Η Εφημερίδα των Συντακτών 21-22/12/2024
Είμαι στο μετρό, συνωστισμένος σε εκατοντάδες. Οποτε το χρησιμοποιώ, τα λίγα λεπτά κάθε διαδρομής γίνονται άσκηση ανθρωπολογικής παρατήρησης. Κάθε φορά βλέπω κάτι καινούργιο. Οι μισοί επιβάτες, κάθε ηλικίας και καταγωγής, είναι προσηλωμένοι στο κινητό τους, παίζουν μηχανικά κάποιο παιχνίδι, οι άλλοι μισοί χαζεύουν τους άλλους μισούς, ή μιλάνε μεταξύ τους, αν είναι παρέα. Ελάχιστοι καθήμενοι διαβάζουν ένα βιβλίο, κανονικό χάρτινο βιβλίο, ίσως κάποιοι άλλοι να κάνουν το ίδιο στο κινητό. Πάνε χρόνια που δεν έχω δει ούτε μια/έναν να διαβάζει εφημερίδα στο μετρό. Προχθές είδα έναν μεσήλικα με διπλωμένη εφημερίδα υπό μάλης, μαζί με έναν χαρτοφύλακα. Σπάνιος, σαν πολύτιμος λίθος.
Τις ώρες του συνωστισμού στο μετρό (της Αθήνας, βέβαια!) ηχητικά επικρατούν η συριστική ορμή του συρμού που διασχίζει τη σήραγγα, οι μεταλλικές στριγκλιές των τροχών πάνω στις ράγες και οι ηχητικές ειδοποιήσεις για τον επόμενο σταθμό ή τον σταθμό άφιξης. Καμιά διαδρομή από τον έναν σταθμό στον άλλον δεν κρατάει πάνω από λεπτό, επομένως το μόνο που μπορεί να διακόψει τους εσωτερικούς και εξωτερικούς ήχους του συρμού είναι ένα σύντομο μήνυμα επαιτείας. Ακόμη κι αυτό είναι όλο και πιο σπάνιο πια.
«Πουλάω τρία στιλό 50 λεπτά για να ζήσω…», αλλά ποιος χρησιμοποιεί στιλό πια, «δύο αναπτήρες», αλλά το κάπνισμα είναι υπό εξαφάνιση, «χαρτομάντιλα», μ’ αυτά ίσως κάτι γίνεται. Κι ύστερα, έρχονται ξεκάθαρες, σκληρές εκκλήσεις βοήθειας. Με ντοκουμέντα. «Εχω δυο άρρωστα παιδιά» (κρατάει στα χέρια ένα χαρτί με φωτογραφίες δύο βρεφών, κάτι υπογραφές και σφραγίδες στο τέλος), «νοσηλεύονται στο Παίδων, ό,τι μπορείτε από το υστέρημά σας», έτσι κι αλλιώς κανείς από τους χρήστες του μετρό δεν έχει πλεόνασμα, «έστω και είκοσι λεπτά είναι βοήθεια για μένα». Γυναίκα λίγο πάνω από τριάντα, ρούχα παλιά, με διακριτούς λεκέδες, η προφορά της δεν δείχνει να είναι μετανάστρια, αν και η επιδερμίδα της είναι σταράτη, που λέμε, ίσως είναι Ρομά. Κανείς δεν ενοχλείται από την παρουσία της, το μήνυμά της ακούγεται το ίδιο αδιάφορα με τα ηχογραφημένα μηνύματα του μετρό, καθώς διασχίζει το πλήθος στα βαγόνια με το ένα χέρι προτεταμένο στην κλασική χειρονομία της επαιτείας. Κανείς δεν σαλεύει, δεν ρίχνει κλεφτή ματιά περιέργειας, όλοι καρφώνουν τα βλέμματα οπουδήποτε αλλού: στο πάτωμα, στα παράθυρα, στις χειρολαβές, στους άλλους επιβάτες.
