να σταλεί και πάλι στο μέτωπο. Του δίνουν δύο ημέρες για να ετοιμαστεί. Σε ένα φτηνό δωμάτιο του ξενοδοχείου «Αχίλλειον», επί της Αγίου Κωνσταντίνου, σμίγει επιτέλους με το κορίτσι του. Η συνέχεια, όμως, είναι τραγική. Αφού περνούν δύο σχεδόν μέρες ερωτικής μανίας, ο Πουλημένος πυροβολεί τη νεαρή Αφροδίτη μέσα στο δωμάτιο και αμέσως μετά στρέφει το όπλο στο πρόσωπό του. Εκείνος πεθαίνει, αλλά η Αφροδίτη επιζεί του τραύματος. Όπως θα διηγηθεί αργότερα η κοπέλα, ο νεαρός, σε κατάσταση παράκρουσης, λίγο πριν εκπνεύσει το όριο των δύο ημερών που του είχαν δώσει, της ανακοίνωσε ξαφνικά, και ενώ βρίσκονταν ακόμα στο κρεβάτι, ότι δεν θα ξαναγυρνούσε στο μέτωπο και για να μη βασανίζονται και οι δύο, θα τη σκότωνε και θα αυτοκτονούσε. Οι ικεσίες της δεν του άλλαξαν τη γνώμη. Αλλά, τουλάχιστον, το κορίτσι δεν πέθανε. Η ερωτική αυτή τραγωδία κατέληξε σε δίστηλο κάποιας εφημερίδας. Προφανώς, όμως, για την κοπέλα πρέπει να ήταν μια ανάμνηση που τη στοίχειωσε μια ολόκληρη ζωή.                                                                                                      Όπως καλά γνωρίζουμε, οι εορτασμοί για τις νίκες του στρατού στη Μικρά Ασία θα έπαυαν κάποτε, και μάλιστα άσχημα. Αυτό το κάποτε ήρθε έναν χρόνο μετά. Ήταν Σάββατο, 13 Αυγούστου 1922 (26 με το Νέο Ημερολόγιο). Η μέρα ξημερώνει μάλλον ζεστή στην Αθήνα, με τη θερμοκρασία να φτάνει το μεσημέρι τους 33 βαθμούς Κελσίου. Τα ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη συσκέπτονται «περί της στρατιωτικής καταστάσεως», η οποία, βάσει τηλεγραφημάτων του αρχιστράτηγου Χατζηανέστη από τη Σμύρνη, «είναι πάντοτε εξαίρετος». Οι φιλότεχνοι συζητούν ακόμα την παράσταση που ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη στο θέατρό της, τη Φαύστα του «αειμνήστου Βερναρδάκη» την Πέμπτη το βράδυ. Και η υπόλοιπη θεατρική κίνηση, όμως, συνεχίζεται ακμαία: το Σάββατο το βράδυ της 13ης Αυγούστου, στην Αθήνα παίζονται στο Αλάμπρα το Κορίτσι της γειτονιάς, στα Διονύσια το Ω, λαλά!, στο Παπαϊωάννου η Εύθυμη Χήρα. Οι πρώιμοι σινεφίλ αδημονούν για τη Δευτέρα το μεσημέρι, αργία Δεκαπενταύγουστου, προκειμένου να παρακολουθήσουν «απογευματινό κινηματογράφο» στο Κεντρικόν της πλατείας Κολοκοτρώνη. «Η ανακοίνωση διευκρινίζει ότι οι τακτικές απογευματινές προβολές, οι "άνευ βαριετέ", αλλά με "ολόκληρον την υπό τον συνθέτην κ. Μαρτίνον ορχήστραν", έχουν τιμή εισιτηρίου 2,80 δραχμές, ενώ οι προβολές της Κυριακής με το "βαριετέ" 5,80». Στα δε βιβλιοπωλεία, πωλούνται φρεσκοτυπωμένοι οι πεντάτομοι Άθλιοι του Ουγκό από τον εκδοτικό οίκο Μιχαήλ Σαλίβερου, σε μετάφραση του Ισίδωρου Σκυλίτση, με τιμή για τους κανονικούς τόμους 30 δραχμές, για τους χρυσόδετους 40. Καθόλου άσχημα...                                                                                                    
