Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΡΤ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

7 Νοε 2013

Μια Σχεδόν Συνηθισμένη Μέρα



Δεν είμαι φωτογράφος. Μεριάζω με σέβας όταν βλέπω επαγγελματίες, κάνω χώρο. Είμαι απλά πολίτισσα. Και ως πολίτισσα μετέχω στα κοινά. Είναι κάποιες στιγμές κοινές που δεν θέλει κανείς να λησμονήσει, που τις καταγράφει σαν σε προσωπικό ημερολόγιο. Σαν τη σημερινή μέρα. Λιγοστές φωτογραφίες, μια σπασμένη πολιτική αφήγηση από έναν άνθρωπο που βρέθηκε απλώς εκεί. Βρέθηκε, γιατί πήγε.


Αυτές οι δουλειές γίνονται νύχτα, κι οι πολίτες τις πληροφορούνται συνήθως το επόμενο πρωί. Χαράματα, και διαταράχθηκε μια συνηθισμένη μέρα, αναβλήθηκαν δουλειές αναπόδραστες, η ήρεμη φιλοσοφική διάθεση του πρωινού καφέ χάθηκε στη στιγμή, μόλις το έμαθες:
Χτύπησαν την ΕΡΤ.

Κυκλοφορείς με ρυθμό jogging στα social media, όσο για να βεβαιωθείς, μα δεν χασομεράς καθόλου. Κατευθύνεσαι εκεί, εκεί όπου νιώθεις υποχρέωση να είσαι.



Θα ήταν μια συνηθισμένη μέρα και το ρεύμα των εργαζομένων αδιατάραχο θα κυλούσε στις δουλειές, αν το κλειστό ρεύμα της ανόδου δεν φώναζε από μακριά, πως κάτι τρέχει. 
Παρκάρεις κι εσύ μακριά, και τρέχεις.



Μέρα λαμπρή μα μοιάζει σαν υπόθεση λιγοστών εργαζομένων κι ενός συναφιού δημοσιογράφων, σκέφτεσαι. Ίσως όμως πάλι αν κάποιος μόλις νωχελικά τεντώνεται, να βλέπει μόνο τον ολόλαμπρο, υποσχόμενο ουρανό, και δεν μπορεί να ξέρει τι ανησυχίες μοιράζεται τούτος ο κόσμος, ο κοντά στην πύλη. Πρωί ακόμη, μουδιασμένα ανακλαστικά, πολιτική κόπωση.



Η βροχή αρχίζει, σε αδιάψευστη μέρα και ώρα, και το κουρελιασμένο πανώ "Εργάτες [ενωμένοι] ποτέ [νικημένοι]" διαψεύδει ήδη την πραγματικότητα της νίκης, διαψεύδει και την ελπίδα ίσως, μαρτυρεί πιθανώς μονάχα τα κουρέλια που απομείναμε.



Βρέχει για τα καλά, και οι λιγοστοί πολίτες, που δεν θέλουν να λακίσουν, τρυπώνουν στα υπόγεια γκαράζ, ανάμεσα στις κλούβες.



Δεν έχει θέα εδώ, δεν έχει αέρα, αλλά μπορείς να δεις λιγάκι στη βιτρίνα που αντανακλά στο βάθος την κατάσταση. Σίγουρα τη διάλεξαν τη μέρα βροχερή, κι ο κόσμος δυσκολεύεται.



Για καλή τύχη δεν κρατάει πολύ η βροχή. Βρεγμένο το οδόστρωμα, μα ο ουρανός καταγάλανος και πάλι. Μόνο ο ουρανός μοιάζει σημείο σταθερό στην τοπιογραφία των τελευταίων χρόνων.
Κόσμος υπάρχει κι άλλος στην Πλατεία Αγίας Παρασκευής, μα οι κλούβες και τα ΜΑΤ δεν αφήνουν κανέναν να περάσει.



Ξαναμαζευόμαστε κοντά στην πόρτα, ο ένας δίπλα στον άλλο. Μιλάς με ανθρώπους κι αφουγκράζεσαι.




Ο Γιώργος Κογιάννης, τέως διευθυντής ειδήσεων, είναι και σήμερα εκεί. Δεν λείπει το κουράγιο, δεν λείπει χαμόγελο στους εμπειροπόλεμους.



