Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σμέμαν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σμέμαν. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2024

Έρχονται Εισόδια!

 

Ή Εκκλησία πιστεύει σε μια θετική καί πνευματική κληρονομικότητα. Πόση πίστη, πόση καλωσύνη, πόσες γενιές ανθρώπων πού αγωνίστηκαν να ζήσουν την αγιότητα, δεν χρειάστηκαν πρίν το δένδρο της ιστορίας μπορέσει να βγάλει ένα τέτοιο υπέροχο καί εύωδιαστό λουλούδι -την Παρθένο Παναγία!

Δυστυχώς όμως, η κληρονομιά του κακου είναι πολύ πιο ορατή καί γνωστή σήμερα. Υπάρχει τόσο κακό γύρω μας, ώστε αυτή η πίστη στον άνθρωπο, στην ελευθερία του, στη δυνατότητα του να παραδίδει στίς μελλοντικές γενιές μια φωτεινή κληρονομιά καλωσύνης έχει σχεδόν εξατμιστεί κι έχει αντικατασταθεί από τον κυνισμό καί την υποψία... Αυτός ό εχθρικός κυνισμός καί ή αποθαρρυντική υποψία είναι ακριβώς ό,τι μας κάνει ν' απομακρυνόμαστε από την Εκκλησία, τη στιγμή πού αυτή γιορτάζει.με τέτοια χαρά καί πίστη, [ένα κορίτσι]στο όποιο συγκεντρώνεται όλη η καλωσύνη, η πνευματική ομορφιά, η αρμονία καί η τελειότητα, πού είναι στοιχεία της γνήσιας ανθρώπινης φύσεως.

Μέσα άπ' αυτό το κορίτσι, ό Χριστός -το δώρο του Θεού, ή συνάντηση μαζί Του - έρχεται ν' αγκαλιάσει τον κόσμο. Εορτάζοντας, βρισκόμαστε ήδη στον δρόμο προς τη Βηθλεέμ, κινούμενοι προς το χαρμόσυνο μυστήριο της Παναγίας ως Θεοτόκου.

ΑΣ ΠΟΥΜΕ. ΔΥΟ ΛΟΓΟΙ. Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΣ!!!!

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2024

Πιστεύουν πως υπηρετούν την Εκκλησία και την Ορθοδοξία - π. Αλέξανδρος Σμέμαν


Κάποτε ο πατήρ Ιωάννης Μέγιεντορφ μου είχε πει σε μια στιγμή παρρησίας ότι δὲν μπορεί να καταλάβει γιατί οι άνθρωποι έχουν καταληφθεί από τη μανία για τους Πατέρες. Τόσοι πολλοί άνθρωποι προπαγανδίζουν αυτή τη μόδα, η οποία τους εμποδίζει να καταλάβουν ο,τι υπάρχει στον πραγματικό κόσμο, και την ίδια στιγμή πιστεύουν πως υπηρετούν την Εκκλησία και την Ορθοδοξία.

Φοβούμαι πως οι άνθρωποι ελκύονται όχι από τη σκέψη των Πατέρων, ούτε από το περιεχόμενο των γραπτών τους, αλλά από το στιλ τους. Αυτό πλησιάζει αρκετά την Ορθόδοξη κατανόηση των λειτουργικών ακολουθιών: να τις αγαπάς δίχως να τις καταλαβαίνεις: και στον βαθμό που δεν είναι κατανοητές, να μη βγάζεις κανένα συμπέρασμα.

Καθόμαστε στο κέλυφός μας, γοητευμένοι από μια μελωδία, και δεν προσέχουμε ότι η Εκκλησία πάσχει, και ήδη, εδώ και πολύ καιρό, έχει εγκαταλείψει το πεδίο της μάχης.

π. Αλέξανδρος Σμέμαν

Ημερολόγιο 1973-1983 • εκδόσεις Ακρίτας.

Αναστάσιος: Πιστεύουν πως υπηρετούν την Εκκλησία και την Ορθοδοξία - π. Αλέξανδρος Σμέμαν (anastasiosk.blogspot.com)

Η ΝΕΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΜΑΣ ΤΟΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕ ΣΑΝ ΔΙΑΔΟΧΟ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗΝ ΔΙΑΣΗΜΗ ΡΩΣΙΚΗ ΔΙΑΣΠΟΡΑ. ΤΙ ΜΑΣ ΠΡΟΣΕΦΕΡΑΝ; ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ. ΤΗΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ ΜΑΣ. ΚΑΙ ΔΙΕΛΥΣΑΝ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΙΡΕΤΙΚΗ ΚΛΙΚΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΟΥ ΣΕΛΛΙΝΓΚ. ΤΗΝ ΝΕΑ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΡΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΝΣΑΡΚΩΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΒΑΠΤΙΣΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΓΡΗΓΟΡΙΟ ΠΑΛΑΜΑ ΤΟΝ ΘΕΟΛΟΓΟ ΤΩΝ ΑΚΤΙΣΤΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ. 

ΜΕΛΩΔΙΑ Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΓΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ. Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ ΠΡΙΝ ΒΥΘΙΣΤΕΙ ΣΤΟ ΣΤΥΛ ΤΟΥ ΤΙΤΑΝΙΚΟΥ.

ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΔΕΝ ΠΡΟΦΤΑΣΕΣ ΝΑ ΚΑΤΑΝΟΗΣΕΙΣ ΟΤΙ ΑΥΤΗ Η ΜΕΛΩΔΙΑ  ΓΕΝΝΑ ΑΚΟΜΗ ΑΓΙΟΥΣ ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΔΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΘΕΟΛΟΓΕ ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΩΝ.

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2024

π. Αλέξανδρος Σμέμαν (+)

 Μπορεί να είναι εικόνα 1 άτομο

Κοσμήτορας, πρωτοπρεσβύτερος, καθηγητής:
 «μερικές φορές αισθάνομαι πως όλα αυτά δεν έχουν τίποτε το κοινό με την προσωπικότητά μου, πως είναι μια φτωχή μάσκα, και όμως, το ενενήντα τοις εκατό της ζωής μου καθορίζεται απ' αυτούς τους τίτλους.
Όταν βγάζω τη μάσκα, οι άνθρωποι σοκάρονται - πως γίνεται να είναι ο εαυτός του; Όταν φορώ τη μάσκα, οτιδήποτε πω ή κάνω δικαιώνεται. Πόσο εύκολο είναι να διαλύεις την προσωπικότητά σου κάτω από μία μάσκα και το ακόμη χειρότερο να αγαπάς αυτή τη μάσκα...»
 
σχόλιο:Αφιερωμένο σε αυτούς που φοράνε το ράσο...
Kαί δέν ξέρουν γιατί τό φοράνε!

Τρίτη 27 Αυγούστου 2024

«Ενορία εν δράσει...2015»: Διήμερο αφιέρωμα στον π. Αλέξανδρο Σμέμαν (Α´ μέρος)

Η πρώτη ημέρα από το διήμερο αφιέρωμα στον π. Αλέξανδρο Σμέμαν με θέμα : ‘‘Η βασιλεία των ουρανών’’ Συμμετείχαν οι: • Χρήστος Γιανναράς, ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας και • Cyrille Sollogoub, Καθηγητής του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών CNAM των Παρισίων Συντόνισε ο Πρωτοπρεσβύτερος Σπυρίδων Τσιμούρης. Το αφιέρωμα πραγματοποιήθηκε στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς στο πλαίσιο του προγράμματος «Ενορία εν δράσει...» την Κυριακή 6 και την Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2015.

 https://www.youtube.com/watch?v=zIW3pe3ZzWk

Το βιβλίο, αν και κυκλοφορεί εδώ και αρκετά χρόνια μεταφρασμένο στα ελληνικά (δίπλα σε άλλα γνωστά βιβλία του συγγραφέα), μοιάζει να περνά απαρατήρητο. Πρόκειται για το “Ημερολόγιο” του Σμέμαν, κρυμμένο απ’ όλους, όπως φαίνεται, όσο αυτός ζούσε ανάμεσά μας και τό οποίο δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του. Και είναι αποκαλυπτικό για όσα αυτός ο άνθρωπος, αυτός ο σύγχρονος χριστιανός ιερέας και “θεολόγος” βίωνε στην ψυχή του.

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν
«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980


Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.

Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.

Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»

Για να δούμε λοιπόν, ο άνθρωπος, ο χριστιανός ο οποίος βάπτισε τη Θ. Ευχαριστία εσχατολογία τί είναι, όταν αντιμετωπίζει τα έσχατα ερωτήματα! Την αλήθεια!

Λέει: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά δεν έχω πνευματική. Έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον οποίο όμως, απαιτεί το Ευαγγέλιο! Ας δούμε ποια είναι η πίστη του: Για μια απλή επίγεια ευτυχία, για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου, για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός, για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος!
Για μια ζωή που μας έχει καλέσει ο Θεός, όχι ο Χριστός. Εάν η χαρά ξεπερνά τον φόβο του θανάτου (ένας τρυφερός Βουδισμός στην πραγματικότητα, γιατί ο Βουδισμός είναι ένα σύστημα με το οποίο γλιτώνουμε από τον φόβο του θανάτου) τότε Γιατί η Ενανθρώπιση; Ο άνθρωπος που θα στηρίξει με την ευχαριστιακή του εκκλησιολογία την νέα Εκκλησία δεν είναι καν Χριστιανός. Το πρόβλημα δεν είναι αυτό βεβαίως. Και ποιος είναι Χριστιανός; Ο αληθινός Χριστιανός πρώτος τον λίθον βαλέτω! Γιατί όμως δεν το καταλαβαίνει; Γιατί δεν ανησυχεί με τα ίδια του τα λόγια; Γιατί ενώ ομολογεί πως δεν έχει αυτό που απαιτεί το Ευαγγέλιο, αμέσως μετά μιλά για ανθρώπινη ευτυχία και την εμφανίζει σαν εναλλακτική, λογική, αξιοθαύμαστη, γεμάτη αγάπη συγκρίνοντάς τη με τη ζωή του Αγίου Συμεών, τον οποίο κατακρίνει μόνο από ένα απόσπασμα; Είναι δυνατόν αυτή η προχειρότης να στηρίξει Εκκλησία; Αυτή η αδιαφορία; Μας συμφέρει όλους, αυτή είναι η αλήθεια! Και τον σκύλο χορτάτο και την πίττα ολόκληρη.
Η εσχατολογία λοιπόν, η οποία μεταλλάσσει την Εκκλησία μεταφέροντας το νόημα και τον αγώνα μας, από την ζωή, στην ύπαρξη, μέσω του αγαπητού Σμέμαν, συνάντησε απροσκάλεστα τα έσχατα ερωτήματα της ζωής, αυτά που είχε σκοπό η εσχατολογία ακριβώς να αποφύγει.
Και τα αποτελέσματα είναι θλιβερά όπως βλέπουμε! Το υποκείμενο δεν μπορεί να εκκλησιαστεί. Μπορεί να υπάρξει μόνον σε τέλεια, ολοκληρωμένη, παντοτινή, σίγουρη κατάσταση. Δεν αντέχει το Γίγνεσθαι, την αβεβαιότητα, το κατά Χάριν, την πίστη πραγμάτων ου βλεπομένων. Θέλει αποδείξεις και πνεύμα εμπιστοσύνης.

«Τρίτη, 2 Φεβρουαρίου, 1982

Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...

Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…

Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.

Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».

Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».

Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»

Φοβερό; Κι όμως αυτός ο άνθρωπος με την τόσο βαθειά απέχθεια, και συμβιβασμό ταυτόχρονα με την “ψεύτικη ζωή” του, υπήρξε και θεωρείται ακόμα, ένας στυλοβάτης της σύγ­χρονης “ακαδημαϊκής” θεολογίας μας. Πώς να μην κλάψου­με πικρά; Πώς κατασκευάσαμε έναν τέτοιο φτιαχτό “θεολογι­κό” κόσμο; Και πώς να μην αρνηθούμε ολόκληρη την εκκλη­σιαστική πατερική μας κληρονομιά, εφόσον αυτός είναι ο σκοπός αυτού του φτιαχτού κόσμου!;

ΕΠΙΚΡΑΤΗΣΑΝ ΠΟΛΥ ΕΥΚΟΛΑ ΟΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ, Η ΥΠΟΤΑΓΗ ΜΑΣ ΕΛΛΕΙΨΕΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΩΝ ΝΑ ΜΑΣ ΟΔΗΓΗΣΟΥΝ ΣΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΘΕΛΗΜΑΤΟΣ, ΣΤΟ ΞΕΡΙΖΩΜΑ ΤΗΣ ΡΙΖΑΣ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΛΗΘΙΝΟΥ ΕΓΩ.

Τετάρτη 20 Δεκεμβρίου 2023

ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ (1)

 ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΥ




Το συγκεκριμένο κείμενο θα μπορούσε να είναι ένα πρωτότυπο ημιμάθειας και φιλοσοφικής και θεολογικής, εάν δεν ήταν μια μαύρη τρύπα και για την φιλοσοφία και για την θεολογία.

Η θεολογία του σώματος είναι η τελευταία εκδοχή της πλάνης περί της φανταστικής οικονομίας του Αγίου Πνεύματος, η οποία ολοκληρώνει την οικονομία του Υιού και την Σωτηρία ημών και του κόσμου. Εκτός του Λόσκι, ο οποίος είναι ο πρώτος "ορθόδοξος" που την πρότεινε, διότι κατάγεται από τον Λατίνο Gioacchino da Fiore, την είδαμε να προτείνεται βαρύγδουπα και από τον Γιανναρά. Είχε δηλώσει πως μετά θάνατον, το διανοητικό μας εργαλείο, όπως προσλάμβανε μέχρι την ώρα εκείνη τις πληροφορίες των αισθητηρίων, θα προσλαμβάνει τις άκτιστες ενέργειες και θα διαθέτουμε πλέον, σώμα παρακλήτου.