         Οι Αθηναίοι αγνοούν, όμως, ότι στην άλλη πλευρά του Αιγαίου έχει ήδη ξεκινήσει η ραγδαία, δραματική κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, αγνοούν την τραγωδία που ετοιμάζεται να πλήξει τη χώρα ως παλιρροϊκό κύμα. Δεν υπάρχουν τηλεοράσεις, ραδιόφωνα ή φαξ και η ενημέρωση   απ' όσα γίνονται στη Μικρά Ασία αργεί να έρθει. Έτσι, το εορταστικό τριήμερο του Δεκαπενταύγουστου κυλά μάλλον ευχάριστα και γλυκά. Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία συγκεντρωμένοι στα σκαλοπάτια των παλαιών ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία συγκεντρωμένοι στα σκαλοπάτια των παλαιών ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Ξημερώματα Τρίτης, 16 Αυγούστου, επιστρέφουν στον Πειραιά οι εκδρομείς-προσκυνητές από την Τήνο. Κάπου εδώ, όμως, τα χαμόγελα παγώνουν. Ήδη μια άσχημη φήμη διαδίδεται μέσα στην ανάπαυλα του Δεκαπενταύγουστου, αλλά κανένας δεν δέχεται να ακούσει την αλήθεια. Τελικώς, οι φρεσκοτυπωμένες εφημερίδες φέρνουν τα δυσάρεστα νέα την Τρίτη το πρωί. Ωστόσο, για πολλούς υπάρχει ακόμα ελπίδα ανατροπής της κατάστασης. 
                                                                                              
           Καθώς περνούν οι μέρες ωστόσο, η ατμόσφαιρα στην Αθήνα βαραίνει, ενώ οξύνεται και η κυβερνητική κρίση. Ο κίνδυνος ταραχών είναι πια μεγάλος. Τρεις μέρες αργότερα, από τις οκτώ το πρωί του Σαββάτου 27 Αυγούστου, η Τροχιοδρομική Εταιρεία διακόπτει την κυκλοφορία όλων των τραμ, αφήνοντας μονάχα τον συρμό Αθηνών-Φαλήρου να πηγαινοέρχεται κάθε μισή ώρα. Από την Αστυνομική Διεύθυνση διατάσσεται το κλείσιμο όλων των οίκων ανοχής σε Αθήνα και Πειραιά, καθώς και η ένοπλη φρούρησή τους από αστυνομικούς. Απαγορεύονται επίσης οι δημόσιες συναθροίσεις σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους. Στον Πειραιά τα «καφωδεία» κλείνουν με διαταγή της Αστυνομίας, αφαιρούνται δε και οι άδειες διανυκτέρευσης των κέντρων διασκεδάσεως. Η πρωτεύουσα ερημώνει και τους δρόμους της διασχίζουν περίπολα της Χωροφυλακής, με διαταγή να διαλύσουν «πάσαν τυχόν γινομένην συγκέντρωσιν». Αθήνα. Θαμώνες στο εσωτερικό ταβέρνας πίνουν με τη συνοδεία λατέρνας. Αθήνα. Θαμώνες στο εσωτερικό ταβέρνας πίνουν με τη συνοδεία λατέρνας. Την ίδια ημέρα, το Σάββατο 27 Αυγούστου, καταφτάνει στον Πειραιά το ατμόπλοιο «Αθήναι» με τους πρώτους φαντάρους. Εξουθενωμένοι, λεροί και άυπνοι, με το ηθικό στα γόνατα και τα νεύρα κουρέλια, αποβιβάζονται πυροβολώντας στον αέρα, απαιτώντας να απολυθούν, τώρα, επιτόπου. Το απόγευμα άλλα δύο ατμόπλοια καταφθάνουν. Αυτήν τη φορά με 3.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες. Είναι  η αρχή.                                                                      
