Τι έχεις ρε Άι Βασίλη;/ καπνός + φωτιά/ καπνός χωρίς φωτιά + φωτιά χωρίς καπνό/ ψηλά - ψηλά - πάτα καλά στο έδαφος και σπρώχνε ψηλά - σπρώχνε γιατί θα πέσει ο ουρανός να σε πλακώσει/ γιατί δεν είναι όλοι εδώ; - γιατί δεν είναι όλοι εδώ; - / σιωπή, μουσική, σιωπή/ τα κωλόμπαρα γιατί είναι γεμάτα;/ τελείωσε το ασετόν. Με τι θα ξεβάψω τα νύχια μου;/ σΤη μαλακή κοιλιά του βρίσκεται η σοφία του. Του ΒΟΥΔΑ./ φωτάκια: φωτάκια σε μπαλκόνια, φωτάκια στις βλεφαρίδες, φωτάκια στην κατσαρόλα/ σκουπίδια, μπάτσος, παιδιά, μυρίζει σκατά, όλοι έξω/ φοβάμαι/ δεν έχω/ βοήθεια
Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008
to Xmas OR NoT to Xmas
Τι έχεις ρε Άι Βασίλη;/ καπνός + φωτιά/ καπνός χωρίς φωτιά + φωτιά χωρίς καπνό/ ψηλά - ψηλά - πάτα καλά στο έδαφος και σπρώχνε ψηλά - σπρώχνε γιατί θα πέσει ο ουρανός να σε πλακώσει/ γιατί δεν είναι όλοι εδώ; - γιατί δεν είναι όλοι εδώ; - / σιωπή, μουσική, σιωπή/ τα κωλόμπαρα γιατί είναι γεμάτα;/ τελείωσε το ασετόν. Με τι θα ξεβάψω τα νύχια μου;/ σΤη μαλακή κοιλιά του βρίσκεται η σοφία του. Του ΒΟΥΔΑ./ φωτάκια: φωτάκια σε μπαλκόνια, φωτάκια στις βλεφαρίδες, φωτάκια στην κατσαρόλα/ σκουπίδια, μπάτσος, παιδιά, μυρίζει σκατά, όλοι έξω/ φοβάμαι/ δεν έχω/ βοήθεια
Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2008
άτιτλο του Δεκέμβρη
κάτω από του πυκνότερου σύννεφου το φως,
σώμα αποτελούμενο από σώματα χιλιάδες
υποστηρίζει στροβιλίζοντας
με τις αιφνίδιες πιρουέτες
του αμήχανου πολίτη - χορευτή
μια σφαίρα από γυαλί
ως άλλο άσυλο κάθε ύστατης ελπίδας.
δυνάμεις εντός κι εκτός (του σώματος των σωμάτων) οργανικά συναθροίζονται και συναποφασίζουν να συμπράξουν παράλληλα
να ρίξουν τη σφαίρα στο γυμνό έδαφος να σπάσει:
σε κλοιούς που σφίγγουν ενώνονται, καρφιά και σφυριά πετούν, φλέματα φτύνουν,
χτυπούν και σπρώχνουν μέχρι
να πέσει το σώμα
να πέσει κι η σφαίρα.
κι όπως όλα να αντιστρέφονται γίνεται,
η σφαίρα που αγγίζει το έδαφος,
λιώνει (σε δίκαιη θλίψη, ερμηνευμένη οργή, άντε γαμήσου).
σημάδι
εκ γενετής
μιας αυτοκαταδίκης
η γλώσσα που βγαίνει
να γλείψει ουρά από ότι απέμεινε
σε μια προσπάθεια διάσωσης του λεηλατημένου
“όπως μπορώ και θέλω θα υπάρχω”.
Τετάρτη 3 Δεκεμβρίου 2008
Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2008
Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008
Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2008
Σάββατο 25 Οκτωβρίου 2008
Lou: lost fish - part 0
Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008
Χρυσοπράσινος Μπάμπουρας
Βλέπω από το ανοιχτό παράθυρο τη J.d. που κοιμάται κουλουριασμένη στη δροσιά της μουριάς. Φυσικά τη ζηλεύω. Τρώω τα νύχια μου και τα δάχτυλά μου. Το δαχτυλίδι μ’ ενοχλεί αλλά είναι το αγαπημένο μου και δεν το βγάζω με τίποτα.