Ο Λουδοβίκος ανήκει στην τρίτη γενηά των οργανωσιακών που συνεχίζουν να διαλύουν το φρόνημά μας. Είναι όλοι τους, όπως γνωρίζουμε πλέον, Ιησουίτες ιεραπόστολοι γεννημένοι στην Ελλάδα. Οι Γεννίτσαροι του Δυτικού πολιτισμού. Μια παράλληλη δράση με της Ουνίας. Ίσως πιο ύπουλη και πιο αποτελεσματική. Όπως ομολογεί και ο ίδιος, και εμείς Δυτικοί είμαστε. Όλοι τους υπηρετούν τον πάπα και την Β' Βατικάνειο Σύνοδο, η οποία προσπάθησε να αντικαταστήσει στο δόγμα της Λατινικής Εκκλησίας, τον Αριστοτέλη, με τον Χάιντεγκερ, με την σύμπραξη των Ρώσων θεολόγων, μαθητές των οποίων είναι οι οπαδοί του Ζηζιούλα. Γι' αυτό και ο Λουδοβίκος αναφωνεί σε κάθε ευκαιρία: «Τί την θέλουμε την ψυχή του Αριστοτέλη;». Παράλληλα με τον Ζηζιούλα, ο οποίος κηρύττει: «Τί τις θέλουμε τις άκτιστες ενέργειες;».[ΕΝΝΟΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΑΛΑΜΑ]

Το μόνο που δεν υπολόγισαν όλοι αυτοί οι οπαδοί του Ιστορικισμού και του πνεύματός του, του υπαρξισμού, είναι η ταυτότης του μηδενισμού της υπαρξιστικής φιλοσοφίας με τον αρχαίο Γνωστικισμό. Ο οποίος αναβίωσε, αναγεννήθηκε θριαμβευτικά στην εποχή μας, εποχή κρίσεως των βεβαιοτήτων, και κατέλαβε το πνεύμα των ασθενεστέρων. Ανακαλύφθηκαν ακόμη και αρχαία κείμενα, ανέπαφα από τον χρόνο, που έδωσαν νέα πνοή στον Ευρωπαϊκό μηδενισμό. Ας θυμηθούμε μόνον επί τροχάδην ότι ο μηδενισμός αυτός εδημιουργήθη από την επιστημονική επανάσταση του Γαλιλαίου και κηρύχθηκε από το δυνατό πνεύμα του Giordano Bruno. Πρώτος τον εξέφρασε ο Πασκάλ: Απόσπασμα 205! «Πεταμένος στην απεραντοσύνη του σύμπαντος που αγνοώ και που δεν με γνωρίζει, είμαι τρομοκρατημένος». Αυτή είναι η πηγή του σύγχρονου Μηδενισμού: Η μοναξιά του ανθρώπου μέσα στο φυσικό σύμπαν της μοντέρνας κοσμολογίας. Το Μυστικό βρίσκεται στην σοφή, μαγική έκφραση του Πασκάλ: «που δεν με γνωρίζει». Η φιλοσοφία του προσώπου είναι μια προσπάθεια καθησυχασμού του σύγχρονου ανθρώπου από τον φόβο και τον τρόμο του απείρου σύμπαντος της μοντέρνας φυσικής, η οποία κατέστρεψε τον "κόσμο" των Ελλήνων.

Κάτι περισσότερο λοιπόν από το τρομακτικό άπειρο των χώρων και των χρόνων του σύμπαντος, από το αμελητέο μέγεθος του ανθρώπου σε αυτή την απεραντοσύνη, φοβίζει τον άνθρωπο. Είναι η σιωπή, η αδιαφορία αυτού του σύμπαντος στις ανθρώπινες προσδοκίες. Αυτό το σύμπαν δεν γνωρίζει τα ανθρώπινα πράγματα, τα οποία όμως διαδραματίζονται μέσα σ' αυτό το σύμπαν, και είναι ακριβώς αυτός ο λόγος που τρομοκρατεί την ανθρώπινη ψυχή. Η δημιουργία του Θεού, χωρίς τον Θεό. Γι' αυτό η ανθρωπότης κατασκεύασε κοινωνίες, κράτη πρόνοιας, ιδιωτικούς κόσμους, ατομικότητες, υποκείμενα, κάστρα τα οποία θα μας προστατεύουν από το άπειρο πλέον, καταφύγια ιδεών, ιδεολογίες, οι οποίες σκοπό έχουν την αίσθηση μιας κάποιας ασφάλειας. Ο Αντίχριστος θα είναι η τελειοποίηση αυτής της ασφάλειας.

Από εδώ πηγάζει και η αναβάθμιση του σώματος, που μας εισάγει ο Λουδοβίκος. Ο Κονδύλης έγραψε δύο διάσημους τόμους για τον Διαφωτισμό, όπου αποδεικνύει ότι ο Διαφωτισμός έβαλε το σώμα στην θέση της θεϊκής ψυχής και την ψυχολογία σαν την ενότητα ψυχής και σώματος. Αυτή η ψυχή όμως δεν είναι η θεϊκή ψυχή, ούτε η ψυχή του Αριστοτέλη, ο νοητός κόσμος, είναι η βιολογική ψυχή, το εκμαγείο του σώματος. Η ψυχολογία είναι η ένωση των αντιθέτων, της ψυχής και του σώματος, και η θεολογία του σώματος ή η Οικονομία του Αγίου Πνεύματος, η οποία εμπνέει και τις μεταρρυθμιστικές απαιτήσεις της Ακαδημίας Βόλου του Καλαϊτζίδη, είναι η σύνθεση των αντιθέτων, όπως την δίδαξε η διαλεκτική του Χέγκελ.

Μια Γνωστικίζουσα λοιπόν ερμηνεία και της φιλοσοφίας και της θεολογίας βαραίνει απελπιστικά τον μόχθο του Λουδοβίκου. Πριν συνεχίσουμε όμως, οφείλουμε να δούμε μερικά κείμενα της θεολογίας και της φιλοσοφίας, για να τα έχουμε κατά νου και να δούμε το μέγεθος της καταστροφής που επιδιώκουν αυτές οι ψευδοθεολογίες.

Ας ξεκινήσουμε με ένα χαρακτηριστικό κείμενο του Αγίου Μαξίμου, τον οποίον προσπαθούν να μειώσουν σε Αυγουστίνο της Ορθοδοξίας. Άπαντα Αγίου Μαξίμου, Μερετάκης, τόμος 14Α, σελ. 159, κεφάλαιο 104!

«Όσα μετά Θεόν και εκ Θεού το είναι έχει, εξ ουσίας και ποιότητος, ήτουν δυνάμεως είναι, τουτέστιν: εξ ουσίας και συμβεβηκότος. Ει δε τούτο πάντως και η ψυχή, νους υπάρχουσα κατά την δύναμιν αυτής, έχει ως αγέννητον εαυτήν, εαυτώ γεννώντα γεννητώς, ως είναι τον λόγον τον εν τω νω και εκ του νου γεννώμενον άλλον αυτώ (από) εκείνον τον γεννώντα νουν μετά της (μαζί με την) κατά την γέννησιν ιδιότητος της μηδαμώς δεχομένης αντιστροφήν. Αυτός ουν ο λόγος ο ούτω και ων και γεννώμενος της υπουργού φύσεως (της υπηρέτριας) την φωνήν λαμβάνων, προφέρεται και γεννά λόγον εν άλλω νοΐ. Ου δημιουργών λόγον εν άλλω, αλλά διδούς είδους και μορφής δύναμιν προς το σχηματίσαι νόημα τω ακούοντι».

Εδώ στηρίζεται η άρνηση κάθε αναλογίας εκ μέρους των πατέρων. Η οποία καθίσταται όμως αναγκαία στους Ιησουίτες, καθώς απορρίπτουν την ουσία και την ψυχή, αφού προηγουμένως έχουν απορρίψει την Ουσία του Θεού. Αυτό είναι το πρόσωπο, το θεϊκό υποκείμενο, το οποίο αναλόγως της διάνοιάς μας μάς μεταφέρει τις γνώσεις που απέκτησε το Εγώ του Λουδοβίκου.

Ας δούμε και την αλήθεια περί ψυχής των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων, που αδυνατεί να κατανοήσει η πολυμάθεια και η ημιμάθεια του Λουδοβίκου. Πλωτίνος, Εννεάδες, ΙΙ, 9, 15, Κατά Γνωστικών!

«15. Ας μην ξεχνούμε μάλιστα και τούτο το σημείο. Τί ποιούσιν ετούτοι οι λόγοι στις ψυχές όσων τους ακούνε, οι οποίοι πείθονται μ' αυτόν τον τρόπο να καταφρονούν τον κόσμο και όσα υπάρχουν σε αυτόν. Υπάρχουν δύο σχολές σκέψεως γύρω από τον τρόπο που μπορούμε να φθάσουμε τον σκοπό, το τέλος. Η μία θέτει την ηδονήν του σώματος, η δε άλλη θέτει το καλόν και την αρετήν, η όρεξις των οποίων προέρχεται από τον θεό και στον θεό επιστρέφει. Ο Επίκουρος μεν, από την στιγμή που διαγράφει την πρόνοια, μας καλεί να ακολουθήσουμε την ηδονήν και τις διασκεδάσεις, που είναι το μόνο που απομένει στον άνθρωπο. Αυτό το δόγμα όμως, με μεγάλη προχειρότητα (έτι νεανικώτερον) δεν σέβεται τον κύριο της πρόνοιας και την πρόνοια την ίδια και όλους τους νόμους του κόσμου μας και γελοιοποιεί και ατιμάζει ακόμη και την αρετή, την εκ παντός του χρόνου ανηυρημένην, που μας οδηγεί στην σωφροσύνη. Έτσι δεν μένει εδώ τίποτε καλόν να αποκτήσουμε. Επιπλέον αφαιρώντας την σωφροσύνη και την έμφυτο δικαιοσύνη που υπάρχει στα ήθη, η οποία τελειούται με τον λόγο και την άσκηση, αφαιρείται και κάθε τι που θα μπορούσε να κάνει έναν άνθρωπο σπουδαίο! Δεν μένει λοιπόν στον άνθρωπο, κατά τον Επίκουρο, παρά μόνον η ηδονή και μάλιστα η περί αυτού ηδονή (η ατομική) και τίποτε κοινό με τους άλλους ανθρώπους, παρά μόνον τα πράγματα της ανάγκης. Έτσι λοιπόν και για τους Γνωστικούς δεν υπάρχει τίποτε καλό εδώ κάτω, παρά μόνον μια κάποια πραγματικότης, η οποία όμως είναι ξένη μέσα στον κόσμο και στην οποία κάποια μέρα θα καταλήξουν. Αν είναι όμως αλήθεια ότι βρίσκονται ήδη μέσα στην Γνώση, θα έπρεπε να την έχουν ήδη κατακτήσει και να προσπαθούν να διορθώσουν ακριβώς αυτές τις συμπεριφορές, δεδομένου ότι είναι παιδιά θείας φύσεως, και δεδομένου ότι είναι ίδιον της θείας φύσεως να αποδέχεται το καλόν και να απορρίπτει την φυσική ηδονή. Επιπλέον όσοι δεν μετέχουν της αρετής δεν μπορούν να προχωρήσουν προς εκείνα τα αγαθά της θείας φύσεως. Απόδειξις δε αυτών είναι πως δεν έχουν συγγράψει ούτε μία πραγματεία περί αρετής! Αγνοώντας τον λόγον της αρετής (σήμερα θα λέγαμε την έννοια της αρετής, αλλά η έννοια δεν είναι λόγος και ο λόγος δεν είναι ορισμός), ούτε σε πόσα γένη διακρίνεται. Αγνοώντας ακόμη και την προέλευση αλλά και τον τρόπο που αποκτάται, και ακόμη περισσότερο αγνοώντας τον τρόπο με τον οποίο θεραπεύει και καθαίρει την ψυχή. Έτσι δεν ωφελεί σε τίποτα να λέμε "βλέπε προς θεόν", εάν δεν διδασκόμεθα πώς να βλέπουμε. Η αρετή λοιπόν μας προάγει στην τελειότητα και γεννιέται μέσα στην ψυχή μαζί με την σωφροσύνη και την σοφία και φανερώνει τον θεό! Άνευ δε αληθινής αρετής, θεός λεγόμενος όνομα εστιν».

Η έλλειψη διδασκαλίας περί αρετής λοιπόν, η οποία αναπτύσσεται μέσα στην ψυχή, συνδέεται με μιά αντι-κοσμική στάση, διότι αρνείται κάθε αξία στα πράγματα του κόσμου και επομένως και στις πράξεις τού ανθρώπου μέσα σε αυτόν τον κόσμο. Η αρετή είναι η καλύτερη δυνατή πραγματοποίηση των πολλαπλών δυνάμεων τής ψυχής, η ενεργοποίησή τους και η σχέση τους με τον κόσμο. Ενεργώντας σωστά, με τον σωστό τρόπο, στον σωστό χρόνο, ο άνθρωπος δεν πραγματοποιεί μόνον τις υποχρεώσεις του προς την κοινωνία και το κράτος, αλλά διατηρεί και την μορφή τής ψυχής του σε τέλεια κατάσταση, όπως το τρέξιμο κρατά σε φόρμα ένα άλογο ράτσας. Διότι μόνον στον άνθρωπο η φύση δεν πραγματοποιεί αυτομάτως τον εαυτό της.

Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί λοιπόν όταν χρησιμοποιούμε την σοφία των αρχαίων και την θεοπτία των Πατέρων. Διότι δεν είναι ατομικά κατορθώματα, αλλά οδηγούν στην ολοκλήρωση τής ανθρώπινης φύσεως και όχι μόνον. Και όχι στην ολοκλήρωση τής ουσίας. Ο Κύριος δεν ένωσε δύο ουσίες.

Πρίν προχωρήσουμε στο ίδιο το κείμενο, ας ξεκαθαρίσουμε για άλλη μιά φορά ποιός είναι ο σκοπός της ομάδος των νεο-Ιησουιτών, της οποίας ηγείται ο Ζηζιούλας: Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ. H ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΣΑΝ ΚΑΡΠΟΥ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ. ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ.

...μετακινείται ολόκληρη η δογματική της σωτηρίας στην καθημερινότητα. Η οποία και αναλαμβάνει τον αγώνα της σωτηρίας: την ειρήνη, την οικολογική ισορροπία, την κάλυψη των βασικών οικονομικών αναγκών, την ποιότητα ζωής, και τα οποία εκλαμβάνονται πλέον σαν «αρραβώνας» μιας μέλλουσας, πιο πλούσιας μακαριότητας[ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΑ] (κάτι σαν τον Μουσουλμανικό παράδεισο).

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν
«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980

Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.

Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.

Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»

ΣΧΟΛΙΟ
:
Η παράδοση πρέπει να αποδιώχνει μόνο εκείνους που θέλουν να φέρουν ξένες εξελίξεις στην Εκκλησία, και να τις χαρακτηρίσουν ως χριστιανική διδασκαλία. Για τον λόγο αυτό λένε οι πατέρες της Εκκλησίας, πως τέτοια φαινόμενα είναι νεωτερισμοί. Ο Τερτυλλιανός χρησιμοποιεί μια έκφραση δανεισμένη από την νομική γλώσσα, την παραγραφή (Präskription, με την πάροδο του χρόνου εξασφαλίζεται η κατοχή, στην προκειμένη περίπτωση), με την οποία χαρακτηρίζει την καλώς θεμελιωμένη, από τους Αποστόλους καταγόμενη κατοχή της διδασκαλίας, και την μεταγενέστερη εμφάνιση μιας αίρεσης, που θέλει κατ΄αρχάς να διδάξει τον Χριστιανισμό, λες και δεν υπήρχε πριν από αυτήν, την χαρακτηρίζει ως σφετερισμό
Η Εκκλησία δεν οικοδομήθηκε πάνω σε αυτή την περί Τριάδος διδασκαλία, ούτε πρόκειται να ποτέ να οικοδομηθεί.
 Η πίστη  δεν είναι μια πίστη στην αυθεντία, όπως μάς επιρρίπτουν οι σχολές των αιρετικών από τον δεύτερο αιώνα. Αλλά έχει όλη την αυθεντία για τον εαυτό του1. Η συμφωνία του με την πίστη όλων των εποχών είναι μια αναγκαία συνέπεια της ιδιαιτερότητας του Χριστιανισμού. Η ίδια αιτία δημιουργεί το ίδιο αποτέλεσμα: όλοι οι πιστοί έχουν μια συνείδηση, μια πίστη, γιατί την διαμορφώνει μια θεϊκή δύναμη. Αντίστροφα: μια διδασκαλία δεν είναι εσφαλμένη, επειδή εμφανίστηκε τον 3ο ή 4ο αιώνα. Αλλά γιατί, αν ήταν χριστιανική, θα έπρεπε είναι πάντα εκεί, έστω εν σπέρματι. 
Το Άγιο Πνεύμα δεν διδάσκει αυτό που δεν ήταν και αυτό που δεν μπορεί να γίνει. Οι απορριφθείσες, εγωιστικές αναπαραστάσεις είναι απεχθείς για την παντοτινή συνείδηση των Χριστιανών, επομένως και για κάθε μεμονωμένο πιστό. Όταν λοιπόν αυτός απορρίπτει μια διδασκαλία, αυτό συμβαίνει, επειδή η διδασκαλία αυτή αντιτίθεται στην πιστή του συνείδηση. Με το να είναι όμως αντίθετη προς τη συνείδηση του, είναι αναγκαστικά αντίθετη και προς την γενική συνείδηση, γιατί η δική του δεν μπορεί να είναι άλλη παρά αυτή, και μια απορροή της: η απόρριψη εκ μέρους του των αιρέσεων αυτών, δεν είναι μια απώθηση λόγω απλής αυθεντίας, αλλά ζωντανής πίστεως, με την οποία εκείνη είναι αναγκαστικά συνδεδεμένη. Ο απομονωμένος πιστός όμως δεν θα μπορούσε να εφαρμόσει την απόρριψη κατά των ψευδοδιδασκάλων, γιατί αυτοί θα μπορούσαν να επικαλεστούν άμεσο φωτισμό ή να κάνουν χρήση του ίδιου με αυτόν δικαιώματος, εάν (για τον πιστό) δεν βρισκόταν στο πλευρό του η αδιάκοπη συνείδηση ολόκληρης της Εκκλησίας, ως ιστορική βάση. 

Αμέθυστος

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2023

π. Βασίλειος Βολουδάκης: Ποιά εἶναι ἡ ''ἐπίσημη'' Ἐκκλησία; Μά «ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία» σταύρωσε τό Χριστό...

 

Πατήρ Βασίλειος Βολουδάκης

''Κάποιος ἔλεγε πρό ἡμερῶν ἀπ’ τήν τηλεόρασι, ἐγώ λέει, ἐδῶ, "ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία λέει αὐτό"..!
Νομίζουνε ὅτι, ἐπειδή ἔχουνε ἕνα ἀξίωμα, ὅτι κατέχουν καί τήν ἀλήθεια! Ὅποιος άποκτήσει ἕνα διοικητικό ἀξίωμα γίνεται ''ἐπίσημη'' Ἐκκλησία;
Μά «ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία» σταύρωσε τό Χριστό!
Οἱ ἐπίσημες Ἐκκλησίες, κατά διαστήματα καί κατά καιρούς, ἐδίωξαν τούς ἁγίους...
Τί εἶναι τό «ἐπίσημο»; Αὐτό πού ἔχει ἀξίωμα; Αὐτό πού ἔχει ἐξουσία εἶναι τό «ἐπίσημο»;
Τι ἐπισημότητα εἶχε ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος!
Ποιὸς ἐπίσημος ἱεράρχης ἁγίασε τὰ 150 τελευταῖα χρόνια! Τόση ἐπισημότητα δὲν ἔπρεπε νὰ συνοδεύεται μὲ ἁγιότητα; Ὁ τελευταῖος ἐπίσημος ἱεράρχης ποὺ ἁγίασε εἶναι ὁ ἁγιος Γρηγόριος ὁ Ε΄ κι’ αὐτὸς ἱεράρχης τῆς Τουρκοκρατίας...
Ἐπίσημος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ θεωρεῖται ''πολυτελής''. Ἡ πολυτέλεια θέλει τελειότηταˑ δὲ θέλει …ἀκριβὰ ῥοῦχα!
Ἀντὶ κάποιος ποὺ ἀποκτᾶ ἀξίωμα νὰ διερωτᾶται: “Ἆραγε μπῆκα στὴ χορεία τῶν Γραμματέων καὶ Φαρισαίων μὲ τὸ ἀξίωμα ποὺ πῆρα; Μήπως κάτι δὲν πάει καλὰ μὲ ἐμένα καὶ πῆρα αὐτὸ τὸ ἀξίωμα”;
Ἀντὶ νὰ διερωτηθοῦμε... (ὑποστηρίζουμε): «Ἐγώ εἶμαι ἡ Ἐκκλησία ἡ Ἐπίσημη» !
Ποιά εἶναι ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία; Μά «ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία» σταύρωσε τό Χριστό...

~ Πατήρ Βασίλειος Βολουδάκης

(Απόσπασμα από ομιλία του π. Βασιλείου, με οδηγό το βιβλίο του Αγίου Αυγουστίνου " Εξομολογήσεις", τόμος Β΄την Κυριακή 16-6-2013.)

Σχόλιο Π. κοινωνίας: ''Όταν ο Χριστός μιλάει για την έκχυση του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία και στους πιστούς, δεν μιλάει αφηρημένα, δεν μιλάει ότι θα το στείλη σε όλη την Εκκλησία γενικά. Ούτε ότι, επειδή οι δεσποτάδες και οι παπάδες έχουν μία αλληλοδιαδοχή με τις χειροτονίες, θα το λάβη γενικά όλη η Εκκλησία...

Ούτε εννοεί ότι εξ' αιτίας της χειροτονίας των επισκόπων υπάρχει οπωσδήποτε η εγγύησις ότι το Πνεύμα το Άγιο θα κατοικήση μόνιμα μέσα στην Ιεραρχία... Διότι, δεν είναι η ύπαρξις του επισκόπου η εγγύησις ότι μία Σύνοδος εμφορείται από το Άγιο Πνεύμα.

Απόδειξις είναι ότι υπήρξαν μέσα στην Εκκλησία πολλοί επίσκοποι, που κατεδικάσθησαν ως αιρετικοί... Αν είχαν εκείνοι οι επίσκοποι Πνεύμα Άγιο, δεν θα έπεφταν σε αίρεσι. Άρα, δεν είναι η εις επίσκοπον χειροτονία κάποιου απόδειξις ούτε εγγύησις ότι στον επίσκοπο αυτόν κατοικεί οπωσδήποτε το Άγιο Πνεύμα...'' ~ Πρωτοπρ. Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου (†) "Πατερική Θεολογία".

Η ΠΛΑΝΗ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥ ΚΛΗΡΟΥ ΑΠΟΡΡΕΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΟΥ ΕΜΦΥΣΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΣΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΟΣΕΣ ΑΜΑΡΤΙΕΣ ΛΥΝΕΤΕ ΘΑ ΛΥΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΟΣΕΣ ΔΕΝΕΤΕ ΘΑ ΔΕΝΟΝΤΑΙ.  Η ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΕΛΑΒΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΚΑΙ Ο ΚΛΗΡΟΣ ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ. 
ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΕΙΡΩΝΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡ. ΠΑΛΑΜΑ ΟΤΙ ΒΑΣΕΙ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ Η ΑΝΑΠΝΟΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΤΑΝ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. ΚΑΙ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΟΤΙ ΑΥΤΗ Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΚΥΒΕΡΝΑ ΑΝΕΝΟΧΛΗΤΟ ΤΟΝ ΚΛΗΡΟ ΕΔΩ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ.

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν

«Τρίτη, 2 Φεβρουαρίου, 1982

Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...

Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…

Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.

Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».

Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».

Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2023

Ἡ ὑπερηφάνεια αἰτία τῆς ἀπουσίας χαρᾶς

Schmemann Alexander
Protopresbyter (1921-1983)
Σὲ σχέση μὲ τὴν κρίση ποὺ ὑπάρχει στὴν προσέλευση φοιτητῶν, σκεφτόμουν: γιατί οἱ ἄνθρωποι τόσο συχνὰ ἁπλῶς καταστρέφουν τὴ ζωή τους, βλάπτουν τὸν ἑαυτό τους, σὰν νὰ διακατέχονται ἀπὸ κάποια amor fati.

Θὰ ὑπέθετε κανεὶς πὼς ἕνας ἁπλὸς ἐγωισμὸς καὶ τὸ ἔνστικτό τῆς αὐτοσυντήρησης θὰ τοὺς προφύλασσαν, ἀλλὰ ὄχι, οὔτε αὐτὸ τὸ ἔνστικτο δὲν τοὺς σταματᾶ. Μπορεῖς νὰ διακρίνεις καθαρὰ ἕνα εἶδος τρέλας, ἕνα πραγματικὸ πάθος γιὰ καταστροφή. Αὐτὸ τὸ πάθος εἶναι τὸ «Ἐγώ», δηλ. ἡ ὑπερηφάνεια.

Ἡ ὑπερηφάνεια μεταμόρφωσε τὸν «ἄγγελο φωτός» σὲ Διάβολο, καὶ τώρα μόνον ἡ ὑπερηφάνεια ἔχει τὴ δύναμη νὰ καταστρέφει τοὺς ἀνθρώπους. Συνεπῶς, τὸ καθετὶ ποὺ συνδέεται, κατὰ τὸν ἕνα ἤ τὸν ἄλλο τρόπο, μὲ τὴν ὑπερηφάνεια, ἀκόμη καὶ σὲ μικροσκοπικὲς δόσεις, συνδέεται μὲ τὸν Διάβολο καὶ μὲ τὸ διαβολικό.

Ἡ θρησκεία ἐπίσης ἀποτελεῖ ἕνα ἕτοιμο πεδίο δράσης γιὰ τὶς δυνάμεις τοῦ διαβόλου. Τὰ πάντα, ἀπολύτως τὰ πάντα στὴ θρησκεία, εἶναι ἀμφιλεγόμενα, κι αὐτὴ ἡ ἀσάφεια μπορεῖ ν’ ἀρθεῖ μόνο μὲ τὴν ταπείνωση, ἔτσι ὥστε ὁλόκληρη ἡ πνευματικὴ ζωὴ νὰ εἶναι, ἤ νὰ πρέπει νὰ κατευθύνεται, στὴν ἀναζήτηση τῆς ταπείνωσης.

Τὸ σημάδι τῆς ταπείνωσης: χαρά! Ἡ ὑπερηφάνεια ἀποκλείει τὴ χαρά. Ἔπειτα: ἁπλότητα, δηλαδὴ ἀπουσία κάθε στροφῆς πρὸς τὸν ἑαυτό μας. Τελικά, ἐμπιστοσύνη, ὡς ἡ κύρια κατευθυντήρια γραμμὴ τῆς ζωῆς, ποὺ ἐφαρμόζεται στὸ καθετὶ (καθαρότητα καρδιᾶς, ὅταν ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ δεῖ τὸν Θεό). Σημάδια τῆς ὑπερηφάνειας εἶναι: ἡ ἀπουσία χαρᾶς, περιπλοκότητα καὶ φόβος. Ὅλα αὐτὰ μποροῦν νὰ ἐπαληθευθοῦν κάθε μέρα, κάθε ὥρα, παρατηρώντας τὸν ἑαυτό μας καὶ μελετώντας τὴ ζωὴ γύρω μας.

Εἶναι τρομερὸ νὰ σκέφτεσαι πώς, κατὰ μία ἔννοια, καὶ ἡ Ἐκκλησία ζεῖ μὲ ὑπερηφάνεια – «τὰ δίκαια τῶν ἐκκλησιῶν», «τὰ δίκαια τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου», «ἡ ἀξιοπρέπεια τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας», κ.λπ. καὶ μὲ μιά πλημμύρα ἄχαρης, περίπλοκης καὶ ἐπίφοβης «πνευματικότητας». Εἶναι μιά συνεχὴς αὐτοκαταστροφή.

Προσπαθοῦμε νὰ προστατεύσουμε τὴν «Ἀλήθεια», παλεύουμε μὲ κάτι καὶ γιὰ κάτι δίχως νὰ καταλαβαίνουμε πὼς ἡ Ἀλήθεια ἐμφανίζεται καὶ νικᾶ μόνον ὅπου εἶναι ζωντανή: «…ταπεινώσου, γίνε σὰν δοῦλος», καὶ θὰ ἔχεις μιά χαρὰ καὶ μία ἁπλότητα ποὺ ἀπελευθερώνουν, ἐκεῖ ὅπου ἡ ταπείνωση ἀκτινοβολεῖ τὴ θεϊκή της ὀμορφιά, ὅπου ὁ Θεὸς ἀποκαλύπτεται στὴ δημιουργία καὶ στὴ σωτηρία. Πῶς θὰ μπορέσω ἐγὼ ὁ ἴδιος νὰ ζήσω μαζί της; Πῶς θὰ μπορέσω νὰ πείσω τοὺς ἄλλους;………..

