A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲔⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀⲔⲞⲤⲦⲎ! ⲔⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ⲔⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀⲔⲞⲤⲦⲎ! ⲔⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!
«Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ, ἀληθὴς νηστεία, ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους, καὶ ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἐστίν, ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος»

Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2024

100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΥ (Ὀμιλία Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Γρηγορίου στὴν Συνοδικὴ Ἐκδήλωση τοῦ Ἁγίου Δημητρίου 2024)

 Δοξολογία ἀναπέμπουμε στὸν Πανάγαθο Θεὸ ποὺ μᾶς ἀξίωσε νὰ βρεθοῦμε ἐδῶ, νὰ μοιραστοῦμε τὴ χαρὰ τῆς ἐν Χριστῷ συνάντησης καὶ νὰ ἐπαληθεύσουμε, μὲ τὴ μαρτυρία τῆς ζωῆς μας, ὅτι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐκφράζεται μέσα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη σχέση, τὴ συνδιαλλαγὴ τῆς συγγνώμης καὶ τῆς συγχωρήσεως. Ἡ εὐχαριστιακὴ συνάντηση, ἡ ἀνθρώπινη συναλλαγὴ μὲ κατανόηση, ἀλληλοπεριχώρηση καὶ σεβασμὸ πρὸς τὸν ἄλλο ἀποτελεῖ βασικὸ καὶ πρωταρχικὸ στοιχεῖο πνευματικῆς προκοπῆς καὶ ἀνάπτυξης καὶ ὄχι ἁπλὰ μόνο μία κοινωνικὴ δεξιότητα.

ekdilosithes9

ρχικά, θὰ ἤθελα νὰ εὐχαριστήσω τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Καλλίνικο καὶ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο ποὺ μοῦ ἀνέθεσαν νὰ ἐκφωνήσω αὐτὸν τὸν σύντομο λόγο. Ἐπίσης, τοὺς Σεβασμιωτάτους, Ἁγίους Ἀρχιερεῖς ἕναν πρὸς ἕναν, Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος κ. Γερόντιο, Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσόστομο, Φιλίππων καὶ Μαρωνείας κ. Ἀμβρόσιο, Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα, καὶ τὸν Θεοφιλέστατο Ταλαντίου κ. Καλλίνικο γιὰ τὴν τιμητική τους παρουσία.

 Ἐκκλησία μας μέσα σὲ πανηγυρικὸ κλίμα ἑόρτασε τὴν Παρασκευὴ τὴ μνήμη τοῦ Πολιούχου τῆς Θεσσαλονίκης, τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, μὲ Ἀρχιερατικὸ Συλλείτουργο καί, ἐν συνεχείᾳ, μὲ τὴ λιτάνευση τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνος τοῦ Ἁγίου πρὸς ἁγιασμὸ τῆς πόλεώς μας. Τὴν ἑπομένη ἡμέρα, Σάββατο, ἑόρτασε τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νέστορος μὲ Ἀρχιερατικὸ Συλλείτουργο στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Νέστορος, ὁ ὁποῖος βρίσκεται κοντὰ στὸν τόπο μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Δημητρίου καὶ σήμερα, Κυριακή, καὶ πάλι μὲ τὸ Ἀρχιερατικὸ Συλλείτουργο στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν τιμήθηκαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι τῆς Θεσσαλονίκης. Ἐπίσης, ἡ Ἐκκλησία μας μνημόνευσε τοὺς ἡρωϊκῶς πεσόντας ὑπὲρ τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος ἡμῶν μὲ ἀφορμὴ τὴν ἐπέτειο τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς πόλεως τῆς Θεσσαλονίκης τὸ 1912 ἀπὸ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ.

 Ἅγιος Δημήτριος ἀποτελεῖ ἕναν νοητὸ φάρο τῆς Ῥωμηοσύνης καὶ ὅλης τῆς οἰκουμένης. Ἀποτελεῖ πρόσωπο ποὺ ἑνώνει τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὴν ἱστορία μας. Ἑνώνει τὴ ζωὴ τοῦ ὀρθοδόξου χριστιανοῦ μὲ τὴν πραγματικὴ Ζωή, τὴν Ἀλήθεια καὶ τὸ Φῶς. Ὁ χριστιανὸς ἑνώνεται μὲ τὸν Ἅγιο Δημήτριο, ἐφόσον ὁ ἴδιος πιστεύει στὴν πρεσβεία του καὶ στὸ φῶς τῆς Ἀληθινῆς Πίστεώς μας. Ἐμεῖς, ὅλοι ἐδῶ σὲ αὐτὴν τὴ σύναξη, ἐὰν λέγαμε ὅτι εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, δὲν θὰ ὑπερβάλλαμε καθόλου. Τὸ ἀντίθετο θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε. Γιὰ νὰ βρισκόμαστε ἐδῶ, πιστεύουμε στὸν Ἅγιο Δημήτριο, στὴν πρεσβεία τοῦ Ἁγίου, ἡ ὁποία, ὅπως τότε, τὸ 1912, ποὺ ἀπελευθέρωσε τὴν πόλη μας τὴ Θεσσαλονίκη, ἔτσι καὶ τώρα εἶναι ἱκανὴ νὰ θαυματουργεῖ καὶ νὰ ἐλευθερώνει τὸν σύγχρονο Ῥωμηὸ ἀπὸ κάθε τὶ ποὺ τὸν καθηλώνει.

 Ἅγιος Δημήτριος πάντα μιλάει στὴν καρδιὰ τοῦ ἐλεύθερου ἀνθρώπου, στὴν καρδιὰ ἐκείνη ποὺ δὲν ἔχει ὑποδουλωθεῖ καὶ ἀντιμετωπίζει μὲ εὐθύτητα τὴν ἁμαρτωλότητά της, καὶ στὴν καρδιὰ ἐκείνη ποὺ δὲν ἔχει ὑποταχθεῖ στὸ ἀναισθητικὸ τῆς εἰρήνης δίχως ἐλευθερία. Ὅπως ἀκριβῶς δὲν ὑποτάχθηκε τὸ ἐλεύθερο πνεῦμα τοῦ Ῥωμηοῦ, γιὰ 500 χρόνια ἐδῶ στὴ Μακεδονία, καὶ ἔφερε τὴν ἐλευθερία στὴ Θεσσαλονίκη μας, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἐμεῖς ζῶντας μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα, δὲν ὑποτασσόμαστε. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μόνο συνεχίζει ἡ ἱστορία μας. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο συνδέεται τὸ πρὶν καὶ τὸ τώρα τῆς ἱστορίας. Ἐμεῖς σήμερα μὲ τὴ ζωή μας ἐνσαρκώνουμε τὸ παρὸν σὲ ζῶσα πίστη καὶ μεταμορφώνουμε τὴν καθημερινότητά μας, τὴν οἰκογένειά μας, τὴν κοινωνία μας σὲ ἀνάσταση ζωῆς καὶ ἐλπίδα γιὰ τὸ μέλλον.

 Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ «Ῥωμηοσύνη» εἶναι δύο ταυτόσημες ἔννοιες ποὺ ἔχουν κρατήσει τὸν αὐτοπροσδιορισμό μας ὡς Ἕλληνες μέχρι σήμερα. Συνιστοῦν τὴν ἱστορική μας συνείδηση καὶ τὸν λόγο ὕπαρξής μας. Δίχως αὐτὲς δὲν θὰ ὑπήρχαμε σήμερα. Δὲν θὰ γνωρίζαμε, ἐπὶ παραδείγματι, τὸν προστάτη μας Ἅγιο Δημήτριο, δὲν θὰ εἴχαμε ἀκόμα καὶ τὶς πρόσφατες ἔνδοξες καὶ ἡρωικὲς στιγμές τῆς σύγχρονης ἱστορίας μας, αὐτὲς τοῦ ἔπους τοῦ ’40. Οὐσιαστικὰ ἀποτελοῦν συστατικὰ ἐπιβίωσης καὶ λειτουργοῦν σὰν ἕνα ἑνιαῖο ὅλον ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας ποὺ μεγαλούργησε και μεγαλουργεί κάτω ἀπὸ ἀκραῖες συνθῆκες καὶ αὐτὸ τὸ μαρτυρεῖ αὐταπόδεικτα καὶ ἡ ἱστορία μας.

Γιὰ παράδειγμα, ἡ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ἡ λεγομένη Βυζαντινή, εἶναι ἡ μοναδικὴ αὐτοκρατορία στὴν παγκόσμια ἱστορία ποὺ κράτησε πάνω ἀπὸ 1100 χρόνια. Ἡ ἐπανάσταση τοῦ 1821 ὁραματιζόταν τὴν ἀπελευθέρωση ὄχι μόνον τῆς σημερινῆς Ἑλλάδας, ἀλλὰ καὶ τῆς Κωνσταντινούπολης καὶ τῆς Ῥωμανίας ἀκόμη, δηλαδή σχεδὸν ὅλων τῶν Βαλκανίων. Τί ἦταν, ἄραγε, αὐτὸ ποὺ κράτησε ἀμείωτη γιὰ 400 χρόνια - καὶ στὴ Μακεδονία μας γιὰ 500 χρόνια - τὴν ἐλπίδα τῆς ἀπελευθέρωσης τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων; Τί εἶναι αὐτο ποὺ μᾶς κάνει νὰ αἰσθανόμασθε σὰν νὰ μὴν πέρασε μία ἡμέρα, σὰν νὰ ἦταν χθὲς ἡ ἡμέρα τῆς πτώσης τῆς Κωνσταντινούπολης;

Τί ἦταν, ἄραγε, αὐτὸ ποὺ ἔκανε τὸν ἑλληνισμὸ νὰ ἀντέξει στὴν περίοδο τοῦ Β´ Παγκοσμίου Πολέμου κάτω ἀπὸ τρεῖς διαφορετικὲς κατοχές, τὴ γερμανική, ἀλλὰ καὶ τὶς δύο χειρότερες, τὴν ἰταλικὴ καὶ τὴν βουλγαρική

Καὶ λέω «χειρότερες», διότι αὐτὲς ἐπέβαλαν νὰ ὁμιλοῦν οἱ ἑλληνικοὶ πληθυσμοὶ τὴ γλώσσα τῶν κατακτητῶν μέσα σὲ ἑλληνικὲς δημόσιες ὑπηρεσίες· στὰ Ἑπτάνησα τὰ ἰταλικά, καὶ στὴν Ἀνατολικὴ Μακεδονία τὰ βουλγαρικά.

Τί ἦταν αὐτό, ἄραγε, ποὺ κράτησε γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ τὸν ἑλληνισμό; Ἡ Πόλη μπορεῖ νὰ ἔπεσε, ἀλλὰ τὸ φρόνημα τοῦ Ῥωμηοῦ ἀκόμα ἐπιβιώνει καὶ ὑπάρχει. Αὐτὸ τὸ χαρακτηρίζω, ἂν μοῦ ἐπιτρέπεται ὁ χαρακτηρισμός, «λογισμικὸ Ῥωμηός»· εἶναι ἕνα ἐνεργοποιημένο λογισμικὸ τὸ ὁποῖο ἔχει αὐτορύθμιση μὲ τὴ ζωὴ τοῦ καθενός μας· λογισμικὸ ποὺ προσανατολίζει καὶ χαράζει πορεία ἀκόμα καὶ σὲ δύσκολες ἕως καὶ ἀκραῖες συνθῆκες περιβάλλοντος· λογισμικὸ ποὺ λειτουργεῖ μόνον μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ συνείδηση τοῦ Ῥωμηοῦ, δηλαδὴ μόνον ἐὰν ἐγὼ ὡς Ῥωμηὸς πιστεύω στὸν Ἀληθινὸ Θεό.

Πεῖτε μου, σᾶς παρακαλῶ, τί εἶναι αὐτὸ ποὺ κρατᾶ σήμερα τοὺς κρυφοχριστιανοὺς μέσα στὴ Μικρὰ Ἀσία; Νωρίτερα, μίλησα γιὰ 500 χρόνια ἐπιβίωσης, καὶ αὐτὸ λέμε καὶ - πράγματι εἶναι - θαυμαστό. Μοῦ φαίνεται ὅτι ἡ ἱστορία τῆς ἐπιβίωσης τῆς Ῥωμηοσύνης δὲν τελείωσε. Συνεχίζει κάτω ἀπὸ ἀκραῖες συνθῆκες κατοχῆς καὶ ἐπιβίωσης κρυφῶν χριστιανῶν. Γράφεται ἀκόμα ἡ ἱστορία τῆς Ῥωμηοσύνης μέσα στὶς ἐσχατιὲς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ὄχι μόνο. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι μέσα ἐκεῖ ποὺ μᾶς περιμένουν μὲ τὴ λαμπάδα τῆς ἐλευθεριᾶς ἀναμμένη. Διατηροῦν ἀκόμα ἀδούλωτο τὸ ἐλεύθερο φρόνημα τῆς Ῥωμηοσύνης, ὅπως τὸ ἐξέφρασε καὶ ὁ τελευταῖος αὐτοκράτοράς μας, ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος. Πῶς ἄραγε διατηροῦν τὴν ἐλπίδα τῆς ἐλευθεριᾶς; Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ συντηρεῖ ἀμείωτο τὸν ἀγώνα τῆς ἐπιβίωσης;

Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη μας. Εἶναι ἡ Ἀλήθεια, εἶναι τὸ Φῶς. Ὁ Ῥωμηὸς ποτὲ δὲν σταμάτησε νὰ ἀσκεῖται καὶ νὰ βιώνει τὴν Ἀλήθεια, νὰ ἔχει τὴ θεωρία καὶ τὴν πράξη. Φέρει μέσα του τὸ «Λογισμικὸ τῆς Ῥωμηοσύνης» καὶ αὐτὸ τὸ λογισμικὸ λειτουργεῖ ὡς ἑξῆς: ὅποιος πραγματεύεται τὴν Ἀλήθεια, ὅποιος βιώνει τὴν Ἀλήθεια, ὅποιος εἶναι ἔτοιμος νὰ θυσιαστεῖ γιὰ τὴν Ἀλήθεια, σημαίνει ὅτι συνομιλεῖ μὲ τὸν Ἀληθινὸ Θεὸ ἀνεξαρτήτως καταγωγῆς, χρώματος καὶ γλώσσας. Αὐτὸς εἶναι ὁ αὐθεντικὸς χριστιανὸς, αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ Ῥωμηὸς. Ὅ,τι καὶ νὰ ἀντιμετωπίζει, βγαίνει πάντα νικητής μὲ τὸ φῶς ποὺ ἔχει μέσα στὴν καρδιά του, μὲ τὴν Ἀληθινὴ Πίστη. Μετατρέπει τὸ δύσκολο σὲ ἁπλό, τὸ ἀδιέξοδο σὲ προσανατολισμὸ καὶ τὸν θάνατο σὲ ἀνάσταση.

Τούτη τὴν ὥρα δὲν μπορῶ παρὰ νὰ ὑποκλιθῶ στὴν ἱστορία καὶ εἰδικὰ στοὺς χριστιανοὺς ἐκείνους ποὺ μέχρι σήμερα κρατᾶνε ψηλὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη μας καὶ τὴ Ῥωμηοσύνη μας, ἐντὸς καὶ ἐκτὸς τῶν σημερινῶν συνόρων τῆς Ἑλλάδας. Εἶναι αὐτοὶ ποὺ ὅλους ἐμᾶς ποὺ βρισκόμαστε ἐδῶ, στὴν ἡσυχία καὶ στὸν πολιτισμό μας, τὸν ὁποῖο μᾶς ἔχει ἀντιπροσφέρει ἁπλόχερα ἡ δύση μὲ τὴν φθορὰ τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, μᾶς κρατᾶνε ψηλά στοὺς ὥμους τους καὶ τοὺς εὐχαριστοῦμε.

 Ὀρθόδοξη Πίστη καὶ τὸ ῥωμαίικο φρόνημα ἐξακολουθεῖ νὰ δοκιμάζεται στὴν ἐποχή μας. Ἐφέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια ἀπὸ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολογίου, γεγονὸς τὸ ὁποῖο, ἀναμφισβήτητα, ἔχει πληγώσει ἐσωτερικὰ τὴ Ῥωμηοσύνη. Σὲ μία ἐποχὴ σὰν αὐτὴ τοῦ 1924, δύο χρόνια ἀμέσως μετὰ τὴ Μικρασιατικὴ Καταστροφὴ, ἦρθε νὰ πληγώσει τὸ ῥωμαίικο φρόνημα μία ἀλλαγὴ, ἡ ὁποία σκοπὸ εἶχε, ὅπως εἰπώθηκε, τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ τῶν χριστιανικῶν ἑορτῶν μὲ τὴ δύση. Αὐτὴ ἡ ἡμερολογιακὴ ἀλλαγὴ μετὰ ἀπὸ μία τόσο τραγικὴ ἐθνικὴ ταπείνωση φάνηκε ὅτι ἦταν ἡ προσδοκώμενη εὐκαιρία γιὰ κάποια ἐξωτερικὰ κέντρα, τὰ ὁποῖα εἶχαν σκοπὸ νὰ ὑλοποιήσουν σχέδια διχασμοῦ καὶ περισσότερης ταπείνωσης τοῦ ῥωμαίικου φρονήματος. Τελικά, οἱ πρωτεργάτες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης μίλησαν γιὰ πρόοδο, τὴν πρόοδο τῆς ἑνότητας ἀνατολῆς καὶ δύσης, τὴν ὁποῖα μέχρι καὶ σήμερα, ὅσο καὶ νὰ ὑπογράφονται συμφωνίες, δὲν κατάφεραν, διότι δὲν μπορεῖ ὁ Ῥωμηὸς νὰ συμπορευθεῖ μὲ τὸν Λατῖνο πνευματικά, δὲν μπορεῖ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία νὰ ταυτιστεῖ μὲ τοὺς Λατίνους τῆς δύσης. Αὐτὸ δὲν μπόρεσε νὰ ἐπιτευχθεῖ μὲ τοὺς Λατίνους οὔτε ὅταν ὑπῆρχε ἡ δυνατότητα μὲ τὴ λεγομένη Βυζαντινὴ Αὐτοκρατορία. Σήμερα, ἀπὸ πρακτικῆς πλευρᾶς εἶναι φύσει ἀδύνατον, εἰδικὰ στὴν ἐποχή μας, διότι τὸ χάσμα ἔχει μεγαλώσει ἀκόμα περισσότερο καὶ οἱ διαφορὲς πλέον εἶναι δακριτὲς καὶ ἀποτελοῦν ἐμπόδιο βασικῆς ἐπικοινωνίας. Τὸ μόνον τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ φέρει τὴν ἕνωση μεταξὺ ἀνατολῆς καὶ δύσης εἶναι εἴτε νὰ μετανοήσουν οἱ Λατῖνοι εἴτε ἐμεῖς νὰ ἀλλάξουμε ἐσωτερικὰ καὶ νὰ πιστεύουμε σὲ ἕναν Χριστὸ ποὺ δὲν ὑπάρχει.