                   Μέσα σε λίγες ημέρες χιλιάδες εξαθλιωμένοι πρόσφυγες και στρατιώτες αποβιβάζονται κακήν κακώς στον Πειραιά και σε άλλα λιμάνια της χώρας. Ειδικά στον Πειραιά, μαζί με τις επιτροπές φροντίδας, τους υποδέχονται      άνθρωποι του υποκόσμου, προσεγγίζοντας ορφανά κορίτσια για να τα εκμεταλλευτούν αναλόγως. Αθήνα. Οδός Σταδίου. Η δίκη των έξι. Οι συνεδριάσεις του έκτακτου στρατοδικείου διεξήχθησαν στο χώρο της παλαιάς Βουλής. Διακρίνονται στην πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά οι κατηγορούμενοι: Μιχαήλ Γούδας, Γεώργιος Μπαλτατζής, Ξενοφών Στρατηγός, Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Αθήνα. Οδός Σταδίου. Η δίκη των έξι. Οι συνεδριάσεις του έκτακτου στρατοδικείου διεξήχθησαν στο χώρο της παλαιάς Βουλής. Διακρίνονται στην πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά οι κατηγορούμενοι: Μιχαήλ Γούδας, Γεώργιος Μπαλτατζής, Ξενοφών Στρατηγός, Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου, στις δέκα το πρωί, τελείται στον ναό του Αγίου Γεωργίου (Καρύτση) μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου που μαρτύρησε στην πυρπολημένη Σμύρνη, ενώ λίγες ημέρες αργότερα ο Πλαστήρας θα μπει έφιππος στην πρωτεύουσα. Είναι γνωστή η σχετική φωτογραφία, καθώς πλησιάζει προς το Σύνταγμα. Στις επευφημίες του κόσμου, καβάλα στο άλογο, θα φωνάξει αγριεμένα: «Τι ζητωκραυγάζετε; Ηττηθήκαμε».  Πηγή: www.lifo.gr

Από το καλοκαίρι του 1921 έως τον Αύγουστο του 1922 η Ελλάδα παρατάσσει στα υψίπεδα της Μικράς Ασίας τον μεγαλύτερο όγκο στρατού στην ιστορία της: 220.000 άνδρες, πολλοί από τους οποίους ήσαν επιστρατευμένοι από το 1912 και το 1917, ενταγμένοι σε μία εκστρατεία που γνωρίζουμε σήμερα όλοι πώς έληξε. Την ίδια στιγμή, όμως, η ζωή στο λεγόμενο εσωτερικό μέτωπο, και ειδικά στην Αθήνα, συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς: θέατρα, χοροί, μουσικές, καφέ, εστιατόρια, κινηματογράφοι, φιλολογικά στέκια – η καρδιά της πόλης χτυπάει ακόμα δυνατά. Μπορεί στην τριακοσίων χιλιομέτρων περίπου γραμμή του μικρασιατικού μετώπου να βρίσκονται τόσο πολλές χιλιάδες ανδρών με το χέρι στη σκανδάλη, πίσω στην πατρίδα, όμως, οι λιποτάκτες και οι φυγόστρατοι αυξάνονται δραματικά, φτάνοντας κάποια στιγμή το νούμερο των 90.000! Είναι πολύ συχνό φαινόμενο και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας του μέσου Αθηναίου να βλέπει ένστολους του στρατού και της Χωροφυλακής να εισβάλουν κάθε τόσο στα διάφορα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, ζητώντας επίμονα από τους θαμώνες πρώτα τις ταυτότητες και στη συνέχεια όλα τα πιστοποιητικά που πρέπει να έχουν μαζί τους ώστε να διαπιστωθεί αν βρίσκονται «εν στρατιωτική τάξη ή αταξία». Οι αποστολές εύρεσης λιποτακτών δεν είναι εύκολη υπόθεση όμως. Συχνά, η διασκέδαση σε ένα μπαρ ή ένα νυχτερινό κέντρο διακόπτεται βίαια, καθώς τσιλιαδόροι ειδοποιούν τους ενδιαφερόμενους, με αποτέλεσμα να προκαλείται πανδαιμόνιο: τραπέζια και καρέκλες αναποδογυρίζουν, ένστολοι κυνηγούν πολίτες μέσα στους χώρους διασκεδάσεως, η καταδίωξη συνεχίζεται και έξω από το κατάστημα, με τρεχαλητά, φωνές, βρισιές και κάποτε ανταλλαγές πυρών (οι λιποτάκτες συχνά οπλοφορούν), αναστατώνουν τους ήσυχους αθηναϊκούς δρόμους. Πηγή: www.lifo.gr



