Ὅσιος Παρθένιος ὁ Χῖος, Μυρίπνοον Ἄνθος τοῦ Παραδείσου
Σύντομον Συναξάριον
Γεννήθηκε στὸ χωρίον Δαφνώνας τῆς νήσου Χίου τὸ ἔτος 1815 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Τὴν γέννησι καὶ τὴν πνευματική του πρόοδο προεῖπε στοὺς γονεῖς του ὁ Ἅγιος Μακάριος Κορίνθου.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀρραβωνιάσθηκε καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐμπόριο μεταξὺ Χίου, Σμύρνης καί Κωνσταντινουπόλεως. Ἐνῶ ἑτοιμαζόταν γιὰ Γάμο, εἰδοποιήθηκε ὅτι ἡ μνηστή του ἀρρώστησε βαριὰ καὶ μέχρις ὅτου ἐπιστρέψη ἀπὸ τὸ ταξίδι, εἶχε πεθάνει. Θέλοντας νὰ ἰδεῖ τὴν μνηστή του «ἰδίοις ὄμμασι» νεκρή, πῆγε στὸν τάφο νύκτα, τὴν ξέθαψε καὶ τὴν πῆρε στὴν ἀγκάλη του. Φιλοσοφίσας τὸ ἐκ τῶν Μακαρισμῶν τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας Τροπάριον «ἐξέλθωμεν καὶ ἴδωμεν ἐν τοῖς τάφοις, ὅτι γυμνᾶ ὀστέα ὁ ἄνθρωπος, σκωλήκων βρῶμα καὶ δυσωδία», χωρὶς νὰ εἰπῆ τίποτε σὲ κανέναν, ἐγκατέλειψε τὶς φροντίδες τοῦ ματαίου κόσμου, ἔγινε Μοναχὸς στὴν Νέα Μονὴ τῆς Χίου καὶ ἐπιδόθηκε σὲ ἀσκητικοὺς ἀγῶνες.
Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Γέροντός του, ἀνέβαινε στὴν κορυφὴ τοῦ Πενθόδους ὄρους, ἄναβε τὴν κανδήλα καὶ γενικὰ ἐφρόντιζε τὸ ἐκεῖ ἐρειπωμένο Ναΐδριο τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου.
Κάποια στιγμή, «θείᾳ βουλήσει», ἀνεκάλυψε ἕνα σπήλαιο στὴν Νοτιο-ανατολικὴ πλευρὰ τοῦ ὄρους, ὅπου ἀποφάσισε νὰ ἀσκητεύση. Ἐκεῖ ἔζησε νηστεύων, ἀγρυπνῶν καὶ προσευχόμενος νύκτα καὶ ἡμέρα. Ὁ Κύριος, γιὰ τοὺς ὑπὲρ ἄνθρωπον πνευματικούς του ἀγῶνες, τὸν προίκισε μὲ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ μὲ τὸ διορατικόν. Ἔτσι, προεῖπε τὸν μεγάλο καὶ φοβερὸ σεισμὸ τῆς Χίου τοῦ 1881. Σύντομα ἡ φήμη του ἐξαπλώθηκε καὶ τὸ ἐρειπωμένο Ναΐδριο τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἐξελίχθηκε σὲ Σκήτη, ὅπου ὁ Ὅσιος Παρθένιος μὲ τοὺς Ὑποτακτικούς του ἀσκοῦσε εὐλαβῶς καὶ ταπεινῶς τὰ μοναχικά του καθήκοντα.Ὁ κόσμος συνέρρεε ἀπὸ διάφορα μέρη τῆς νήσου γιὰ νὰ ἀκούση τὰ μελίρρυτα λόγια του καὶ νὰ ζητήση τὴν εὐχὴ καὶ εὐλογία του. Ὁ ἀείμνηστος Καθηγητὴς Λάζαρος Ζανάρας κατέγραψε, χωρὶς τὴν θέληση τοῦ Ὁσίου, πολλὰ ἀπὸ τὰ θαυμαστὰ περιστατικὰ ποὺ ὁ Ὅσιος Παρθένιος ἐπετέλεσε. Ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνη τὴν 8η Δεκεμβρίου τοῦ 1883.
«Ἔπεσες; Ἐγείρου!»
Ο ΑΓΙΟΣ Παρθένιος δὲν ἦτο Ἱερεύς, ἦτο ἁπλὸς Μοναχός. Τοῦτο ὅμως δὲν ἐμπόδιζε, ὅσους ἐφωτίζοντο ἀπὸ τὴν ἁγία ζωή Του, νὰ τὸν πλησιάζουν καὶ νὰ τοῦ ἐξομολογοῦνται τὶς ἁμαρτίες των. Ἐκεῖνος πάλι τοὺς ἄκουγε καὶ τοὺς συμβούλευε, ἐνῶ συγχρόνως τοὺς ἔλεγε: «Αὐτὰ σὰν συμβουλές, ἀλλὰ τὴν ἄφεσι θὰ τὴν λάβετε ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ ἱερέα, διότι ἡ Ἱερωσύνη λύνει καὶ δένει τὶς ἁμαρτίες».
«Ἔπεσες; Ἐγείρου!»
