Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παιχνίδια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα παιχνίδια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 9 Μαρτίου 2016

Φωτογραφία νο 2 ( Η Πουτάνα)



Η γυναίκα  μάλλον περπατούσε πολλές ώρες, ή ίσως και μέρες, γιατί  ξαφνικά ένοιωσε τα πόδια της  πρησμένα και της πονούσαν τα γόνατα. Παρατήρησε πως είχε νυχτώσει και πως ίσα που διέκρινε τα δέντρα και τις σκιές κάτω από το φεγγαρόφωτο. Δεν θυμόταν καθόλου πώς βρέθηκε εδώ, σε τούτον τον ξεχασμένο έρημο δρόμο, όπου δεν κυκλοφορούσε ψυχή. Με ανακούφιση σκέφτηκε πως τουλάχιστον ήξερε το όνομά της. Την λέγανε Πουτάνα, θυμότανε μια αντρική φωνή να την αποκαλεί έτσι, πολλές φορές και κατά επανάληψη. Προσπάθησε να θυμηθεί ποιος ήτανε αυτός ο άντρας αλλά στάθηκε αδύνατον, η μνήμη της δεν ανακαλούσε ούτε ένα ίχνος από αυτή την μορφή.

Είχε τρομερό πονοκέφαλο και διψούσε πολύ. Ήθελε να πιεί νερό και να βάλει το κεφάλι της κάτω από το νερό του ντους. Ένοιωθε μια απελπισμένη ανάγκη να βουτήξει σε κάτι δροσερό για να της ανακουφίσει πόνο και κούραση πράγμα ανέφικτο για την ώρα.  Είδε πως περπατούσε σε έναν  χωματόδρομο που δεξιά και αριστερά, όσο μπορούσε να διακρίνει, είχε απέραντες εκτάσεις με πράσινη χαμηλή βλάστηση και λιγοστά δέντρα. Ο αέρας μύριζε υγρασία και ανθισμένα λουλούδια. Το φως του φεγγαριού ίσα που της επέτρεπε να συλλέξει ετούτα τα λιγοστά στοιχεία. Πουθενά δεν υπήρχε ίχνος ζωής.

Αναλογίστηκε πως κανονικά θα έπρεπε να φοβάται μέσα  σε τόση ερημιά και  στην σκέψη του φόβου κάτι άστραψε στο μυαλό της και της ήρθε μια ζάλη. Η φωνή που την αποκαλούσε με το όνομα Πουτάνα ξαφνικά απέκτησε μορφή, ήταν ένας χλωμός άντρας που έκλαιγε, την τράνταζε και κάτι την ρωτούσε, μα εκείνη στεκότανε ακίνητη σαν άγαλμα και τίποτα δεν θυμόταν για να του απαντήσει.

Ο δρόμος μπροστά της άρχισε να ανηφορίζει και κάπου μακριά μύρισε θάλασσα. Τάχυνε το βήμα της να προλάβει, ούτε που ήξερε τι. Το κεφάλι της πήγαινε να σπάσει από τον πόνο, αν πέθαινε από εγκεφαλικό σκέφτηκε, κανείς δεν θα ήτανε εκεί για να την βοηθήσει. Ένοιωθε τόσο μουδιασμένη την σκέψη της, τόσο άδεια, που δεν την ενδιέφερε καθόλου ο θάνατός της, σαν να ήταν κάτι απολύτως φυσικό και ταιριαστό με την περίσταση. Εκείνη την στιγμή ακριβώς ζαλίστηκε ξαφνικά και το κορμί της σωριάστηκε στο χώμα.

Συνήλθε ώρες μετά, μόλις άρχισε να χαράζει. Ανασηκώθηκε τρίβοντας τα μέλη της για να ζεσταθούν και ένιωσε την ανάγκη  να ξαπλώσει στο κρεβάτι της, στο σπίτι της. Το επόμενο δευτερόλεπτο και εντελώς ξαφνικά  η μνήμη της επανήλθε και  αυτό την έκανε να ανατριχιάσει ως το κόκκαλο.