Τα όπλα μας είναι λοιπόν τόσο διαφορετικά, όσο χτυπητή είναι η αντίθεση στα χρώματα.



Η πόρτα της ΕΡΤ με χειροπέδες, η δημοκρατία αιχμάλωτη.



Πρέπει να φύγω, έχω κατεπείγουσες δουλειές. Ο ουρανός έχει ανοίξει και κόσμος έρχεται. Οι άνθρωποι της ενημέρωσης είναι εκεί, φορέας και θέμα του ρεπορτάζ.
Ήθελα να το μοιραστώ, κι ας σημάνει ξενύχτι το βράδυ. Σκυτάλη είναι, την παραδίδω.

23 Ιουν 2013

Στὸ Ἄτι τοῦ Ἰούνη [Ὀκτώηχος σὲ Ὀκταήμερο]



Εη Βουλγαράκη-Πισίνα, Παιχνίδι το Λευκο κα το Μαύρου. 
Σπουδή. κρυλικ σ χαρτόνι. Διαστάσεις 35 x 50 κ

Ζέστη


Ἡ ζέστη ἐπικάθεται στὶς συνειδήσεις
Κι ὣς τὴ νωχέλεια γλυκὰ νὰ συνηθίσεις
Οἱ δύστηνοι ἦχοι τῆς καρδιᾶς
Ξεκούρδιστο ρολόι βαριανασαίνουν

Παρατημένη παραγκούπολη
Ρόμβοι συντρίμια ἀσυνεννόητα
Μὲ κύκλους σμίγουν ἀτελεῖς
Σὲ πλάκες καὶ λιθόστρωτα

Ὁ μάγειρας τῆς θερινῆς
Φαιοκίτρινης δροσάτης στραπατσάδας
Δὲν ὁμιλεῖ, μόνο σὲ
Ἀποστομώνει μὲ ἄφθονο φαΐ.

Ξυπνᾶς γιὰ λίγο πρὶν νὰ βυθιστεῖς
Βαθύτερα σὲ ὕπνο ἀνεπίγνωστο
Οἱ ράγες καθορίζουν
Τὴν πορεία χωρὶς ἐσέ.


Λέξη


Ἡ λέξη ψαροκόκκαλα
Πλέκει σφιχτοδεμένα
Σὲ ὑφαντὸ πολύχρωμο
Στὸ φάσμα τοῦ λευκοῦ

Κι ὁ νοικοκύρης ζηλευτοῦ
Νοικοκυριοῦ προσμένει
Τὸ νόημα ποὺ καταύγασε
Τὸ εὖρος τοῦ ἐφικτοῦ.


Σημάδια


Ξηλῶσαν τὰ παλιά μας τὰ σημάδια
Ρημάδια καταντήσανε τὰ σπίτια
Κοπῆκαν δέντρα κραταιὰ
Καὶ θαλλερὲς πλατεῖες στάχτη γινῆκαν

Ὁ νοῦς στριμώχνεται σὲ ἄθλια παραπήγματα
Ἑτοιμόρροπα τὰ δοκάρια τῆς σκεπῆς
Σὲ σβήνει ὁ φόβος μήπως καὶ χαθεῖς
Ἐλπίζεις στὸν ἐξάντα σὲ παλιὲς τεχνολογίες

Τὸ σύμπαν κατακλύστηκε ἀπὸ φλυαρίες
Οἱ μελωδίες τὸ ἄτι τοῦ ἤχου δὲν προφτάσαν
Σ’ ἀπόηχο βόμβων κι ὑπερήχων ἰαχὴ
Σιγὴ ἀσυρμάτου μᾶς συνέχει τὴν ψυχή.
 