ΠΟ ΤΟΝ ΗΛΙΑ ΜΑΓΚΛΙΝΗ Frédéric Boissonnas, Η οδός Πατησίων τη δεκαετία του 1910 © ΟΠΕΠ/ Θεματοφύλακας Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Δείτε το slideshow 10 Φωτογραφίες Frédéric Boissonnas, Η οδός Πατησίων τη δεκαετία του 1910 © ΟΠΕΠ/ Θεματοφύλακας Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης. Από το καλοκαίρι του 1921 έως τον Αύγουστο του 1922 η Ελλάδα παρατάσσει στα υψίπεδα της Μικράς Ασίας τον μεγαλύτερο όγκο στρατού στην ιστορία της: 220.000 άνδρες, πολλοί από τους οποίους ήσαν επιστρατευμένοι από το 1912 και το 1917, ενταγμένοι σε μία εκστρατεία που γνωρίζουμε σήμερα όλοι πώς έληξε. Την ίδια στιγμή, όμως, η ζωή στο λεγόμενο εσωτερικό μέτωπο, και ειδικά στην Αθήνα, συνεχίζεται με αμείωτους ρυθμούς: θέατρα, χοροί, μουσικές, καφέ, εστιατόρια, κινηματογράφοι, φιλολογικά στέκια – η καρδιά της πόλης χτυπάει ακόμα δυνατά. Μπορεί στην τριακοσίων χιλιομέτρων περίπου γραμμή του μικρασιατικού μετώπου να βρίσκονται τόσο πολλές χιλιάδες ανδρών με το χέρι στη σκανδάλη, πίσω στην πατρίδα, όμως, οι λιποτάκτες και οι φυγόστρατοι αυξάνονται δραματικά, φτάνοντας κάποια στιγμή το νούμερο των 90.000! Είναι πολύ συχνό φαινόμενο και αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας του μέσου Αθηναίου να βλέπει ένστολους του στρατού και της Χωροφυλακής να εισβάλουν κάθε τόσο στα διάφορα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης, ζητώντας επίμονα από τους θαμώνες πρώτα τις ταυτότητες και στη συνέχεια όλα τα πιστοποιητικά που πρέπει να έχουν μαζί τους ώστε να διαπιστωθεί αν βρίσκονται «εν στρατιωτική τάξη ή αταξία». Οι αποστολές εύρεσης λιποτακτών δεν είναι εύκολη υπόθεση όμως. Συχνά, η διασκέδαση σε ένα μπαρ ή ένα νυχτερινό κέντρο διακόπτεται βίαια, καθώς τσιλιαδόροι ειδοποιούν τους ενδιαφερόμενους, με αποτέλεσμα να προκαλείται πανδαιμόνιο: τραπέζια και καρέκλες αναποδογυρίζουν, ένστολοι κυνηγούν πολίτες μέσα στους χώρους διασκεδάσεως, η καταδίωξη συνεχίζεται και έξω από το κατάστημα, με τρεχαλητά, φωνές, βρισιές και κάποτε ανταλλαγές πυρών (οι λιποτάκτες συχνά οπλοφορούν), αναστατώνουν τους ήσυχους αθηναϊκούς δρόμους. Όλο εκείνο το καλοκαίρι, στην Αθήνα, οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο (ειδικά η κατάληψη του Εσκισεχίρ) γιορτάζονται με ολονύκτιες φιέστες, καμπανοκρουσίες, φωταγωγήσεις δημόσιων κτιρίων και συγκεντρώσεις. Δεν λείπουν, όμως, και τα έκτροπα. Τα καταδιωκτικά αποσπάσματα αλώνιζαν τα κέντρα διασκέδασης της Αθήνας και του Πειραιά και αν ήσουν ανήρ σε ηλικία στράτευσης χωρίς τα απαραίτητα δικαιολογητικά, σε «τσιμπούσαν», σε έστελναν αρχικά στη διλοχία του Πειραιά όπου, ανάλογα με την περίπτωση, είτε φορούσες το χακί και στη