Θυμήθηκε έναν άντρα που άναβε φωτιά στο σώμα της μόνο με την φωνή του. Μέρα νύχτα καιγόταν με την σκέψη τού πώς θα ήτανε να την έκλεινε στην απαγορευμένη αγκαλιά του και εκεί να γινότανε στάχτη μαζί του  σαν να μην υπήρχε αύριο. Τώρα ξέρει. Τα χέρια του στην πλάτη της ακόμα καίνε και από εκείνη την λαχτάρα, της έμεινε ένα αναφιλητό.

Ο άλλος όταν το έμαθε έγινε ένα μαύρο χλωμό πουλί. Χίμηξε πάνω της να την φάει με το ράμφος του και την φώναζε Πουτάνα με  όλη του την δύναμη. Φώναζε, φώναζε και την γέμιζε πληγές, το αίμα έτρεχε μα εκείνον δεν τον ένοιαζε τίποτα άλλο εκτός από τον πόνο του, εκείνη πονούσε διπλά και για κείνον και για εκείνη και σώπαινε, σώπαινε,  σώπαινε, ώσπου δεν άντεξε άλλο να σωπαίνει και άρχισε να τρέχει. Κανείς δεν ξέρει πόσες μέρες ή ώρες έτρεχε, μέχρι εκείνη την νύχτα  που λιποθύμησε και τότε μόνο έπαψε να τρέχει.

Με το που συνήλθε και θυμήθηκε, ένοιωσε κιόλας  πως πλησίαζε σε ένα τέλος μέσα σε τούτο το ξημέρωμα. Το θέαμα που αντίκρισε από την κορυφή του λόφου της έκοψε την ανάσα. Είδε την ομορφιά του πρωινού τοπίου και χάρηκε που μπόρεσε κάτι να νοιώσει. Χαμηλά και δίπλα στο νερό, ένα φωτισμένο παράθυρο σε ένα μοναχικό σπίτι, η θάλασσα σκούρα  ακόμα στο λιγοστό φως και στον ουρανό η αυγή να χαράζει.

 Κατέβηκε ήσυχα και προσπέρασε το φωτισμένο παράθυρο χωρίς να την πάρουν είδηση, έφτασε στην ακτή και πέταξε όλα τα ρούχα της στην ακρογιαλιά και ύστερα βούτηξε στο νερό και άρχισε να κολυμπά μέσα του με μεγάλη ανακούφιση. Δεν σκεφτόταν καθόλου, απολάμβανε το νερό που της έτσουζε και της έγιανε  τις πληγές και δεν ήξερε αν θα ξαναγύριζε ποτέ πίσω, εκεί από όπου ξεκίνησε, ή αν θα συνέχιζε να κολυμπάει έως ότου ανακαλύψει ένα καινούργιο νησί.-

 ( η φωτογραφία του National Geographic και η ιδέα της Nora Watson )

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2016

Φωτογραφία νο 1. (Πόσο βαριέμαι γαμώτο..)


(Δεν μπορώ να την ακούω άλλο, με κούρασε. Λέει, λέει, λέει, λέει.. Πόσο κουραστική Θεέ μου και πόσο ανόητη. Σχεδόν δεν την ακούω, τα δικά μου σκέφτομαι. Μόνο εκεί που άρχισε να λέει για τον δάσκαλο της οδήγησης, εκεί κάτι μου τράβηξε το ενδιαφέρον. Με υπονοούμενα μιλούσε βέβαια, αλλά κατάλαβα πως της αρέσει που την φλερτάρει. Τότε η μικρή μου στύλωσε τα αυτάκια της, έβαλε το χέρι στο σαγόνι και άρχισε να την προσέχει, είναι πανέξυπνη, διαόλου κάλτσα αυτή, καμία σχέση με  την Όλια  που όλο βαριέται και είναι στον κόσμο της.  Της μεγάλης, δώστης βιβλία και πάρτης την ψυχή. Με τις ώρες διαβάζει, ούτε τώρα που καλοκαίριασε λέει να σταματήσει. Προχθές την πέτυχα να διαβάζει την Νανά του Εμίλ Ζολά και ξαφνιάστηκα. «Το ξετρύπωσα στην βιβλιοθήκη του παππού», μου εξήγησε αφηρημένα και ύστερα συνέχισε «ξέρετε μητέρα δεν νομίζω πως μου αρέσει, με μπερδεύει μόνο και έχω μια περιέργεια να το διαβάσω ως το τέλος».  Τώρα βαριέται, το ξέρω. Κάθεται ήσυχα-ήσυχα  στην καρέκλα της και  δεν μιλάει, λέξη δεν λέει, όταν θα φύγουμε όμως θα κάνει  το πιο απρόβλεπτο σχόλιο, όπως «μητέρα, πόσο θα γελούσαμε αν ένα από αυτά τα τεράστια μακαρόν έπεφτε στο κεφάλι της κυρίας Μάντισον καθώς σας περιέγραφε το μάθημα οδήγησης που έκανε την περασμένη Δευτέρα;»)

(η αφορμή για το παραπάνω, προέρχεται από κάποιες αδημοσίευτες φωτογραφίες τουNational Geographic  που τις ανακάλυψε η Nora Watson, φίλη στο φέιζμπουκ και σκέφτηκε ότι καθεμιά τους θα μπορούσε να είναι αφορμή για ένα κείμενο, έτσι, για την πλάκα. Η πρώτη, δική της ιστορία εδώ, με παρέσυρε και έγραψα άλλη μία. Την ευχαριστώ για την έμπνευση που μου χάρισε.)

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Tell Me About YourSelf AwarD :)



Κάτι με ξυπνάει. Δεν είναι το ξυπνητήρι ο θόρυβος έρχεται από το ταβάνι. Σκεπάζω με το μαξιλάρι τα αυτιά μου και μέσα μου βρίζω. Μόλις ανοίξω τα μάτια μου θα βρίσω και από έξω μου. Τους από πάνω, που τριάντα τόσα χρόνια αγνοούν την κατάσταση «κάνω ησυχία γιατί από κάτω δεν κοιμούνται ζώα».Τελεία. Ξανά χάνομαι σε μια κατάσταση μισούπνι θα την έλεγα. Δεν θέλω να σηκωθώ, μου αρέσει το πρωινό χουζούρι. Από τις γρίλιες της μπαλκονόπορτας το φως που μπαίνει είναι λιγοστό, πράγμα που δηλώνει πως έξω έχει συννεφιά. Γυρίζω μπρούμυτα, ο από πάνω θόρυβος έχει κοπάσει, νοιώθω όμορφα σε αυτήν την πρωινή ησυχία, χαζεύω λιγάκι στις σκέψεις μου κάτι χάνω κάτι βρίσκω….Όταν ξανά-ξυπνάω είναι δέκα περασμένες.

*
Φοράω ένα πλεκτό φαρδύ άνετο φόρεμα. Δεν αντέχω σήμερα ρούχα που με πιέζουν. Παράφαγα χθες βράδυ και νοιώθω άσχημα κυρίως με τις τύψεις μου. Εδώ και τρία χρόνια οι υποσχέσεις για αδυνάτισμα πηγαινοέρχονται χωρίς αποτέλεσμα. Μου φαίνεται πως στο δεύτερο μισό της ζωής μου, όσα λένε και κυρίως γράφουνε οι αστρολόγοι για την λαιμαργία του Ταύρου, γίνονται σιγά-σιγά μια ανεπίστρεπτη πραγματικότητα. «Ευτυχώς δεν μου λείπει το γνώθι σαυτόν», παρηγοριέμαι  και διώχνω γρήγορα την σκέψη  «καλό θάτανε να περπατούσες λίγο παραπάνω κοπελιά».
*
Κατεβαίνω τα σκαλιά του πατρικού μου. Στα αυτιά μου ακόμα αντηχούν οι κοριτσίστικες φωνές και οι διαξιφισμοί με τον πατέρα τους. «Εφηβεία, άστα να πάνε», αποφεύγω να σκεφτώ περισσότερο. Ένας κρύος αλλά καθαρός αέρας μου αλλάζει την διάθεση. Τα κλαδιά των δέντρων σχεδόν ακουμπάνε στο νερό με το δυνατό φύσημα του αέρα. Παντού κυριαρχεί το φθινόπωρο. Πορτοκαλί χρώμα, ζεστό και απόλυτο. Τα πεσμένα φύλλα και η εικόνα τους, με προκαλούν και η ομορφιά τους με πονάει. Κατεβαίνω από το αυτοκίνητο και δεν ξέρω στ’ αλήθεια τι να πρώτο-φωτογραφίσω. Όταν γυρίζω στο σπίτι μου είμαι  ικανοποιημένη και εγώ και η φωτογραφική μου μηχανή.
*
Το τηλέφωνο χτυπάει. Είναι κάτι που πάντα  μου ήταν ευχάριστο. Μου αρέσει αυτός ο τρόπος επικοινωνίας, αγαπώ την φωνή που έρχεται μέσα από τα σύρματα  της συσκευής. Ανιχνεύω συναισθήματα και διαθέσεις με τις εναλλαγές της, και είναι σαν να αναγνωρίζω σε αυτήν ιδιότητες παρόμοιες με αυτές του βλέμματος. «Ευτυχώς που ακόμα δεν υπάρχει αισθητικός που να διορθώνει βλέμμα και φωνή», σκέφτομαι και χαμογελάω καθώς σηκώνω το ακουστικό.
*
«Μου ήρθε μια χαρά Ντι μόλις σε είδα». Μιλάει χαριτωμένα και το ξέρει. Είναι μόλις τρία και μισό χρονών, είναι ο κόσμος ολόκληρος και επίσης το ξέρει. Είναι ευτυχώς ένα ευτυχισμένο παιδί, έτσι όπως αξίζει να είναι όλα τα παιδιά του κόσμου. Και εγώ  εξ αιτίας της ευχαριστώ μέσα μου το εκείνον τον Θεό  που με έκανε ικανή να αγαπάω έτσι δυνατά αυτήν την ομορφιά, την ομορφιά της αγάπης…

Με κάλεσε η Στέλλα, να μιλήσω για μένα, μέσα από ένα μπλογοπαίχνιδο.

Κυριακή 12 Σεπτεμβρίου 2010

Δέκα ;-)


Αρχικά έμαθα πως η Θαλασσένια και η Σοφούλα μας, αγαπάνε τα παιχνίδια. Χαμογέλασα, θυμήθηκα το τραγουδάκι: « η μικρή Ελένη, κάθεται και κλαίει, γιατί δεν την παίζουνε, οι φιλενάδες της» και επειδή καθόλου δεν με αφήσανε να νοιώθω σαν την μικρή Ελένη (και πολύ τις ευχαριστώ) ,νάμαι και γω…Το παιχνίδι λέει πως θα πρέπει να σας εξομολογηθώ δέκα πράγματα που αγαπώ και να βάλω στο παιχνίδι άλλους δέκα που θα κάνουν το ίδιο..Έτσι βρήκα μια ευκαιρία να μάθω κάτι παραπάνω για τους @φίλους που θα καλέσω στο παιχνίδι καθώς θα εξομολογούνται τις «αγάπες» τους, τις δέκα έστω!