………….Συνεχίζω τὶς χθεσινὲς σημειώσεις μου γιὰ τὴν ὑπερηφάνεια, τὸν ἐγωκεντρισμό, ὡς πηγὴ ἁμαρτίας, ὡς τὸ περιεχόμενο τῆς ἁμαρτίας καὶ ὡς ἡ καταστροφική, ὀλέθρια δύναμή της.

Σκεφτόμουν σήμερα τὴ σχέση ἀνάμεσα στὴν ἁμαρτία, στὴ σάρκα καὶ στὴ λαγνεία. Λαγνεία εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ ἴδια ἐγωκεντρικότητα, ἡ ἴδια ὑπερηφάνεια, ποὺ στρέφει τὸ σῶμα στὸν ἑαυτό του, στὴν αὐτοδικαίωση καὶ στὴν αὐτοϊκανοποίησή του. Ἔτσι, εἶναι ἀδύνατη ἡ γνήσια ταπείνωση δίχως τὴ νίκη ἐνάντια στὴ σάρκα, ἡ ὁποία τελικὰ συνίσταται στὴν πνευματοποίηση τοῦ σώματος.

Ἀλλὰ ἡ μάχη μὲ τὴ σάρκα μπορεῖ εὔκολα νὰ μετατραπεῖ σὲ ὑπερηφάνεια καὶ σὲ πηγὴ ὑπερηφάνειας ἂν δὲν ριζώνει στὴν ἀναζήτηση καὶ ἐπιδίωξη τῆς ταπείνωσης. Ὁ ἀσκητισμὸς μπορεῖ νὰ ἐντρυφᾶ στὸν ἑαυτό του κι ὄχι στὸν Θεό. Τὰ σημάδια εἶναι σαφῆ. Ὁ φωτεινὸς ἀσκητισμὸς εἶναι χαρούμενος, ἁπλός, ἐλπιδοφόρος.

Ὁ ψευδὴς ἀσκητισμός, χωρὶς ἐξαίρεση, ζεῖ ἀπεχθανόμενος τὴ σάρκα, τὸν κόσμο, τὴ ζωή. Τρέφεται μὲ τὴν περιφρόνηση, συμμετέχει στὴ βλασφημία τοῦ Διαβόλου ἀπέναντι στὴν κτίση. Γιὰ ἕναν τέτοιο ἀσκητή, ἡ ἁμαρτία – ὅπως καὶ ὁ πειρασμὸς καὶ ὁ κίνδυνος – φαίνεται νὰ βρίσκεται παντοῦ. Ἐνῶ ἡ νίκη πάνω στὴ σάρκα δὲν γίνεται ποτὲ ἀπέχθεια καὶ πάντα ὁδηγεῖ στὸν «καθαρὸ ὀφθαλμό». «Ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ἦ, ὅλον τὸ σῶμα σου σκοτεινὸν ἔσται» (Ματθ. 6,23).

Δευτέρα 10 Απριλίου 2023

Λίγο πριν το Πάσχα: η περίπτωση Σμέμαν

Απόστολος Ζιώγας


Ο Ρώσος ιερέας και θεολόγος Alexander Schmemann, για περισσότερα από 30 χρόνια, σε διαλέξεις, διδασκαλία και πολυάριθμες δημοσιεύσεις, παρουσίασε το όραμα της Ανατολικής Εκκλησίας, στο οποίο η λειτουργία της εκκλησίας είναι η κύρια πηγή όχι μόνο της θεολογίας αλλά και όλων των άλλων πτυχών της. Το αληθινό νόημα της λατρείας, για τον Σμέμαν, βρίσκεται όχι στη συμβολική αλλά στην πραγματική εκπλήρωση της Εκκλησίας, τη νέα ζωή που δόθηκε εν Χριστώ. Τώρα και λίγο πριν το Πάσχα, ύστερα από 30 χρόνια μετά τον θάνατό του, εξακολουθεί να ακούγεται ο Schmemann ως μια σημαντική φωνή για τον ορθόδοξο χριστιανισμό;

Γεννήθηκε στο Ταλίν της Εσθονίας το 1921 και πέθανε το 1983 στη Νέα Υόρκη. Όταν ρωτήθηκε ο Σμέμαν για το ποιος από όλους τους διανοούμενους είχε τη μεγαλύτερη επίδραση πάνω του, η απάντηση ήταν στιγμιαία: ο Μπουλγκάκοφ ˙ η επιρροή του Μπουλγκάκοφ είναι εμφανής ακόμη και στα ημερολόγια του Σμέμαν. Ενώ ήταν αφοσιωμένος στη ρωσική λογοτεχνία και κουλτούρα, ο Schmemann αντιστάθηκε στο να ταυτιστεί πλήρως με τα ρωσικά πράγματα. Ο ίδιος υποστήριξε ότι η ταυτότητα και η ζωή της εκκλησίας θα μπορούσαν να φανούν καλύτερα στη σύναξη για την Ευχαριστία, καθώς η συνάθροιση για λειτουργία είναι η καλύτερη έκφραση της εκκλησίας. Συχνά δίδασκε για το πώς, μέσα στα βάσανα, μπορεί να αποκαλυφθεί η δύναμη του αιώνιου Θεού, ένα μάθημα δηλαδή για τη δύναμη μέσα από την αδυναμία: για κείνον, το Ευαγγέλιο δεν είναι άλλο παρά η δύναμη στην αδυναμία.

Στο όραμα του Schmemann, όλος ο χρόνος αγιάζεται στη λειτουργία, όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα μεταμορφώνεται. Όλα τα υλικά πράγματα που χρειαζόμαστε—ψωμί, κρασί, λάδι, νερό, λόγια, άγγιγμα— κατευθύνονται πίσω σε αυτό που δημιουργήθηκαν για να είναι, δηλαδή καλά στα μάτια του Θεού και, στην περίπτωση της ανθρωπότητας, στην ίδια την εικόνα και την ομοίωση Του. Η συνέπεια αυτής της ζωής του Θεού και με τον Θεό στη λειτουργία γίνεται σαφής. Ο χρόνος γίνεται το ίδιο το μυστήριο του μελλοντικού κόσμου, η εσχατολογική εικόνα της σωτηρίας του Θεού και της ανάκτησης της έκπτωτης δημιουργίας του. Από αυτό προκύπτει η αποστολή της Εκκλησίας, να είναι μάρτυρας όλων αυτών κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο σε όλους. Άλλωστε, ο Schmemann τονίζει συνεχώς τον πασχαλιάτικο ή αναστάσιμο χαρακτήρα της εκκλησίας, της λειτουργίας και της χριστιανικής ζωής, γι’ αυτό φροντίζει να κατανοεί τη λειτουργία μέσα από τον στοχασμό κάθε μυστηριακού στοιχείου της ευχαριστιακής γιορτής. Με άλλα λόγια, δεν χάνει ποτέ από τα μάτια του τη λειτουργία που συνεχίζει στη ζωή, τη λειτουργία έξω από τα τείχη της εκκλησίας. Το να ισχυριζόμαστε, επομένως, ότι είμαστε δημιούργημα του Θεού σημαίνει να επιβεβαιώνουμε ότι η φωνή του Θεού μιλάει συνεχώς μέσα μας! Τι βλέπουμε πλέον; Η μυστηριακή αίσθηση του κόσμου φαίνεται να έχει χαθεί. Ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του ως έναν ετοιμοθάνατο οργανισμό σε ένα κρύο, εξωγήινο σύμπαν. Έτσι η Ευχαριστία γίνεται απλώς ένας τρόπος για να εκπληρώσουμε το καθήκον μας προς τον Θεό. Για τον Ρώσο θεολόγο, δεν είναι μόνο μια πιθανή σχέση με τον Θεό, μα η μόνη δυνατή συγκράτηση -σε μια στιγμή, σε μια πράξη- όλης της αλήθειας για τον Θεό και τον άνθρωπο! Μάλιστα ο ίδιος γίνεται δύσπιστος όσον αφορά τον κυριακάτικο χριστιανισμό, αφού καταντά μια ώρα περίπου που εμπνέει ή και διασκεδάζει την πελατεία της ενορίας. Αντίθετα, ο εκκλησιασμός για τον οποίο μιλάει ο Σμέμαν είναι μια προσωπική συνάντηση με τον Χριστό, μια προσωπική αποδοχή του Ευαγγελίου και μια προσωπική εσωτερική πάλη με τον παλιό εαυτό μας, προκειμένου να υπάρξει μια δική μας αναγωγή του νέου εαυτού μας σε αυτόν τον κόσμο. Πάντοτε ο Schmemann επέμενε ότι πρέπει να υπάρξει μια προσωπική συνάντηση και εμπειρία του Θεού, αλλιώς, η λειτουργία και η υπόλοιπη εκκλησιαστική και πνευματική ζωή θα καταλήξουν σε δεισιδαιμονία ή νομικισμό. Ως εκ τούτου, η εκκλησία είναι αύξηση και ανάπτυξη σε πίστη και αγάπη, γνώση και κοινωνία, άρα αποτελεί μια ανθρώπινη απάντηση στο θείο δώρο της ζωής. Αυτό συνεπάγεται πως η εκκλησία οφείλει πάντα να είναι θεοκεντρική και ταυτόχρονα να έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο ή τον κόσμο, ειδάλλως (η εκκλησία) μειώνεται, παραμορφώνεται αν γίνει μόνο το ένα ή το άλλο. Η Εκκλησία, το μυστήριο του Χριστού, δεν είναι μια θρησκευτική κοινωνία προσηλυτισμένων, μια οργάνωση για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών του ανθρώπου. Είναι νέα ζωή και λυτρώνει επομένως ολόκληρη τη ζωή, το συνολικό ‘είναι’ του ανθρώπου. Και όλη αυτή η ζωή του ανθρώπου είναι ακριβώς ο κόσμος στον οποίο και με τον οποίο ζει. Μέσω του ανθρώπου η Εκκλησία σώζει και λυτρώνει τον κόσμο. Μπορεί κανείς να πει ότι αυτός ο κόσμος σώζεται και λυτρώνεται κάθε φορά που ένας άνθρωπος ανταποκρίνεται στο θείο δώρο, το δέχεται και ζει με αυτό, σύμφωνα πάντα με τον Ρώσο θεολόγο.

Ο αγώνας του Schmemann ήταν να εκκλησιάσει τη ζωή, ήτοι, να συνδέσει αυτό που εξομολογήθηκε, γιόρταζε, έλαβε και προσευχόταν με αυτό που έκανε, με το πώς έζησε. Αυτό ήταν το όραμα της εκκλησίας και της θεολογικής σχολής των μεταναστών και των δασκάλων της στο Παρίσι από το οποίο προήλθε. Από ημερολόγιο του μαθαίνουμε ότι, ταξιδεύοντας προς το σπίτι του, πολλές φορές αναρωτιόταν για όλες εκείνες τις ζωές που ζουν πίσω από τα φωτισμένα παράθυρα των σπιτιών όπως τα κοίταζε από τη θέση του προαστιακού τρένου. Κάποτε είπε σε έναν πονεμένο φίλο ότι ο Θεός είναι τόσο αληθινός και τόσο κοντά όσο οι λεπίδες του χόρτου πάνω στις οποίες κάθονταν σε ένα χωράφι. Και αν ο Θεός δεν είναι τόσο αληθινός και τόσο κοντά, τότε ο Θεός δεν είναι χρήσιμος.

Όταν λοιπόν μιλάμε για Σμέμαν, ομιλούμε για ένα θεολόγο που μελετούσε Cammings, Gide, Léautard, που σεβόταν τους κλασικούς της αγαπημένης του ρωσικής λογοτεχνίας, που καταβρόχθιζε βιογραφίες μα και κριτικές για τη θρησκεία, που διάβαζε καθημερινά New York Times μαζί με πολυάριθμα περιοδικά. Τίποτα αληθινά ανθρώπινο δεν του ήταν ξένο και αυτή η ανθρωπιά διαπέρασε τη θεολογία του. Στο τέλος του δοκιμίου του Ο κόσμος ως μυστήριο, συνόψισε το όραμά του, κάτι που η εκκλησία, ειδικά η Ορθόδοξη Εκκλησία, πρέπει να διεκδικήσει εκ νέου: Μυστήριο είναι κίνηση, μετάβαση, πέρασμα, Πάσχα. Ο Χριστός ξέρει τον δρόμο και μας καθοδηγεί, προχωρώντας. Ο κόσμος, καταδικασμένος στην παλιά του φύση, που αποκαλύφθηκε ως αιώνια ζωή στη νέα του φύση, εξακολουθεί να είναι ο ίδιος κόσμος, το καλό έργο του Θεού. Οι σκέψεις για μια ζωή που θα έρθει, μπορεί να είναι παραπλανητικές. Κατά μία έννοια, δεν έχουμε άλλο κόσμο για να ζήσουμε εκτός από αυτόν, αν και ο τρόπος που τον καταλαμβάνουμε, η όλη μας σχέση με τον χώρο και τον χρόνο θα είναι πολύ διαφορετική όταν αναστηθούμε εν Χριστώ. Θα ήταν καλύτερα να σκεφτούμε τον πρακτικό καθημερινό κόσμο ως κάτι ακατανόητο και μη διαχειρίσιμο, εκτός και έως ότου μπορέσουμε να τον προσεγγίσουμε μυστηριακά μέσω του Χριστού. Η φύση και ο κόσμος είναι πέρα από την αντίληψή μας. Ο χρόνος επίσης, ο χρόνος που παρασύρει τα πάντα σε μια ροή χωρίς νόημα, προκαλεί τους ανθρώπους σε απόγνωση, εκτός αν δουν σε αυτόν το πρότυπο της δράσης του Θεού. Εξάπαντος οφείλουμε να συγκεντρωθούμε σε αυτόν τον κόσμο με αγάπη επειδή είναι γεμάτος από Θεό, επειδή μέσω της Θείας Ευχαριστίας , δύναται να τον βρεις παντού


ΟΛΗ Η ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΣΤΟ ΠΙΑΤΟ. ΜΑΖΙ ΜΕ ΜΙΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΚΟΛΥΜΠΑΕΙ ΣΤΗΝ ΑΓΝΟΙΑ. Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΕΧΘΡΟΣ Η ΠΤΩΣΗ, Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ, Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ, Η ΑΓΙΟΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΜΕΓΑΣ ΦΙΛΟΣ Η ΞΕΝΟΜΑΝΙΑ.
 Ο ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ, Ο ΕΥΚΟΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ.

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν

«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980

Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.

Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.

Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»

ΠΩΣ ΕΓΙΝΕ ΚΑΙ ΧΑΣΑΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΗ ΜΑΣ ΠΙΣΤΗ; ΑΠΟ ΤΟ ΕΝΑ ΜΕΡΟΣ ΜΕ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΑΛΛΟ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΚΤΙΣΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ; ΓΙΑ ΝΑ ΘΡΙΑΜΒΕΥΣΕΙ Ο ΑΚΤΙΣΤΟΣ ΚΛΗΡΙΚΟΣ; ΜΟΝΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΧΘΡΟΣ Ο ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ, ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ.

«Τρίτη, 2 Φεβρουαρίου, 1982

Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...

Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…

Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.

Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».

Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».

Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»

ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΟΝΤΕΡΝΟΙ ΜΕ ΧΡΙΣΤΟ. ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΤΟΥ ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΚΙ!!! Ο ΟΠΟΙΟΣ ΤΑΥΤΙΣΕ ΤΗΝ ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ, ΤΗΝ ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΜΕ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΡΡΙΠΤΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΗΣΥΧΑΣΜΟ ΤΑΥΤΙΣΕ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΗΣ ΕΡΗΜΟΥ ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΑ ΠΑΘΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ. 

Η ΠΙΣΤΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΑΟΡΑΤΩΝ ΥΠΟΣΤΑΣΙΣ ΔΕΝ ΕΞΑΝΤΛΕΙΤΑΙ ΣΤΗΝ ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΥΣΤΗΡΙΩΝ. Η ΠΙΣΤΗ ΤΩΝ ΚΑΝΟΝΩΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΣΤΗ ΣΥΝΟΔΙΚΗ, ΑΚΡΙΒΩΣ Η ΑΛΛΗ ΠΛΕΥΡΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΑΡΘΡΩΝΕΤΑΙ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΟ ΣΥΝΟΔΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΠΟΥ ΑΠΟΡΡΕΕΙ ΑΠΟ ΤΗΝ Β' ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ. Η ΟΠΟΙΑ ΑΝΑΝΕΩΣΕ ΚΑΙ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕ, ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ  ΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΜΟ, ΙΔΡΥΟΝΤΑΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2023

"Μη αποστρέψεις το πρόσωπόν Σου"...

                             

 Ακούστε τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή που ξαφνικά γεμίζει την εκκλησία «… ότι θλίβομαι!» – και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την απογοήτευση, του φωτάς με το σκοτάδι. 

  Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος. Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην Ομορφιά της Βασιλείας Του. Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σʹ αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό.
  Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γιʹ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει σʹ αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σʹ Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τη ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ’ όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια.

  Πέντε φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! η Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα του ναού αλλάζουν τα φώτα σβήνουν. Ο ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ο χορός απαντάει με τα «Κύριε ελέησον» την κατʹ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση.
  Για πρώτη φορά διαβάζεται η προσευχή του Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση. 

 Αλλά καθώς γίνεται αυτή η ιεροτελεστία της συμφιλίωσης, καθώς η Μεγάλη Σαρακοστή εγκαινιάζεται μʹ αυτή την κίνηση της αγάπης, της ενότητας και της αδελφοσύνης, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς ύμνους. Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.
π. Αλέξανδρος Σμέμαν

Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2023

Στα άδυτα της Ρωσικής Νεοορθοδοξίας - Σμέμαν - Ευχαριστία

 Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΣ ΤΟΥ ΣΜΕΜΑΝ

 
Με το έργο του αυτό ο σεβαστός Σμέμαν μάχεται με πάθος τον κληρικαλισμό και είναι στ’ αλήθεια μοναδικός στη διαμαρτυρία του για την ιεροποίηση της Λειτουργίας. Η οποία, σύμφωνα με τα λόγια του, εμειώθη στις μέρες μας σε Λατρεία. Υπερασπίζεται με πάθος τη συνεχή μετάληψη των πιστών, σαν συμμετοχή στο πλήρωμα της Εκκλησίας, η οποία χάθηκε αφήνοντας στη θέση της την εξουσία των κληρικών στην Θεία Ευχαριστία μέσω της εξομολογήσεως. Χάθηκε δηλ. λόγω βαθμιαίας έκλειψης του Μυστηρίου της Μετανοίας.

Ο Αλέξανδρος Σμέμαν λοιπόν  στηρίζει την ερμηνεία της Θείας Ευχαριστίας και της Λειτουργίας σε δύο βασικές αρχές.


Στην μείωση της Ευχαριστίας και της Λειτουργίας σε σύμβολο, κάτι που δημιούργησε τον σχολαστικισμό σε Ανατολή και Δύση και στην ανύψωση η οποία επιτελείται κατά την διάρκεια της αναφοράς. Η ανύψωση αυτή λύνει όλα τα προβλήματα που φόρτωσαν στην Θεολογία ο Σχολαστικισμός και η Ακαδημαϊκή Θεολογία και ελευθερώνει τον πιστό και την πίστη.

Έτσι λοιπόν στην σ. 169, διαβάζουμε «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, πρόσχωμεν την Αγίαν αναφοράν έν ειρήνη προσφέρειν». Όταν μετά την ομολογία πίστεως, ακούμε αυτή την προτροπή, στη λειτουργία λαβαίνει χώρα, μόνο εκ των έσω, μόνο πνευματικά αισθητό, το πέρασμα σε άλλη τάξη. Κάτι τελείωσε και κάτι αρχίζει. Αρχίζει ο Ευχαριστιακός κανόνας, η μεταβολή ή μετουσίωση των ευχαριστιακών δώρων του Άρτου και του οίνου σε σώμα και αίμα Χριστού. Από την κατανόηση αυτού του κανόνα εξαρτάται όχι μόνο η κατανόηση της Λειτουργίας, της θέσεως της όχι μόνο στη ζωή της Εκκλησίας, αλλά και στο μυστήριο της Σωτηρίας του κόσμου, σαν επανόδου και ανύψωσης της κτίσης στον Δημιουργό.

Στην ακαδημαϊκή θεολογία το μυστήριο περιορίζεται σε δύο πράξεις, στην μεταβολή των ευχαριστιακών δώρων και στη Θεία Μετάληψη. Η δέ μεταβολή των δώρων επιτελείται με τον μυστικοεπιτελούμενο τύπο, τον οποίο εξηγεί γλαφυρά ο μητροπολίτης Μόσχας Φιλάρετος στην «Εκτενή κατήχηση». «...Η εκφώνηση των λέξεων τις οποίες είπε ο Ιησούς Χριστός κατα την θέσπιση του μυστηρίου : Λάβετε φάγετε, τουτο μου εστι το Σώμα... πίετε εξ αυτού πάντες, τουτο εστι το αίμα μου...και μετά, η επίκληση του Αγίου Πνεύματος και η ευλογία των δώρων, δηλ. των προσφερομένων άρτου και οίνου...Με αυτή την ίδια πράξη ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται στο αληθινό σώμα του Χριστού και στο αληθινό αίμα του Χριστού».

Η επίδραση αυτής της σχολαστικής θεολογίας των μυστηρίων, που βασίζεται στον μυστικοεπιτελούμενο τύπο, στην Ορθοδοξία υπήρξε καθοριστική. Αυτή είναι επίσης και η Βαβυλώνεια αιχμαλωσία της Θεολογίας μας αλλά και η ουσία του κληρικαλισμού, η ψευδής πεποίθηση των ιερέων ότι αγιάζουν τα δώρα.

«Η μείωση οφείλεται στην αλλαγή της έννοιας σύμβολο. Από την πρωταρχική του έννοια συμβάλλω, στην απεικόνιση. Με έναν τρόπο που το σύμβολο άρχισε να αντιπαρατίθεται στην πραγματικότητα. Αυτή η Δυτική διδασκαλία, οδήγησε σε έναν ιδιότυπο διαχωρισμό των Μυστηρίων από την Εκκλησία. Δηλ. τα μυστήρια τελούμενα στην Εκκλησία και από την Εκκλησία, αυτά τα μυστήρια συγκροτούν στην ίδια την Εκκλησία μια ιδιαίτερη πραγματικότητα, που μόνο σε αυτά αρμόζει.

Αιτία αυτής της διάκρισης των Μυστηρίων σε νέα πραγματικότητα, είναι ο σχολαστικός καθορισμός των μυστηρίων σάν θεσπισθέντων μόνο λόγω της πτώσεως του ανθρώπου και για την σωτηρία του, απο τον Χριστό. Στην κατάσταση της «πρωταρχικής αγνότητας» δέν τα χρειαζόταν. Χρειάζονται μόνον επειδή ο άνθρωπος αμάρτησε και έχει ανάγκη φαρμάκων για τις πληγές της αμαρτίας. Και τέτοια φάρμακα αποτελούν τα μυστήρια.»

«Ο κόσμος των Μυστηρίων είναι νέος κόσμος, δημιούργημα του Θεού, εξ’ολοκλήρου διαφορετικός απο τον κόσμο της φύσης, αλλά και απο τον πνευματικό κόσμο. Δέν υπάρχει τίποτε, ούτε στη Γή ούτε στον ουρανό, σαν τα μυστήρια. Αυτά έχουν τη δική τους μορφή ύπαρξης, τη δική τους ψυχολογία, τη δική τους χάρη».

Ποιός δέν έχει ανατριχιάσει ήδη, βλέποντας όλη τη θεολογία, παλαιά και νέα, βουτηγμένη στον σχολαστικισμό; Ποιός δέν καταλαβαίνει ακόμη το τερατούργημα του κληρικαλισμού; Ακόμη και η φιλοσοφία του προσώπου υποκαθιστά ή εξελίσσει αυτήν την θεολογία των Μυστηρίων του σχολαστικισμού και της επιστημονικής θεολογίας. «Δηλ. τα μυστήρια τελούμενα στην Εκκλησία και απο την Εκκλησία, αυτά τα μυστήρια συγκροτούν στην ίδια την Εκκλησία μια ιδιαίτερη πραγματικότητα, που μόνο σε αυτά αρμόζει».

«Τί επιτελείται στην Ευχαριστία λοιπόν; Πότε, δηλ. σε ποιά στιγμή ο Άρτος και ο οίνος γίνονται σώμα και αίμα Χριστού; Πώς, δηλ. με τη δύναμη ποιάς αιτιότητας πραγματοποιείται;»

Οι απαντήσεις έρχονται εύκολα στην σ. 178. «Η εκφώνηση του προισταμένου: Ανω σχώμεν τας καρδίας, ανήκει ολότελα και αποκλειστικά στη Θεία Λειτουργία και δέν την βρίσκουμε σε καμιά απο τις άλλες λειτουργίες. Η Ευχαριστία δέν τελείται στη Γή, αλλά στον Ουρανό. Ήδη γνωρίζουμε ότι απο την αρχή της λειτουργίας, απο τη στιγμή της εισόδου μας και της «Συνάξεως εν Εκκλησία», άρχισε αυτή η ανύψωση στον ουρανό, όπου η γνήσια ζωή μας «κέκρυπται σύν τω Χριστώ έν τω Θεώ»

Η σωτηρία συντελείται λοιπόν. Μετά το σκοτάδι της αμαρτίας, της πτώσεως και του θανάτου, να πάλι ο άνθρωπος προσφέρει στον Θεό την άχραντη, άμωμη, ελεύθερη και τέλεια Ευχαριστία. Ο άνθρωπος επιστρέφει σε εκείνη τη θέση που του ετοίμασε ο Θεός όταν δημιούργησε τον κόσμο. Στέκεται ψηλά, μπροστά στον θρόνο του Θεού, στέκεται στον ουρανό μπροστά στο πρόσωπο του ίδιου του Θεού, και ελεύθερα συνενώνοντας μέσα του όλο τον κόσμο, όλη την κτίση, προσφέρει την ευχαριστία.

Ελπίζουμε όσοι έχουν διαβάσει έστω και λίγο την ερμηνεία του Καβάσιλα να διαισθάνονται ήδη κάποιες μεγάλες διαφορές. Διότι στην ερμηνεία του Καβάσιλα στο 31 κεφάλαιο, στη σελίδα 157, υπάρχει και ετούτο : Η Ευχή που χρησιμοποιούν οι Λατίνοι, είναι η εξής : « Κέλευσον ανενεχθήναι τα δώρα ταύτα εν χειρί αγγέλου εις το υπερουράνιον σου θυσιαστήριον» διάταξε δηλαδή να ανεβασθούν τα δώρα αυτά με χέρι αγγέλου στο υπερουράνιο σου θυσιαστήριο.

Και συνεχίζει ο Καβάσιλας : Τί μας οφελεί όμως αυτή η ευχή, να αρθούν από εμάς τα Άγια, τα οποία ευχόμαστε και πιστεύουμε να είναι και να μένουν μαζί μας, με την έννοια να είναι ο Χριστός μαζί μας έως τη συντέλεια του αιώνος; (Ματθ.28,20) .

Τί μπορούμε να συμπεράνουμε λοιπόν με κάποια σιγουριά; Πώς από το Εκκλησιαστικό βίωμα των νεωτέρων, απουσιάζει η ευχή, η προσευχή. Η συνέργεια. Ο αγιασμός επιτυγχάνεται δια λόγου : Είπε και εγένετο. Το ίδιο και η σωτηρία.

Ο αγαπητός Σμέμαν όμως προτείνει λύσεις. Οι οποίες ίσως είναι χειρότερες απ’ το πρόβλημα και προκαλούν φοβερές παρενέργειες, όπως π.χ. την ευχαριστιακή Εκκλησιολογία του Ζηζιούλα.

Λέει λοιπόν: «Μετά την ομολογία πίστεως λέει ο Ιερεύς : Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, πρόσχωμεν την Αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν.

Στώμεν καλώς. Καλόν.... « Και είπεν ο Θεός, ότι καλόν». Πού βρίσκουμε όμως το ίδιο το βίωμα, την άμεση γνώση του αρχέγονου, του άφθαρτου καλού; Εκεί που αντήχησε σαν ανθρώπινη απάντηση στο θεϊκό καλόν « Κύριε, καλόν εστίν ημάς ώδε είναι» (Ματθ. 17,4). Με αυτή την απάντηση, εκεί στο όρος της Μεταμορφώσεως, επιβεβαιώθηκε για πάντα, στους αιώνες, η αποδοχή από τον άνθρωπο του θεϊκού "καλόν", σαν δικής του ζωής, σαν δικού του προορισμού. Και μ’ αυτό το όραμα, μ’ αυτήν τη γνώση, μ’ αυτό το βίωμα ζεί η Εκκλησία σε όλο της το βάθος. Κέντρο αυτού του βιώματος και συγχρόνως πηγή και παρουσία του, δώρο και πραγμάτωσή του είναι η Θεία Λειτουργία, η συνεχής ανύψωση και αναφορά της Εκκλησίας στον ουρανό, στον θρόνο της δόξας, στο ανέσπερο φώς, και στη χαρά της βασιλείας του Θεού: ενώ στέκεσαι στον ναό, βρίσκεσαι στον ουρανό υπερβατικά».