συνέχεια, γραμμή για το λιμάνι και από εκεί στο μέτωπο, είτε αφηνόσουν προσωρινά ελεύθερος, για να συγκεντρώσεις τα απαραίτητα χαρτιά από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Γι' αυτό και τα βουνά της Αττικής είχαν γεμίσει με νεαρούς άνδρες που κρύβονταν. Άποψη φτωχικού σπιτιού με αυλή στο Κολωνάκι. Άποψη φτωχικού σπιτιού με αυλή στο Κολωνάκι. Όπως γράφει στο εξαιρετικό βιβλίο του Δακρυσμένη Μικρασία (Μεταίχμιο) ο Βασίλης Ι. Τζανακάρης, το καλοκαίρι του 1921 οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες ξεχύνονται στην πλατεία Συντάγματος, όπου η μουσική της στρατιωτικής φρουράς κάθε απόγευμα παίζει χαρούμενα εμβατήρια, κλείνοντας το πρόγραμμά της, φυσικά, με τον επιβαλλόμενο «Γιο του αϊτού». Την ίδια στιγμή, οι φίλοι του θεάτρου αναμένουν τα εγκαίνια του καινούργιου χώρου του Αλάμπρα, η ανοικοδόμηση του οποίου «σχεδόν επερατώθη», ενώ γίνεται γνωστό ότι έχει κιόλας κλειστεί για να το εγκαινιάσει ο επιθεωρησιακός θίασος του Σαμαρτζή, που με τη σειρά του ανακοινώνει ότι πλέον συμπεριλαμβάνει στο τιμ των συνεργατών του «και την γνωστήν χορεύτριαν του "Γύρου του κόσμου", την περίφημον Αμερικανίδα Σούζη». Ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, 1922. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας, 1922. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Την ίδια εποχή, η Αστυνομική Διεύθυνση της Αθήνας γνωστοποιεί ότι το γυναικείο καπέλο, και ιδιαίτερα το μεγάλο, απαγορεύεται στις θεατρικές παραστάσεις, έτσι ώστε «οι όπισθεν καθήμενοι να μπορούν να παρακολουθούν τα επί της σκηνής διαδραματιζόμενα». Το δε αστυνομικό δελτίο της 31ης Μαΐου του 1921 περιλαμβάνει ένα περιστατικό σπάνιο για την εποχή: «Ολίγον μετά το μεσονύκτιον της χθες αυτοκίνητον πολυτελείας με επιβάτας διασκεδάζοντας, κατερχόμενον με ιλιγγιώδη ταχύτητα την λεωφόρον Αλεξάνδρας, παρέσυρε και διαμέλισε έξωθι του ζυθοπωλείου Μουρούζη τον Σπύρον Γαΐταν, καταγόμενον εκ Ζακύνθου μουσικόν της μανδολινάτας του "Ηραίου". Ο σοφέρ, μετά την πράξιν του, έσβησε τους φανούς του αυτοκινήτου και εξηφανίσθη, πυροβοληθείς υπό των αστυνομικών οργάνων ανεπιτυχώς». Όλο εκείνο το καλοκαίρι, στην Αθήνα, οι νίκες του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο (ειδικά η κατάληψη του Εσκισεχίρ) γιορτάζονται με ολονύκτιες φιέστες, καμπανοκρουσίες, φωταγωγήσεις δημόσιων κτιρίων και συγκεντρώσεις. Δεν λείπουν, όμως, και τα έκτροπα. Τη νύχτα της 7ης Ιουλίου τα γραφεία του Σοσιαλιστικού Κόμματος (που ήταν αντίθετο στην εκστρατεία) καταστρέφονται από βάνδαλους παρακρατικούς αλλά και από ορισμένους ένστολους χωροφύλακες. Στον δε Πειραιά, «αι κυρίαι του πατριωτικού ιδρύματος» υποδέχονται με γλυκά και αναψυκτικά τους πρώτους τραυματίες του μετώπου, οι οποίοι ολοένα και αυξάνονται καθώς εντείνονται οι πολεμικές επιχειρήσεις στην τριών εβδομάδων αιματοχυσία του Σαγγάριου ποταμού τον Αύγουστο