Τα ξύλα είναι
νοτισμένα και κελαηδάει το τζάκι. Κάποια είναι ακόμα χλωρά, γεμάτα χυμούς.
Κλαδέψαμε και καθαρίσαμε ένα πεύκο. Κι οι βελόνες μπαίνουν στο τζάκι
καταπράσινες, υγρές απ’ τη βροχή, χλοερές. Σαν ένα δεύτερο θάνατο το νιώθω. «Ο
θάνατος συντελέστηκε πιο πριν», λέει αποφθεγματικά ο Δημήτρης. Παρηγοριέμαι
κάπως… Κι όμως, η μουσική του τζακιού δεν είναι ένα απλό, αδιάκοπο, μονότονο
τσιτσίρισμα, είναι κελάηδημα μελωδικό, και σαν κύκνειο άσμα μου μοιάζει των
ξύλων που πεθαίνουν και πεθαίνοντας μας χαρίζουν τη ζέστη τους, τη μουσική τους,
την ομορφιά της φλόγας τους. Πόσες φορές δεν μαζευόμαστε εδώ, πρωινά, βράδια
και μεσημέρια, τρώμε στο χαμηλό τραπέζι που το βάφτισα «σοφρά», κουκουλωνόμαστε
στους καναπέδες για έναν υπνάκο. Και χωράμε και οι πέντε, στους δύο καναπέδες
και δυο πολυθρόνες ενωμένες, ή καλύτερα στο χαλί, στρωματσάδα, απάνω καταπάνω
στη φωτιά…
«Το σπίτι σου
είναι κάπως… βουκολικό», μου είχε πει μια φίλη, που κάποτε είχε έρθει οικογενειακώς
για φαγητό. Πόσο γέλασα τότε, έχοντας πλήρη επίγνωση της αστικής μας αλλοτρίωσης…
Αλλά όσο περνούσε ο καιρός μού άρεσε η ιδέα… Και ρέπω ολοένα περισσότερο προς τη
χωριάτικη ζεστασιά…
Η LCD τηλεόραση
είναι κλειστή… Και η μαύρη 42άρα οθόνη χρησιμεύει μόνο για στήριγμα ενός πίνακα
εν εξελίξει, ενός τοπίου παραθαλάσσιου στα τέλη του Μάη… Αυθαίρετα τοποθετώ
εκεί την εποχή, αλλά τα δροσερά πράσινα μαρτυρούν ότι το θέρος δεν έχει ακόμα
μπει, κι ενώ απολαμβάνω τη ζέστη του τζακιού και την ψυχρή δροσιά του αέρα λίγα
μέτρα μακριά, το εκτυφλωτικό φως του πίνακα με τα ψυχρά του θαλασσιά, τιρκουάζ,
μπλε σαξ και μωβ, και τα θερμά καφετιά, ωχροκίτρινα, πορτοκαλιά, η υπόσχεση του
θέρους μου εκμαυλίζει όλες τις διαθέσεις, με μεθά σε πείσμα των καιρών. Μεθώ,
γοητεύομαι, φαντάζομαι, χασομερώ.
Και κάνω ό,τι
μπορώ για να ξεφύγω από τη δουλειά που έχω άμεσα απλωμένη μπροστά μου, με
προθεσμία θηλιά στο λαιμό… Πειράζει που μεταβαίνω από την επιστημονική μου στην
καλλιτεχνική διάσταση αδιάκοπα, και μπλέκω την αλήθεια με τη φαντασία;
Και τώρα που
ολοκλήρωσα κι ετούτο τον καμβά, ω, Θεέ μου, να μην εφεύρω και άλλη, νέα
δικαιολογία…
Υ.Γ. Επιμελούμαι
τυπογραφικά ένα βιβλίο τέχνης. Γι’ αυτό άραγε λες να ακούω το
τζάκι να κελαηδάει;
Υ.Γ. 2. Το εικονιζόμενο έργο είναι του Ρόμπερτ Χόκινς. Καμία σχέση με το εν εξελίξει δικό μου...