Ἄνεμος


Ὁ ἄνεμος φυσάει
Τὰ σκόρπια φύλλα
Ἡμιτελῶν σημειώσεων

Θραύσματα ἀορίστων ἐντυπώσεων
Σηκώνονται πουλιὰ τῆς δυστυχίας
Τῆς δυστοπίας σταχτοπράσινος ὁ ἥλιος ἀνατέλλει

Κι ἀπ’ τὶς διανοιγμένες τοῦ μὴ μὲ μέλλει
Πολεμίστρες περνοῦν τὰ βέλη
Ποὺ τὸ θάνατο σκορποῦν

Αἷμα καὶ κορμιὰ χυμένα
Νὰ πιῶ μοῦ δίνουν νὰ μεθύσω
Μαυλιστικὸ γλυκόπιοτο

Ἀρνοῦμαι τὸν πόνο
Νὰ μὴν ἐπαισθανθῶ
Μὲ ἕνα λαό

Σὲ δρόμους σὲ χωράφια
Μιὰ μπαλαλάικα ἠχεῖ
Σὲ σόλο ἀπόμακρο
 

Καλπασμός


Στὸν ἄγριο καλπασμὸ τῆς τρόικας τοῦ Ἰούνη
Μὲ συναντᾶ ὁ ἥλιος τοῦ μεσημεριοῦ
Τ’ ἀφηνιασμένα ἄλογα δὲν εἶναι τοῦ χεριοῦ μας
Μοῦ ψιθυρίζουνε πολύχρωμες φωνὲς πανηγυριοῦ

Κοράκια κράζουν πάν΄ ἀπ΄ τὸ πτῶμα τοῦ λαοῦ
Ποὺ σφάλισε τὰ χείλη μ’ ἁλυσίδα
Καὶ ἡ προσποίηση «δὲν ἤξερα δὲν εἶδα»
Ἔφερε τὴ θανή. Ἡ δίψα τοῦ καλοκαιριοῦ

Στὴν ἔρημο ἀνυπόφορη ἀνάξιων λογισμῶν
Χαμένων στὰ συνθετικὰ ἀπόλυτων -ισμῶν
Σὲ βλέμματα πλαγίως προσηλωμένα

Στὴ θέα τοῦ μαύρου τοῦ σκοτεινοῦ τοῦ μερικοῦ            σὲ ξένα
Χνάρια καθοδηγούμενα δὲν θὰ σταθῶ
Μόν’ ἀντικρὺ στὸν ἥλιο             ὣς νὰ σωριαστῶ


Ἰπτάμενο Ἰντερμέδιο


Τὸ νέκταρ πίνει τῆς ροδιᾶς
Σ’ ἀπόμερη ἀκρογυαλιὰ
Ἀνάμεσα στὰ βοῦρλα
Ξαγρυπνᾶ καρτερικά



Πύργος


Δὲν ξαραχνιάζω ἀκατοίκητους ἀραχλιασμένους πύργους.
Μ΄ ὅλους τοὺς θησαυρούς τους τοὺς χαρίζω.
Μὲ τὸ δισάκι μου τὸ δρόμο μου τραβῶ
Στὰ χώματα, στὶς πέτρες, στὰ χορτάρια

Μ΄ ὅση σοφία συνέλεξα, ὅση γνώση
Ὅση πίκρα καὶ γλυκόπιοτο νερὸ
Τὸ ἄγνωστο εἶναι θελκτικὸ
Κι ἡ  ὤσμωση στοῦ κόσμου τὰ παζάρια.


Ἀνατροπή


Στὸ μαῦρο μὲς στὸν κόσμο
Στὸν πυκνωτὴ τοῦ χρόνου
Λιώσαμε σὰν κεριὰ
Φωτίζοντας τὸ δρόμο

Τ’ ὁλόγιομο φεγγάρι
Ἡ Πούλια κι ὁ Αὐγερινὸς
Συνέτρεξαν χαράζοντας
Πυρακτωμένο χνάρι

 

Σημείωμα Ὑστερόγραφο


Τὶς μέρες τοῦτες τοῦ Ἰούνη ζήσαμε τὴν πιὸ σκληρὴ ἐπέλαση τοῦ μαύρου, μὰ καὶ τὸ ἄνοιγμα τῆς χαραμάδας τοῦ φωτός. Τὰ ὅσα ζήσαμε ἐκεῖ στὸ προαύλιο τοῦ ραδιομεγάρου τῆς ΕΡΤ, Ἁγία Παρασκευή, μὲ χιλιάδες γνωστὸ καὶ ἄγνωστο κόσμο, τὰ ὅσα σχολιάσαμε στὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι, λιγότερο καὶ περισσότερο φίλοι, τὰ θραύσματα τῶν σκέψεων, οἱ εὔστοχες ἀτάκες, τὸ χιούμορ, τὰ συνθήματα, δὲν κατόρθωσαν νὰ γεννήσουν ἕνα συγκροτημένο πολιτικὸ κείμενο.