του 1921. Αθήνα. Παλαιστής στέκεται πάνω σε καρότσι στο δρόμο. Περαστικοί συγκεντρωμένοι γύρω του παρακολουθούν. Αθήνα. Παλαιστής στέκεται πάνω σε καρότσι στο δρόμο. Περαστικοί συγκεντρωμένοι γύρω του παρακολουθούν. Μέσα σε όλα αυτά, έχουμε και μία ερωτική τραγωδία. Ο 24χρονος οπλίτης Χρήστος Πουλημένος νοσταλγεί στο μέτωπο την αγαπημένη του Αφροδίτη Δρόσου. Τόσο, που στο τέλος το σκάει κρυφά από τη μονάδα του. Έχοντας για σημάδι τη δύση του ήλιου, διασχίζει μονάχος τη Μικρά Ασία για να φτάσει ως τα παράλια. Από εκεί, κι έχοντας φορέσει πολιτικά για να μην ανακαλυφθεί, βρίσκει βάρκες και καΐκια και με τα πολλά φτάνει στον Πειραιά. Ο στόχος του παραμένει: να ξαναδεί την αγαπημένη του. Στην ακτή Ξαβερίου, όμως, συλλαμβάνεται από τη στρατιωτική αστυνομία, που πλέον εποπτεύει όλες τις διόδους διαφυγής και εισόδου στη χώρα, ψάχνοντας για λιποτάκτες και φυγόστρατους. Ο Πουλημένος φυλακίζεται και μετά από είκοσι ημέρες δικάζεται. «Λίαν επιεικώς» το Στρατοδικείο αποφασίζει να σταλεί και πάλι στο μέτωπο. Του δίνουν δύο ημέρες για να ετοιμαστεί. Σε ένα φτηνό δωμάτιο του ξενοδοχείου «Αχίλλειον», επί της Αγίου Κωνσταντίνου, σμίγει επιτέλους με το κορίτσι του. Η συνέχεια, όμως, είναι τραγική. Αφού περνούν δύο σχεδόν μέρες ερωτικής μανίας, ο Πουλημένος πυροβολεί τη νεαρή Αφροδίτη μέσα στο δωμάτιο και αμέσως μετά στρέφει το όπλο στο πρόσωπό του. Εκείνος πεθαίνει, αλλά η Αφροδίτη επιζεί του τραύματος. Όπως θα διηγηθεί αργότερα η κοπέλα, ο νεαρός, σε κατάσταση παράκρουσης, λίγο πριν εκπνεύσει το όριο των δύο ημερών που του είχαν δώσει, της ανακοίνωσε ξαφνικά, και ενώ βρίσκονταν ακόμα στο κρεβάτι, ότι δεν θα ξαναγυρνούσε στο μέτωπο και για να μη βασανίζονται και οι δύο, θα τη σκότωνε και θα αυτοκτονούσε. Οι ικεσίες της δεν του άλλαξαν τη γνώμη. Αλλά, τουλάχιστον, το κορίτσι δεν πέθανε. Η ερωτική αυτή τραγωδία κατέληξε σε δίστηλο κάποιας εφημερίδας. Προφανώς, όμως, για την κοπέλα πρέπει να ήταν μια ανάμνηση που τη στοίχειωσε μια ολόκληρη ζωή. Κολωνάκι. Πλατεία Δεξαμενής. Άποψη της νότιας πλευράς της πλατείας προς την οδό Γλύκωνος. Κατασκευάστηκε από το δήμο το 1931 και λειτούργησε ως πισίνα με θαλασσινό νερό για παιδιά. Κολωνάκι. Πλατεία Δεξαμενής. Άποψη της νότιας πλευράς της πλατείας προς την οδό Γλύκωνος. Κατασκευάστηκε από το δήμο το 1931 και λειτούργησε ως πισίνα με θαλασσινό νερό για παιδιά. Όπως καλά γνωρίζουμε, οι εορτασμοί για τις νίκες του στρατού στη Μικρά Ασία θα έπαυαν κάποτε, και μάλιστα άσχημα. Αυτό το κάποτε ήρθε έναν χρόνο μετά. Ήταν Σάββατο, 13 Αυγούστου 1922 (26 με το Νέο Ημερολόγιο). Η μέρα ξημερώνει μάλλον ζεστή στην Αθήνα, με τη θερμοκρασία να φτάνει το μεσημέρι τους 33 βαθμούς Κελσίου. Τα ανώτατα στελέχη της κυβέρνησης Πρωτοπαπαδάκη συσκέπτονται «περί της στρατιωτικής καταστάσεως», η οποία, βάσει τηλεγραφημάτων του αρχιστράτηγου Χατζηανέστη από τη Σμύρνη, «είναι