Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

θυμάμαι

ήτανε κάτι πιθηκάκια θυμάμαι, που τρέχανε από πάνω μας και μας κοιτούσανε χωρίς περιέργεια σε μια απόλυτα φυσική συνύπαρξη
ένα αδιάκοπο πέρα δώθε πάνω στις στέγες και τα μπαλκόνια κάτω από το ζεστό αφρικάνικο ήλιο

αφηρημένα το βλέμμα ακολουθούσε την πορεία τους ενώ η συζήτηση είχε αρχίσει να χαράζει μονοπάτια μιας άλλης ζωής

ο ωκεανός είχε ένα καθόλου ελκυστικό γκρίζο που μας έδιωχνε από τη συντροφιά του

άλλωστε τον αχό του τον ακούγαμε και σε μικρή απόσταση από κείνον

ένα βίαιο νανούρισμα

θυμάμαι

θυμάμαι την απουσία του συναισθήματος δίπλα στα τεχνητά γαλάζια νερά

δεν κάνω πολλές αναδρομές τελευταία, ποιο το νόημα άλλωστε
αλλά θυμάμαι καλά, θυμάμαι πως ήμουν ήδη σε ένα μετά και πως δεν ανήκα πουθενά

σ' ένα μεταίχμιο των εντός μου εποχών