27 Φεβρουαρίου 2018

Προς όποιον μπλόγκερ γνωρίζει την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος..

Επειδή σχεδόν όλες οι αναρτήσεις μου έχουν τεράστια έκταση, από την αρχή της ενασχόλησής μου με το μπλογκ άρχισα να ενεργοποιώ την επιλογή "Διάβασε περισσότερα". Στην αρχή πρόσθετα το 
<!--more--> (ή κάπως έτσι) στο HTML κάθε ανάρτησης, ώσπου ανακάλυψα το εικονίδιο "εισαγωγή μεταπήδησης", οπότε επέλεγα απλά αυτό.
Τον τελευταίο καιρό ανακάλυψα ότι ενώ πατάω κανονικά το εικονίδιο και στη σύνθεση της ανάρτησης φαίνεται ότι αυτή χωρίζεται, στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει, αλλά οι επισκέπτες του ιστολογίου διαβάζουν ολόκληρες τις αναρτήσεις μονοκόμματες, ένα μακρύ έως ατέλειωτο σεντόνι με διάφορα θέματα. Αντίθετα, στο τέλος της κάθε ανάρτησης εμφανίζεται ένα άσχετο μήνυμα "Περισσότερα", που φυσικά δεν οδηγεί πουθενά!
Δεν ξέρω από πότε συμβαίνει αυτό, καθώς δεν επισκέπτομαι ποτέ το ιστολόγιό μου (ενίοτε κάνω απλά προεπισκοπήσεις των αναρτήσεων για να έχω μια ιδέα για την εικόνα τους), ώσπου πρόσφατα - εντελώς τυχαία - έκανα Προεπισκόπηση Ιστολογίου για να δω τι παίζει. 
Το θέμα είναι το εξής: Δοκίμασα να βάλω και πάλι το <! -- more -->, όμως δεν υπήρξε κάποια διάφορα, αλλά αντίθετα το έβγαζε ως κομμάτι του κειμένου. Ψάχνοντας σε σχετικά μπλογκ, βρήκα κάποιες οδηγίες που ζητούν να προσθέσουμε ή να τροποποιήσουμε κάποιους κώδικες στο HTML του Προτύπου Αναρτήσεων. Μεταξύ αυτών είναι κάποιο <data:post.body/> ή απλούστερα post. body, το οποίο όμως δεν μπορώ να εντοπίσω κάνοντας αναζήτηση μέσα στο HTML του προτύπου (δηλαδή με Ctrl+F). Λογικά κάπου εδώ υπάρχει το πρόβλημα - το οποίο ένας Θεός ξέρει πώς δημιουργήθηκε ξαφνικά, όταν στην αρχή όλα λειτουργούσαν κανονικά! 
Αν μπορεί κάποιος να με βοηθήσει σχετικά (π.χ. σε ποιο σημείο πρέπει να προσθέσω τον κώδικα <data:post.body/> ή πώς αλλιώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η έλλειψή του, ώστε να είναι και πάλι δυνατός ο χωρισμός των αναρτήσεων), θα το εκτιμούσα πολύ. Άλλωστε, αντίστοιχο πρόβλημα ενδεχομένως να έχουν και άλλοι μπλόγκερ. 
Όποιος γνωρίζει μπορεί να δώσει την απάντησή του από κάτω (στα μηνύματα) είτε στο μέιλ του ιστολογίου: [email protected]

26 Φεβρουαρίου 2018

Ένα εξοργιστικό ποίημα για τη Σπιναλόγκα το 1914

Είναι το πιο εξοργιστικό ποίημα που έχω διαβάσει στην ζωή μου (χωρίς βέβαια αυτό ν' αποκλείει την ύπαρξη ακόμη πιο εξοργιστικών ποιημάτων). Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ίδη του Ηρακλείου το Μάιο του 1914 και αφορά τους λεπρούς της Σπιναλόγκας, η οποία ήδη από το 1905 είχε μετατραπεί σ' ένα αφόρητο κολαστήριων ψυχών των λεπρών της Κρήτης (αρχικά) ύστερα από απόφαση της Βουλής της τότε αυτόνομης Κρητικής Πολιτείας. Το ποίημα έγραψε κάποιος Μ.Γ.Δ. από τη Νεάπολη του Λασηθίου, ο οποίος - σίγουρα όχι ο μοναδικός εκείνα τα χρόνια - ούτε λίγο ούτε πολύ πίστευε πως η λέπρα ήταν ένα είδος θείας τιμωρίας για κάποιον - αναπόδεικτο ούτως ή άλλως, αλλά και πάλι τελείως άσχετο με την αρρώστια - τρόπο ζωής είτε των ίδιων είτε των γονιών τους! Αν υπάρχει ένας λόγος αναπαραγωγής αυτού του ποιήματος εκατόν τέσσερα χρόνια μετά, αυτός είναι απλά και μόνο για ν' αναδειχτεί η ευθύνη της κοινωνίας που με τον τρόπο της και μέσα από την πλήρη άγνοια και δεισιδαιμονία ενθάρρυνε τον στιγματισμό, τον κοινωνικό αποκλεισμό και εν τέλει τον επί δεκαετίες βασανισμό χιλιάδων ανθρώπινων ψυχών στο νησί της Σπιναλόγκας.

«Το νησί της λέπρας»: Η ζωή στη Σπιναλόγκα το 1928

Ο Θέμος Κορνάρος είναι γνωστός για το βιβλίο του "Σπιναλόγκα" του 1933, με το οποίο κατήγγειλε τις ελεεινές συνθήκες ζωής και τον κοινωνικό αποκλεισμό των απόκληρων της Σπιναλόγκας, ανθρώπων που έφεραν το κοινωνικό στίγμα μιας τότε ανίατης αρρώστιας, ώστε φυλακίστηκαν σ' έναν τόπο εξορίας, όπου ζούσαν σαν να ήταν παιδιά ενός κατώτερου, πολύ σκληρού Θεού. Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά που ο Κορνάρος έγραφε για τη Σπιναλόγκα και τους κατοίκους της. Το Δεκέμβριο του 1928, η ηρακλειώτικη εφημερίδα Ελευθέρα Σκέψις δημοσίευσε μια σειρά διηγήσεων του Κορνάρου με γενικό τίτλο "Το νησί της λέπρας", από τις συναντήσεις του με κατοίκους της Σπιναλόγκα, μεταξύ των οποίων και δύο άτομα (έναν άνδρα και μια γυναίκα), που ο ίδιος είχε γνωρίσει, όταν ήταν φοιτητής στην Αθήνα. Ουσιαστικά ο συγγραφέας αναδεικνύει τα συναισθήματα τόσο των ανθρώπων που συνάντησε στο νησί (φόβος, νοσταλγία, αλλά και ελπίδα), καθώς επίσης τη δικιά του αμηχανία, αλλά και τη συμπόνοια του για τους ξεχασμένους κατοίκους της Σπιναλόγκας.