πάντοτε εξαίρετος». Οι φιλότεχνοι συζητούν ακόμα την παράσταση που ανέβασε η Μαρίκα Κοτοπούλη στο θέατρό της, τη Φαύστα του «αειμνήστου Βερναρδάκη» την Πέμπτη το βράδυ. Και η υπόλοιπη θεατρική κίνηση, όμως, συνεχίζεται ακμαία: το Σάββατο το βράδυ της 13ης Αυγούστου, στην Αθήνα παίζονται στο Αλάμπρα το Κορίτσι της γειτονιάς, στα Διονύσια το Ω, λαλά!, στο Παπαϊωάννου η Εύθυμη Χήρα. Οι πρώιμοι σινεφίλ αδημονούν για τη Δευτέρα το μεσημέρι, αργία Δεκαπενταύγουστου, προκειμένου να παρακολουθήσουν «απογευματινό κινηματογράφο» στο Κεντρικόν της πλατείας Κολοκοτρώνη. «Η ανακοίνωση διευκρινίζει ότι οι τακτικές απογευματινές προβολές, οι "άνευ βαριετέ", αλλά με "ολόκληρον την υπό τον συνθέτην κ. Μαρτίνον ορχήστραν", έχουν τιμή εισιτηρίου 2,80 δραχμές, ενώ οι προβολές της Κυριακής με το "βαριετέ" 5,80». Στα δε βιβλιοπωλεία, πωλούνται φρεσκοτυπωμένοι οι πεντάτομοι Άθλιοι του Ουγκό από τον εκδοτικό οίκο Μιχαήλ Σαλίβερου, σε μετάφραση του Ισίδωρου Σκυλίτση, με τιμή για τους κανονικούς τόμους 30 δραχμές, για τους χρυσόδετους 40. Καθόλου άσχημα... Κολωνάκι. Υπαίθρια (λαϊκή) αγορά στην οδό Σκουφά (σύμφωνα με σημείωση του Πέτρου Πουλίδη). Διακρίνονται στο δρόμο καλάθια με προϊόντα. Κολωνάκι. Υπαίθρια (λαϊκή) αγορά στην οδό Σκουφά (σύμφωνα με σημείωση του Πέτρου Πουλίδη). Διακρίνονται στο δρόμο καλάθια με προϊόντα. Οι Αθηναίοι αγνοούν, όμως, ότι στην άλλη πλευρά του Αιγαίου έχει ήδη ξεκινήσει η ραγδαία, δραματική κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, αγνοούν την τραγωδία που ετοιμάζεται να πλήξει τη χώρα ως παλιρροϊκό κύμα. Δεν υπάρχουν τηλεοράσεις, ραδιόφωνα ή φαξ και η ενημέρωση απ' όσα γίνονται στη Μικρά Ασία αργεί να έρθει. Έτσι, το εορταστικό τριήμερο του Δεκαπενταύγουστου κυλά μάλλον ευχάριστα και γλυκά. Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία συγκεντρωμένοι στα σκαλοπάτια των παλαιών ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία συγκεντρωμένοι στα σκαλοπάτια των παλαιών ανακτόρων (σημερινή Βουλή). Ξημερώματα Τρίτης, 16 Αυγούστου, επιστρέφουν στον Πειραιά οι εκδρομείς-προσκυνητές από την Τήνο. Κάπου εδώ, όμως, τα χαμόγελα παγώνουν. Ήδη μια άσχημη φήμη διαδίδεται μέσα στην ανάπαυλα του Δεκαπενταύγουστου, αλλά κανένας δεν δέχεται να ακούσει την αλήθεια. Τελικώς, οι φρεσκοτυπωμένες εφημερίδες φέρνουν τα δυσάρεστα νέα την Τρίτη το πρωί. Ωστόσο, για πολλούς υπάρχει ακόμα ελπίδα ανατροπής της κατάστασης. Καθώς περνούν οι μέρες ωστόσο, η ατμόσφαιρα στην Αθήνα βαραίνει, ενώ οξύνεται και η κυβερνητική κρίση. Ο κίνδυνος ταραχών είναι πια μεγάλος. Τρεις μέρες αργότερα, από τις οκτώ το πρωί του Σαββάτου 27 Αυγούστου, η Τροχιοδρομική Εταιρεία διακόπτει την κυκλοφορία όλων των τραμ, αφήνοντας μονάχα τον συρμό Αθηνών-Φαλήρου να πηγαινοέρχεται κάθε μισή ώρα. Από την Αστυνομική Διεύθυνση διατάσσεται το κλείσιμο όλων των οίκων ανοχής σε Αθήνα και Πειραιά, καθώς