Ξαπλωμένη στο κρεβάτι, νομίζω ότι κάτι χάθηκε κι αγωνιώ αν θα ξαναβρεθεί. Τα αστέρια λαμποκοπούν ανυπόφορα πάνω από τα κεφάλια μας. Δεν έχω ηδονικές ανάσες όπως η J.d. κι αυτό με συνθλίβει. Είμαι αναμφίβολα δακρύβρεχτη.Απ’ το παράθυρο εισβάλει στην κάμαρα ένας μπάμπουρας με στόμα ανθρώπου.
Φέρομαι κατά του μπάμπουρα, του χρυσό-πράσινου, και μετριόμαστε ώρα. Ώσπου με έναν αστραπιαίο μου πήδο, τον στριμώχνω στη γωνία και παραδίνεται. Πέφτει στην πλάτη του και κλείνει τα μάτια.
Τον πιάνω από το ισχνό του ποδαράκι και τον κουνάω στον αέρα να καταλάβω το βάρος του. Αναστατώνω την κάμαρα για να βρω τη χρυσοκλωστή. Μου παίρνει ώρα καθώς είναι παραχωμένη ελεύθερα στο μεγάλο μπαούλο με τα παλαιομοδίτικα υφάσματα και έτσι που ψάχνω με το ένα μου χέρι, αλλά τη βρίσκω. Δένω τη χρυσοκλωστή στο ισχνό ποδαράκι και τον γυρίζω γύρω-γύρω όλοι. Παλαβοί ήχοι εκτινάσσονται στον άπειρο χώρο.
Η J.d ξυπνάει κι αγριεύεται. Πηδάει κι αυτή, μέσα στην κάμαρα, απ’ το παράθυρο. Σκάω στα γέλια με την τρομάρα της κι έτσι που κάνει σαν τρελή. Μάλλον είναι τρελή κι είμαι κι εγώ τρελή γι’ αυτήν. Την αγαπώ τόσο πολύ που τελικά γίνομαι εκείνη: γινόμαστε το ίδιο πλάσμα, μας πιάνει η καλοσύνη μας και κλαίγοντας μία από χαρά και μία από συγκίνηση, αφήνουμε τον μπάμπουρα ελεύθερο, καίγοντας την κλωστή με το τσιγάρο μας.
Αυτός εκσφενδονίστηκε σχεδόν ως το φεγγάρι κι εμείς βουρτσίσαμε τα δόντια μας,
φιληθήκαμε, καληνύχτα J.d. γατούλα μου και πέσαμε για ύπνο.
Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2008
Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008
Εν Δυνάμει
σπάει
τα κόκαλα
του βασιλιά
και ο βασιλιάς πλάθεται
χώμα.
Ότι απαλείφθηκε
εν τω παρόν μετριέται
οπότε:
στιγμές υπαγορευμένες
δεν αναποδογυρίζουν/
βρωμιές κοιμισμένες
δεν μυρίζουν/
ονείρου τρομώδης κραυγή
δεν ακούστηκε.
Απόλαυση ελάχιστη
ως καθόλου.
Γιούπι για–για.
Δεν.
Κόσμος μεγάλος,
φωνή αφόρτιστη
απενεργοποιημένη.
Το ανακάτεμα,
ένα μελόδραμα.
Αδιαμαρτύρητα αβάσταχτη
σαχλή απομίμηση
εκφράζεται όπως,
όχι μαύρα, μελανά κογχύλια μαζεύω.
Ενώ χλωμές καρδιές
εντός σωμάτων ρόδινων
στολίδια και ασφάλεια
θηρεύουν.
Τα άλλα (φωτιά, νερό)
εμπεριέχονται σε
πυρκαγιές και σε πλημμύρες.
Δεν απαντά γιατί
δεν ξέρει να απαντά
κι ούτε θα μάθει να απαντά
έτσι που έχει καθίσει
πλάτη στο παράθυρο
φάτσα στον καπνισμένο τοίχο.