Συγκλονιστική ερμηνεία, απ’ τήν οποία η μετάλλαξη της λειτουργίας και του επισκόπου, από μέρους τού Ζηζιούλα, σε έκφραση της Δόξας του Κυρίου κι όχι πλέον της θυσίας Του, απέχει ελάχιστα. Όπως επίσης κι η σωτηρία του κόσμου σαν σκοπού και σαν αποστολής τής εκκλησίας, εφόσον ταυτίζεται το κοσμικό καλόν με την αποκάλυψη της θεότητος στο Θαβώρ. Παρεπιπτόντως χάνεται και η πτώση, εκτός απ’ την καινή δημιουργία. 

Ας δούμε όμως σ’ αυτό το σημείο τί λέει η παράδοσίς μας, και συγκεκριμένα ο Ν.Καβάσιλας ο οποίος ερμήνευσε τη Θ.Λειτουργία και έσωσε τουλάχιστον τη νοημοσύνη μας.

Λέει : «Απαγγέλλεται λοιπόν η ομολογία, το Σύμβολον της Πίστεως και έπειτα ο ιερεύς λέει : «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου». Ας μείνουμε σταθεροί σ’ αυτήν την ομολογία, Ας μην κλονισθούμε από παραπλανητικούς λόγους αιρετικών. Ας μείνουμε σταθεροί με φόβο, διότι είναι πολύς ο κίνδυνος γι’ αυτούς που δέχθηκαν στην ψυχή κάποιαν αμφιβολία γι’ αυτήν την πίστη»