και η ένοπλη φρούρησή τους από αστυνομικούς. Απαγορεύονται επίσης οι δημόσιες συναθροίσεις σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους. Στον Πειραιά τα «καφωδεία» κλείνουν με διαταγή της Αστυνομίας, αφαιρούνται δε και οι άδειες διανυκτέρευσης των κέντρων διασκεδάσεως. Η πρωτεύουσα ερημώνει και τους δρόμους της διασχίζουν περίπολα της Χωροφυλακής, με διαταγή να διαλύσουν «πάσαν τυχόν γινομένην συγκέντρωσιν». Αθήνα. Θαμώνες στο εσωτερικό ταβέρνας πίνουν με τη συνοδεία λατέρνας. Αθήνα. Θαμώνες στο εσωτερικό ταβέρνας πίνουν με τη συνοδεία λατέρνας. Την ίδια ημέρα, το Σάββατο 27 Αυγούστου, καταφτάνει στον Πειραιά το ατμόπλοιο «Αθήναι» με τους πρώτους φαντάρους. Εξουθενωμένοι, λεροί και άυπνοι, με το ηθικό στα γόνατα και τα νεύρα κουρέλια, αποβιβάζονται πυροβολώντας στον αέρα, απαιτώντας να απολυθούν, τώρα, επιτόπου. Το απόγευμα άλλα δύο ατμόπλοια καταφθάνουν. Αυτήν τη φορά με 3.000 Μικρασιάτες πρόσφυγες. Είναι η αρχή. Μέσα σε λίγες ημέρες χιλιάδες εξαθλιωμένοι πρόσφυγες και στρατιώτες αποβιβάζονται κακήν κακώς στον Πειραιά και σε άλλα λιμάνια της χώρας. Ειδικά στον Πειραιά, μαζί με τις επιτροπές φροντίδας, τους υποδέχονται άνθρωποι του υποκόσμου, προσεγγίζοντας ορφανά κορίτσια για να τα εκμεταλλευτούν αναλόγως. Αθήνα. Οδός Σταδίου. Η δίκη των έξι. Οι συνεδριάσεις του έκτακτου στρατοδικείου διεξήχθησαν στο χώρο της παλαιάς Βουλής. Διακρίνονται στην πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά οι κατηγορούμενοι: Μιχαήλ Γούδας, Γεώργιος Μπαλτατζής, Ξενοφών Στρατηγός, Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Αθήνα. Οδός Σταδίου. Η δίκη των έξι. Οι συνεδριάσεις του έκτακτου στρατοδικείου διεξήχθησαν στο χώρο της παλαιάς Βουλής. Διακρίνονται στην πρώτη σειρά από αριστερά προς τα δεξιά οι κατηγορούμενοι: Μιχαήλ Γούδας, Γεώργιος Μπαλτατζής, Ξενοφών Στρατηγός, Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος και Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης. Την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου, στις δέκα το πρωί, τελείται στον ναό του Αγίου Γεωργίου (Καρύτση) μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου που μαρτύρησε στην πυρπολημένη Σμύρνη, ενώ λίγες ημέρες αργότερα ο Πλαστήρας θα μπει έφιππος στην πρωτεύουσα. Είναι γνωστή η σχετική φωτογραφία, καθώς πλησιάζει προς το Σύνταγμα. Στις επευφημίες του κόσμου, καβάλα στο άλογο, θα φωνάξει αγριεμένα: «Τι ζητωκραυγάζετε; Ηττηθήκαμε». 1921-22: Πριν από τη μεγάλη ήττα Επιχρωματισμένες καρτ ποστάλ της εποχής που δείχνουν το λιμάνι του Πειραιά και όψη της Αθήνας από την περιοχή του Ζαππείου με το τραμ. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Επιχρωματισμένες καρτ ποστάλ της εποχής που δείχνουν το λιμάνι του Πειραιά και όψη της Αθήνας από την περιοχή του Ζαππείου με το τραμ. Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο. Πηγή: www.lifo.gr