Ἴσως γιατὶ φλέγονταν οἱ αἰσθήσεις, κατακλυζόταν τὸ κορμὶ ἀπὸ ἤχους, μουσικὲς καὶ συναντήσεις, βγῆκε αὐτὴ ἡ συλλογή, Στὸ Ἄτι τοῦ Ἰούνη: [Ὀκτώηχος σὲ Ὀκταήμερο]. Ἀφιερώνεται σὲ ὅσες καὶ ὅσους συμπορευτήκαμε: Γιῶργο, Κέλλυ, Μαρία, Δημήτρη, Γιῶργο, Γρηγόρη, Ἔποπα, Γεωργία, Πέτρο, Γιῶργο, Ἄρτεμη, Δημήτρη, Ἀδριανό, Χρύσα, Τασούλα, Εὐάγγελο, Ρούμπη, Νέφωση, Ἕλενα, Λευτέρη, Βασίλη, Ἀντώνη, Χριστόφορο, Γιῶργο, Εὐαγγελία κι ὅσους ἦταν μαζί μας νοερά, κι ὅσους ξεχνῶ…

Ἀκόμα χορεύουν μέσα μου τὰ συνθήματα, οἱ ρυθμοί, οἱ ἀνομολόγητες σχεδὸν ἐλπίδες, ἡ ἐπιμονὴ καὶ ἡ ὁλοσχερὴς ἄρνηση παραδοχῆς τῆς ἤττας. Στέκουμε ἀκόμα ὄρθιοι.

Τὶς μέρες τῆς ἐλεύθερης τηλεόρασης χαρήκαμε πραγματικὸ πολιτισμὸ καὶ γευτήκαμε πρωτόγνωρη ποιότητα στὸν δημόσιο πολιτικὸ λόγο.

Εἴμαστε σκληρὸς λαὸς ποὺ δὲν μᾶς θέλγει εὔκολα τὸ παραμύθι μιᾶς ψευδοῦς ἐπιτυχίας. Ἀντίθετα, μᾶς συνέχει ἡ γοητεία τῆς κακοτράχαλης πορείας ἐλευθερίας.

Καὶ συνεχίζουμε στὸν μέσα μας καὶ δίπλα μας ρυθμό.


Ὑστερόγραφο 2

Εὐχαριστῶ τοὺς φίλους Πηγὴ Λ. καὶ Γρηγόρη Στ. ποὺ διάβασαν αὐτὰ τὰ ποιήματα καὶ ἐξέφρασαν τὴ γνώμη τους, τὴν ὁποία εἶχα εἰλικρινὰ ἀνάγκη, λόγω καὶ τῆς χρονικῆς ἐγγύτητας ἀλλὰ καὶ τῆς μόνιμης ἀμφιβολίας ποὺ μὲ διακατέχει. Εὐχαριστῶ ἰδιαίτερα τὴν κόρη μου Μαρία γιὰ τὴν κριτική της ματιά. Χάρηκα, Μαρία, τὸ κέφι σου γιὰ συζήτηση μεταξὺ ὁμοτέχνων, ποὺ συνέβαλε στὴν οὐσιαστικὴ βελτίωση τῆς μικρῆς αὐτῆς συλλογῆς.

Κυριακὴ 23 Ἰούνη 2013
Ἀνήμερα τῆς Πεντηκοστῆς, γιορτῆς ποὺ σφραγίζει τὸ τέλος τῆς σύγχυσης τῶν γλωσσῶν,
καὶ παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

12 Ιουν 2013

Νo pasaran!


Στο ραδιομέγαρο, αξημέρωτα της 12ης Ιουνίου.