Αμέθυστος

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2022

«Η Ευχαριστία», το κύκνειο άσμα του π. Αλέξανδρου Σμέμαν

Δημήτρης Γ. Ιωάννου

Τα βιβλία του μεγάλου θεολόγου π. Αλεξάνδρου Σμέμαν μάς έκαναν ξανά να αγαπήσουμε και να επαναπροσεγγίσουμε τα Μυστήρια και τις ακολουθίες της Εκκλησίας. Δεν θα λάθευε κανείς αν αποκαλούσε τον π. Σμέμαν «πασχάλιο» ιερέα, γιατί όλα του τα έργα διαπερνώνται από την ευφρόσυνη χαρά της ορθόδοξης λατρείας, από το ευχαριστιακό πνεύμα που διέπει την όλη προσευχή της Εκκλησίας. Στο παρόν κείμενο θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε ένα μέρος από το σπουδαίο έργο του «Ευχαριστία», το οποίο και έγραψε προς το τέλος της ζωής του. Θα προσπαθήσουμε να ανακαλύψουμε κάποιες από τις αρχές που διαπερνούν ολόκληρο το έργο του, την λειτουργική του θεολογία.Ο π. Σμέμαν ξεκινά μιλώντας για την ατομικιστική λειτουργική ευσέβεια, που επηρεάζει σήμερα τους περισσότερους πιστούς ακόμη και την ώρα της Θείας Λειτουργίας. Πρόκειται για μια δυτική επιρροή, η οποία κυριάρχησε για δεκαετίες στον ορθόδοξο χώρο. Κάθε πιστός είναι μαθημένος κατ΄οίκον να μιλά μόνος μόνω με τον Θεό του, πράγμα το οποίο είναι μεν καλό, αλλά δεν έχει θέση στην εκκλησιαστική λατρεία. Ο δυτικός σχολαστικισμός προπαντός και κατόπιν σύνολη η δυτική θεολογία, μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, έπαψε να ενδιαφέρεται για την όλη ιερολογία της θείας Ευχαριστίας και επικεντρώθηκε στο πρόβλημα του πότε ακριβώς καθαγιάζονται τα τίμια δώρα σε σώμα και αίμα Χριστού, τι είναι η μετουσίωση κλπ. Το όλο μυστήριο της Ευχαριστίας έπαψε να αποτελεί αντικείμενο ενδιαφέροντος των ειδικών, που από την όλη ακολουθία απομόνωσαν μια στιγμή και θεώρησαν το υπόλοιπο μέρος περίπου ως περιττό. Ασφαλώς και είναι σημαντικό θέμα το πότε γίνεται ο καθαγιασμός των τιμίων δώρων, το πόσο σημαντική είναι πράγματι η επίκληση του Αγίου Πνεύματος;;;, παρόλα αυτά η όλη ιεροτελεστία παρουσιάζει μια ενότητα και μια οργανική συνάφεια που δεν έχει νόημα να απομονώσουμε κάποιες στιγμές. Θα πρέπει να δούμε όχι μόνο την στιγμή της μεταβολής αλλά την όλη τελετή σαν μυστήριο. Και αυτό το έργο αναλαμβάνει ο π. Σμέμαν, να μας κάνει να νιώσουμε ξανά την όλη Ευχαριστία ως Μυστήριο. Σημειωτέον ότι παρά την αιχμαλωσία της ορθόδοξης στην δυτική θεολογία, η λειτουργική παράδοση διατηρεί την τάξη της Λειτουργίας αλώβητη, ως κοινό έργο, συλλειτουργία, του κλήρου και του λαού. Και ακριβώς η πρώτη και κύρια πράξη της θείας Λειτουργίας είναι η σύναξη του λαού, με τον προϊστάμενο επικεφαλής. Θα πρέπει να πούμε όμως ότι η σύναξη προηγείται της εισόδου του προϊσταμένου στον ναό, κάτι που διασώζεται σήμερα όταν τελείται αρχιερατική θεία Λειτουργία, όπου ο Επίσκοπος ενδύεται τα άμφιά του ενώπιον του λαού. Δεν μπορεί να υπάρξει λειτουργία χωρίς τον προϊστάμενο, ωστόσο δεν μπορεί να υπάρξει και δίχως τον λαό, καθώς είναι διαλογική η δομή όλων ανεξαιρέτως των ευχών της Λειτουργίας (ο λαός επισφραγίζει τα λεγόμενα του ιερέως με το «Αμήν»). Η λειτουργία είναι συνέργεια κλήρου και λαού. Και μπορεί άλλο να είναι το χάρισμα του ιερέως και άλλο του λαού, ωστόσο η σημερινή αντιπαράθεση «κλήρου» και «λαού» δεν έχει θέση στην Ευχαριστία. Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι την θεία λατρεία σκίασαν και ορισμένα βυζαντινά υπομνήματα, τα οποία, αν και είναι λίαν αξιόλογα και ευσεβή έργα, ωστόσο βλέπουν σε κάθε πράξη της λειτουργίας έναν απεικονιστικό συμβολισμό, που διαταράσσει το πρωταρχικό νόημα της Ευχαριστίας. Για αυτόν τον λειτουργικό απεικονιστικό συμβολισμό ισχύει ότι κάθε μεμονωμένη πράξη της Ευχαριστίας συμβολίζει και κάτι από την ζωή του Χριστού, όπως π.χ. η Μικρά Είσοδος την έναρξη του κηρύγματος του Σωτήρος Χριστού, η Μεγάλη την Είσοδο του Χριστού στην Ιερουσαλήμ για να σταυρωθεί κλπ. (στο σημείο αυτό χρειάζεται μεγάλη σύνεση γιατί μερικά τέτοια βυζαντινά υπομνήματα στην θεία Λατρεία, όπως αυτό του αγίου Νικολάου Καβάσιλα, έχουν τεράστια θεολογική αξία).
Η πρώτη πράξη λοιπόν της θείας Ευχαριστίας είναι η σύναξη των πιστών στον ναό. Αυτό είναι το πρώτο μυστήριο. Να εγκαταλείπει κανείς την εστία του και να συγκεντρώνεται μαζί με τους αδελφούς του στον ναό, συγκροτώντας τον λαό του Θεού. Ο ναός είναι έτσι σχεδιασμένος και αρχιτεκτονικά κτισμένος ώστε να εξυπηρετεί την αναγκαιότητα αυτή. Ο ναός είναι ο domus ecclesiae, πράγμα που το καθιστά φανερό και η αγιογραφική τάξη του ιερού αυτού χώρου, που σε γενικές γραμμές διατηρείται και σήμερα προς την σωστή κατεύθυνση, όταν δεν το παραχαράσσουν αυθαίρετες ενέργειες και αδιάκριτες πρωτοβουλίες. Θα πρέπει να πούμε ότι όλος ο ναός είναι ιερός, και όχι μόνο το λεγόμενο «Ιερό», το οποίο κατέληξε να αποτελεί σημάδι του κληρικαλισμού των καιρών μας. Δυστυχώς σήμερα ένας τοίχος χωρίζει το ιερό από τον κυρίως ναό, στολισμένος με εικόνες, ενώ στην αρχαία Εκκλησία ήταν ακριβώς οι εικόνες που κυριαρχούσαν και χρειάζονταν κάποιο υποστήριγμα, το οποίο μετά κατάντησε να γίνει ολόκληρο φράγμα. Και αν ο τοίχος διαιρεί σε ιερό και ανίερο, οι εικόνες ενώνουν και καθιστούν ορατή την ενότητα κλήρου και λαού. Δυστυχώς, χάθηκε σήμερα η σχέση της εικόνας με τον ναό και παρατηρείται κάποια αλλοίωση (αν και τελευταία, όπως είπαμε, οι αγιογραφίες των ναών γίνονται διατηρώντας ως επί το πλείστον την σωστή τάξη).
Μέσα σε αυτόν τον ναό, τον σοφά σχεδιασμένο και αρχιτεκτονημένο, τον σοφά επίσης αγιογραφημένο, μέσα σε αυτόν τον ναό με τα αρμονικά σχήματά του, τα χρώματα και τις μορφές, λαμβάνει χώρα το πρώτο μυστήριο: αυτό της σύναξης. Η εκκλησιαστική σύναξη είναι το Σώμα του Χριστού και σε αυτήν δεν χωρούν ατομικές προσευχές- πρέπει να καταλάβουμε ότι προσερχόμενοι στον ναό γινόμαστε εκκλησία. Στους χριστιανούς πρωτίστως δίνεται το χάρισμα να είναι εκκλησία και η αγιότητα αυτής της Εκκλησίας δεν οφείλεται σε ανθρώπινο έργο αλλά στην αγιότητα του Θεού. Η αγιότητα των αγίων φανερώνει και πραγματοποιεί αυτή την αγιότητα της Εκκλησίας, του Θεού. Και μάλιστα πρέπει να πούμε ότι η Ευχαριστία δεν είναι ένα από τα μυστήρια της Εκκλησίας, αλλά ακριβώς η φανέρωση και η εκπλήρωση της Εκκλησίας. Εικόνα της κεφαλής του σώματος της Εκκλησίας είναι ο προϊστάμενος, ο ιερέας. Ο ιερέας προΐσταται στη σύναξη γιατί φέρει τη δύναμη της ιεροσύνης του Χριστού. Ο ιερέας δεν είναι ούτε αντιπρόσωπος ούτε αναπληρωτής του Χριστού. Ο Χριστός δεν αναπληρώνεται. Φέρει το χάρισμά του γιατί είναι ακριβώς παρών ο Χριστός.[ΤΟΤΕ Η ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ;ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΛΑΟ ΕΝΩ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ; ΜΙΑ ΕΙΚΟΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΑΥΤΗ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΑΛΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ; ΕΝΕΡΓΕΊΑ;]
*******************
Προϋπόθεση της Εκκλησίας είναι η είσοδος της στον ουρανό, στην Βασιλεία του Θεού. Εκκλησία σημαίνει πορεία και ανύψωση.[ΜΠΑΙΝΟΒΓΑΙΝΕΙ;] Γι’ αυτόν τον λόγο η θεία Λειτουργία αρχίζει με την πανηγυρική ευλογία της Βασιλείας του Θεού. Και πρέπει να το λάβουμε αυτό πολύ σοβαρά υπόψη γιατί στα περισσότερα εγχειρίδια λειτουργικής θεολογίας που κυκλοφορούσαν κατ’ απομίμηση του σχολαστικισμού, δεν αναφέρονται ως προϋποθέσεις της Ευχαριστίας ούτε «η σύναξις εν Εκκλησία», ούτε η ανύψωση στο ουράνιο ιερό, στην «Τράπεζα του Χριστού». Το μυστήριο περιορίζεται εδώ σε δυο στιγμές: την στιγμή της μεταβολής των τιμίων δώρων σε σώμα και αίμα Χριστού και την στιγμή της μετάληψης. Πρόκειται για την σχολαστική θεολογία που βασίζεται στον μυστικοεπιτελούμενο τύπο της μεταβολής των τιμίων δώρων, ενώ όλη η υπόλοιπη λειτουργία είτε θεωρείται περίπου περιττή, γιατί δεν χρειάζεται για την τέλεση του μυστηρίου, είτε ερμηνεύεται, όπως ήδη είπαμε, ως σύνολο συμβολικών απεικονίσεων αυτών ή εκείνων των γεγονότων του έργου του Χριστού. Η θεία λειτουργία γέμισε έτσι από συμβολισμούς.
Και στο σημείο αυτό ο π. Σμέμαν διερωτάται: τι ακριβώς σημαίνει «σύμβολο»; Είναι λανθασμένη η ταύτιση του συμβόλου με την απεικόνιση (π.χ. η μικρά Είσοδος συμβολίζει την έξοδο του Χριστού στο κήρυγμα και η μεγάλη την είσοδο στην Ιερουσαλήμ). Κατά την αντίληψη αυτή το σύμβολο σημαίνει κάτι διαφορετικό, κάτι αντίθετο από την πραγματικότητα. Το σύμβολο όμως σημαίνει κάτι το πραγματικό. Δεν μπορούμε να διαχωρίσουμε το σύμβολο από την πραγματικότητα- αυτό είναι το ορθόδοξο βίωμα.[ΠΑΡΕΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΤΟ ΒΙΩΜΑ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟ, ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Η ΟΠΟΙΑ ΔΙΔΕΤΑΙ,ΔΩΡΙΖΕΤΑΙ. ΤΟ ΒΙΩΜΑ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΟ ΜΟΥ, ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΕΙΟΠΟΙΗΣΗ Η ΕΙΚΟΝΑ ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΔΙΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΟ ΕΝΩΝΕΙ ΔΥΟ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ, ΕΙΝΑΙ ΑΠΡΟΣΩΠΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΛΟΓΟΣ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΚΑΘΙΣΤΑ ΤΗΝ ΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ ΜΑΘΗΤΕΙΑ. ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΚΑΡΠΟ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΤΑΠΑΤΕΡΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΤΑΙ ΣΤΟ ΕΓΩ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ. Η ΡΩΣΙΚΗ ΚΑΚΟΦΩΝΙΑ ΕΡΜΗΝΕΥΕΙ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΣΑΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΜΟΝΟ ΠΟΥ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΒΑΣΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ. ΕΙΝΑΙ Η ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ. ΤΟ ΝΕΟ SUMMUM BONNUM ΤΗΣ ΑΤΟΜΙΚΟΤΗΤΟΣ] Το σύμβολο είναι η βασική αποκάλυψη του κόσμου και της δημιουργίας. Το σύμβολο στην Ορθοδοξία θεωρείται ως η αποκάλυψη της αληθινής φύσης της δημιουργίας. Φανερώνει την μυστηριακότητα της ίδιας της κτίσεως του Θεού. Σε αυτή την μυστηριακή αντίληψη του κόσμου βρίσκεται η ουσία και το δώρο της φωτεινής κοσμικότητας, που διαπερνά όλη τη ζωή της Εκκλησίας. Το μυστήριο αυτό που είναι συγχρόνως και κοσμικό και εσχατολογικό έχει σχέση τόσο με τον κόσμο του Θεού στην αρχεγονία του, όσο και με το πλήρωμά του στη Βασιλεία του Θεού. Το Μυστήριο είναι μαζί κοσμικό και εσχατολογικό. Και το σημαντικό είναι ότι ο μελλοντικός αιών, τα Έσχατα, έχουν ήδη δωρηθεί,[ΤΑ ΕΣΧΑΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΛΕΟΝ Η ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ Η ΚΡΙΣΗ; Ο ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ;] για αυτό και μυστήριο πάνω από όλα είναι η ίδια η Εκκλησία. Με τα μυστήρια η Εκκλησία φανερώνει τον ίδιο της τον εαυτό. Όλα στην Εκκλησία γίνονται διά του Αγίου Πνεύματος και εν Αγίω Πνεύματι.[ΦΥΣΙΚΑ ΕΦΟΣΟΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΑΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΟΠΟ Ή ΤΟΝ ΙΕΡΕΑ. ΑΠΟ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΕΓΙΝΕ ΠΡΟΣΚΑΙΡΟΣ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΤΗΣ. Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΛΗΦΘΗ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΗ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΝΑ ΑΝΑΛΗΦΘΕΙ, ΝΑ ΑΝΑΛΗΦΘΕΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΓΙΑΣΕΙ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΒΔΟΜΑΔΑ ΕΣΤΩ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ ΤΗΣ.]  Έτσι λοιπόν η σχολαστική έννοια του συμβόλου διαστρεβλώνει την φύση του. Πρωταρχική λειτουργία του συμβόλου δεν είναι να απεικονίζει, αλλά να φανερώνει και να συμμετέχει στο φανερωνόμενο. Το σύμβολο δεν μοιάζει αλλά μετέχει στην συμβολιζόμενη πραγματικότητα.[ΕΝΑΙ Η ΑΚΤΙΣΤΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΕΛΙΚΑ, ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΩΝ ΡΩΣΩΝ ΤΗΣ ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ] Για αυτό τελικά το γνήσιο και αρχικό σύμβολο δεν αποχωρίζεται από την πίστη. Αν το σύμβολο προϋποθέτει πίστη, τότε η πίστη απαραίτητα χρειάζεται σύμβολο. Γιατί, αντίθετα από απλά «πεποιθήσεις» ή «φιλοσοφικές απόψεις», η πίστη είναι οπωσδήποτε επικοινωνία και δίψα επικοινωνίας, ενσάρκωση και δίψα ενσάρκωσης, φανέρωσης, παρουσίας και ενέργειας μιας πραγματικότητας μέσα σε μια άλλη. Δεν μπορούμε λοιπόν να διχοτομούμε την πραγματικότητα και τον συμβολισμό. Η θεία λατρεία είναι συμβολική, επειδή συμβολικός, μυστηριακός είναι ο ίδιος ο κόσμος, έτσι όπως βγήκε από τα χέρια του Θεού. Και αποστολή της Εκκλησίας είναι η εκπλήρωση αυτού του συμβόλου, η πραγμάτωσή του σαν της πιο «πραγματικής πραγματικότητας». Βασιλεία του Θεού είναι η γνώση του Θεού, η αγάπη για Αυτόν, η ζωή εν Αυτώ. Είναι η ένωση με τον Θεό. Ο Χριστός με τον Σταυρό Του και την Ανάστασή Του έγινε βασιλιάς. Ωστόσο, η Βασιλεία του Θεού έπαψε να είναι το κεντρικό περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης και οι χριστιανοί βαθμιαία άρχισαν να δέχονται τη Βασιλεία του Θεού όλο και λιγότερο ως «εγγίζουσαν». Άρχισαν με αυτόν τον όρο να εννοούν το «επέκεινα», τον «μετά θάνατον» κόσμο, ακριβώς και μόνο σε σύγκριση με τον ατομικό, «προσωπικό» θάνατο του ανθρώπου. Έχασαν την αίσθηση ότι η Βασιλεία του Θεού «ήγγικε» και ήδη βρίσκεται εν μέσω ημών. Έπαψαν να την αισθάνονται ως προσδοκία.[ΧΑΘΗΚΕ Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΚΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΟΙΑ ΟΛΑ ΜΕΝΟΥΝ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΑΕΡΟΣ] Η αλλοίωση και η φθορά της χριστιανικής εσχατολογίας είχε επίδραση και στην λειτουργική ζωή. Η θεία λατρεία γεννήθηκε και διαμορφώθηκε στην εξωτερική της δομή πρώτα από όλα σαν σύμβολο της Βασιλείας και της Εκκλησίας. Από αυτό το εσχατολογικό βίωμα γεννήθηκε η Κυριακή ημέρα σαν σύμβολο, δηλαδή φανέρωση στον κόσμο τούτο της Βασιλείας του Θεού. Κατεξοχήν σύμβολο της Βασιλείας ήταν η Ευχαριστία, το μυστήριο της παρουσίας του Αναστημένου Κυρίου. Η Ευχαριστία τίποτε δεν απεικονίζει, αλλά τα πάντα φανερώνει και σε όλα μετέχει.[ Ο ΑΝΑΣΤΗΜΕΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΜΟΝΟ ΣΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ. ΔΕΝ ΦΑΝΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΕ ΟΛΟΥΣ. ΜΟΝΟ ΣΤΑ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΠΡΟΒΑΤΑ]
Είναι λοιπόν γεγονός η είσοδος της Εκκλησίας στη Βασιλεία του Θεού. Παλαιότερα, η Ευχαριστία άρχιζε με την είσοδο του Προϊσταμένου, στην θέση της οποίας τώρα έχουμε την Μικρή Είσοδο. Στην αρχή τα αντίφωνα εκφωνούνταν κατά την ώρα της πομπής του εκκλησιάσματος προς τον ναό. Αρχικά ήταν ξεχωριστή στο είδος της ακολουθία. Αυτό γίνεται σήμερα φανερό στην αρχιερατική λειτουργία, καθώς ο Αρχιερέας δεν συμμετέχει μέχρι την μικρή Είσοδο.
Ο χαρακτήρας της Ευχαριστίας είναι πράγματι εισοδικός, η Ευχαριστία ως κίνηση, ως σύναξη εν Εκκλησία προϋποθέτει αποχωρισμό από τον κόσμο. Και ωστόσο ο αποχωρισμός αυτός πραγματοποιείται στο όνομα του κόσμου, χάριν της σωτηρίας του. Αποκοβόμαστε από τον κόσμο για να τον υψώσουμε ξανά στην Βασιλεία του Θεού.[ΚΑΙ Ο ΣΙΣΥΦΟΣ ΣΤΟΝ ΑΔΗ ΑΥΤΗ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΚΑΝΕ] «Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν»: αυτό δεν είναι απλά προσευχή ανθρώπου ή ομάδας ανθρώπων, αλλά του ίδιου του Χριστού προς τον Πατέρα Του, δωρισμένη σε μας. Αυτό το δώρο της προσευχής του Χριστού, της μεσιτείας Του,[ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΙΤΗΣ] της παράκλησής Του είναι το πρώτο και υπέρτατο δώρο στην Εκκλησία. Συμμετέχουμε στην ικεσία του Χριστού για τον κόσμο. «Υπέρ της άνωθεν ειρήνης», αναφωνεί ξανά ο προϊστάμενος. Στην Εκκλησία μας δίνεται η ειρήνη του Χριστού, όπως και το χρίσμα του Άγιου Πνεύματος. Η απόκτηση αυτής της άνωθεν ειρήνης είναι η σωτηρία της ψυχής. «Υπέρ ευσταθείας πασών των του Θεού εκκλησιών»: εάν οι χριστιανοί ξεχάσουν την διακονία, τότε ποιος θα ευαγγελίζεται στον κόσμο την Βασιλεία του Θεού; «Υπέρ της των πάντων ενώσεως»: η ενότητα όλων στον Θεό αποτελεί τον τελικό στόχο της δημιουργίας. Η Εκκλησία αναπέμπει λοιπόν την οικουμενική προσευχή, παρακαλεί για όλη τη δημιουργία του Θεού. Και πρέπει να πούμε ότι όλες σχεδόν οι ευχές της Ευχαριστίας στην αρχή διαβάζονταν φωναχτά- η σημερινή μυστική εκφώνηση των ευχών δημιουργεί προβλήματα. Όταν τα αντίφωνα έγιναν η αρχή της λειτουργίας, η κύρια έμφαση μετατοπίστηκε στην περιφορά του Ευαγγελίου-με τον γνωστό απεικονιστικό συμβολισμό της: υποτίθεται ότι συμβολίζει την έξοδο του Χριστού στο κήρυγμα. Η Μικρά Είσοδος ωστόσο είναι «συλλουργεία» των ουρανίων δυνάμεων, δηλαδή των Αγγέλων, και των ανθρώπων (υπάρχει σχετική ευχή όπου ο ιερεύς ζητά από τον Χριστό να στείλει τους αγγέλους Του κατά την περιφορά του Ευαγγελίου). Παράλληλα, μέσα στο ναό δημιουργήθηκε εσωτερικός ιερός χώρος, το λεγόμενο «ιερό», η είσοδος στον οποίο είναι ανοικτή μόνο για τους χειροτονημένους. Αυτή η εξέλιξη αδυνάτισε το βίωμα της συνάξεως εν Εκκλησία στο Ουράνιο Ιερό. Ιερή στην αρχή θεωρούνταν μόνο η αγία Τράπεζα, το σύμβολο του Χριστού και της Βασιλείας Του. Η Αγία Τράπεζα είναι ο Θρόνος του Βασιλέως και Κυρίου. Αγία Τράπεζα είναι ο Ουρανός και η Βασιλεία του Θεού. Η Μικρά Είσοδος είναι πλησίασμα στην Αγία Τράπεζα, γι’ αυτό και θεωρείται ανύψωση στον Ουρανό. Και προσκυνάμε την Αγία Τράπεζα γιατί ο εξαγιασμός της βρίσκεται στην υπαγωγή της στην πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού. Στην Εκκλησία όλος ο πεπτωκώς κόσμος ξαναβρίσκει την ιερότητά του.[ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΑΠΤΙΣΜΕΝΟΙ;] Προχωρούμε κατόπιν στον λεγόμενο τρισάγιο ύμνο. Τι σημαίνει όμως ότι ο Θεός είναι «Άγιος»; Καμία λογική δεν μπορεί να το εξηγήσει, και όμως ακριβώς αυτή η αίσθηση της αγιότητας του Θεού είναι η βάση και η πηγή της θρησκείας. Η Λειτουργία φανερώνει την αγιότητα του Θεού.[ΟΙ ΟΥΡΑΝΙΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ;] Με τον τρισάγιο ύμνο ο Θεός φανερώνει τον εαυτό Του στους ανθρώπους. Ένα γλυκό σκίρτημα και ένα αίσθημα της παρουσίας του Θεού, χαράς και ειρήνης, κυριαρχεί στις ψυχές των πιστών. Και μετά το μυστήριο της Εισόδου ακολουθεί το μυστήριο του Λόγου («Λειτουργία του Λόγου» ή των Κατηχουμένων). Η Λειτουργία των Κατηχουμένων με την Λειτουργία των πιστών συνδέονται στενά, για αυτό και είναι ολέθριες οι συνέπειες από αυτό το σημερινό χάσμα Λόγου και Μυστηρίου. Το μυστήριο παύει να είναι βιβλικό, ευαγγελικό. Η Λειτουργία έγινε μέσον προσωπικού εξαγιασμού και έπαυσε να εκλαμβάνεται σαν συμμετοχή μας στο Ποτήριο του Χριστού. Όμως στην αδιάκοπη σχέση Λόγου και Μυστηρίου πραγματώνεται η ουσία της Εκκλησίας ως Ενσάρκωσης του Λόγου. Ο Λόγος θεωρεί το Μυστήριο της μεταβολής των τιμίων Δώρων ως εκπλήρωσή του, γιατί στο Μυστήριο ο Χριστός-Λόγος γίνεται η ζωή μας. Με το μυστήριο ο Λόγος μεταβάλλεται σε ερμηνεία, επειδή η ερμηνεία του Λόγου αποτελεί πάντοτε μαρτυρία για το πώς ο Λόγος γίνεται ζωή. Η Ενότητα του (βιβλικού) Λόγου και του Μυστηρίου είναι αδιάσπαστη, γιατί μόνο η Εκκλησία διατηρεί το αληθινό νόημα της Γραφής. Παλαιότερα, η θέση του κλήρου πριν την προσφορά των Δώρων ήταν στο μέσον του ναού (εξ ου και η σημερινή θέση του αρχιερατικού θρόνου). Η Αγία Τράπεζα ήταν αποκλειστικά η Τράπεζα του Μυστικού Δείπνου. Η Μικρά Είσοδος συνένωσε μέσα της τις τρεις βασικές έννοιες: της αρχής της Ευχαριστίας ως εισόδου στη σύναξη, μετά την εκπλήρωση αυτής της εισόδου στην άνοδο της Εκκλησίας στον ουρανό, και τέλος το Μυστήριο του Λόγου.
Στην ορθόδοξη λειτουργική παράδοση το Ευαγγέλιο συμμετέχει όχι απλώς ως ανάγνωσμα αλλά και ως βιβλίο. Του αποδίδεται τέτοιος σεβασμός όπως σε εικόνα ή στην Αγία Τράπεζα. Και αυτό γιατί το Ευαγγέλιο είναι εικόνα και φανέρωση σε μας της παραμονής ανάμεσά μας του Χριστού, και προπαντός εικόνα της Ανάστασης. Και έτσι δεν έχει θέση η απεικονιστική ερμηνεία, αλλά είναι η εικόνα της παρουσίας του Αναστημένου Κυρίου στην εκπλήρωσή της. Η φανέρωση του Λόγου προηγείται της ανάγνωσης του Ευαγγελίου Του. Μετά εκφωνείται το προκείμενο. Πρόκειται για δυο ή τρεις στίχους από τους Ψαλμούς του Δαβίδ. Θα πρέπει να εξάρουμε την θέση των Ψαλμών στην θεία Λατρεία. Οι Ψαλμοί δεν θεωρούνται οποιοδήποτε προσευχητικό βιβλίο, αλλά η προσευχή του ίδιου του Χριστού προς τον Πατέρα. Οι Ψαλμοί αποτελούν όχι μόνο θεόπνευστη εξήγηση της Γραφής, αλλά σε αυτούς εκφράζεται και ενσαρκώνεται και μας μεταδίδεται εκείνη η πνευματική πραγματικότητα, που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε το γνήσιο νόημα τόσο των ιερών κειμένων όσο και των ιεροτελεστιών. Ακολουθεί η ανάγνωση του Αποστόλου και κατόπιν του Ευαγγελίου. Η τόσο σπουδαία για όλο το εκκλησίασμα ευχή του προϊσταμένου πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου διαβάζεται δυστυχώς μυστικά. Λίγο πριν την ανάγνωση του Ευαγγελίου ψάλλεται και το αλληλουλάριο, γιατί η παρουσία του Κυρίου στη σύναξη της Εκκλησίας και η διάνοιξη από Αυτόν του νου των πιστών προηγούνται της ακρόασης. Ο ιερέας παράλληλα θυμιά τον ναό, ενώ αμέσως μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου ακολουθεί το κήρυγμα, το οποίο στην αρχαία Εκκλησία ήταν απαραίτητο μέρος της σύναξης. Σήμερα υπάρχει δυστυχώς παρακμή ή και κρίση του κηρύγματος. Η ουσία του κηρύγματος είναι η ζωντανή σχέση με το Ευαγγέλιο, δεν είναι καν κήρυγμα επί του ευαγγελικού αναγνώσματος, αλλά κήρυγμα του ίδιου του Ευαγγελίου. Η κρίση του κηρύγματος βρίσκεται κυρίως στο ότι αυτό έγινε προσωπική υπόθεση του ιεροκήρυκα («έχει ή δεν έχει το χάρισμα του λόγου»), ενώ το πραγματικό χάρισμα του λόγου δεν είναι έμφυτο χάρισμα του ιεροκήρυκα, αλλά δώρο του Αγίου Πνεύματος χαρισμένο στην Εκκλησία. Η μαρτυρία περί του Ιησού Χριστού από το Άγιο Πνεύμα είναι το περιεχόμενο του λόγου του Θεού, και αυτό, μόνον αυτό, αποτελεί την ουσία του κηρύγματος.
Και μόνο η Εκκλησία γνωρίζει και διαφυλάσσει την έννοια της Γραφής, επειδή στο μυστήριο του Λόγου το Άγιο Πνεύμα αιώνια ζωοποιεί την «σάρκα» της Γραφής, μεταβάλλοντάς την σε πνεύμα και ζωή. Το κήρυγμα είναι διακονία του προϊσταμένου και η αποδοχή αυτής της διδαχής διακονία του λαού του Θεού. Και οι δύο διακονίες τελούνται από το αυτό Άγιο Πνεύμα. Μόνο στην Εκκλησία αποκαλύπτονται τα χαρίσματα όλων των διακονιών. Και φθάνουμε στο τέλος της λειτουργίας των Κατηχουμένων, την οποία ακολουθεί η Λειτουργία των πιστών, όπου προσφέρονται τα τίμια δώρα, εξαγιάζονται και μεταβάλλονται σε σώμα και αίμα Χριστού, και ακολουθεί η θεία μετάληψη. Λειτουργία του Λόγου και Λειτουργία των πιστών συνδέονται έτσι στενότατα.
***************
Λόγω έλλειψης χώρου δεν θα προχωρήσουμε στην Λειτουργία των πιστών. Ελπίζω να μην αλλοίωσα το μήνυμα του π. Αλεξάνδρου Σμέμαν ότι ολόκληρη η Ευχαριστία απαρτίζει μια αδιάσπαστη ενότητα και ότι ολόκληρη αποτελεί μυστήριο και ανέβασμά μας στον Ουρανό. Το βιβλίο του π. Αλεξάνδρου για την Ευχαριστία ήταν το κύκνειο άσμα του. Όλα ωστόσο τα βιβλία του ξεχειλίζουν από την χαρά και την ευφροσύνη που γεννά η θεία λατρεία στις καρδιές των πιστών. Και το όλο έργο του αποτελεί μια πολύτιμη παρακαταθήκη στην Αγία Εκκλησία.