Αὐτὴ ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου μὲ τὶς πολλὲς ὑποσχέσεις, τελικά, ἔφερε τὴ Ῥωμηοσύνη ἀντιμέτωπη μὲ ἕναν ἡμερολογιακὸ διχασμό, ὁ ὁποῖος περισσότερο διχάζει, παρὰ ἑνώνει, περισσότερο ἀποπροσανατολίζει καὶ προσθέτει προβλήματα, παρὰ θεραπεύει. Τὰ ἐπιχειρήματα «εἴμαστε τὸ ἴδιο», «εἴμαστε ὀρθόδοξοι χριστιανοί» καὶ «τὸ νέο ἡμερολόγιο εἶναι μία διόρθωση τοῦ παλαιοῦ» εἶναι λογικὰ ἐπιχειρήματα, τὰ ὁποῖα πείθουν μὲν προσωρινά, φέρουν ὅμως ἕνα διπλὸ ἀντιφατικὸ μήνυμα.

Τὸ πρῶτο μήνυμα εἶναι τὸ λογικό, διατυπώνεται μία πληροφορία καὶ πείθει μὲ ἐπιχειρήματα τὸν ἁπλὸ χριστιανό, δηλαδὴ τὸ ὅτι ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου εἶναι θέμα ἐπιστημονικὸ καὶ ὄχι θεολογικό. Τὸ δεύτερο μήνυμα εἶναι ἡ ἑνότητα, ἡ ὁποία ὅμως προσβάλλεται, διότι εἰσάγεται ἕνα δεύτερο ἑορτολόγιο, τὸ ἑορτολόγιο τοῦ νέου ἡμερολογίου. Ἡ ἀντίφαση εἶναι τὰ δύο μηνύματα μὲ διαφορετικὴ κατεύθυνση. Ἡ ἐπιστήμη εἶναι ἕνα ἰσχυρὸ μήνυμα καὶ γίνεται εὔκολα ἀποδεκτὸ στὸν κοινὸ νοῦ, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἑνότητα προσβάλλεται καὶ ἡ εἰσαγωγὴ δύο διαφορετικῶν ἑορτολογίων, νέου καὶ παλαιοῦ, τουλάχιστον ἀποπροσανατολίζει. Δημιουργεῖ πρακτικὰ προβλήματα, παράγει ἀντιθέσεις, ἐνεργοποιεῖ ἀντιστάσεις σὲ βαθμὸ ποὺ δικαιολογεῖ τὴ σημερινὴ εἰκόνα τῆς διαφορᾶς νέου καὶ παλαιοῦ.

Μὲ ἄλλα λόγια, ἂν ὑπῆρχε ἕνα ἡμερολόγιο καὶ ἕνα ἑορτολόγιο, δὲν θὰ ὑπῆρχε πρόβλημα. Τὸ πρόβλημα προέκυψε ἐπειδὴ τὸ μήνυμα τῆς ἀλλαγῆς ἦταν ἀντιφατικό. Ἡ σύγχρονη συστημικὴ ἐπιστήμη ἐξηγεῖ: ὅταν τὸ μήνυμα εἶναι ἀντιφατικό σημαίνει δύο διαφορετικὰ μηνύματα σὲ διαφορετικὴ κατεύθυνση. Αὐτὸ ἀπὸ μόνο του παράγει πρόβλημα. Ὁ ἄνθρωπος συγχύζεται διότι θέλει ἐνότητα καὶ ἁπλότητα. Τὸ μήνυμα ἐπειδὴ εἶναι ἀντιφατικὸ ἀπὸ μόνο του μπορεῖ νὰ δημιουργήσει πρόβλημα στὴν ὁποιαδήποτε ἀνθρώπινη λειτουργία. Μὲ ἄλλα λόγια, ἐὰν θὰ θέλαμε νὰ τὸ μεταφέρουμε σὲ ἰατρικοὺς ὅρους, ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου καὶ ἡ εἰσαγωγὴ ἑνὸς δευτέρου ἑορτολογίου προκάλεσε ψυχοσωματικὸ νόσημα στὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ τὸ ψυχοσωματικὸ νόσημα πονάει σὲ ἕνα σημεῖο τοῦ σώματος, ἀλλὰ ἡ δυσφορία εἶναι τέτοια, ποὺ προκαλεῖ πόνο καὶ στὸ ὑπόλοιπο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Δηλαδή, λειτουργεῖ ὅπως ἡ Σκλήρυνση κατὰ Πλάκας, ἡ ὁποῖα μειώνει τὴ λειτουργία τῆς βάδισης ἢ τῆς ὅρασης καὶ ἡ βλάβη ἑστιάζεται σὲ ἕνα σημεῖο τοῦ σώματος, ἀλλὰ ἡ βλάβη αὐτὴ ἀρκεῖ γιὰ νὰ ὑποφέρει ὅλο τὸ ὑπόλοιπο σῶμα.

ὰν ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου τοῦ 1924 εἶχε σαφὲς μήνυμα, τότε θὰ μίλαγε γιὰ ἕνα ἡμερολόγιο συνδεδεμένο μὲ ἕνα κοινὸ ἑορτολόγιο καὶ αὐτὸ θὰ ἐνίσχυε τὴν ἑνότητα. Δυστυχῶς, δὲν ἔγινε κάτι τέτοιο. Αὐτὸ ποὺ προτάθηκε ἐξ ἀρχῆς τὴν ἐποχὴ τῆς μεταρρύθμισης τοῦ 1924 ἦταν νὰ ἀλλάξει τὸ ἡμερολόγιο καὶ νὰ παραμείνει τὸ ἑορτολόγιο στὰ πρότυπα τῆς ἀλλαγῆς, ὅπως ἔγινε στὴ Ῥωσία καὶ στὴ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν ποὺ σήμερα ἀκολουθοῦν τὸ παλαιὸ ἑορτολόγιο συνδεδεμένο μὲ τὸ νέο ἡμερολόγιο. Δηλαδή, γνωρίζουν οἱ χριστιανοὶ ποὺ ἀκολουθοῦν τὸ παλαιὸ ἑορτολόγιο σὲ ἄλλα ὀρθόδοξα κράτη ὅτι τὰ Χριστούγεννα εἶναι στὶς 7 Ἰανουαρίου καὶ ὄχι στὶς 25 Δεκεμβρίου. Γνωρίζουν ὅτι τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἶναι στὶς 14 Ἰανουαρίου καὶ ὄχι τὴν 1η Ἰανουαρίου. Δηλαδή, ἄλλαξαν τὸ πολιτικὸ ἡμερολόγιο, ἀλλὰ παρέμεινε τὸ ἴδιο ἑορτολόγιο.