Δέκα,από τα χιλιάδες πράγματα που αγαπώ …

Ας αρχίσω να λογαριάζω αναλογιζόμενη μια συνηθισμένη μέρα μου. Κακά τα ψέματα κάθε μέρα καταφεύγουμε σε ότι αγαπάμε συνειδητά η ασυνείδητα σαν τα μικρά παιδιά που αγαπάνε την αγκαλιά της μάνας τους. Να το πρώτο που αγαπώ: Η αγκαλιά…Κάθε είδους! Η γεμάτη με την μυρωδιά ενός μωρού-η γεμάτη ανακούφιση αίσθηση με το αγκάλιασμα φίλου, το να ξεχνιέμαι στην αγκαλιά του...Μόλις βρήκα και το δεύτερο: Το τζιτζικωτό μου! Οι κοντινοί μου ξέρουν τι θα πει αυτό, για τους υπόλοιπους εξηγώ πως πρόκειται για  ένα  καταπληκτικό μωρό, λατρεμένης φίλης, που μου έχει πάρει τα μυαλά εδώ και δυόμιση περίπου χρόνια! Το τρίτο: Το χαμόγελό του…(και κάθε είδους χαμόγελα-γέλια-χάχανα για να εξηγούμαστε!) Χάχανα είπα και θυμήθηκα: Τέταρτο: (χαχα!) Το να μου λέει η Ν. κάθε πρωί στο γραφείο  το φλιτζάνι! Εκεί να δείτε σοβαρότητα, γιατί όπως θα καταλάβατε δεν μας ενδιαφέρει  κυρίως το σωστό των προβλέψεων (χωρίς να το προσπερνάμε αυτό και αβασάνιστα έ;) αλλά η  συζήτηση που αναπτύσσεται επί παντός επιστητού, από τα νέα της νύχτας που πέρασε, έως και του πρωινού ξυπνήματος :))
Να που φτάσαμε και στο πέμπτο…Λατρεύω τον πρωινό ύπνο! Ευτυχώς με βοηθάει η δουλειά μου ( το έκτο που αγαπώ) και δεν χρειάζεται να ξυπνώ νωρίς.Καθώς μια χαρά σας περιγράφω τις αγάπες μου θυμήθηκα και μια άλλη (το έβδομο), τώρα που έξω βρέχει και εγώ ψιλοκρυώνω. Τους 25 βαθμούς Κελσίου! Πολύ ευτυχισμένη θα ήμουνα σε έναν τόπο με σταθερά κολλημένο το θερμόμετρο σε αυτήν την θερμοκρασία. Μην βιαστείτε να μου πείτε πως θα πλήξω, είμαι ταύρος το ζώδιο και καθόλου δεν μου αρέσουν οι αλλαγές! Λιακάδα λοιπόν, ζεστούλα διακριτική και υπέροχη, βόλτες στην φύση και στα λουλούδια…Να τα μυρίζω, να τα καμαρώνω και να τα φωτογραφίζω, να μου θυμίζουνε το όγδοο που αγαπώ: Να είμαι ερωτευμένη… Και επειδή νύχτωσε σιγά-σιγά και πρέπει να μαζευτούμε μέσα,να και το νούμερο εννέα: Οι ταινίες και τα βιβλία μου! Και τα δύο με έχουνε σώσει,δεν το εξηγώ αυτό σκεφτείτε ότι αγαπάτε.(Θα μου επιτρέψετε εδώ να προσθέσω και το διαδύκτιο, αλλά για αυτό σας έχω μιλήσει στην προηγούμενη μου ανάρτηση.) Τελειώνοντας, αν προσθέσω πως λατρεύω την αίσθηση που λέγεται, «μεθυσμένη από χαρά», αισίως φτάσαμε στα δέκα!

Τώρα πρέπει να σκεφτώ που να παραδώσω την σκυτάλη. Η Άννα Silia μου μοιάζει έξοχη επιλογή, καθώς και το νατασσΆκι μας. Επίσης πολύ θέλω να μάθω τις αγάπες της Μάμας, αλλά φοβάμαι πως τώρα τρέχει και δεν φτάνει. Η Μαριάννα η Γητεύτρια, με γοητεύει σαν σκέψη, καθώς και η Μαριάννα on ice, η καινούρια και πολύ χαριτωμένη μου φίλη επίσης με το όνομα Ποδονίφτης (τι όνομα και τούτο!), η γλυκειά μας η Ειρήνη, να τολμήσω να προσθέσω και την εξαιρετική Ορέλια,  την  τρυφερή και αγαπημένη μας  Ελένη επίσης,σαν να τελειώσαμε μου φαίνεται…Να βάλω και έναν άντρα στην παρέα; Ελπίζω να με συγχωρέσει, (δεν ξέρω πόσο  sic μπορεί να του μοιάζει το παιχνίδι μας), είναι ένας από τους πρώτους μου και πολύ αγαπημένους μου @φίλους: o Μοναχικός Λύκος-παππούς

(Αν φάω ξύλο θα φταίτε εσείς! :)))

Η μουσική του βίντεο από το άλμπουμ με τον τίτλο "Δέκα" της Ελένης Καραϊνδρου
:)))