ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Ματθ. 4, 18-23
ΨΑΡΑΔΕΣ
«Δεῦτε ὀπίσω μου καὶ
ποιήσω ὑμᾶς ἀλιεῖς ἀνθρώπων»
(Ματθ. 4, 19)
Ο
ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ, ἀγαπητοί μου, εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὴ θρησκεία. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς
γιατὶ ἀνήκουμε στὴν ἅγια αὐτὴ θρησκεία. Τὸ φωνάζουν τὰ πράγματα. Ἐκεῖνος δὲ ποὺ
θέλει νὰ ἐξετάση ἀμερόληπτα θὰ βρῆ πολλὲς ἀποδείξεις. Ἀποδείξεις ἀμέτρητες. Πιό
εὔκολο εἶνε νὰ μετρήση κανεὶς τὶς ἀκτῖνες ποὺ στέλνει ὁ ἥλιος, παρὰ νὰ μετρήση
τὶς ἀποδείξεις ὅτι ὁ χριστιανισμὸς εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὴ θρησκεία.
* * *
Μιὰ
άπόδειξι εἶνε καὶ αὐτή˙ εἶνε ἡ ἀρχὴ τοῦ χριστιανισμοῦ.
Ναί!
Ἡ ἀρχή, τὸ ξεκίνημα τοῦ χριστιανισμοῦ εἶνε ἕνα θαῦμα. Ὅπως τὸ Ὑλικὸ σύμπαν, γῆ,
ἥλιος, σελήνη καὶ ἄστρα, προῆλθε ἐκ τοῦ μηδενός, ἔτσι καὶ τὸ πνευματικὸ αὐτὸ
σύμπαν, ποὺ λέγεται χριστιανισμός, μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι προῆθε ἀπὸ τὸ μηδέν.
Διότι ἄν ρίξουμε μιὰ ματιὰ στὸ ξεκίνημα τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ τὸ κρίνουμε μὲ
ἀνθρώπινα κριτήρια, θὰ δοῦμε ὅτι ὁ χριστιανισμὸς ξεκίνησε ἀπὸ μιὰ μικρὴ ὁμάδα
ἀνθρώπων, ποὺ κοινωνικῶς ἦταν ἕνα μηδέν. Ἦταν οἱ δώδεκα μαθηταὶ τοῦ Χριστοῦ,
ποὺ οὔτε πλούτη εἶχαν, οὔτε γνώσι καὶ σοφία, οὔτε καμμιὰ ἄλλη κοσμικὴ δύναμι.
Ἦταν φτωχοὶ ἄνθρωποι, ἀγράμματοι, ψαρᾶδες στὸ ἐπάγγελμα, ποὺ ζοῦσαν κοντὰ στὴ
λίμνη τῆς Τιβεριάδος, καὶ μὲ τὰ μικρά τους πλοιάρια ψάρευαν στὴ λίμνη καὶ
ζοῦσαν φτωχικά. Κανένας δὲν τοὺς ὑπολόγιζε. Θεωροῦνταν σὰν ἕνα μηδενικὸ μέσα
στὴν ἀπέραντη τότε Ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία. Τί μποροῦσαν νὰ κάνουν αὐτοὶ οἱ δώδεκα
ἄνθρωποι;
Ποιά
βασιλεία ἤ ποιό κοσμικὸ σύστημα, ποὺ ξάπλωσαν καὶ ἐξουσίαζαν τὸν κόσμο, ἄρχισε
ἔτσι; Ἄς πάρουμε γιὰ παράδειγμα τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο, ποὺ ἵδρυσε τὴ μεγάλη
Ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία. Στρατολόγησε χιλιάδες νέους, τοὺς ὥπλισε μὲ τὰ
τελειότερα ὅπλα τῆς ἐποχῆς, τοὺς γύμνασε, συγκρότησε ἀπʼ αὐτοὺς τὴ μακεδονικὴ
φάλαγγα, ξεκίνησε μὲ τὸν ἰσχυρὸ στρατό του ἀπὸ τὴ Μακεδονία, πέρασε τὸν
Ἑλλήσποντο, σὰν ἀετὸς διέσχισε τὴ Μικρὰ Ἀσία καὶ τὴν Περσία, πολέμησε καὶ
νίκησε πολυάριθμα ἐχθρικὰ στρατεύματα καὶ ἔφθασε μέχρι τὸ Γάγγη ποταμὸ τῶν
Ἰνδιῶν. Καὶ ρωτᾶμε˙ Τί θὰ κατώρθωνε χωρὶς τὸν γυμνασμένο καὶ ἐμεπιροπόλεμο
στρατό του; Τί θὰ κατώρθωνε μὲ ἀόπλους στρατιῶτες;
Ἀλλὰ στὸ χριστιανισμὸ ἔχουμε τὸ πρωτοφανὲς αὐτὸ γεγονός, ὅτι χωρὶς ὑλικὰ μέσα, χωρὶς λεφτά, χωρὶς ὅπλα φονικά, μὲ μόνο ὅπλο τὴν πίστι στὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, ξεκίνησε ἡ μικρὴ ὁμάδα τῶν ψαράδων. Ἄν τοὺς ρωτοῦσε κάποιος τὴν ὥρα ποὺ ξεκινοῦσαν «Ποῦ πηγαίνετε;», αὐτοὶ θὰ ἀπαντοῦσαν˙ «Πηγαίνουμε γιὰ νὰ κηρύξουμε τὸ εὐαγγέλιο σʼ ὅλο τὸν κόσμο. Θὰ ἀλλάξουμε τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα αἰώνων καὶ πάνω στὰ ἐρείπια θὰ ἱδρύσουμε τὴν πιὸ μεγάλη πολιτεία τοῦ κόσμου, τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».