ντίθετα, στὴν Ἑλλάδα μὲ τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου δημιουργήθηκαν δύο ἑορτολόγια. Γιὰ παράδειγμα, στὴν Κρατοῦσα Ἐκκλησία ἀκολουθεῖται τὸ ἑορτολόγιο σύμφωνα μὲ τὸ πολιτικὸ ἡμερολόγιο καί, ταυτόχρονα, παρέμεινε καὶ τὸ παλαιὸ ἑορτολόγιο, τὸ ὁποῖο ἀκολουθοῦν σήμερα τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὀρθόδοξα κράτη καθὼς καὶ οἱ παλαιοημερολογῖτες ἐντὸς καὶ ἐκτὸς Ἑλλάδος. Ἐὰν παρέμενε ὁ ἀρχικὸς σχεδιασμὸς καὶ στὴν Ἑλλάδα, ὅπως καὶ στὰ περισσότερα ὀρθόδοξα κράτη, σήμερα δὲν θὰ μιλάγαμε γιὰ νέο καὶ παλαιὸ ἢ γιὰ νεοημερολογῖτες καὶ παλαιοημερολογῖτες. Δὲν θὰ σκεφτόμασταν ὅτι ἡ κρατοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδας εἶναι μειοψηφία σὲ παγκόσμια νούμερα, ἐπειδὴ ἀκολουθεῖ τὸ νέο ἑορτολόγιο.

 ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου εἶναι κατανοητὴ καὶ σύμφωνη ἀπὸ ὅλους μας. Ἡ εἰσαγωγή, ὅμως, ἑνὸς δευτέρου ἑορτολογίου εἶναι τὸ πρόβλημα καὶ ἐπιμένω ὅτι εἶναι πολὺ σοβαρὸ τὸ θέμα, διότι ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ εἶναι ἀντιφατικὴ καὶ ἐπηρεάζει τὴν Ἑλλάδα καὶ κοινωνικὰ, καθὼς καὶ σὲ πολλὰ ἄλλα ἐπίπεδα ἐπικοινωνίας, πράγμα τὸ ὁποῖο ἀπὸ μόνο του σὰν θέμα θὰ χρειαζόταν εἰδικὴ διάλεξη γιὰ νὰ ἀναλυθεῖ διεξοδικά, δὲν εἶναι ὅμως τῆς παρούσης. Ἡ Ἐκκλησία ἑνώνει, ἡ Ἐκκλησία προσανατολίζει καί, ἀκόμα καὶ μέσα στὴ σκλαβιά, ἡ Ἐκκλησία διαμόρφωσε καὶ καθόρισε τὴν ἱστορία μας ὡς ἔθνους. Αὐτὸ εἶναι αὐταπόδεικτο καὶ αὐτὸ ὅλοι τὸ πιστεύουμε. Ἡ ἀλλαγὴ θὰ μποροῦσε πράγματι νὰ πραγματοποιηθεῖ τὸ 1924 χωρὶς πρόβλημα, ἐὰν ἀπὸ κοινοῦ ὅλα τὰ Ὀρθόδοξα Πατριαρχεῖα καὶ ὅλες οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες ἀποφάσιζαν νὰ ἑορτάζουν σὲ ἕνα κοινὸ ἑορτολόγιο μὲ τὴν εἰσαγωγὴ τοῦ πολιτικοῦ ἡμερολογίου. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἔγινε. Στὴν ἐγκύκλιο τοῦ 1920 τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως διατυπώθηκε ἡ ἀνάγκη τοῦ κοινοῦ συνεορτασμοῦ μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων. Αὐτὸ σήμανε αὐτομάτως διαφωνίες, ἀντιπαραθέσεις καὶ ἡ Ῥωμηοσύνη καὶ πάλι δοκιμάστηκε. Σήμερα, ὅμως, δὲν ὁμιλεῖ κανένας γιὰ τὸ ὅτι ἡ ἀλλαγὴ εἶχε σκοπὸ τὸν κοινὸ ἑορτασμὸ μὲ τοὺς Λατίνους, ἀλλὰ τονίζεται ἡ ἀστρονομικὴ διαφορὰ τῶν 13 ἡμερῶν. Τονίζεται τὸ ἐπίπεδο τοῦ χρόνου καὶ ὄχι τὸ ἐπίπεδο τῆς ἑνότητας.

Τίποτα δὲν θυμίζει τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Μεγάλου Κωνσταντίνου ποὺ ἕνωσε ὅλους τοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς του κάτω ἀπὸ τὸ κοινὸ Πασχάλιο σὲ ἕνα ἡμερολόγιο καὶ σὲ ἕνα ἑορτολόγιο. Ἡ ἑνότητα εἶναι τὸ χαρακτηριστικὸ ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶναι σὲ προτεραιότητα, παρὰ ὁ χρόνος. Τελικὰ, προτιμήθηκε τὸ ἀντίθετο, δηλαδὴ θυσιάστηκε ἡ ἑνότητα μπροστὰ στὴν ἡμερολογιακὴ διαφορὰ μὲ τὸ ἐπιχείρημα τῆς ἐπιστημονικῆς ἀκρίβειας.

Σήμερα διαπιστώνουμε ὅτι γίνεται λόγος γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς Λατίνους. Προτείνεται μὲ τέτοιο τρόπο, ἔτσι ὥστε οἱ Λατῖνοι νὰ ἀλλάξουν τὸ Πασχάλιό τους. Ἂν ὑποθέσουμε ὅτι ὅλοι οἱ Λατῖνοι ἑορτάζουν σύμφωνα μὲ τὸ Ὀρθόδοξο Πάσχα, ἄραγε θὰ ἀλλάξει κάτι ἀπὸ τὶς αἰρέσεις τὶς ὁποῖες ἐκφράζουν, ἢ μήπως τελικὰ γιὰ νὰ δείξουμε πόση ἀγάπη ἔχουμε, γυρίσουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι μὲ τὸ Πάσχα τῶν Λατίνων; Αὐτὸ ποὺ μένει εἶναι νὰ δοῦμε ποῦ θὰ καταλήξει αὐτὴ ἡ συζήτηση. Εὔχομαι νὰ μὴν πληγωθεῖ καὶ πάλι ἡ Ῥωμηοσύνη καὶ ὑπάρξει διχασμὸς σὲ παλαιοπασχαλῖτες καὶ νεοπασχαλῖτες.

ντύπωση προκαλεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι συζητεῖται τὸ νὰ ὑπάρχει κοινὸς χρονικὸς ἑορτασμὸς τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς Λατίνους, ἀλλὰ δὲν γίνεται λόγος γιὰ κοινὸ ἑορτασμὸ τῶν Χριστουγέννων μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων. Ἐνῷ ὑπάρχει εὐαισθησία χρονικῆς ταύτισης τοῦ Πάσχα μὲ τοὺς Λατίνους, δίδεται προτεραιότητα μόνον ἐκεῖ καὶ δὲν λαμβάνεται μέριμνα γιὰ ἐμᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους, ὥστε ὁ κοινὸς ἑορτασμὸς τῶν Χριστουγέννων νὰ πραγματοποιεῖται χωρὶς χρονολογικὴ διάσπαση νέου καὶ παλαιοῦ ἑορτολογίου. Ἄραγε εἶναι πιὸ εὔκολη ἡ χρονικὴ ἑορτολογικὴ ἑνότητα μεταξὺ Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων παρὰ τῶν Ὀρθοδόξων μεταξύ τους; Τὸ πνεῦμα τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἦταν ἡ ἑνότητα μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων, κάτι στὸ ὁποῖο σήμερα δὲν δίδεται προτεραιότητα. Ἐπιδιώκεται ἑνότητα, ἢ κάτι ἄλλο μὲ τὸ πρόσχημα τῆς ἑνότητας;

Αὐτὸ ἴσως, τελικά, εἶναι συνέχεια μίας στρατηγικῆς, αὐτῆς τοῦ οἰκουμενισμοῦ. Ἡ λογικὴ τοῦ οἰκουμενισμοῦ ὅτι ὅλα τὰ θρησκεύματα ἔχουν μέρος τῆς ἀληθείας ἢ ὅτι πιστεύουν ὅλοι στὸν ἴδιο Θεὸ ἀλλὰ μὲ διαφορετικὸ τρόπο, εἶναι ἀντίθετη μὲ τὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ τῆς Ῥωμηοσύνης. Ἡ ἀλλαγὴ τοῦ ἡμερολογίου, τελικά, πρόσθεσε καὶ νέο πρόβλημα, τὸν οἰκουμενισμό, ὁ ὁποῖος σήμερα κατανοεῖ τὴν ἑνότητα περισσότερο μὲ τὴ δύση παρὰ μεταξὺ τῶν Ὀρθοδόξων. Σήμερα, ὁ οἰκουμενισμὸς προβάλλεται ὡς εὐφυής λύση, ὡς ἑνότητα πάντων τῶν θρησκευμάτων, ἀλλὰ ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη δικαιώνεται ἀπὸ τοὺς ἀγῶνες τῶν ὀλιγοστῶν καὶ τῶν ἐλαχίστων ποὺ φέρουν τὸ γενναῖο φρόνημα τῆς Ῥωμηοσύνης καὶ ποὺ τὸ θαῦμα τῆς ἐπιβίωσης λειτουργεῖ ἀκόμα στὶς συνειδήσεις τους, καθὼς ἀντιστάθηκαν ἀπὸ τὸ 1924 ἕως σήμερα.

δῶ θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ ἐπισημάνω ὅτι πιὸ εὔκολα γίνεται μία συζήτηση, ἕνα διάλογος μὲ τοὺς Λατίνους καὶ μὲ κάθε λογῆς ἑτεροδόξους, παρὰ μεταξύ μας, δηλαδὴ ἀνάμεσα σὲ ἐκπροσώπους τοῦ νέου καὶ τοῦ παλαιοῦ ἑορτολογίου. Ἐδῶ πράγματι κάτι δὲν κάνουμε καλὰ ὅλοι μας καὶ ἐδῶ ἔχουμε καὶ προσωπικὴ εὐθύνη ὅλοι μας, ὄχι γιὰ τὰ 100 χρόνια ποὺ πέρασαν, ἀλλὰ γιὰ τὰ ἑπόμενα ποὺ θὰ ἔρθουν. Ἡ προσωπικὴ μου σκέψη εἶναι ὅτι ἡ Ῥωμηοσύνη ἀπαιτεῖ τὴν ἐν Χριστῷ ἐπικοινωνία μεταξὺ νέου καὶ παλαιοῦ σὲ πλαίσιο ποὺ νὰ θεραπεύει καὶ νὰ μὴν πληγώνει, νὰ προσανατολίζει καὶ νὰ μὴν μπερδεύει, νὰ ἐπαναφέρει τὴν τάξη ἐκεῖ ὅπου λειτουργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ὄχι τὸ ἀνθρώπινο θέλημα σὲ ἕνα κοινὸ ἑορτολόγιο, ὅπως ὁρίζει καὶ ἡ Παράδοσή μας, τὸ παλαιό, τὸ ὁποῖο σήμερα ἀκολουθεῖ ἡ μεγάλη πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.

 δική μας ὕπαρξη ὡς Ἐκκλησία τοῦ παλαιοῦ ἑορτολογίου στὴν Ἑλλάδα σὲ αὐτὴν τὴν ἀλλαγὴ τοῦ ἑορτολογίου καὶ σὲ αὐτὴν τὴν ἱστορία τῶν 100 χρόνων ἔχει σημασία ὁμολογιακή. Θὰ ἐπαναλάβω τὰ λόγια τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος κ. Καλλινίκου καὶ τὴν ὁμόφωνη στάση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μας, λέγοντας τὰ ἑξῆς: ὑπάρχουμε ἵνα μαρτυρήσουμε τὴν Ἀλήθεια καὶ ὄχι γιὰ νὰ ὑποκαταστήσουμε τὴν Κρατοῦσα Ἐκκλησία. Ἡ Ἀποστολική μας Διαδοχὴ ἀποτελεῖ σημαία αὐταπόδεικτης Παρουσίας τοῦ Θεοῦ στὴν πορεία τῶν 100 χρόνων. Δὲν χρειάζεται νὰ κάνω μνεία περὶ τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς μας, διότι θὰ κουράσω, ἀλλὰ μπορεῖ ὁ ὁποιοσδήποτε ἀναγνώστης νὰ ἐρευνήσει τὸ θέμα ἐδῶ, σὲ ἕνα πολυσέλιδο βιβλίο, τὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ τὸ βρεῖ κάποιος δωρεὰν στὸν ἰστότοπο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα βιβλία τὰ ὁποῖα εἶναι ἀρκετὰ διαφωτιστικά.

Δὲν θέλουμε νὰ εἴμαστε καὶ δὲν εἴμαστε ἀντιγραφὴ ἢ ἀνταγωνιστὲς μὲ τὴν Κρατοῦσα Ἐκκλησία. Ἔχουμε ἀναρτήσει τὴ σημαία τῆς ἀλήθειας μὲ σκοπὸ νὰ δείξουμε τὸν προσανατολισμὸ καὶ τὴ σταυροαναστάσιμη πορεία τῆς Ῥωμηοσύνης ὡς ἕναν νοητὸ ὁδοδείκτη. Αὐτὸ ἐκφράζουμε καὶ προβάλλουμε καὶ τίποτα παραπάνω καί, ταυτόχρονα, χωρὶς νὰ ἐπιδιώκουμε τίτλους καὶ θέσεις. Ἡ πρόσφατη ἱστορία μας τὸ ἀπέδειξε αὐτὸ ἀκόμα καὶ μὲ τὴν Παρουσία τοῦ Θεοῦ. Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἡ πολιτεία μὲ τὴν ἀστυνομία καὶ ἡ Κρατοῦσα Ἐκκλησία μὲ τὶς ἀποφάσεις της ἐδίωξαν, φυλάκισαν τοὺς παλαιοημερολογῖτες, ὁ Θεὸς ὅμως φανερώθηκε καὶ παρηγόρησε. Τὸ 1925 στὸν Ὑμηττὸ τῆς Ἀττικῆς τὸ θαῦμα τῆς φανερώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ στὸν οὐρανὸ στοὺς τότε διωκωμένους χριστιανοὺς ἦταν παρηγορία καὶ δύναμη. Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν συγχρόνων Ἁγίων μας, τὰ ὁποῖα εὐωδιάζουν καὶ θαυματουργοῦν, ἀποτελοῦν σημεῖο Θεοῦ, νοητὴ πυξίδα, βάσεις καὶ θεμέλια γιὰ τὸ λειτουργικὸ παρόν. Ὁ διωγμὸς τοῦ 1950, 1952 ἕως καὶ 1954 σφράγισε καὶ κατέσχεσε ναοὺς παλαιοημερολογιτῶν, μὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ σθεναρὴ ἀντίσταση κλήρου καὶ λαοῦ δημιούργησε στὴν Ἑλλάδα τεράστιο ἀριθμὸ ἰδιόκτητων ναῶν καὶ μοναστηριῶν, μερικὰ ἐκ τῶν ὁποῖων ἀποτελοῦν κόσμημα καὶ σημεῖα ἀναφορᾶς γιὰ τὴν τοπικὴ κοινωνία.

στόσο, καὶ πάλι ἡ Ῥωμηοσύνη πληγώθηκε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ παρίσταναν τὸν Ῥωμηό. Ὅπως ὁ Ἐφιάλτης ἀποδυνάμωσε τὴν ἄμυνα τῶν ἡρώων στὶς Θερμοπύλες, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἀποδυναμώθηκε ἡ εἰκόνα τῶν παλαιοημερολογιτῶν. Πρόδωσαν τὸν σκοπό τους, ἀμαύρωσαν τὴν εἰκόνα τους καὶ ὁ ἀγῶνας καὶ ἡ θυσία μετετράπησαν σὲ ἰδιοτέλεια καὶ καιροσκοπισμό. Αὐτὸ ὄχι τυχαῖα. Ἔπεισαν μὲ τὸν θόρυβό τους, θόρυβο ποὺ ἠχεῖ σὰν τὸ ἄδειο βαρέλι. Προσωπικότητες ἀδύναμες, μικρότερες τῶν περιστάσεων, ἔχασαν τὸν δρόμο τους, μπερδεύτηκαν στὸ σκηνικὸ τοῦ Γολγοθᾶ καί, ἀντὶ νὰ σηκώσουν τὸν σταυρὸ τῆς θυσίας καὶ τῆς ὁμολογίας, σήκωσαν τὸν σταυρὸ τῆς ἀρνήσεως. Ἐξαπάτησαν τὸν ἑαυτὸ τους μὲ τὸν σταυρὸ τῆς ἀρνήσεως καὶ μετὰ ἦταν πιὸ εὔκολο γιὰ αὐτοὺς νὰ ἐξαπατήσουν ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ τοὺς ἀκολούθησαν.

Τελικά, ἔβαλαν τὴ μητέρα Ἐκκλησία σὲ περιπέτειες. Δίχασαν τὸν χῶρο τοῦ παλαιοῦ, ὅμως ἡ Ῥωμηοσύνη ξέρει νὰ ἐπιβιώνει. Τὸ φῶς δὲν σκιάζεται, ἀλλὰ φαίνεται, ἀποκαλύπτεται καὶ οἱ πραγματικοὶ ἀγωνιστὲς ἀναδεικνύονται ἀπὸ τὸν Θεὸ. Ἐμεῖς ἔχουμε ἀνάγκη τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἐκκλησία δὲν μᾶς ἔχει ἀνάγκη. Ἡ Ἐκκλησία θέλει ὑπηρέτες Χριστοῦ, ὄχι σωτῆρες μὲ ἀκολούθους χωρὶς ἐπίγνωση. Ἐμεῖς μὲ τὴ συνείδηση τοῦ Ῥωμηοῦ ποὺ ὑπηρετεῖ τὴν ἀλήθεια ἔχουμε ἐλπίδες σωτηρίας. Ἀκουμπᾶμε τὸ πρόσωπό μας, τὴ ζωή μας ὁλόκληρη στὴν Ἀγκαλιὰ τῆς Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ὑπηρετοῦμε. Ζητᾶμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος ἂς ἀναδείξει τοὺς καλοὺς ἐργάτες, ἂς παρηγορήσει τοὺς ὀλιγοπίστους καὶ ἂς φωτίσει τοὺς ἀρνητὲς τῆς ἀληθείας. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ὕπαρξής μας, νὰ ὑπηρετοῦμε τὴν Ἐκκλησία καὶ νὰ συμπορευόμαστε σύμφωνα μὲ τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ μὲ ὅ,τι παραλείψεις καὶ ἀνθρώπινες ἀδυναμίες ἔχουμε. Συνεχίζουμε μὲ πόνο ψυχῆς καὶ λέμε «ὡς ἐδῶ»!

«Στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου»! Νὰ προσέξουμε καὶ νὰ σταματήσουμε ἕνεκα τοῦ ἡμερολογίου τὴν ἐσωτερική μας διαμάχη. Πονάει ἡ Ῥωμηοσύνη καὶ ἀπαξιώνεται ὁ ῥόλος της ὅσο ἐπιμένουμε σὲ δύο διαφορετικὰ ἑορτολόγια, τὰ ὁποῖα δημιουργοῦν ἀπὸ τὴ μία ἀσάφεια καὶ διχασμὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐτσιθελισμὸ καὶ ἀκρότητες. Προφανῶς, οἱ ἀνθρώπινες σκέψεις καὶ προτάσεις θὰ πέσουν στὸ κενό. Δὲν χρειάζονται καὶ δὲν βοηθοῦν οἱ ἀνθρώπινες σκέψεις. Ἐπίσης, ἂς μὴν περιμένουμε τὸν Θεὸ μὲ τὴν ἔννοια τοῦ ἀπὸ μηχανῆς Θεοῦ. Ἐδῶ ἀπαιτεῖται ἡ Θεανθρώπινη παρουσία. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος χρειάζεται νὰ προχωρήσει μὲ προσανατολισμὸ πρὸς τὸ Θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τότε μόνον ὁ Θεὸς θὰ μιλήσει μέσῳ τῶν Ἁγίων Του. Αὐτὸ εἶναι Θεανθρώπινη παρουσία.

Μὲ ἄλλα λόγια, χρειάζεται μετάνοια καὶ προσευχή. Ἀπὸ τὸ 1924 ὁ τρόπος ποὺ ἀντιμετωπίστηκε τὸ σοβαρὸ θέμα τῆς προσθήκης ἑνός δευτέρου ἑορτολογίου - ἤ, διαφορετικά, τῆς εἰσαγωγῆς τοῦ πολιτικοῦ ἡμερολογίου μὲ τὸ δεύτερο ἑορτολόγιο - ἦταν τὸ νὰ περιγράφεται ἡ ἀλλαγὴ ὡς λύση, ἐνῷ, ἀντίθετα, ἡ μεταρρύθμιση γέννησε πρόβλημα. Αὐτό, μὲ τὴ σειρά του, πρόσθεσε καὶ ἄλλα ζητήματα, ὅπως ὁ οἰκουμενισμός, ποὺ ἐνισχύουν τὴν ἐξίσωση τοῦ προβλήματος, ὅμως ἀπὸ τὴν ἄλλη ἐνισχύεται περισσότερο ἡ ἀνάγκη γιὰ προσευχὴ καὶ μετὰνοια καὶ ἡ ἀνάγκη Θεανθρώπινης πρωτοβουλίας. Νὰ προσευχηθοῦμε ὅλοι μας ἐν μετανοίᾳ, νὰ πλησιάσουμε τὸν συνάνθρωπό μας, νὰ μοιραστοῦμε τὶς κοινὲς ἀνησυχίες, καὶ νὰ παραδεχθοῦμε τὰ λάθη μας. Tὰ λάθη τῶν ἄλλων νὰ προσπαθήσουμε νὰ τὰ θεραπεύσουμε. Μόνο Θεανθρωπίνως θὰ ἀλλάξουμε, ἐπειδὴ ἡ μοίρα μας εἶναι νὰ εἴμαστε Ῥωμηοὶ καὶ οἱ Ῥωμηοὶ ἐπιβιώνουν καὶ ἀποκαλύπτονται ἐν Χριστῷ.

ν κατακλείδι, ἡ Ῥωμηοσύνη δοκιμάζεται γιὰ ἄλλη μία φορά καὶ ἀπαιτεῖται ἄμεση ἀνάληψη πρωτοβουλιῶν. Πρωτοβουλία σημαίνει, ἀρχικά, μετάνοια καὶ προσευχή. Ἐν συνεχείᾳ, νὰ δοῦμε πώς μποροῦμε νὰ μιλήσουμε θεραπευτικά, χωρίς νὰ θυσιάζεται ἡ ἑνότητα ἕνεκα τῶν ἡμερῶν καὶ τοῦ χρόνου, ὅπως ἔχει γίνει ἕως τώρα. Νὰ προβληθεῖ ἡ Ἀλήθεια. Νὰ ἑστιάσουμε σὲ ἕνα κοινὸ ἑορτολόγιο, ὅπως ἔχει κάνει μέχρι στιγμῆς ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν Ὀρθοδόξων, στὸ ἑορτολόγιο τῶν Πατέρων μας, στὸ παλαιὸ ἑορτολόγιο. Νὰ ἑστιάσουμε στὴν ἑνότητα καὶ ὄχι στὸν χρόνο. Νὰ ἑστιάσουμε στὸν λειτουργικὸ χρόνο τῆς ἑνότητας καὶ ὄχι στὸν ἐπιστημονικὸ χρόνο τῆς διάσπασης. Ὁ Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ζητήσει ἐὰν τηρήσαμε τὴν ἐπιστημονικὴ ἀκρίβεια, ἀλλὰ ἐὰν βιώσαμε τὴν ἑνότητα μέσα στὸν λειτουργικὸ χρόνο. Ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης δὲν ἦταν ποτὲ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Γιατί, ἄραγε, νὰ ἐπιλέγουμε τὴ μειοψηφία τῆς ἐξυπνάδας καὶ δὲν ἐπιλέγουμε τὴν πλειοψηφία τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἑνότητας;

Αὐτὸ καλούμαστε ὅλοι ὡς Ῥωμηοὶ νὰ τὸ ἀπαντήσουμε καί, ἐὰν δὲν τὸ ἀπαντήσουμε, τότε αὐτὸ θὰ συναντήσει ἐμᾶς.

Γρηγορεῖτε! Πέρασαν 100 χρόνια. Πόσα θέλουμε ἀκόμα νὰ περάσουν, γιὰ νὰ βιώσουμε τὴν ἐν Χριστῷ ἑνότητα στὸν λειτουργικὸ χρόνο ποὺ μᾶς ἔχει ἀπομείνει;

Χρόνια πολλά! Ὁ Ἅγιος Δημήτριος καὶ ἡ Παναγία νὰ σκεπάζει τὸν καθέναν μας, τὴν πόλη μας, τὴν Θεσσαλονίκη, τὸ ἔθνος μας καὶ ὅλους τοὺς ἀπανταχοῦ Ῥωμηούς.

Σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν προσοχή σας.