Η ΝΕΑ ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ. ΠΡΟΚΡΙΝΕΤΑΙ ΠΛΕΟΝ ΦΑΝΕΡΑ Ο ΥΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΑΣ.

ΤΟΣΟ ΠΕΡΙΣΠΟΥΔΑΣΤΗ ΚΕΝΟΤΗΤΑ ΜΟΝΟ ΟΙ ΜΕΤΑ ΠΑΤΕΡΕΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΟΥΝ. ΙΣΑΞΙΟΙ ΤΟΥ FACE BOOK. H EKΚΛΗΣΙΑ ΦΑΤΣΟΒΙΒΛΙΟ, ΜΕΤΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ. ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΗ ΔΙΥΠΟΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΣ.

Από το “Ημερολόγιο” του Αλεξάνδρου Σμέμαν

«Τετάρτη, 10 Σεπτεμβρίου, 1980

Γενικά, νιώθω όλο και πιο αποξενωμένος, απομακρυσμένος απ’ όσα έχω να κάνω. Παίζω όλους μου τους ρόλους – Σεμινάριο, θεολογία, Εκκλησία, Ρώσοι εμιγκρέδες, αλλά κυριολεκτικά «ρόλους». Δεν ξέρω πώς ν’ αποτιμήσω αυτούς τους ρόλους, τί είναι. Ίσως απλή τεμπελιά, ίσως κάτι βαθύτερο. Για να είμαι τίμιος, δεν γνωρίζω. Το μόνο που ξέρω είναι πως αυτή η αποξένωση δεν με κάνει δυστυχισμένο. Ουσιαστικά είμαι αρκετά ευχαριστημένος με τη μοίρα μου και δεν θα ήθελα κάποια άλλη. Κατά κάποιο τρόπο, μου αρέσει ο καθένας απ’ αυτούς τους ρόλους, ο καθένας απ’ αυτούς τους κόσμους, και μάλλον θα έπληττα αν τους στερούμουν. Αλλά δεν μπορώ να ταυτιστώ μαζί τους. Σκέφτομαι χονδρικά ως εξής: έχω μια εσωτερική ζωή, αλλά η πνευματική μου κρατιέται χαμηλά. Ναι, έχω πίστη, αλλά με ολοκληρωτική απουσία ενός προσωπικού μαξιμαλισμού, τον όποιο τόσο προφανώς απαιτεί το Ευαγγέλιο.

Απ’ την άλλη πλευρά όλα όσα διαβάζω για την πνευματική ζωή, όλα όσα βλέπω στους ανθρώπους που τη ζουν, κάπως με ερεθίζουν. Τί συμβαίνει; Είναι αυτοάμυνα, είναι φθόνος γι’ αυτούς που τη ζουν, και γι’ αυτό μια επιθυμία να τη δυσφημίσω; Κατόπιν, τυχαία, διάβασα ένα απόσπασμα από τον άγιο Συμεών τον Νέο Θεολόγο για την ανάγκη να μισήσεις το σώμα σου, και αμέσως ένιωσα πως όχι μόνο ό,τι χειρότερο υπάρχει μέσα μου, αλλά και κάτι άλλο είναι που δεν συμφωνεί μ’ αυτό, που δεν το δέχεται.

Απλά ερωτήματα για μια απλή επίγεια ανθρώπινη ευτυχία: για τη χαρά που ξεπερνά τον φόβο του θανάτου• για τη ζωή στην οποία μας έχει καλέσει ο Θεός. για το γιατί και το πώς λάμπει ο ήλιος• για το ποιοι είναι οι ορίζοντες της Λαμπέλ, οι απαλοί λόφοι της που σκεπάζονται από δένδρα, ο απέραντος ουρανός της και οι λαμπρές ακτίνες του ήλιου. Απλά ερωτήματα!»

«Τρίτη, 2 Φεβρουαρίου, 1982

Ο κληρικαλισμός δημιουργεί ασφυξία• ανάγει ένα μέρος του εαυτού του σ’ ολόκληρο τον ιερό χαρακτήρα της Εκκλησίας• μεταβάλλει τη δύναμή της σε ιερή εξουσία για να ελέγχει, να καθοδηγεί, να διοικεί• σ’ εξουσία για να επιτελεί μυστήρια, και γενικά, μετατρέπει την κάθε εξουσία σε «θεόσδοτη εξουσία»! Ο κληρικαλισμός αποσπά κάθε «ιερότητα» από τους λαϊκούς: αποδείξεις; το τέμπλο, η θεία Κοινωνία (μόνο κατόπιν αδείας), η Θεολογία...

Και όσο περισσότερο ο κληρικαλισμός «κληρικοποιεί» (η παραδοσιακή εικόνα του επισκόπου ή του ιερέα – που επιτείνεται από τα ρούχα του, τα μαλλιά του, κ.λπ., κι ο επίσκοπος από τις πανάκριβες στολές!), τόσο περισσότερο η ίδια η Εκκλησία θα εκκοσμικεύεται, θα υποτάσσεται πνευματικά σ’ αυτόν τον κόσμο. Στην Καινή Διαθήκη, ο ιερέας παρουσιάζεται ως ο ιδανικός λαϊκός. Σχεδόν όμως αμέσως μετά αρχίζει ο αυξανόμενος ριζικός χωρισμός του από τους λαϊκούς• κι όχι μόνο χωρισμός, αλλά αντίθεση κι αντιπαράθεση προς τους λαϊκούς…

Ο ιερέας αντί να είναι ο «τύπος των πιστών» (Α' Τιμοθ. 4, 12), εμφανίζεται με την εικόνα του «κυρίου πάσης ιερότητος» (master of all sacrality) που ξεχωρίζει από τους πιστούς, που διανέμει τη χάρη κατά βούληση.

Αυτή είναι η ρίζα της αντίθεσης στη συχνή θεία Κοινωνία από κάποιους κληρικούς – η προστασία της θείας Κοινωνίας με την εξομολόγηση, την άφεση, με την «εξουσία που μου έχει δοθεί...» κ.λπ. Είναι σαφές πως αυτός ο αγώνας μεγαλώνει τώρα υπό την επίδραση κάποιων κληρικών πού έχουν καταληφθεί από την εξουσία τους, από την «ιερότητά» τους. Τίποτε δεν απειλεί τόσο την εξουσία τους όσο η επιστροφή της Ευχαριστίας στην Εκκλησία, η αναγέννησή της ως το «Μυστήριο της Εκκλησίας», κι όχι ως ένα από «τα μέσα εξαγιασμού...».

Η τραγωδία της θεολογικής παιδείας βρίσκεται στο γεγονός πως νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν ιερείς αναζητούν –συνειδητά ή ασυνείδητα– αυτόν τον χωρισμό, αυτή την εξουσία, αυτό το ανέβασμα πάνω από τους λαϊκούς. Η δίψα τους αυτή ενισχύεται και γεννάται από ολόκληρο το σύστημα της θεολογικής παιδείας, τον κληρικαλισμό. Πώς μπορεί να τους κάνει κανείς να καταλάβουν, όχι μόνο με το μυαλό τους, αλλά μ’ ολόκληρη την ύπαρξή τους, πως πρέπει ν’ απομακρυνθούν από την εξουσία, από κάθε εξουσία, η οποία υπήρξε ανέκαθεν ένας πειρασμός που προέρχεται πάντοτε από τον Διάβολο; Ο Χριστός μάς απελευθέρωσε απ’ αύτη την εξουσία –«εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης...» (Ματθ., 28,18)– αποκαλύπτοντας το Φως της εξουσίας ως εξουσία αγάπης και Ουσιαστικής αυτοπροσφοράς. Ο Χριστός δεν έδωσε στην Εκκλησία «εξουσία», αλλά το Άγιο Πνεύμα: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον...». Η εξουσία, εν Χριστώ, επέστρεψε στον Θεό, κι ο άνθρωπος θεραπεύτηκε από το «διοικείν και διατάζειν».

Στο εξηκοστό πρώτο έτος της ζωής μου, ξαφνικά αναρωτιέμαι: Πώς τα πάντα έχουν τόσο πολύ διαστρεβλωθεί; Και φοβούμαι!»

Φοβερό; Κι όμως αυτός ο άνθρωπος με την τόσο βαθειά απέχθεια, και συμβιβασμό ταυτόχρονα με την “ψεύτικη ζωή” του, υπήρξε και θεωρείται ακόμα, ένας στυλοβάτης της σύγ­χρονης “ακαδημαϊκής” θεολογίας μας. Πώς να μην κλάψου­με πικρά; Πώς κατασκευάσαμε έναν τέτοιο φτιαχτό “θεολογι­κό” κόσμο; Και πώς να  αρνηθούμε ολόκληρη την εκκλη­σιαστική πατερική μας κληρονομιά, εφόσον αυτός είναι ο σκοπός αυτού του φτιαχτού κόσμου!;

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΘΗΚΗ.