A

A

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)
† Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου (Ψαλ. 50,17)

ⲔⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀⲔⲞⲤⲦⲎ! ⲔⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!

ⲔⲀⲖⲎ ⲤⲀⲢⲀⲔⲞⲤⲦⲎ! ⲔⲀⲖⲞⲚ ⲀⲄⲰⲚⲀ!
«Νηστεύσωμεν νηστείαν δεκτήν, εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ, ἀληθὴς νηστεία, ἡ τῶν κακῶν ἀλλοτρίωσις, ἐγκράτεια γλώσσης, θυμοῦ ἀποχή, ἐπιθυμιῶν χωρισμός, καταλαλιᾶς, ψεύδους, καὶ ἐπιορκίας· ἡ τούτων ἔνδεια, νηστεία ἐστίν, ἀληθὴς καὶ εὐπρόσδεκτος»

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι' ΛΟΥΚΑ (ΤΗΣ ΣΥΓΚΥΠΤΟΥΣΑΣ) 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεθώνης κ. Ἀμβροσίου)


ΜΥΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ΛΟΥΚΑ 2024 (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας κ. Χρυσοστόμου)

 

DSC 8970

 

γαπητοὶ ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, 

             Κύριός μας εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἀγαθῶν, εἶναι ὁ «πράος καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ». Ἡ πραότητα, ὡστόσο, δὲν Τὸν ἐμπόδισε νὰ χρησιμοποιήσει τὴν μάχαιρα τῆς δικαιοσύνης γιὰ νὰ ἐλέγξει τὰ κακῶς κείμενα. Στὶς ἐλάχιστες φορὲς ποὺ ὁ Κύριος ὕψωσε τὴ φωνή Του, πού ἀπευθύνθηκε; Στὸν τελώνη; Στὴν πόρνη; Μήπως στὴν μοιχαλίδα; Ὄχι. Αὐτοὺς πνευματικὰ τοὺς ἀγκάλιασε καὶ τοὺς ἔσωσε μὲ τὴν ἀγάπη Του, ἐπειδὴ δέχθηκαν αὐτὴ τὴν ἀγάπη στὴ ζωή τους. Αὐτοὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ποτὲ δὲν ἄκουσαν ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο τὰ φοβερὰ «οὐαί», τὰ «ἀλίμονο». Ἀντιθέτως, αὐτὰ τὰ ἄκουσαν ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ Δίκαιου Κριτῆ οἱ δῆθεν ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ, οἱ ὑποκριτὲς Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι. Κάτι ἀνάλογο συνέβη καὶ στὴ σημερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή. 

             Κύριος ἦταν, κάποιο Σάββατο, στὴν συναγωγὴ τῶν Ἰουδαίων καὶ δίδασκε τὸν λαό, κατὰ τὴν συνήθειά Του. Τὸ Σάββατο ἦταν καὶ εἶναι γιὰ τοὺς Ἰουδαίους ἡμέρα ἱερή, ἡμέρα ἀργίας, κάτι σὰν τὴν δική μας Κυριακή. Εἶχαν, λοιπόν, τὴν ἡμέρα αὐτὴ τὴν τακτική τους σύναξη, προκειμένου νὰ ἀκούσουν τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ προσευχηθοῦν. Κάποια στιγμή, ὁ Ἰησοῦς παρατήρησε ὅτι βρισκόταν ἐκεῖ μία γυναίκα συγκύπτουσα. Ἡ γυναίκα αὐτή, δεκαοκτὼ  ὁλόκληρα ἔτη ταλαιπωροῦνταν ἀπὸ κύρτωση τοῦ σώματος, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν μπορεῖ νὰ ἀτενίσει τὸν οὐρανὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους της, παρὰ μόνο τὴ γῆ. Ἀξίζει νὰ παραδειγματισθοῦμε ἀπὸ τὴν εὐσεβῆ αὐτὴ γυναίκα. Παρὰ τὸ σοβαρὸ πρόβλημα ὑγείας ποὺ ἀντιμετώπιζε, μὲ καρτερία καὶ πίστη δὲν ἔλειπε ἀπὸ τὴν τακτικὴ σύναξη, σὲ ἀντίθεση μὲ πολλοὺς ἐκ τῶν χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι προφασίζονται προφάσεις γιὰ νὰ λείψουν ἀπὸ τὸν ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ψυχὴ ἐκκλησιασμὸ τῆς Κυριακῆς. Αὐτοὶ ἀψηφοῦν καὶ χάνουν τὴν εὐλογία, ἡ δὲ γυναίκα, ἡ ὁποία κυνηγοῦσε τὴν εὐλογία, κέρδισε ὡς ἀνταπόδοση καὶ τὴν σωματικὴ θεραπεία ἀπὸ τὸν Ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ σωμάτων, Χριστό. 

            Πάντες χάρηκαν γιὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας. Ἤ, μάλλον, σχεδὸν πάντες. Ὁ ἀρχισυνάγωγος, βλέποντας τὸν Ἰησοῦ νὰ λαμβάνει τόση δόξα ἀπὸ τὸν κόσμο, Τὸν φθόνησε, διότι ἤθελε ἐκεῖνος νὰ εἶναι στὰ μάτια τοῦ κόσμου ὁ «σωτῆρας», ὁ «ἅγιος», ὁ «γέροντας». Γιὰ νὰ κάνει, λοιπόν, αἰσθητὴ τὴν παρουσία του προσπαθώντας νὰ μειώσει τὸν Ἰησοῦ καὶ δῆθεν γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὸν νόμο τοῦ Μωϋσέως, ὑποκρίθηκε τὸν μεγάλο εὐσεβῆ καὶ εἶπε μὲ ἀγανάκτηση στὸν κόσμο τὸ ἑξῆς: «Ἕξι εἶναι οἱ ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος.  Σὲ αὐτὲς νὰ ἔρχεστε νὰ θεραπεύεσθε καὶ ὄχι τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου». Ὁ Κύριος, μὴν ἀφήνοντάς του περιθώριο, ἀπάντησε λέγοντας: «Ὑποκριτή, καθένας ἀπὸ ἐσᾶς τὸ Σάββατο δὲν λύνει τὸ μοσχάρι ἢ τὸ γαϊδούρι του ἀπὸ τὴν φάτνη γιὰ νὰ τὸ ποτίσει; Καὶ αὐτὴ ποὺ εἶναι θυγατέρα τοῦ Ἀβραάμ, τὴν ὁποία βασάνισε ὁ σατανὰς δεκαοκτὼ ὁλόκληρα ἔτη δὲν ἔπρεπε νὰ λυθεῖ ἀπὸ τὸν δεσμὸ αὐτὸ τὴν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου;». Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια καταντροπιάζονταν πάντες οἱ ἐχθροί Του, ἐνῶ ὁ ἁπλὸς κόσμος χαιρόταν μὲ ὅσα γίνονταν ἀπὸ Αὐτόν.

            Μέσα ἀπὸ τὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα ἐπιστρέφουμε πάλι στὸ θέμα τῆς τυπολατρείας, τὸ ὁποῖο ἀποτελεῖ διαχρονικὸ φαινόμενο καὶ ταλαιπωρεῖ ἀρκετὰ τὸ ἅγιο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ τυπολατρεία καθιστᾶ σκοπὸ τῆς ζωῆς τὸν τύπο. Ὁ ἀρχισυνάγωγος πίστευε πὼς θὰ σωζόταν ἂν τηροῦσε ἐπακριβῶς τὸ γράμμα τοῦ νόμου. Στὴν προσπάθεια αὐτή, ὅμως, ξεχνοῦσε τὴν ἐντολὴ τῆς ἀγάπης καὶ ἦταν ἔτοιμος νὰ ἐπιτεθεῖ καὶ νὰ κατασπαράξει σὰν θηρίο ἐκεῖνον τὸν ὁποῖο θεωροῦσε ὡς ἀπειλὴ γιὰ τὴν δική του εὐσεβοφάνεια, ὅταν ὁ τελευταῖος θὰ ἔκανε κάτι ἐκτὸς τοῦ νόμου. Ἡ τήρηση τοῦ νόμου ἦταν γιὰ ἐκεῖνον ὄχι ἀποτέλεσμα τῆς ἀγάπης του γιὰ τὸν Θεό, ἀλλά μάλλον μία καταπιεστικὴ συνήθεια. Ἦταν, ἐπίσης, ἕνας τρόπος νὰ φανεῖ σημαντικὸς στὰ μάτια τῶν ἁπλῶν εὐλαβῶν ἀνθρώπων. Σὰν τὸν ἀρχισυνάγωγο συμπεριφέρονται, δυστυχῶς, καὶ κοσμικοὶ καὶ κληρικοί. Ἂν τὸ γνωρίζουν καὶ προσπαθοῦν μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ μετανοήσουν, βαδίζουν σὲ καλὸ δρόμο. Ἂν τὸ ἀγνοοῦν, τότε ταλαιπωροῦνται ἀδίκως καὶ ταλαιπωροῦν τὴν Ἐκκλησία. 

            μεῖς ὡς Χριστιανοί, ὅ,τι κάνουμε, πρέπει νὰ τὸ κάνουμε ἐπειδὴ τὸ ἀγαπᾶμε, ἐπειδὴ ἀγαπᾶμε τὸν Θεό. Ἂν ἀγαπᾶμε, δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ κρίνουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ χαλαρὸς στὰ πνευματικά, οὔτε πάλι νὰ φθονήσουμε κάποιον ὁ ὁποῖος εἶναι πιὸ προχωρημένος. 

            Εἰδικὰ τώρα ποὺ πλησιάζει ἡ μεγάλη Δεσποτικὴ Ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων, μᾶς δίνεται ἡ εὐκαιρία νὰ κατανοήσουμε τὴν διαφορὰ τοῦ τύπου ἀπὸ τὴν οὐσία. Ὁ περισσότερος κόσμος βυθίζεται στοὺς τύπους, προσπαθεῖ νὰ αἰσθανθεῖ τὸ νόημα τῶν Χριστουγέννων μέσα ἀπὸ τὰ λαμπάκια, τὰ στολίδια, τὰ ρεβεγιὸν ἢ τὰ δῶρα. Ὅταν, ὅμως, περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνει ἕνα τεράστιο κενό. Ἄλλο τόσο κενὸ αἰσθάνονται καὶ οἱ χριστιανοὶ ποὺ ναὶ μὲν ἀπέχουν ἀπὸ ὅλα αὐτά, ἀσκοῦν, ὅμως, τὰ καθήκοντά τους τυπολατρικὰ καὶ μακριὰ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀγάπης. Ἀντιθέτως, ὅσοι προσεγγίζουν τὰ Χριστούγεννα μὲ νηστεία, καθαρὴ ἐξομολόγηση, συνειδητὴ προσευχὴ καὶ μετάληψη τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, μὲ κρυφὴ ἐλεημοσύνη καὶ εἰλικρινῆ ἀγάπη, μιμούμενοι τὴν ἀγάπη, ἐξαιτίας τῆς ὁποίας ὁ Θεὸς ἔγινε Ἄνθρωπος, κάνουν τὴν ψυχή τους φάτνη γιὰ νὰ κατοικήσει ὁ Σωτῆρας. Καὶ ὅταν περάσουν οἱ γιορτές, καταλαβαίνουν τὴν φωτιστικὴ παρουσία τοῦ Γεννηθέντος Χριστοῦ στὴν καθημερινότητά τους. 

            Τὸ νόημα τοῦ σημερινοῦ ἀναγνώσματος, ἀδελφοί, εἶναι ὅτι ὁ Χριστὸς ἀναπαύεται στὴν ἀγάπη, ὄχι στὸν τύπο. Ἀγαπάω; Σώθηκα. Δὲν ἀγαπάω; Ὅσα κομποσκοίνια καὶ νὰ κάνω, ὅσες μετάνοιες, ὅσες ξηροφαγίες, ἂν δεν μὲ βοηθήσουν νὰ ἀγαπήσω, ματαίως τὰ πράττω. Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν τὸ ἅρμα. Ἡ ἀγάπη ἀποτελεῖ τοὺς ἴππους, τὰ ἄλογα. Χωρὶς τοὺς ἴππους, τὸ ἅρμα εἶναι ἁπλῶς ἕνα ὄμορφο θέαμα χωρὶς χρήση. Χωρὶς τὸ ἅρμα, οἱ ἴπποι παραμένουν χρήσιμοι καὶ μποροῦν νὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Θεό. 

            Μαθαίνουμε, ἐπίσης, ὅτι δὲν ὑπάρχει φραγμὸς καὶ ὅριο στὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης. Κανένα Σάββατο καὶ καμία τυπικὴ διάταξη δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἀπαγορεύσει νὰ κάνουμε τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης. Ἂν κάποιος πιστεύει τὸ ἀντίθετο, ἂς εἶναι ἔτοιμος γιὰ τὰ «οὐαὶ» καὶ τὴν ντροπὴ ποὺ ἀποκόμισαν οἱ ὑποκριτές. Σὲ αὐτοὺς ὁ Κύριος εἶπε πάλι: «ἔλεον θέλω καὶ οὐ θυσίαν». Σὲ Αὐτὸν ἀνήκει ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. 

Μετ᾽ εὐχῶν,

ὁ Ἐπίσκοπός σας,

†  ὁ Ἀττικῆς καὶ Βοιωτίας Χρυσόστομος

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2024

ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΙΕΡΩΝΥΜΟ ΤΗΣ ΑΙΓΙΝΗΣ (Τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

Ὁμιλία γιὰ τὸν Ὅσιο Ἱερώνυμο τῆς Αἰγίνης

            Τὸ βράδυ τῆς Δευτέρας, 3/16-12-2024, ὁ Σεβ/τος Μητροπολίτης Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμης εἶχε ἑσπερινὴ ὁμιλία στὸν Ἱερὸ Ναὸ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στὸν Καραβᾶ Πειραιῶς, μὲ θέμα τὸν σύγχρονο Ὅσιο Ἱερώνυμο τῆς Αἰγίνης (+1966).

            Μετὰ τὴν τέλεση ἱερᾶς Παρακλήσεως στὴν Θεοτόκο, παρουσίᾳ τοῦ οἰκείου Ἱεράρχου Σεβ/του Μητροπολίτου Πειραιῶς καὶ Σαλαμῖνος κ. Γεροντίου, Κληρικῶν καὶ πιστῶν, ἀναφέρθηκε σὲ βιογραφικὰ στοιχεῖα τοῦ Ἁγίου Γέροντος τῆς Καππαδοκίας, ὁ ὁποῖος στόλισε τὴν νῆσο τῆς Αἰγίνης ἐπὶ 44 ὁλόκληρα ἔτη, ἀπὸ τὸ 1922 μέχρι τοῦ τέλους του, μὲ τὰ θαυμάσια τῆς ὁσιότητός του.

            Ἐπίσης, ἀναφέρθηκε στὴν παραδοσιακότητα τοῦ Ἀνατολίτου Ἁγίου διὰ τῆς τηρήσεως τοῦ Πατρίου Ἡμερολογίου ὑπὸ τὴν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ ἐπίσης σὲ διάφορες χαρακτηριστικὲς ἁγιοπνευματικὲς διδαχές του, ὅπως καὶ ἐκδηλώσεις θαυμάτων του, πρὸς οἰκοδομὴν καὶ παραμυθίαν.

          

       

Κυριακή 15 Δεκεμβρίου 2024

Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΟΥΣΤΙΝΟ ΠΟΠΟΒΙΤΣ (π.Γεώργιος Μεταλληνός)



ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΤΟΙΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΩΝ; (Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων)

 

Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι οι διαφοροποιήσεις στην πίστη, που χωρίζουν τους ανθρώπους και τους λαούς, δεν είναι εύκολο να εξομαλυνθούν. Ωστόσο, η ορθόδοξη Εκκλησία προσεύχεται διαρκώς «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου», την ειρήνη και την ενότητα της πίστεως, για την οποία προσευχήθηκε ο ίδιος ο Χριστός κατά την Αρχιερατική Του προσευχή, ζητώντας από τον Πατέρα Του και Πατέρα όλων των ανθρώπων και ιδιαίτερα των Χριστιανών, να είναι ενωμένοι σε ένα σώμα, σε μία ποίμνη και μία πίστη: «ίνα πάντες εν ώσιν, καθώς σύ, πάτερ, εν εμοί, καγώ εν σοι» (Ιω. 17, 21). Για «την ενότητα της πίστεως και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος» εύχεται και η Εκκλησία στη θεία Λατρεία της.

Ωστόσο, γνωρίζουμε ότι από το 1054 έχουμε το Σχίσμα ανάμεσα στους Χριστιανούς της Ανατολής και της Δύσεως και ότι ένα από τα κύρια εμπόδια για την ενωτική πορεία τους είναι ότι κάποιοι από αυτούς αναζητούσαν και αναζητούν την Ένωση, περισσότερο ανθρωποκεντρικά και λιγότερο θεοκεντρικά, καθώς δεν θέτουν, ως βάση, την υπακοή στο θέλημα του Θεού και την αναφορά στην πίστη προς Αυτόν, αλλά φαίνεται να κάνουν ενωτικές προσπάθειες ή κινήσεις, με ανθρωποκεντρικό και διπλωματικό χαρακτήρα και με περίβλημα μια κοσμικού τύπου αγάπη.
Μάλιστα, από ό, τι αποκαλύπτουν κάποιες πληροφορίες, στο θέμα μιας μελλοντικής Ενώσεως των Χριστιανών φαίνεται να επενδύουν κάποιοι ισχυροί, συνδέοντάς το με γεωπολιτικά τους σχέδια, καθώς τους ενδιαφέρει και τους διευκολύνει κάθε στοιχείο οργανωτικό ή ενωτικό που θα μπορούσε να συμβάλει στην οργάνωση ενός παγκόσμιου κράτους.
Έτσι, στις διαδικασίες για την Ένωση των Χριστιανών φαίνεται να εμπλέκονται, φανερά ή κρυφά, κάποιες κοσμικές σκοπιμότητες, που, ως συνήθως, συνοδεύονται με πιέσεις ή προτροπές κοσμικών αξιωματούχων, που τεχνηέντως θέλουν να αποϊεροποιήσουν και να εκκοσμικεύσουν το θέμα της ενότητας της πίστεως και να το αποσυνδέσουν, όσο γίνεται, από τη χριστιανική του σκοποθεσία.
Στο πλαίσιο αυτό, φαίνεται ότι κάποιοι παράγοντες, που επηρέαζαν στο παρελθόν ή επηρεάζουν και στην εποχή μας την κατεύθυνση και το περιεχόμενο του σύγχρονου θεολογικού διαλόγου, επενδύουν περισσότερο στα συναισθήματα που προκαλεί η επιθυμία μιας διανθρώπινης ειρήνευσης και αγάπης και λιγότερο στην άνωθεν ειρήνη, που πηγάζει από την αγάπη του Θεού και την πίστη στο πρόσωπο και στην αλήθεια του Χριστού, όπως αυτή βιώνεται στην Εκκλησία και όπως έχει εκφραστεί στο συνοδικό και οικουμενικό ήθος των Αγίων Πατέρων της Ορθόδοξης Παραδόσεως.
Έτσι, στη συζήτηση για την Ένωση, δεν βλέπουμε να λαμβάνονται υπόψη οι προϋποθέσεις της εν Χριστώ ενότητας, όπως θα ανέμενε κανείς, δηλαδή η ειλικρινής μετάνοια και επιθυμία για επανόρθωσή τους στην ορθή και ευάρεστη στον Θεό πίστη.
Από την πλευρά των ορθοδόξων Εκκλησιών, είναι σαφές ότι η ενότητα των Χριστιανών και ο διάλογος προς αυτήν την κατεύθυνση είναι θέμα θεολογικού -και μόνον- διαλόγου, εν πίστει και αληθεία, όπως ορίζει η θεολογική αγιοπνευματική Παράδοση της Μίας Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού.
Ωστόσο, οι διάλογοι της ορθόδοξης Εκκλησίας με τις χριστιανικές ομολογίες δεν σταμάτησαν ποτέ να γίνονται, ούτε πρόκειται να σταματήσουν, διότι αποτελεί χρέος και αποστολή των Ορθοδόξων Χριστιανών να ευαγγελίζονται την αλήθεια του Χριστού σε όλους τους ανθρώπους, καθώς μόνον «ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται».
Από την άλλη πλευρά, ο επανευαγγελισμός, θεωρείται αναγκαίος και απαραίτητος, για τους Χριστιανούς, όταν μάλιστα συνειδητοποιείται ότι έχει αλλοιωθεί η αλήθεια και η ζωή της πίστεώς τους, αφού χωρίς αυτήν, σύμφωνα με την οδηγία της Γραφής, διακινδυνεύεται η σωτηρία τους: «γνώσεσθε την αλήθεια και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».
Η ορθόδοξη Εκκλησία, επομένως, σε κάθε περίπτωση, οφείλει να κινείται στο παρόν και το μέλλον, με βάση την Αλήθεια της. Η ιερή παράδοση, προς τούτο, δεν είναι ορθό να θεωρείται μια τυπική σταθερότητα στη δογματική κληρονομιά της Ορθοδοξίας, αλλά η ακέραιη και βαθιά πίστη στη διαρκή παρουσία του Αγίου Πνεύματος, το Οποίο είναι διαρκώς παρόν στη ζωή των μελών της Εκκλησίας, έτσι ώστε να μπορούν, με τις δικές Του δωρεές, να ακολουθούν τα τρία στάδια της εν Χριστώ Τελειώσεως και Σωτηρίας: Την Κάθαρση, τον Φωτισμό και τη Θέωση.
Γι αυτό, όταν μιλά κανείς για την Ένωση των χριστιανών είναι απαραίτητο να συνειδητοποιεί ότι το Σχίσμα, ως Χωρισμός και απόσταση από την αλήθεια που σώζει, δεν θεραπεύεται με κοσμικού και όχι εκκλησιαστικού ήθους συνδιασκέψεις, συνομιλίες και αγαπολογίες, αλλά με έναν γνήσιο διάλογο αληθείας και αγάπης και με μια έμπρακτη και αληθινή μετάνοια και επανόρθωση εκ μέρους εκείνων, που παρεκτράπηκαν και παρέκλιναν από την οδό και την αλήθεια του Χριστού, ραγίζοντας την ενότητα της πίστεως.
Έτσι, είναι εμφανές πως, εάν δεν εκλείψουν οι θεολογικές αιτίες, που οδήγησαν στον χωρισμό από την Αλήθεια του Χριστού και των Αγίων Πατέρων, είναι μάταιο να προχωρούν οι δύο πλευρές στην Ένωση, διότι αυτή, εάν επιτευχθεί, μέσω άλλων κοσμικών κριτηρίων, θα είναι αίολη και ευάλωτη, με αποτέλεσμα, όπως συνέβη και παλαιότερα, να είναι ψεύτικη, συμβατική και φαινομενική.
Ενωτικοί διάλογοι, μετά από το 1054, έγιναν πολλοί, χωρίς αποτέλεσμα, ενώ συνεχίζονται και στην εποχή μας. Αυτή η συνέχεια των διαλόγων, όταν φυσικά πραγματοποιούνται εν αληθεία και εν αγάπη, αποτελεί πράξη οικοδομής, καθώς δίνεται η ευκαιρία στις δύο πλευρές να συζητούν, με βάση τα Συνοδικά και Πατερικά κείμενα και να γίνονται δέκτες των αγιοπνευματικών εμπειριών, που, ίσως, λειτουργήσουν, θετικά, στην επάνοδο των αποσχισθέντων στην Αλήθεια του Χριστού.
Τραυματικό σφάλμα, όμως, είναι να χρησιμοποιείται ή να συνδέεται ο θεολογικός διάλογος για την Ένωση, με κοσμικά σχέδια και γεωπολιτικές επιδιώξεις, καθώς η οποιαδήποτε μη θεολογική προσέγγιση της Ένωσης, θα οδηγήσει, όχι στην επίτευξη της αληθινής και θεολογικής Ενότητας, αλλά στην σύναψη μιας συμβατικής συμμαχίας, με όρους, προϋποθέσεις και αποτελέσματα, άσχετα με τη χριστιανική αλήθεια και ζωή.
Από την πλευρά των Χριστιανών, η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι οι Χριστιανοί δεν επιτρέπεται να επαναλάβουν το λάθος παλαιότερων διαλόγων, όπου αναγκάζονταν να υποχωρούν στις πολιτικές κινήσεις ή πιέσεις, που δεν θεράπευαν, αλλά διαιώνιζαν το σχίσμα, με αποφάσεις ψευδοενώσεων που εξυπηρετούσαν, αποκλειστικά, ανίερες προσδοκίες και όχι την αλήθεια του Ευαγγελίου.
Άλλωστε, είναι γνωστό, ιστορικά, το αποτέλεσμα τέτοιων ενεργειών, καθώς, όταν έγιναν απόπειρες ψευδοενώσεων, με την αποδοχή από τους ορθόδοξους εκπροσώπους, των ρωμαιοκαθολικών δογματικών παρεκκλίσεων, ακυρώθηκαν, στη συνέχεια, από τον ορθόδοξο λαό.
Τις δογματικές παρεκκλίσεις και διαφορές τις διέκριναν οι Άγιοι, όπως ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός: «Προ χρόνων πολλών απεσχίσθη (η Εκκλησία της Ρώμης) της των ετέρων τεσσάρων Αγιωτάτων Πατριαρχών κοινωνίας, αποσχοινισθέν εις έθη και δόγματα της Καθολικής Εκκλησίας και των Ορθοδόξων αλλότρια».
Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, επίσης, καταγράφει τη θέση του για τις παπικές κακοδοξίες: «Το ορθόδοξον δόγμα, απερρίφθη και αντικατεστάθη διά του λατινικού αιρετικού παν-δόγματος περί του πρωτείου και του αλαθήτου του πάπα. Εξ αυτής δε της παναιρέσεως εγεννήθηκαν και γεννώνται συνεχώς άλλαι αιρέσεις: Το Filioque, η αποβολή της Επικλήσεως, τα άζυμα, η εισαγωγή της κτιστής χάριτος, το καθαρτήριον πυρ, το θησαυροφυλάκιον των περισσών έργων κ.ά.».
Από τα ανωτέρω, φαίνεται ότι κινήσεις που να δείχνουν ότι οι αποσχισθέντες έχουν προθέσεις επιστροφής στην αλήθεια, μέσω μετανοίας, δεν διακρίνει κανείς, έως τώρα, να έχουν γίνει. Καλό θα είναι, συνεπώς, να υπάρχει μεγάλη προσοχή στο θέμα της θεολογικής προσεγγίσεως Ανατολής – Δύσεως, έτσι ώστε να μην γεννιούνται μεγάλες προσδοκίες, ως προς την πρόοδο στην αληθινή Ένωση και, κατά συνέπεια, στην αληθινή Ενότητα της πίστεως των Χριστιανών.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΣΤ' ΜΑΤΘΑΙΟΥ 2024 (Ομιλία π. Ευθυμίου Μπαρδάκα)

 

Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ (1875 – 9/22 Δεκεμβρίου 1961)

 

[…] Μετά μία εικοσαετία σκληρών αγώνων στο αυστηρό κοινόβιο του Διονυσίου [στο Άγιον Όρος], όπου έλαβε την κουρά και την ιεροσύνη, έκανε μία τριακονταετία στον Πειραιά, συνεχίζοντας τους αγώνες του και βοηθώντας τους εκεί χριστιανούς.
Ήταν δάσκαλος στην πατρίδα του Βόρειο Ήπειρο.
Η μεγάλη του ασκητικότητα, η θυσιαστική αγάπη και η γλυκύτητα του χαρακτήρα του τον έκαναν στοργικό Πνευματικό πατέρα πολλών πιστών.
Αφιλοχρήματος και ακτήμων υπερβολικά, ζούσε πάντα ως φιλοξενούμενος.
Ποτέ δεν απέκτησε δική του στέγη.
Κοιμόταν ελάχιστα, τον χειμώνα δεν άναβε φωτιά, προσευχόταν θερμά, σιωπούσε ηθελημένα.
Όσα χρήματα του έδιναν τα μοίραζε ελεημοσύνη.
Συχνά αγρυπνούσε.
Διαβάζοντας τους εξορκισμούς έφευγαν τα δαιμόνια, για τη μεγάλη του καθαρότητα και ταπείνωση.
Μεγάλη του χαρά οι καθημερινές θείες Λειτουργίες σε εξωκκλήσια ταπεινά.
Τον έβλεπαν τα καθαρά μάτια να μην πατά στη γη.
Συχνό γεύμα του τα πρόσφορα της προσκομιδής.
Το αυστηρό ασκητικό του πρόγραμμα δεν το άφησε μέχρι του τέλους του.
Μέσα από τα παλιόρασά του φορούσε βαριά σίδερα, που του είχαν φάει τις σάρκες.
Κοιμόταν σε χαμηλό κάθισμα και γι’ αυτό είχε καμπουριάσει.
πό τις πορείες και τις μακρές ορθοστασίες είχαν αρχίσει να σαπίζουν τα πόδια του, μα δεν μύριζαν ποτέ άσχημα.
Οι φίλοι του τού συνιστούσαν την επίσκεψη σε ιατρούς. Με τη γλυκύτητα που πάντα τον διέκρινε, τους απαντούσε: «Μετά της Άγιας Άννης θα πάω…».
Αγαπούσε υπέρμετρα την Παναγία και την αγία μητέρα της, τη «μάμμη» όλων των Αγιο­ρειτών. Τους Χαιρετισμούς της έλεγε πολλές φορές την ημέρα.
Δεν είναι δίχως σημασία που ο θάνατός του ήλθε στο δειλινό της εορτής της Αγίας Άννης. Το πρωί είχε τελέσει την τελευταία θεία Λειτουργία του. Εξήλθε του ιερού βήμα­τος μετά δακρύων και χαράς. Στο πρόσωπό του έβλεπες όλη τη μακάρια ανάπαυση των πολλών κόπων του.
Στα χείλη του ίσα που άκουγες τα τελευταία «Χαίρε» των ασίγαστων Χαιρετισμών προς την Αειπάρθενο Θεοτόκο. Πράγματι, η μητέρα της μητέρας του Παναγία, τον παρέλαβε με τις πρεσβείες της κοντά της.
Εκεί που από μικρός προσδοκούσε να κατευθυνθεί και να τερματίσει, ο έτοιμος από καιρό.
Καθήμενος στο σκαμνί του και βαστώντας το κομποσχοίνι του τελείωσε τον βίο του οσιακά.
Όταν τον σαβάνωσαν οι ιερείς, είδαν τα πληγωμένα πόδια του γεμάτα σκουλήκια και θαύμασαν.
Από τον τάφο του έβλεπαν να βγαίνει φως [….]

1 ΣΧΌΛΙΟ:

Ion είπε… (11 Δεκεμβρίου 2024)

Ο πατήρ Ευγένιος, το επίθετο Λεμόνης (Λεμόνι, στα αλβανικά), ήταν αλβανικής καταγωγής αλλά Έλληνας στη συνείδηση, από την Χοστίστα της περιοχής Κορυτσάς. Είχε κάποια παιδεία, νομίζω ήταν δάσκαλος της ελληνικής. Μετά την αλλαγή του ημερολογίου, το 1924, έφυγε από τη Μονή Διονυσίου και ήρθε στον κόσμο και εξυπηρετούσε λειτουργικά τους Παλαιοημερολογίτες στον Πειραιά, χωρίς να είναι φανατικός… Λειτουργούσε στο εκκλησάκι της Ζωοδόχου Πηγής, στην οδό Μακεδονίας, στην Αγία Σοφία του Πειραιά. Το εκκλησάκι είχε χτιστεί εκεί όπου ήταν το σπιτάκι μιας γιαγιάς που το είχε παραχωρήσει και υφίσταται μέχρι σήμερα, ανήκει στους Παλαιοημερολογίτες. Υπάρχει και αγίασμα μέσα στο εκκλησάκι, ρέει από τον βράχο. Τον πατέρα Ευγένιο είχε γνωρίσει η γιαγιά μου, κοιμόταν σε μία καρέκλα και δενόταν με αλυσίδα για να μην πέσει. Όλοι στη γειτονιά, ανεξάρτητα από το ημερολόγιο (και η γιαγιά μου ήταν με το Νέο), τον θεωρούσαν άγιο άνθρωπο. Μερικά παιδιά τον έβλεπαν στη Μεγάλη Είσοδο να υπερίπταται. Τον είχε γνωρίσει μάλλον και η γερόντισσα Μακρίνα της Πορταριάς, τον αναφέρει, αλλά όχι με το όνομά του, σε μία ομιλία της που έχει εκδοθεί στο βιβλίο “Λόγια Καρδιάς”, όπου σε κάποιο σημείο μιλάει για έναν άγιο γέροντα που έμενε στα Καμίνια του Πειραιά και θεωρώ ότι ήταν ο πατήρ Ευγένιος. Προσθέτω ότι είχε πνευματική κόρη μία συντοπίτισσα της γιαγιάς μου από τη Σέριφο, που είχε χάσει όλα της τα παιδιά από φυματίωση, φτωχή γυναίκα, την κυρα Καλλιόπη. Θα ήταν ευχής έργο να βρεθούν περισσότερες μαρτυρίες για τον μακαριστό πατέρα Ευγένιο Λεμόνη τον Διονυσιάτη. Ας έχουμε την ευχή του.

(Ιστολόγιο «Τρελογιάννης», 10 Δεκεμβρίου 2024)

Σημ.ἡμ.: Γιὰ τὸν ὅσιο Γέροντα Εὐγένιο Λημόνη (Λεμονῆ) ἔχει γραφεῖ ἀφιέρωμα στὸ Περιοδικὸ «Ἀρχεῖον τοῦ Ἱεροῦ Ἀγῶνος», τ. 7 / Α΄ Ἑξάμηνον 2018, σελ. 37-49, τὸ ὁποῖο σὺν Θεῷ θὰ ἀναδημοσιεύσουμε στὴν Ἱστοσελίδα μας. 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2024

ΟΣΟ ΔΕΝ ΖΕΙΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ, ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ ΕΥΤΥΧΙΑ (Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου)

 

Οσίου Επισκόπου Θεοφάνους του Εγκλείστου

Σε ποιον θέλεις περισσότερο ν’ αφιερώσεις τη ζωή σου; Το πνεύμα της ζωής σου καθορίζεται από τα χαρακτηριστικά στοιχεία εκείνου προς το οποίο περισσότερο κλίνεις.

Όποιος ζει για τον Θεό, έχει ένα πνεύμα θείου φόβου και ευλάβειας. Όποιος ζει για τον εαυτό του, έχει ένα πνεύμα αυτάρεσκο, εγωιστικό, φίλαυτο, σαρκικό. Και όποιος ζει για τον κόσμο, έχει ένα πνεύμα φιλόκοσμο και μάταιο. Κρίνοντας απ’ αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά, βρες τι πνεύμα υπάρχει μέσα σου.

Συνήθως στις γιορτές εύχονται ευτυχία. Ευτυχία, λοιπόν, σου εύχομαι κι εγώ. Γιατί, όμως, κάνουμε αυτή την ευχή; Είναι αλήθεια ότι κανένας μέχρι σήμερα δεν έχει καθορίσει με σαφήνεια και ακρίβεια το τι είναι ευτυχία και το ποιος είναι πραγματικά ευτυχισμένος. Θαρρώ πως ευτυχισμένος είναι όποιος νιώθει έτσι. Όταν, λοιπόν, σου εύχομαι ευτυχία, αυτό ακριβώς εύχομαι: Να νιώθεις πάντα ευτυχισμένη! Και επειδή οι άνθρωποι έχουν τόσο διαφορετικές επιθυμίες, τόσο διαφορετικά γούστα και, συνακόλουθα, τόσο διαφορετικές απόψεις για την ευτυχία, που μπερδεύεται κανείς για τα καλά, σου ξεκαθαρίζω δίχως περιστροφές: Όσο δεν ζεις πνευματικά, μην περιμένεις ευτυχία.

Η διανοητική και σαρκική ζωή, όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, δίνουν κάτι σαν ευτυχία. Μα δεν πρόκειται παρά για μια φευγαλέα και απατηλή γεύση ευτυχίας, που γρήγορα χάνεται. Πέρα απ’ αυτό, όταν η διανοητικότητα και η σαρκικότητα κυριαρχούν στον άνθρωπο, τότε η ψυχή και το σώμα ταράζονται από εμπαθείς λογισμούς, επιθυμίες και συναισθήματα. Το δηλητήριο των παθών δηλητηριάζει τον άνθρωπο, όπως το αφιόνι [όπιο/ναρκωτικό], αλλά τον κάνει να ξεχνά πρόσκαιρα τη δυστυχία του, όπως πάλι το αφιόνι. Η πνευματική ζωή, απεναντίας, απαλλάσσει τον άνθρωπο από τα πάθη, του προσφέρει τις ευλογίες του πνεύματος και τον κάνει αληθινά και ολοκληρωτικά ευτυχισμένο.

Ο άνθρωπος της χάριτος λάμπει εσωτερικά σαν αστέρι. Συχνά, μάλιστα, η εσωτερική αυτή λαμπρότητα περνά από την ψυχή στο σώμα και γίνεται ορατή στους άλλους.

Όταν έμενα στην Πετρούπολη, στη δεκαετία του 1840, ακούγοντας γι’ αυτό από κάποιους, θέλησα να το διαπιστώσω με τα ίδια μου τα μάτια. Ήμουνα, βλέπεις, νεαρός τότε και δύσπιστος. Έτυχε, λοιπόν, να με επισκεφθεί ένας μοναχός, στον οποίο οι ενέργειες της χάριτος ήταν ήδη έκδηλες. Αρχίσαμε να μιλάμε για πνευματικά ζητήματα. Όσο πιο πολύ αυτοσυγκεντρωνόταν, όσο πιο πολύ η σκέψη του βάθαινε, τόσο πιο φωτεινό γινόταν το πρόσωπό του· ώσπου, τελικά, έγινε λευκό σαν το χιόνι, με τα μάτια του ν’ αστράφτουν. Λένε ότι και ο όσιος γέροντας Σεραφείμ του Σαρώφ πολύ συχνά έλαμπε, ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, και όλοι τον έβλεπαν φωτόλουστο.

Πολλές τέτοιες περιπτώσεις συναντάμε στις διηγήσεις των αγίων πατέρων. Αναφέρεται, για παράδειγμα, στο Γεροντικό, ότι ο αββάς Ιωσήφ της Πανεφώ όταν προσευχόταν με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό, τα δάχτυλά του γίνονταν σαν δέκα λαμπάδες αναμμένες. Το αποκάλυψε ο αββάς Λωτ, που το είδε. Για τον αββά Αρσένιο, πάλι, είναι γραμμένο το ακόλουθο περιστατικό: Πήγε κάποτε στο κελί του, στη Σκήτη της Αιγύπτου, ένας αδελφός. Χτύπησε την πόρτα, μα δεν πήρε απάντηση. Σκύβοντας τότε, κοίταξε μέσα από τη θυρίδα. Και τι να δει! Ο αββάς Αρσένιος ήταν όλος φωτιά! Ένας από τους πατέρες, τέλος, όταν συνάντησε τον αββά Σιλουανό, είδε το πρόσωπό του και το σώμα του να λάμπουν σαν αγγέλου. Και μην μπορώντας ν’ ατενίσει εκείνη την τόση λαμπρότητα, έπεσε με το πρόσωπο στη γη.

Σε κάθε εποχή υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, άνθρωποι της χάριτος… Όλοι οι φωτεινοί άνθρωποι του Θεού μετέχουν χαρισματικά στο άκτιστο φως δηλαδή στην άκτιστη ενέργεια του Κυρίου, στο φως που αξιώθηκαν να δουν οι άγιοι απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης στο όρος Θαβώρ, όταν Εκείνος μεταμορφώθηκε, όταν «το πρόσωπό Του έλαμψε σαν τον ήλιο» (Ματθ. 7:2) και «τα ρούχα Του έγιναν αστραφτερά, κατάλευκα σαν το χιόνι» (Μαρκ. 9:3).

(Από το βιβλίο: Πνευματική Ανθολογία από τους βίους και τους λόγους των Αγίων της Ρωσίας,
έκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2018, σελ. 99, 102, 105)

ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΔΕΝ ΒΑΖΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΜΑΣ ΟΡΟΥΣ (Ὁμιλία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)

Ὁμιλία Κυριακῆς ΙΓ΄ Λουκᾶ (πλουσίου νεανίου)

Ἀπὸ τὸν Σεβ/το Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὸ Μεζοῦρλο (Λατίνια) Λαρίσης, τὴν Κυριακή, 25-11/8-12-2024, μὲ τίτλο: «Στὸν Χριστὸ δὲν βάζουμε τοὺς δικούς μας ὅρους».


Πηγή 

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2024

ΕΠΕΤΕΙΑΚΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΑ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΕΟΡΤΟΛΟΓΙΟΥ

 

Πλῆθος κόσμου παρακολούθησε μὲ συγκίνηση ὅλη τὴν ἑορτή, κατὰ τὴν ὁποία οἱ συντελεστὲς της μὲ ἁπλὸ ἀλλὰ στοχευμένο τρόπο ἀφηγήθηκαν τὰ τελευταία 100 χρόνια διχασμοῦ μέσα ἀπὸ τὸ πλαίσιο ἱστορικῶν γεγονότων ἐθνικῆς σημασίας. Στὸ τέλος, ὁ οἰκεῖος Μητροπολίτης Σεβασμιώτατος κ. Χρυσόστομος, ἐμπνευστὴς τῆς ἑορτῆς αὐτῆς, περιέγραψε τὴν Ἀποστολικὴ Διαδοχὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία εἶναι αὐταπόδεικτη μὲ μιὰ ματιὰ στὴν ἱστορία.

Συγκεκριμένα, ξεκίνησε εξηγώντας ότι η Αποστολική Διαδοχή είναι η μετάδοση της Θείας Χάριτος από τον Κύριό μας στους Αγίους Αποστόλους, οι οποίοι μετέδωσαν αυτή την Χάρη στους Αποστολο-επισκόπους και εκείνοι στους διαδόχους τους διαχρονικά. Η Εκκλησία των Γ.Ο.Χ., παρά τα όσα λυπηρά κατά καιρούς έχουν ακουσθεί, φέρει την Αποστολική Διαδοχή. Όταν κοιμήθηκε ο Άγιος Χρυσόστομος, ο πρώην Φλωρίνης, Αρχιερείς των Ρώσων της Διασποράς, υπό τον Μητροπολίτη Αναστάσιο, χειροτόνησαν στην Αμερική τον Γέροντα Ακάκιο Παππά σε Επίσκοπο Ταλαντίου. Στο σημείο αυτό , ο Σεβασμιώτατος υπογράμμισε ότι ο Μητροπολίτης Αναστάσιος είχε συμπράξει με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δαμιανό για την χειροτονία Επισκόπων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, μεταξύ των οποίων και του διαδόχου του, Πατριάρχου Τιμοθέου, γεγονός που μαρτυρά πως οι Αρχιερείς μας με τους Αρχιερείς των Ιεροσολύμων κατάγονται από το ίδιο αποστολικό δένδρο. Συνεχίζοντας, ο Σεβασμιώτατος μίλησε για τις χειροτονίες του Ταλαντίου Ακακίου με τον Χιλής Λεόντιο των Ρώσων της Διασποράς, για την χειροτονία -από Αρχιερείς των Ρώσων της Διασποράς- του Αστορίας Πέτρου, ο οποίος είχε στενές επαφές, μεταξύ άλλων, με τον Άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς. Αναφέρθηκε, έπειτα, στην χειροτονία, για την Επισκοπή Λισαβώνος, του Γαβριήλ Ρότσα από τέσσερεις Αρχιερείς μας, λέγοντας ότι, όταν αργότερα ο Μητροπολίτης Γαβριήλ αποφάσισε να προσχωρήσει στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Πολωνίας υπό τον Μητροπολίτη Βασίλειο, έγινε δεκτός ως κανονικός Επίσκοπος, δίχως καν συγχωρητική ευχή. Όλοι οι Αρχιερείς των Αυτοκέφαλων Εκκλησιών, έχοντας κοινωνία με την Εκκλησία της Πολωνίας, είχαν, έτσι, κοινωνία και με έναν χειροτονημένο από δικούς μας Αρχιερείς Επίσκοπο. Σημαντική ήταν, ακόμη, η αναφορά που έκανε ο Σεβασμιώτατος στην ένωση ενός τμήματος της Συνόδου των Ρώσων της Διασποράς υπό τον Μητροπολίτη Λαύρο με την Εκκλησία της Μόσχας υπό τον Πατριάρχη Αλέξιο, το 2007. Οι Ρώσοι της Διασποράς, ως κανονικοί Αρχιερείς, συλλειτούργησαν με τους Αρχιερείς του Πατριαρχείου Μόσχας δίχως κάποια ευχή αποκατάστασης. Ύστερα, Ιεράρχες, ακόμη και της Ελλαδικής Εκκλησίας, συλλειτούργησαν με αυτούς που χειροτόνησαν τους Αρχιερείς μας. Στο σημείο αυτό, ο Επίσκοπός μας έκανε την εξής ερώτηση: πώς είναι δυνατόν να λένε κάποιοι ότι οι Γ.Ο.Χ. είναι αχειροτόνητοι και έτσι να προβαίνουν σε επαναλήψεις τελεσθέντων από εμάς Μυστηρίων, ενώ συλλειτουργούν κανονικά (τουλάχιστον μέχρι πριν το ουκρανικό ζήτημα), με τους Αρχιερείς που χειροτόνησαν τους Αρχιερείς μας; 

    Σε άλλο σημείο, ο Σεβασμιώτατος είπε ότι η αλλαγή του ημερολογίου μόνο συμφορές προξένησε στην Εκκλησία της Ελλάδος, για αυτό και κανένας δεν χαίρεται με την κατάσταση στην Ορθόδοξη Ελλάδα. Οι ακολουθήσαντες το ιουλιανό ημερολόγιο, όσο «αθεολόγητοι», όσο «αγράμματοι» και «αδιάβαστοι», δεν αντιμετωπίσθηκαν ως ορθόδοξοι αδελφοί. Ο βίαιος τρόπος συμπεριφοράς είχε ως αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις ο κόσμος να φανατισθεί. Είναι πολύ εύκολο να πυροβολούμε, αλλά από πίσω τα τραύματα και τα αποκαΐδια ταλαιπωρούν το ποίμνιο. Ποιος, επιτέλους, θα ενδιαφερθεί; Εκτός από τον Άγιο Χρυσόστομο, πρ. Φλωρίνης, ίσως κανένας να μην μίλησε για αυτό που προσευχήθηκε ο Χριστός μας πριν την προδοσία: «Πατέρα μου, τήρησέ τους να είναι ένα, όπως εμείς». Ο Άγιος Φλωρίνης, ο οποίος πάντοτε με αγάπη μιλούσε και ποτέ το μελάνι του δεν έγραψε «μαύρες σελίδες»,  αγωνιζόταν και προσευχόταν να επουλωθούν τα τραύματα στην Εκκλησία. 

    Κλείνοντας τον λόγο, με συγκίνηση είπε: «εύχομαι να φωτισθούμε όλοι και να ζούμε σύμφωνα με την γραμμή που χάραξε ο Ίδιος ο Χριστός. Εκατό χρόνια πέρασαν. Να μην περάσουν άλλα εκατό».

Δείτε περισσότερα ΕΔΩ



Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2024

ΘΑ ΜΕΙΝΟΥΜΕ ΣΤΟ ΠΕΙΣΜΑ; (Ὁμιλιά τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα)


Ὁμιλία στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Ἀπὸ τὸν Σεβ. Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ Πλαταμῶνος κ. Κλήμεντα στὸν Ἱερὸ Ναὸ Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων στὴν Λάρισα, τὴν Τετάρτη, 21-11/4-12-2024, τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, μὲ τίτλο: «Θὰ μείνουμε στὸ πεῖσμα;».

 Πηγή

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2024

ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ (Ἁγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτου Νέας Ὑόρκης († 1985)

 

Τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου

Ἁγίου Φιλαρέτου Μητροπολίτου Νέας Ὑόρκης (†1985)

«Σήµερον ὁ θεοχώρητος ναός, ἡ Θεοτόκος ἐν Ναῷ Κυρίου προσάγεται, καὶ Ζαχαρίας ταύτην ὑποδέχεται. Σήµερον τὰ τῶν Ἁγίων Ἅγια ἀγάλλονται». Ἐµεῖς µόλις ἀκούσαµε νὰ ψάλλωνται αὐτὰ τὰ λόγια, µὲ τὰ ὁποῖα ἡ Ἐκκλησία ἐξεικονίζει τὸ ἑορταστικὸ γεγονός, τοῦ ὁποίου τὴν µνήµη ἐπιτελοῦµε κατὰ τὴν σηµερινὴ Μεγάλη Ἑορτή.

«Σήµερον τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων ἀγάλ­λον­ται», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ἐµεῖς γνωρίζουµε, ὅτι στὸν Ἀκάθιστο Ὕµνο τῆς Θεοτόκου, σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς Χαιρετισµούς Της, ἐπίσης λέγουµε: «Χαῖρε Ἁγία, Ἁγίων µείζων»· αὐτὸ σηµαίνει: Νὰ χαίρεσαι Ἐσύ, ἡ ὁποία Εἶσαι µεγαλυτέρα ἀπὸ τὰ Ἅγια τῶν  Ἁγίων!

Ἡ ἱστορία τῆς Ἑορτῆς µᾶς διηγεῖ­ται, πὼς οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς, Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννα, ἔφεραν τὸ τριετὲς παιδί τους, τὴν µικρὰ παρθένο Μαρία στὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ, ὅπως εἶχαν ὑποσχεθῆ, σύµφωνα µὲ τὸ τάµα τους, ὅτι θὰ τὴν ἀφιέρωναν στὸν Θεό. Πὼς οἱ παρθένοι νεάνιδες τὴν συνώδευαν µὲ λαµπάδες καὶ πὼς τελικά, ὅταν εἰσῆλθαν στὸν Ναό τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἀρχιερέας Ζαχαρίας ἐξῆλθε νὰ τὴν ὑποδεχθῆ. Καὶ ἡ Παράδοσις µᾶς πληροφορεῖ ὅτι Αὐτή, ἄν καὶ τόσο µικρή, µόλις τριῶν ἐτῶν, ἀπὸ µόνη Της ἀνέβηκε τά σκαλοπάτια κατ’ εὐθεῖαν πρὸς ἐκεῖνον, καὶ αὐτός, καθ­οδηγούµενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦµα, ἔπραξε αὐτό, τὸ ὁποῖο δὲν εἶχε ξαναγίνει ποτὲ στὰ χρονικά, τὴν ὡδήγησε δηλ. στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, στὸ µέρος, στὸ µυστικό σκοτάδι τοῦ ὁποίου, µόνον Αὐτὸς ὁ Κύριος ἐσκήνωνε· καὶ ποὺ ποτὲ δὲν εἶχε πατήσει πόδι ἀνθρώπου, καὶ µόνον ὁ Ἀρχιερεὺς µόνος του, εἰσερχόταν στόν ἐνδιάτακτο καιρό, µὲ προσευχὴ καὶ θυµίαµα µία ἡµέρα τὸν χρόνο.

Μία ἡµέρα τὸν χρόνο! Καὶ αὐτὴ δὲν ἦταν ἐκείνη ἡ ἡµέρα. Παρ᾽ ὅλα αὐτά,  ὑπὸ τὴν καθοδήγησι τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, ὁ δίκαιος Ζαχαρίας ὡδήγησε τὴν τρίχρονη Νεάνιδα στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἔτσι ὥστε νὰ ἀνατραφῆ ἐκεῖ. Σὲ ἄλλον ἐκκλησιαστικό ὕµνο λέγει: «ὡς ἡγιασµένη». Καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ Παράδοσις µᾶς ἀναφέρει πὼς ἦταν συχνὰ στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων· πὼς Ἅγιοι Ἄγγελοι τῆς ἐµφανίζονταν ἐκεῖ· πὼς ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ τῆς ἐµφανιζόταν καὶ τῆς ἔφερνε τροφή. Καὶ ὄντως ἔτσι εἶναι· διότι, ὅταν ἀναγινώσκουµε τὴν ἱερὰ στιγµὴ κατὰ τὴν ὁποία πῆγε, στὸν Εὐαγγελισµό, νὰ τῆς ἀναγγείλη τὸ χαρµόσυνο µήνυµα, τὸ Εὐαγγέλιο καθι­στᾶ σαφές, ὅτι ὅταν ἡ Ὑπερευλογηµένη Παρθέ­νος Μαρία εἶδε τὸν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ, δὲν ταράχθηκε ἀπὸ τὴν παρουσία του, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ µήνυµά του· ἐπειδὴ τῆς ἦταν παλαιὸς γνώριµος καὶ τῆς εἶχε ἐµφανισθῆ πολλὲς φορὲς στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων. Ἀλλά, παρ᾽ ὅλα αὐτά, ὅταν ἄκουσε τὸν ἀσυνήθιστο χαιρετισµό, «Χαῖρε κεχαριτωµένη Μαρία, ὁ Κύριος µετὰ σοῦ, εὐλογηµένη σὺ ἐν γυναιξί», ἦταν αὐτὸς ὁ ἀσυνήθιστος χαιρετισµός, ὁ ὁποῖος τὴν ἐτάραξε, καὶ ἀναρωτήθηκε τὶ νὰ σήµαινε ἕνας τέτοιος χαιρετισµός.

Σύµφωνα µὲ τὴν Παράδοσι, µετὰ τὴν Εἴσοδό Της στὸν Ναό, ζοῦσε µονίµως ἐκεῖ. Ἐκεῖ προσευχόταν, ἐκεῖ ἐργαζόταν, καὶ ἐκεῖ, ὅπως ἔχει ἤδη εἰπωθῆ, Ἅγιοι Ἄγγελοι τῆς ἐκόµιζαν τροφή.

Ἀλλά, πῶς ἐµεῖς σχετιζόµεθα µὲ τὸν Ναὸ τοῦ Θεοῦ; Γιὰ τὸν Χριστιανὸ ὁ Οἶκος τοῦ Θεοῦ θὰ πρέπει νὰ εἶναι ἀκριβῶς ὅπως στὰ ἀρχαῖα χρόνια γιὰ τὸν Ψαλµωδό, ὁ ὁποῖος ἔγραψε: «Εὐφράνθην ἐπὶ τοῖς εἰρηκόσι µοι· εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόµεθα» (Ψαλµ. ρκα΄ 1). Αὐτὸ σηµαίνει ὅτι, χάρηκα ὅταν κάποιοι µοῦ εἶπαν: «Ἄς πορευθοῦµε εἰς τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου»! Συµβαίνει αὐτὸ µὲ µᾶς; Τιµοῦµε τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ; Ἀγαποῦµε τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ; Προσπαθοῦµε νὰ εἴµεθα ἐκεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ συχνὰ µποροῦµε; Ἆρά γε, ὑπερπηδοῦµε τὰ τυχὸν ἐµπόδια ποὺ παρουσιάζονται; Ἐσεῖς οἱ ἴδιοι γνωρίζετε, ὅτι εἶναι µακρὺς ὁ δρόµος, ἄν καὶ αὐτὸ δὲν ἀποτελῆ πάντοτε πρόφασι!

Σὲ αὐτὴν εἰδικῶς τὴν περίπτωσι, ἔφεραν τὴν Πάναγνο καὶ Παρθένο Μαρία, ἔφεραν τὴν νεαρὴ Παρθένο µέσα στὸν Ναό· ὁ Ναὸς ἔγινε γι᾽ αὐτὴν δική Της κατοικία. Ἔµενε πάντα ἐκεῖ. Ἀλλά, δυστυχῶς, τώρα συµβαίνει καὶ τὰ δικά µας τὰ παιδιὰ νὰ πηγαίνουν πολὺ σπάνια στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Εὐλογηµένα εἶναι ἐκεῖνα τὰ παιδιά, τῶν ὁποίων οἱ εὐλαβεῖς γονεῖς τους πάντοτε τὰ φέρνουν στὴν Ἐκκλησία! Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἰσάξιο µὲ ὅ,τι λαµβάνει ἕνα μικρὸ παιδὶ στὴν Ἐκκλησία, στὴν γεµάτη χάρη, λαµπρότητα, ἱερὴ καὶ πνευµατικὴ ἀτµόσφαιρα τῆς Ἐκκλησίας! Ἐκεῖνο, τὸ ὁποῖο ἡ παιδικὴ ψυχὴ ἀπορροφᾶ σὲ αὐτὰ τὰ τρυφερὰ χρόνια τῆς νεαρᾶς ἡλικίας, θὰ ἀποδειχθῆ θησαυρὸς καὶ πνευµατικὸ κεφάλαιο γι᾽ αὐτήν, καὶ τὸ καλύτερο ἀντίδοτο στὴν µαταιότητα καὶ ἀκολασία τῆς ζωῆς, στὴν ὁποία πολὺ γρήγορα θὰ ἐκτεθῆ. Μακάρι νὰ µποροῦσαν οἱ ἅγιες Ἐκκλησίες µας νὰ γεµίζουν πάντα ἀπὸ παιδιά! Ἀλλά, συνεχῶς βλέπουµε ὅτι αὐτὸ δὲν γίνεται, ἀκόµη καὶ στὶς µεγάλες Ἑορτές. Γιὰ παράδειγµα, σήµερα ἡ Ἐκκλησία µπορεῖ νὰ ἔχη ἕναν ἀρκετὰ µεγάλο ἀριθµὸ πιστῶν, ἀλλὰ µὲ δυσκολία µερικὰ παιδιά.

Αὐτὸ εἶναι κάτι, τὸ ὁποῖο θὰ πρέπει ὅλους νὰ µᾶς προβληµατίζη, ὄχι µόνον τοὺς γονεῖς, ἀλλὰ τοὺς παιδαγωγούς, τοὺς διδασκάλους, τοὺς Χριστιανούς, τὸν καθένα µας, ἔτσι ὥστε νὰ µπορῆ νὰ δίδεται ἔστω καὶ µία πενιχρὰ εὐκαιρία στοὺς νέους, νὰ ἀπορροφήσουν στὴν πνευµατικῶς ἀναπτυσσόµενη καὶ ἀνθηφοροῦσα ψυχή τους, τὸ πνευµατικὸ κεφάλαιο καὶ τὴν πνευµατικὴ γνῶσι ποὺ προσφέρεται στὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, αὐτὰ µπορεῖ νὰ ὠφεληθοῦν καὶ νὰ ἀποβῆ γι᾽ αὐτὰ πνευµατικὸς πλοῦτος, ὄχι µόνον στὴν πορεία τους σ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή, ἀλλὰ καὶ στὴν µέλλουσα.

Σκεφθῆτε αὐτὸ καὶ προσπαθῆστε νὰ φέρνετε τὰ παιδιά µας στὴν Ἐκκλησία πιὸ συχνά. Οὕτως ὥστε, νὰ µάθουν νὰ ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ σταθερὰ νὰ ἐπιδιώκουν νὰ βρίσκωνται ἐκεῖ. Πάντοτε ὑπῆρχαν, καὶ πράγµατι ὑπάρχουν καὶ τώρα κάποιες οἰκογένειες, τῶν ὁποίων τὰ µικρὰ παιδιὰ ἀγαποῦν τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ σὲ τέτοιο βαθµό, καὶ δὲν πλήττουν στὶς Ἀκολουθίες, οὕτως ὥστε νὰ µὴν εἶναι οἱ γονεῖς αὐτοὶ ποὺ φέρνουν τὰ παιδιὰ στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ τὰ παιδιὰ τοὺς γονεῖς! Εὐλογηµένη εἶναι ἡ οἰκογένεια ἐκείνη, στὴν ὁποία ἐπικρατεῖ αὐτὴ ἡ κατάστασις.

Σκεφθῆτε το αὐτό, ἀγαπητοί µου ἀδελφοί. Νὰ φροντίσετε, ὥστε τὰ παιδιά µας νὰ µεγαλώνουν Χριστιανικά, σὰν γνήσια, πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸν Οἶκο τοῦ Θεοῦ µὲ τὴν ταπεινὴ καὶ προσευχητικὴ ἀτµόσφαιρά του. Ἀµήν!

(Περιοδ. «The Shepherd», Volume XXXIIINumber 3 / November 2012, pp. 2-4).

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2024

ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΑΔΙΑΛΛΑΞΙΑ

 

            Στο παρατιθέμενο κείμενο του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αβερκίου της Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς (+1976) εκφράζεται η χριστιανική διδασκαλία περί Ειρήνης και περί Χωρισμού, εξ αφορμής της Αθεϊστικής εξουσίας η οποία επικράτησε επί 70 έτη στην Ρωσία. Και ναι μεν η λαίλαπα εκείνη απήλθε, όμως το σκεπτικό του συγγραφέως ως προς κάθε παρόμοια πρόκληση από τους εξουσιαστές και κυβερνήτες είναι επίκαιρο και παραμένει πάντοτε στο προσκήνιο. Γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε την αληθινή Χριστιανική διδασκαλία και θέση στο θέμα αυτό, εφ’ όσον συνεχίζουν και θα συνεχίζουν να ακούγονται, διαδίδονται και επικρατούν συνθήματα χλιαρότητος, συμβιβασμού και υποχωρήσεως έναντι κάθε είδους παρανομίας, στο όνομα δήθεν του χριστιανικού πνεύματος. Όμως, ο αληθινός Χριστιανισμός ενώ είναι ειρηνικός στην ουσία του, δεν παύει να αποτελεί το ανάχωμα όπως και τον ασυμβίβαστο εχθρό έναντι κάθε είδους νοθεύσεως της αλήθειας με το ψεύδος και του πνεύματος του Χριστού με το πνεύμα του Αντιχρίστου. Και ουσιαστικά, έναντι κάθε αναμείξεως πραγμάτων ασυμβιβάστων, που αποσκοπούν να εμποδίσουν και να καταργήσουν την μία και μοναδική οδό της εν Χριστώ σωτηρίας.

Η επέτειος της τρομερής αιματηρής μπολσεβικικής επανάστασης του Οκτωβρίου του 1917 χαρακτηρίστηκε από τη ρωσική μετανάστευση και στα πέντε μέρη του κόσμου, με την οργάνωση των λεγόμενων «ημερών του ασυμβίβαστου». Το έθιμο της διευθέτησης τέτοιων «ημερών του ασυμβίβαστου» έχει εισέλθει εδώ και πολύ καιρό στη ζωή του ρωσικού λαού, ο οποίος έχει εγκαταλείψει την πατρίδα του, η οποία μετατράπηκε από τους άθεους μπολσεβίκους σε ένα είδος κατωφλίου της κόλασης. Αυτές οι «μέρες» γίνονταν παντού, και ιδιαίτερα σε μεγάλα κέντρα συγκέντρωσης ρωσικού λαού ασυμβίβαστου με τον μπολσεβικισμό, κάθε χρόνο. Το κακό που προκάλεσε η μπολσεβίκικη επανάσταση του 1917 στο ρωσικό λαό είναι τόσο μεγάλο που η διευθέτηση τέτοιων «ημερών», από καθαρά ανθρώπινη άποψη, είναι αρκετά κατανοητή και δικαιολογημένη.

Αλλά από καιρό σε καιρό συμβαίνει να ακούμε κάποιες αντιρρήσεις. Για παράδειγμα, λένε: «Είναι αυτό το χριστιανικό συναίσθημα – ασυμβίβαστο; Μπορεί ένας Χριστιανός να είναι ασυμβίβαστος με οποιονδήποτε; Δεν έχουμε την εντολή να συγχωρούμε πάντοτε ο ένας τον άλλον; Δεν μας δίδαξε ο Χριστός να αγαπάμε ακόμη και τους εχθρούς μας;».

Προχωρώντας από αυτές τις σκέψεις, τα άτομα μιας τέτοιας στάσης θεωρούν την οργάνωση «ημερών ασυμβίβαστων» ως ασυμβίβαστες με τη χριστιανική αξιοπρέπεια και τη συμμετοχή σε αυτές, ειδικά για τους ποιμένες της Εκκλησίας, κατακριτέα και απαράδεκτη. Πολλά από αυτά τα πρόσωπα (μεταξύ των οποίων υπάρχουν άτομα πνευματικής τάξης), για τους ίδιους λόγους, έχουν μια πολύ συμφιλιωτική στάση απέναντι στο αθεϊστικό σοβιετικό καθεστώς και δικαιολογούν τη στάση και τη συμπεριφορά των ιεραρχών της Σοβιετικής Εκκλησίας. Μερικοί από αυτούς είναι έτοιμοι να θεωρήσουν τη σοβιετική κυβέρνηση ως «δύναμη από τον Θεό», σαν να κλείνουν τα μάτια τους στο γεγονός ότι αυτή η εξουσία θέτει ως κύριο στόχο της ύπαρξής της τον «αγώνα κατά του Θεού» και την εξάλειψη της θρησκείας. Άλλοι, λιγότερο αποφασιστικοί, λένε μόνο ότι «ο μπολσεβικισμός είναι το τιμωρητικό σπαθί του Κυρίου» και επομένως είναι αδύνατο να είμαστε ασυμβίβαστοι μαζί του και να καλέσουμε σε αγώνα εναντίον του, αφού αυτό σημαίνει να πάμε ενάντια στο θέλημα του Θεού.

Είναι αλήθεια όλα αυτά;

Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να θυμόμαστε ότι για μια σωστή κατανόηση της αυθεντικής διδασκαλίας του Ευαγγελίου, δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να μιμούμαστε αιρετικούς που αρπάζουν από την Αγία Γραφή ορισμένα χωρία που είναι επωφελή γι’ αυτούς, για να βασίσουν την προκατειλημμένη ψευδή διδασκαλία τους σε αυτά. Τα μεμονωμένα χωρία του Λόγου του Θεού πρέπει αναγκαστικά να συγκριθούν με τα συμφραζόμενα και με παράλληλα αποσπάσματα, τα οποία από μόνα τους δίνουν το κλειδί για τη σωστή κατανόησή τους. Επιπλέον, η ύψιστη αρχή για μας πρέπει να είναι εκείνοι οι άνθρωποι που αναμφίβολα κατανόησαν και ερμήνευσαν σωστά τον λόγο του Θεού, αφού η αγιότητα της ζωής τους πιστοποιείται από την Εκκλησία, η οποία τους κατέταξε μεταξύ των αγίων του Θεού, ως αληθινοί χριστιανοί που έχουν συνειδητοποιήσει τη διδασκαλία του Ευαγγελίου στη ζωή τους και μπορούν να αποτελέσουν παράδειγμα για άλλους.

Ποια είναι η αληθινή διδασκαλία του Λόγου του Θεού σχετικά με το ερώτημα που μας ενδιαφέρει;

Ο Χριστιανισμός είναι αναμφίβολα μια θρησκεία ειρήνης, και όχι εχθρότητας και μίσους ασυμβίβαστου.

Ο ίδιος ο Χριστός, σύμφωνα με τον ορισμό του Λόγου του Θεού, είναι ο «Άρχοντας της ειρήνης» (Ης. 9:6). Αυτός, όπως διδάσκει ο Απόστολος Παύλος, είναι «η ειρήνη μας», η οποία έσπασε το φράγμα της έχθρας μεταξύ Θεού και ανθρώπου, που υψώθηκε με την πτώση των πρώτων ανθρώπων. Ήρθε στη γη για να «κηρύξει το ευαγγέλιο της ειρήνης» – να συμφιλιώσει τους πεπτωκότες ανθρώπους με τον Θεό και να τους καλέσει σε ειρήνη μεταξύ τους (Εφ. 2:14-17, Α΄ Κορ. 7:15). Γι’ αυτό και οι Άγγελοι τη στιγμή της Γεννήσεως του Χριστού έψαλλαν: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2:14).

«Την ειρήνη μου αφήνω μαζί σας, την ειρήνη Μου σας δίνω» – μια τέτοια επίσημη μαρτυρία έγινε από τον ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό στο Μυστικό Δείπνο στους μαθητές Του και στο πρόσωπό τους σε όλους τους αληθινούς οπαδούς Του. Στην αρχή της δημόσιας διακονίας Του προς το ανθρώπινο γένος, όταν έστειλε τους Αποστόλους να κηρύξουν, τους πρόσταξε, εισερχόμενοι σε οικία να την χαιρετήσουν με τα λόγια: «Ειρήνη σε αυτόν τον οίκο!» (Ματθ. 10:12). «Να έχετε ειρήνη μεταξύ σας», δίδαξε τους ακολούθους Του, οι οποίοι ήταν συνεχώς γύρω Του (Μάρκ. 9:50).

Ακολουθώντας τη μαρτυρία του Θείου Διδασκάλου Τους, οι Άγιοι Απόστολοι «κήρυξαν ειρήνη στους ανθρώπους μέσω του Ιησού Χριστού» (Πράξ. 10:36) και δίδαξαν «να επιζητούμε ειρήνη και να αγωνιζόμαστε γι’ αυτήν» (Α ́ Πέτρ. 3:11). Οι Άγιοι Απόστολοι αρχίζουν και τελειώνουν σχεδόν κάθε Επιστολή προς τους Χριστιανούς με μια ευχή για ειρήνη: «Χάρη σε σας και ειρήνη από τον Θεό Πατέρα μας και τον Κύριο Ιησού Χριστό» (Α΄ Κορ. 1:3 κ.α.). Και ο Άγιος Απ. Παύλος στην επιστολή του προς τους Ρωμαίους προτρέπει ιδιαίτερα εμφατικά: «Αν είναι δυνατόν σε εσάς, να έχετε ειρήνη με όλους τους ανθρώπους» (Ρωμ. 12:18), και συμβουλεύει «να αναζητήσετε αυτό που είναι ευνοϊκό για την ειρήνη» (Ρωμ. 14:19), προσπαθώντας να «διατηρήσετε την ενότητα του Πνεύματος με τον σύνδεσμο της ειρήνης» (Εφ. 4:3). «Να έχετε ειρήνη μεταξύ σας», προτρέπει επίσης τους Θεσσαλονικείς (5:13) και νουθετεί τον αγαπημένο του μαθητή Τιμόθεο, τον οποίο έκανε επίσκοπο στην Έφεσο: «Μείνετε σταθεροί στη δικαιοσύνη, την πίστη, την αγάπη, την ειρήνη, με όλους εκείνους που επικαλούνται τον Κύριο από καθαρή καρδιά» (Β΄ Τιμ. 2:22). Και στους συμπατριώτες του Ιουδαίους, ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Αγωνιστείτε να έχετε ειρήνη με όλους» (12:14).

Οι Άγιοι Απόστολοι επανειλημμένα αποκαλούν τον ίδιο τον Θεό «Θεό της ειρήνης» στις επιστολές τους (Ρωμ. 15:33, 16:20, Α΄ Κορ. 14:33 και πολλές άλλες περικοπές).

Και οι άγιοι του Θεού, οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας, οι μεγάλοι ασκητές και διδάσκαλοι της γνήσιας χριστιανικής, πνευματικής ζωής, τόσο με τον λόγο όσο και με το παράδειγμά τους, μας δίδαξαν και συνεχίζουν να μας διδάσκουν μέσα από τα θεόπνευστα συγγράμματά τους την ίδια μεγάλη αλήθεια, ότι δηλαδή η ειρήνη είναι η κύρια αναφαίρετη ιδιότητα και ποιότητα της ψυχής του αληθινού χριστιανού. Ιδιαίτερα μεταφορικά, σαν να συνοψίζει όλα όσα ειπώθηκαν προηγουμένως, ο μεγαλύτερος χριστιανός ασκητής μας των τελευταίων χρόνων, ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, μιλάει για τη σημασία της ειρήνης για τον χριστιανό: «Απόκτησε πνεύμα ειρήνης και χιλιάδες θα σωθούν γύρω σου»· «δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο εν Χριστώ από την ειρήνη, με την οποία καταστρέφεται κάθε διαμάχη των πνευμάτων του αέρα και της γης»…

Αυτή είναι η διδασκαλία της χριστιανικής μας Εκκλησίας για την ειρήνη και τη σημασία της για τον χριστιανό.

Αλλά μπορεί ένας αληθινός Χριστιανός να κρύβει στην καρδιά του κάποια ασυμβίβαστη στάση απέναντι σε οποιονδήποτε; Είναι το ίδιο το αίσθημα του ασυμβίβαστου συμβατό με τον τίτλο ενός οπαδού του Σωτήρος Χριστού, ο οποίος έφερε ειρήνη στη γη και κήρυξε ειρήνη;

Μπορούμε να πάρουμε μια απάντηση σε αυτή την ερώτηση μόνον εξετάζοντας προσεκτικά αν τα πάντα σε αυτό το ερώτημα εξαντλούνται από τα δεδομένα που αναφέρονται παραπάνω.

Αποδεικνύεται ὀμως ότι δεν συμβαίνει αυτό.

Εκτός από τη διδασκαλία για την ειρήνη, βρίσκουμε στο Λόγο του Θεού και στους Αγίους Πατέρες, μια σαφώς εκφρασμένη διδασκαλία για το ασυμβίβαστο.

«Μη νομίζετε ότι ήρθα για να φέρω ειρήνη στη γη» – έτσι δίδαξε ο ίδιος ο Σωτήρας Χριστός: «Δεν ήρθα για να φέρω ειρήνη, αλλά μάχαιρα. Διότι ήρθα να χωρίσω έναν άνδρα από τον πατέρα του, και μια κόρη από τη μητέρα της, και μια νύφη από την πεθερά της. Και οι εχθροί ενός ανθρώπου είναι το ίδιο του το σπιτικό». Και μάλιστα εξηγείται με ποια έννοια λέγεται αυτό: «Όποιος αγαπά τον πατέρα ή τη μητέρα περισσότερο από Μένα δεν είναι άξιος για Μένα. Και όποιος αγαπά τον γιο ή την κόρη περισσότερο από μένα, δεν είναι άξιος για Μένα. Και όποιος δεν σηκώσει το σταυρό του και δεν με ακολουθήσει, δεν είναι άξιος για μένα» (Ματθ. 10:34-38). Η ίδια αυτή διδασκαλία του Κυρίου Ιησού Χριστού εκφράζεται με ακόμη πιο αποφασιστικό τόνο στον Ευαγγελιστή Λουκά: «Αν κάποιος έρθει σε μένα, και δεν μισεί τον πατέρα του, και τη μητέρα του, και τη γυναίκα του, και τα παιδιά του, και τους αδελφούς και τις αδελφές του, και επιπλέον την ίδια του τη ζωή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου» (Λουκ. 14:26).

Η υπέρτατη εντολή, την οποία πρέπει να εκπληρώσει πρώτα ο χριστιανός, είναι η εντολή της αγάπης προς τον Θεό. Επομένως, είναι απολύτως φυσικό και κατανοητό πως οτιδήποτε έρχεται σε αντίθεση με αυτή την πρώτη και μεγαλύτερη εντολή (Ματθ. 22:36-38), που εμποδίζει έναν Χριστιανό να την εκπληρώσει, πρέπει να είναι μισητό γι’ αυτόν: ο Χριστιανός πρέπει να είναι απολύτως ασυμβίβαστος με όλα αυτά.

Έτσι, ο χριστιανός πρέπει να είναι ασυμβίβαστος με τον εχθρό του Θεού και τον εχθρό της ανθρώπινης σωτηρίας, τον διάβολο, και με όλους τους συνεργούς και υπηρέτες του.

Ο χριστιανός πρέπει να είναι ασυμβίβαστος με «αυτόν τον κόσμο, ο οποίος βρίσκεται στο κακό», δηλαδή με κάθε κακό που προέρχεται από τον διάβολο και εκδηλώνεται με κάθε είδους αμαρτωλά πάθη και κακίες που βρίσκονται σε πόλεμο στον κόσμο, για τα οποία ο άγιος Απόστολος Ιάκωβος ο αδελφόθεος μιλάει τόσο καθαρά και απλά: «Μοιχοί και μοιχαλίδες! Δεν γνωρίζετε ότι η φιλία με τον κόσμο είναι εχθρότητα εναντίον του Θεού; Γι’ αυτό, όποιος θέλει να είναι φίλος του κόσμου γίνεται εχθρός του Θεού» (Ιακ. 4:4).

Ο χριστιανός πρέπει να είναι ασυμβίβαστος με το δικό του αμαρτωλό θέλημα, αφού αυτό τον εμποδίζει να εκπληρώσει το θέλημα του Θεού, γι’ αυτό και καθένας που θέλει να είναι ακόλουθος του Χριστού προστάζεται να «απαρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει τον σταυρό του», δηλαδή να είναι έτοιμος για οποιεσδήποτε στερήσεις, θλίψεις και παθήματα για τον Χριστό, μέχρι μαρτυρικού θανάτου γι’ Αυτόν (Μάρκ. 8:34-37).

Ο χριστιανός πρέπει επίσης να είναι ασυμβίβαστος με το κακό, αμαρτωλό θέλημα των άλλων ανθρώπων, οι οποίοι επιδιώκουν να τον εκτρέψουν από το να υπηρετεί τον Θεό και να ακολουθεί τον Χριστό.

Πρέπει να είναι ασυμβίβαστος, όπως φαίνεται από τα λόγια του Χριστού που αναφέρθηκαν παραπάνω, ακόμη και προς τους στενότερους κατά σάρκα συγγενείς του – πατέρα και μητέρα, γιο και κόρη και άλλους – μέχρι του σημείου του «σωτήριου», όπως το θέτουν οι άγιοι Πατέρες, «μίσους γι’ αυτούς», αν τον αποσπούν από την αγάπη για τον Χριστό.

Ακόμη περισσότερο, ο αληθινός χριστιανός πρέπει να είναι ασυμβίβαστος με όλους τους φανερούς άθεους, βλάσφημους, διώκτες της πίστεως και της Εκκλησίας, αποστάτες, αιρετικούς και σχισματικούς.

Ότι έτσι έχουν τα πράγματα, ο Λόγος του Θεού καταθέτει ξεκάθαρα μαρτυρία.

«Αν κάποιος παρακούει την Εκκλησία, θα είναι προς εσάς ως ειδωλολάτρης και τελώνης», είπε ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός (Ματθ. 18:17).

«Ποια συμφωνία υπάρχει μεταξύ του Χριστού και του Βελίαλ; ή ποια κοινωνία των πιστών με τους απίστους;», λέει ο άγιος Απόστολος στην προς Κορινθίους επιστολή του. «… Γι’ αυτό βγείτε από ανάμεσά τους και να ξεχωρίσετε, λέει ο Κύριος, και μην αγγίζετε την ακαθαρσία»… (Β΄ Κορ. 6:15,17).

»Όποιος έρχεται προς εσάς, και δεν φέρνει αυτή τη διδαχή (την αληθινή διδαχή του Χριστού), δεν θα τον δεχτείτε στον οίκο σας και δεν θα τον χαιρετήσετε. Διότι αυτός που τον χαιρετά συμμετέχει στα πονηρά του έργα» (Β΄ Ιωάν. 1:10-11), διδάσκει ο αγαπητός μαθητής του Χριστού, ο άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος αποκαλείται «Απόστολος της Αγάπης».

«Όποιος δεν αγαπά τον Κύριο Ιησού Χριστό, ας αφοριστεί μέχρι τον ερχομό του Κυρίου» («Ανάθεμα Μαραναθά»), δηλαδή οι χριστιανοί δεν πρέπει να έχουν καμία κοινωνία μαζί του, διδάσκει ο Απόστολος Παύλος.

«Απομακρυνθείτε από τον αιρετικό, μετά πρώτη και δεύτερη νουθεσία», καθοδηγεί επίσης τον μαθητή του Τίτο, τον οποίο έκανε επίσκοπο στην Κρήτη (3.10).

Έτσι, ο Χριστιανισμός δεν κηρύττει καθόλου μια αδιάκριτη ειρήνη σε σχέση με όλους, αλλά αντίθετα – εμπνέει το ασυμβίβαστο με το κακό και την ασέβεια και προειδοποιεί ενάντια στη φιλική κοινωνία με τους φορείς αυτού του κακού και της ασέβειας.

Το ότι είναι έτσι, διατυπώνεται ιδιαίτερα γλαφυρά και κατανοητά στον 6ο «Λόγο περί Ειρήνης» του μεγάλου Πατέρα της Εκκλησίας και παγκοσμίου διδασκάλου αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, ο οποίος έδωσε ο ίδιος υψηλό παράδειγμα ειρήνευσης με την άρνησή του για την καθέδρα του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως:

«Ας μην νομίζουν, ωστόσο, ότι ισχυρίζομαι ότι κάθε ειρήνη πρέπει να τιμάται. Διότι γνωρίζω ότι υπάρχει μια επαινετή διαίρεση και ολέθρια ομοφωνία· αλλά πρέπει κανείς να αγαπά την καλή ειρήνη, η οποία έχει καλό σκοπό και ενώνει με τον Θεό… Αλλά όταν πρόκειται για έκδηλη ασέβεια, τότε θα πρέπει κανείς να πάει στη φωτιά και το σπαθί… Το πιο τρομερό πράγμα είναι να φοβάσαι οτιδήποτε περισσότερο από τον Θεό και, εξαιτίας αυτού του φόβου, από υπηρέτης της αλήθειας να γίνεσαι προδότης της διδασκαλίας της πίστης και της αλήθειας» (Μέρος Ι, σ. 192).

Και ιδού μια άλλη, αξιόλογη μαρτυρία του μεγάλου Πατέρα της Εκκλησίας, του Αγ. Ισιδώρου Πηλουσιώτη, ο οποίος απορρίπτει αποφασιστικά κάθε ιδέα ότι η σοβιετική εξουσία μπορεί να αναγνωριστεί ως «δύναμη από τον Θεό». Έχοντας υποδείξει εκ των προτέρων τη σειρά υποταγής του ενός στον άλλο, που καθιερώθηκε από τον Θεό παντού, στη ζωή των λογικών όντων, καταλήγει:

«Επομένως, έχουμε το δικαίωμα να πούμε ότι η ίδια η σύσταση, εννοώ, η εξουσία, δηλαδή η βασιλική εξουσία, έχει καθιερωθεί από τον Θεό. Αλλά αν κάποιος κακός άνομος άνθρωπος αρπάξει αυτή τη δύναμη, δεν ισχυριζόμαστε ότι χειροτονήθηκε από τον Θεό, αλλά λέμε ότι του επιτράπηκε να μολύνει αυτήν με κακία, όπως έκανε ο Φαραώ, και σε αυτή την περίπτωση να υποστεί ακραία τιμωρία ή να τιμωρήσει εκείνους για τους οποίους χρειάζεται σκληρότητα, όπως ο βασιλιάς της Βαβυλώνας έκανε τους Ιουδαίους αγνούς» (Επιστολή 6).

Η σοβιετική εξουσία, από την ίδια της τη φύση, είναι μια άθεη και αντιχριστιανική δύναμη, και επομένως δεν μπορεί να τεθεί θέμα αναγνώρισής της ως προερχόμενης από το Θεό.

«Να ζείτε ειρηνικά με τους εχθρούς σας, αλλά με τους εχθρούς σας και όχι με τους εχθρούς του Θεού», μας διδάσκει ένας άλλος μεγάλος στύλος της Παγκόσμιας Εκκλησίας, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Ο τρίτος αυτής της αξιέπαινης τριάδας των μεγάλων οικουμενικών διδασκάλων (που κατέχει την πρώτη θέση στη σειρά τους), ο Μέγας Βασίλειος, μας διδάσκει με το παράδειγμά του ποια πρέπει να είναι η στάση μας απέναντι σε αυτούς τους «εχθρούς του Θεού», τους εχθρούς της Εκκλησίας του Χριστού. Όταν ο σφοδρός εχθρός της Εκκλησίας, ο αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Αποστάτης, ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον των Περσών, απειλώντας ότι, σε περίπτωση επιτυχούς εκστρατείας, θα κατέστρεφε οριστικά τον Χριστιανισμό κατά την επιστροφή του, ο Μέγας Βασίλειος προσευχήθηκε θερμά μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Μερκούριου να μην επιστρέψει ζωντανός από το πεδίο της μάχης. Και εισακούστηκε η προσευχή του αγίου.

Από όλα τα παραπάνω προκύπτει σαφώς ότι πρέπει να είμαστε απολύτως ασυμβίβαστοι με την αθεϊστική διδασκαλία της εποχής μας, η οποία αποφάσισε να διακηρύξει δημόσια ότι «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», και με τους παράφρονες φανατικούς οπαδούς της, οι οποίοι βλασφημούν τον Θεό, βεβηλώνουν και καταστρέφουν τις εκκλησίες του Θεού, συκοφαντούν και διώκουν τους πιστούς στο Χριστό και αγωνίζονται για την πλήρη εξάλειψη της πίστης και την καταστροφή της Εκκλησίας. Δεν μπορούμε να έχουμε καμία επικοινωνία μαζί τους, πόσο μάλλον κανενός είδους φιλικές σχέσεις, συνεργασία ή συμβιβασμό.

Αν αυτή είναι η ιδέα των «ημερών της αδιαλλαξίας» μας, τότε δεν υπάρχει τίποτα σε αυτές που να είναι αντίθετο με την αληθινή Χριστιανοσύνη. Αλλά όλοι εκείνοι που, για οποιονδήποτε άλλο λόγο, είναι πραγματικά ασυμβίβαστοι με τον μπολσεβικισμό, είναι σύμμαχοί μας. Είναι απαραίτητο, ωστόσο, για όλους να κατανοήσουν πλήρως και να συνειδητοποιήσουν ότι το αληθινό και λογικό ασυμβίβαστο με τον μπολσεβικισμό δεν είναι σε καμία περίπτωση απλώς πολιτικό ασυμβίβαστο, ακριβώς όπως ο αγώνας ενάντια στον μπολσεβικισμό δεν είναι απλώς ένας συνηθισμένος πολιτικός αγώνας. Γιατί η θεμελιώδης ουσία του μπολσεβικισμού βρίσκεται ακριβώς στον αθεϊσμό του, στην εχθρική στάση του απέναντι στην πίστη και την Εκκλησία. Επομένως, ας εμβαθύνουμε σε αυτό! Κάθε αντίπαλος της πίστης στον Θεό, κάθε βλάσφημος, εχθρός της πίστης και της Εκκλησίας, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, είναι συνοδοιπόρος των αθεϊστών μπολσεβίκων, ακόμα κι αν θεωρεί και αυτοανακηρύσσεται μαχητής κατά του μπολσεβικισμού.

Είθε όλοι οι οργανωτές και οι συμμετέχοντες στις «ημέρες της ασυμφιλίωσης» να το συνειδητοποιήσουν αυτό, και είθε να καταλάβουν ότι το πραγματικά ευλογημένο ασυμβίβαστο με τον μπολσεβικισμό δεν είναι παρά ασυμβίβαστο με τον διάβολο στο όνομα του Θεού, ασυμβίβαστο με τον αντίχριστο στο όνομα του Χριστού! Στους τρομερούς καιρούς μας, νιώθουμε με ιδιαίτερη ένταση ότι υπάρχουν μόνο δύο δρόμοι σε αυτή τη ζωή – ο τρόπος ζωής και ο τρόπος θανάτου, ο δρόμος της ευλογίας και ο δρόμος της καταδίκης (Δευτ. 30:19-20) – ο τρόπος να υπηρετούμε τον Θεό ή ο τρόπος να υπηρετούμε τον διάβολο. Δεν υπάρχει τρίτος δρόμος!

Ας θυμηθούμε, λοιπόν, σταθερά το αξιοθαύμαστο ρητό του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, ότι μόνο «όταν έχουμε έχθρα με τον διάβολο έχουμε ειρήνη με τον Θεό». Μόνο μια τέτοια αληθινά Χριστιανική ασυμφιλιότητα μπορεί να μας οδηγήσει στην αληθινή ειρήνη.

+ Αρχιεπίσκοπος Αβέρκιος

(Νεωτερικότητα υπό το φως του λόγου του Θεού. Τόμος Ι, σ. 277-284)