Όταν η κοντινή εκείνη βροντή συντάραξε συθέμελα το σπίτι και έριξε το ρεύμα, η σιωπή έγινε άξαφνα εκκωφαντική. Όλες οι επικοινωνίες διακόπηκαν. Μόνο μια δυνατότητα επικοινωνίας έμεινε δυνατή, μια δυνατότητα που δεν έχει χρεία τεχνολογίας. Κοίταξα λοιπόν τον ουρανό, μα κι αυτός αγωνιούσε. Όχι μόνο αγωνιούσε, αλλά θρηνούσε. Τα δάκρυά μου δεν έτρεχαν τόσο άφθονα όσο η βροχή, σε ένα ξέσπασμα μεγαλειώδες, δραματικό, όσο και καθαρτήριο. Το αλμυρό νερό των δακρυγόνων αδένων μου έσμιξε με το γλυφό του ουρανού… Πήρα κουράγιο.

Η βροντή με διέκοψε πάνω που καλούσα τους πιο επίλεκτους από τους διαδικτυακούς μου φίλους σε μια εκδήλωση για τη σωτηρία της ΕΡΤ που λαμβάνει χώρα στο Παρίσι. Έναν έναν τους σκεφτόμουν, και είναι πολλοί. Πάνω από μισάωρο ασχολιόμουν με αυτό και κόντευα να ολοκληρώσω όταν έπεσε το ρεύμα. Φοβήθηκα για τον υπολογιστή μου, γνωρίζοντας καλά πως ό,τι χαλάει δύσκολα φτιάχνει σε μνημονιακούς καιρούς.

Μα το κλάμα του ουρανού με ησύχασε. Δεν θρηνώ μόνη. Άνοιξα δειλά το μηχάνημα, και σε λίγο θα πιάσω πάλι το ίδιο εργόχειρο. Όταν πέφτουμε, σηκωνόμαστε. Όταν χάνουμε, ξαναπροσπαθούμε. Όταν κάνουμε λάθος, αρχινάμε πάλι απ’ την αρχή.

Θα πει κανείς, γιατί έχει σημασία να καλέσεις τους φίλους σου σε μια εκδήλωση για τη δημόσια τηλεόραση που γίνεται στο Παρίσι; Θα πάνε πολλοί;

Όχι, μα όλοι θα ξέρουν ότι δεν είμαστε μόνοι. Ότι και άλλοι νοιάζονται. Ότι σε εμάς όμως πέφτει ο κλήρος να κρατήσουμε αυτό το μετερίζι, το μετερίζι του δικαιώματος στην ενημέρωση, το μετερίζι της δημοκρατίας.

Όσοι νομίζουν ότι όλα είναι προδιαγεγραμμένα και δεν έχουν τη γενναιοψυχία να σταθούν ενώπιων των Μήδων που θα διαβούνε (αν διαβούνε), ίσως το ξανασκεφτούν. Όσοι πιστεύουν ότι δεν υπάρχει αγώνας χαμένος, παρά μόνο αυτός που δεν δόθηκε ποτέ, θα στηριχτούν. Όσοι παλεύουν χωρίς να έχουν στο νου τους την έκβαση της μάχης, ακολουθώντας μια εσώτατη φωνή, θα πάρουν κουράγιο. Όσοι βρέχονται την ώρα τούτη, θα ζεσταθούν. Όσοι νυστάζουν, θα αντέξουν. Όσοι φοβούνται, θα ξεθαρρέψουν. Όσοι αμφιβάλλουν, θα πιστέψουν.

Μόνο εκείνοι που πίσω από τις φλύαρες εξυπνάδες ή τις ανοησίες τους κρύβουν τα βαθιά ιδιοτέλειά τους, θα ζήσουν στη μοναξιά της ιδιωτείας και ακοινωνησίας τους. Δεν τους φταίει για την κόλαση ο ουρανός.

Πιάνω ξανά το εργόχειρο σε λίγο. No pasaran, αδέρφια. Πρέπει να κρατήσουμε αυτό το μετερίζι, με φόβο, κούραση και βροχή, μέχρι να σμίξουν με τις δυνάμεις μας κι άλλοι κι άλλοι.

Στην πρώτη γραμμή πρέπει να σταθεί η γενιά μου, οι γονείς, εμείς που δεν μπορούμε να παραδώσουμε στα παιδιά μας καμένη γη, που δεν θα επιτρέψουμε ποτέ να ζήσουν τα παιδιά μας στη σκιά του φασισμού.

Δεν υπάρχουν πιο σκληροί πολεμιστές απ’ τις μανάδες.