Εντάξει, το ξέρουμε ότι κατά 90% αυτή η έκκληση ανθρωπιάς είναι μάλλον απάτη. Η ιστορία μιας επικίνδυνης ασθένειας, μιας εγχείρησης που επείγει, μιας οικονομικής καταστροφής που πέταξε μια οικογένεια στον δρόμο είναι πιθανότατα μια επινόηση, ότι η οργανωμένη επαιτεία μπορεί να είναι κανονική εγκληματική, επικερδής δραστηριότητα, με εκμετάλλευση ανθρώπων και κακοποίηση παιδιών. Αλλά η δική μας απαθής σκληρότητα απέναντι σε κάθε «περφόρμερ» της επαιτείας δεν νομίζω ότι είναι αποτέλεσμα μιας ορθολογικής ανάλυσης που καταλήγει ότι, αφού στην πλειονότητά τους οι ζητιάνοι των βαγονιών, οι άνθρωποι των φαναριών, οι πλανόδιοι πωλητές λουλουδιών είναι μέλη ή θύματα κυκλωμάτων επαιτείας, κάθε συγκεκριμένη/ος που απευθύνεται στην ανθρωπιά μας είναι ανάξια-ος του οίκτου και της ελάχιστης αλληλεγγύης μας. Είναι μια σκληρότητα γενική, μια επικίνδυνη απέχθεια στην ανέχεια και στον ανθρώπινο πόνο, όταν αυτοί γίνονται υπερβολικά κοντινοί, χειροπιαστοί, προσωποποιημένοι.
Το ορθολογικό άλλοθι περί εγκληματικής επαιτείας, εξάλλου, κρύβει από πίσω του μια εντελώς ανορθολογική αστική μυθολογία ότι τελικά όλοι αυτοί που ερεθίζουν τον οίκτο μας για λίγα λεπτά του ευρώ μπορεί να είναι και πλουσιότεροι από μας. Σύγχρονες εκδοχές του «Ζητιάνου» του Καρκαβίτσα που κάνουν πλούτο τη συμπόνια και την αφέλεια των άλλων, αφήνοντας πίσω τους θάνατο και καταστροφή. Αλλά, στην πραγματικότητα, ακόμη και οι πιο επιδέξιοι φτωχοδιάβολοι της επαιτείας δεν παύουν ποτέ να ζουν στον πάτο της πυραμίδας και της άκρας ανέχειας.
Από την άλλη πλευρά, αυτό που το «σύστημα» και ο κυρίαρχος λόγος επιδοκιμάζουν ως ορθολογική και πρέπουσα στάση για να μην ενθαρρύνουμε τον εγκλωβισμό των ανθρώπων στην παγίδα της επαιτείας, δηλαδή η άκαμπτη αδιαφορία απέναντι στον σκηνοθετημένο (;) πόνο και στον θάνατο του πλησίον, αντισταθμίζεται με ένα πλεόνασμα οργανωμένης, βιομηχανικής φιλανθρωπίας. Στη διάρκεια των Χριστουγέννων απογειώνεται με τον γνωστό τρόπο μέσω του μάρκετινγκ.
Δεν υπάρχει επιχειρηματικός όμιλος που σέβεται τον εαυτό του, την παχυλή κερδοφορία του και τους μετόχους του που να μην κάνει καμπάνια αλληλεγγύης στους ευάλωτους, τους διαφορετικούς, τους φτωχούς, τους μοναχικούς. Η γερμανική πολυεθνική της τηλεπικοινωνίας το απογείωσε με το θαυμάσιο διαφημιστικό ταινιάκι για τα κοριτσάκια δύο διαφορετικών και αυστηρά διαχωρισμένων κόσμων ξωτικών που αποφασίζουν με ένα τούβλο και μια μεγάλη πέτρα να σπάσουν το γυάλινο τείχος που τους χωρίζει. Το υπόρρητο μήνυμα σχεδόν βίαιης κατάργησης των -ταξικών, εθνικών, φυλετικών, θρησκευτικών- τειχών που χωρίζουν τον κόσμο, προβαλλόμενο από μια πολυεθνική, είναι ό,τι πιο κοντά στο λενινιστικό απόφθεγμα πως ο καπιταλιστής είναι διατεθειμένος να μας πουλήσει και το σκοινί που θα τον κρεμάσουμε.
Αλλά η βιομηχανική φιλανθρωπία είναι εξαιρετικά ευφάνταστη στο να υποδεικνύει ότι το εικοσάλεπτο που «ορθολογικά» αρνείσαι στη δύσμορφη, κακοντυμένη επαίτισσα του μετρό, μπορεί να πιάσει τόπο σε ένα πολυπληθές, αλλά πάντως απρόσωπο τμήμα ευάλωτων ανθρώπων αν μπει στον λογαριασμό συγκεκριμένων αγαθών και στη συνέχεια σε έναν μεγάλο κουμπαρά της αλυσίδας λιανεμπορίου, που προορίζεται για εκείνη ή την άλλη μη κυβερνητική φιλανθρωπική οργάνωση. Η βιομηχανική φιλανθρωπία ξέρει πού πρέπει να πάει το υστέρημα που αρνήθηκες στην επαίτισσα του μετρό. Και σε απαλλάσσει από την ψυχική δοκιμασία να δεις κατά πρόσωπο τη φτώχεια, τη δυστυχία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη μοναξιά των εγκαταλειμμένων ηλικιωμένων. Από το πλεόνασμά της ή από το υστέρημά σου, η «μεγάλη φιλανθρωπία» μπορεί να κινητοποιήσει αποτελεσματικά τους μεγάλους χορηγούς, που μαζί με χρήματα θα βγάλουν και μια αναμνηστική φωτογραφία με τα ανάπηρα παιδιά (όχι τις πολύ βαριές περιπτώσεις, κλείστε τα για λίγο στα δωμάτια καλύτερα, μη σοκαριστεί ο χορηγός, οι φωτογραφίες θα πάνε και στα ΜΜΕ).
Δεν υπάρχει επιστροφή. Η μόνη εκδοχή φιλανθρωπίας που επιτρέπεται πλέον να υπάρξει -και να βραβευτεί από την Ακαδημία Αθηνών!- είναι η διαμεσολαβημένη από τους ίδιους τους παραγωγούς και πολλαπλασιαστές της ανέχειας, του πόνου, της δυστυχίας. Είναι βέβαιο πως όταν τελειώσει η γενοκτονία στη Γάζα μια στρατιά χορηγών θα προσφερθεί να βοηθήσει τους χιλιάδες ακρωτηριασμένους κι αναπήρους της ισραηλινής θηριωδίας. Το ότι κανένας τους δεν κούνησε το δαχτυλάκι του για να την αποτρέψει, αντιθέτως μπορεί και να τη χρηματοδότησε, είναι άνευ ουσίας λεπτομέρεια.
Ως εκ τούτου, καλά κάνετε κι αποστρέφετε το βλέμμα από την επαίτισσα του μετρό. Εξάλλου δεν έχουμε και ψιλά πια, κι οι επαίτες δεν έχουν POS, σωστά;
Οταν πέρασε κοντά μου η γυναίκα έβγαλα το πορτοφόλι. Είχα μόλις 35 λεπτά σε κέρματα, τα έβαλα στην παλάμη της. Είπε ένα ανέκφραστο «ευχαριστώ» και συνέχισε να διασχίζει το βαγόνι.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΑΡΑΜΠΑΣ: Είσαστε φιλάνθρωπος, κύριε Τριπ. Σας νιώθω. Αλλά αν σας δίναμε να φάτε από φιλανθρωπία και οίκτο, θα ήταν σαν να σας ταπεινώναμε. Πρέπει να το κάνουμε γιατί το αξίζετε. (Στον Μπρεστόλ). Από πού θα ξεκινούσε η καλοσύνη που επικαλεστήκατε πριν από λίγο, τι θα ’χε σαν κίνητρο; Πιστεύετε ότι είμαστε καλοί. Πως είμαστε δίκαιοι, πως είμαστε άδικοι; Πιστεύετε στην καλοσύνη, δικαιοσύνη και αδικία; (Στους δυο) Θα πρέπει να κρυώνετε, εκτεθειμένοι όπως είστε απ’ όλες τις πάντες. Συγχωρέστε μας γι’ αυτό. Η σούπα θα σας ζεστάνει. Τι προτιμάτε, πρώτα τη σούπα ή πρώτα την ελευθερία σας;
Ευγένιου Ιονέσκο, «Η πείνα και η δίψα»