Ο ΑΓΙΟΣ Παρθένιος δὲν ἦτο Ἱερεύς, ἦτο ἁπλὸς Μοναχός. Τοῦτο ὅμως δὲν ἐμπόδιζε, ὅσους ἐφωτίζοντο ἀπὸ τὴν ἁγία ζωή Του, νὰ τὸν πλησιάζουν καὶ νὰ τοῦ ἐξομολογοῦνται τὶς ἁμαρτίες των. Ἐκεῖνος πάλι τοὺς ἄκουγε καὶ τοὺς συμβούλευε, ἐνῶ συγχρόνως τοὺς ἔλεγε: «Αὐτὰ σὰν συμβουλές, ἀλλὰ τὴν ἄφεσι θὰ τὴν λάβετε ἀπὸ τὸν Πνευματικὸ ἱερέα, διότι ἡ Ἱερωσύνη λύνει καὶ δένει τὶς ἁμαρτίες».
Κάποτε, πῆγε ἕνας πιστὸς εὐλαβὴς καὶ ἐξωμολογήθη στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος τὸν συμβούλευσε καὶ τὸν βοήθησε στὴν ἠθικὴ πάλη. Ἀλλὰ ὁ ἴδιος ξαναγύρισε πάλι καὶ εἶπε στὸν Ἅγιο τὴν ἴδια ἁμαρτία. Αὐτὸ ἐπανελήφθη πολλὲς φορές.
Ὁ πιστὸς κάποτε τὸν ρώτησε «καὶ μέχρι πότε Γέροντα θὰ ἐπαναλαμβάνωνται τὰ ἴδια, ἀφοῦ μισῶ τὴν ἁμαρτία καὶ ὅμως ἐκείνη μὲ κυκλώνει;».
Ὁ Ἅγιος τοῦ ἀπήντησε: Αὐτὸ εἶναι, «ἀδελφὲ τοῦ Χριστοῦ διὰ τῆς υἱοθεσίας». Πατᾶμε στὴν γῆ καὶ βλέπομε στὸν Οὐρανό. Αὐτὸ θὰ ἐπαναλαμβάνεται μέχρι ποὺ νὰ σὲ σκεπάσῃ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ βγῇς νικητής. Ὡς τόσο γνώριζε, τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ λέει: «Ἔπεσες; Ἐγείρου. Τὸ πίπτειν ἀνθρώπινον. Τὸ ἐμμένειν σατανικόν».
Ἡ ζωή μας εἶναι μία πάλη, ἕνας ἀγώνας καὶ μὴν ἀπελπίζεσαι, κανένας δὲν βγαίνει νικητὴς ἄν δὲν τελειώσῃ ὁ ἀγώνας. Ἡ ἀπόγνωσι τοῦ πιστοῦ εἶναι ἡ χαρὰ τῶν δαιμόνων καὶ ἡ μετάνοια ἡ χαρὰ τῶν Ἀγγέλων. Ἀγωνίζου ὅσο μπορεῖς, γιὰ νὰ πάρῃς τὸν στέφανο τῆς ζωῆς. Μὴν παραδίδῃς τὰ ὅπλα ὅταν πέφτῃς, νὰ ξαναεπιτεθῇς πάλι.
«Οὐκ ἔστιν ἡ πάλη ἡμῶν πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχὰς καὶ ἐξουσίας τοῦ σκότους». Ἀγωνίζου νὰ χαροποιήσῃς τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους.
«Καλὴ νίκη. Σὲ περιμένω νικητή», τοῦ εἶπε ὁ Ἅγιος καὶ τὸν προέπεμψε μέχρι τὴν εἴσοδο τῆς Μονῆς.
Ὅλα τὰ ἁμαρτήματα ὁ Ἅγιος τὰ ἐπιτιμοῦσε, ἀλλὰ ἰδιαίτερα τὴν βλασφημία. ῎Ελεγε: «ὅταν βλαστημᾷ ὁ ἄνθρωπος ἐπιτίθεται κατὰ τοῦ Ἰδίου τοῦ Θεοῦ, ἐνῷ μὲ τὰ ἄλλα ἁμαρτήματα παραβαίνει τὸν Νόμο τοῦ Θεοῦ. Ἄλλο νὰ ἐπιτίθεσαι ἐναντίον κάποιου καὶ ἄλλο νὰ παραβῇς τὴν παραγγελία του».
Ἡ Κυριακὴ καὶ ὁ Ἅγιος
ΜΙΑ γυναῖκα ἀντὶ νὰ πάῃ στὴν Ἐκκλησία τὴν Κυριακή, ἔκανε φιδὲ νὰ πάῃ στὸν Ὅσιο. − Γέροντα, σᾶς ἔφερα λίγο φιδέ, τοῦ εἶπε.
ΜΙΑ γυναῖκα ἀντὶ νὰ πάῃ στὴν Ἐκκλησία τὴν Κυριακή, ἔκανε φιδὲ νὰ πάῃ στὸν Ὅσιο. − Γέροντα, σᾶς ἔφερα λίγο φιδέ, τοῦ εἶπε.
− Σκουλήκια, τῆς ἀποκρίθηκε, μοῦ ἔφερες! Τὴν ὥρα τῆς Λειτουργίας δὲν τὸ ζύμωσες; Ἄδειασέ τον.