Αυτά τα πράγματα θέλουν
να ανοίξει το παράθυρο,
να κρεμαστεί απ’ έξω το μισό κορμί,
να καυγαδίζει με το δίκαιο.
Να φύγεις από δω, να πας που;
Σε άλλη πόλη, άλλη χώρα, άλλη ήπειρο.
Με αλεξίπτωτο, με τρένο, με καράβι, πάνω στο φως.
Ακροβάτης ή Υπνοβάτης; Μέθυσος.
Από πού αλήθεια έχεις ήδη φύγει;
Από σκατά ή από κούνια.
Αλήθεια ξέρεις που είναι τόπος σου;
Ένα η σιωπή δύο η απουσία
τρία η ίδια δυσοσμία
πνίγει τη μνήμη θρέφει τη λήθη.
Και που βρίσκεσαι;
Όχι σε μια σανίδα σωτηρίας;
Όχι. Ευάλωτος.
Ανεξιχνίαστες σκατό-υποθέσεις.
Άσχημο πράγμα ο θάνατος του θάρρους.
Φτυσιές απάνω σου
τριάντα τόσων χρόνων μαζεμένες
ξεπλένονται λες
με μια βουτιά ή
έχουν τρυπώσει από το δέρμα σου κι
έχουν αλλάξει τα εσωτερικά υγρά σου;
Ισιώνει το στραβό χαμόγελο κι αναρωτιέται
τι θέλω εγώ και μπλέκω με τις σοβαρότητες;
Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2008
Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008
Six Pack Stockholm - Volume 5
κάθε μέρα που περνάει,
αρχίζοντας απ’ αυτή τη στιγμή:
- Για να μη χορεύω
θα αφήνω το βάρος μου στον τοίχο.
- Πλατεία με σιντριβάνι/
κύκνοι μαρμάρινοι/
ο ουρανός θα βρέξει.
- Form follows function και
More is less (σε αίθουσα Σουηδικού design)
- Μπροστά στον Γκρέκο σταματάω και λέω:
είσαι δικός μου.
Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2008
Six Pack Stockholm - Volume 4
Μέρα τέταρτη – Παρασκευή: εδώ
αρέσκεται κανείς να περπατάει.
Στο σπίτι του Strindberg
Έχει ένα μικρό μονό κρεβάτι (που αναρωτιέσαι πως βολεύεται), γραφείο ξύλινο με θέα παράθυρο,
πένες και ωραία χαρτιά,
μια προτομή του Schiller και μια του Goethe,
2 καδραρισμένες φωτογραφίες της νεότερης κόρης του
Anne- Mari
και τον Beethoven
(να βρω κι εγώ έναν Beethoven
για πάνω στο ράφι με τα cd).
Βάζω στην τσάντα μου τον Strindberg με τις πιζάμες του
και κατεβαίνω τρέχοντας την αγορά.
Βλέπω τα πορτρέτα συγγραφέων του
Carl Kohler:
βλέπω τον Κάφκα όπως τον βλέπεις στον ύπνο σου,
και βλέπω τον Μπέκετ - σπασμένο καθρέφτη.
Στο Nobel museum περίμενα την ξεναγό. Λέει:
η Μητέρα Τερέζα χαρίζει το
Νόμπελ στους φτωχούς κι
ο Σαρτρ αρνείται το δικό του.
Από το μαγαζάκι του μουσείου αγόρασα
μια σβούρα
κι έναν Camus για το ψυγείο να λέει:
Στάσου
δίπλα μου
όχι πίσω μου
ούτε μπροστά μου.
Μιλάω στο τηλέφωνο με Αθήνα κι
ο Fisk θέλει να του ανοίξω το οξυγόνο.
Τρώω μια πίτσα, μια κρέπα, δυο σάντουιτς,
μύδια αχνιστά, σολομό και σαλάτες.
Παίρνω καυτά απανωτά ντους.
Αδειάζω τη φωτογραφική.
Γράφω σε γκρίνκλις.
Δύο και σήμερα.
Θα περπατώ ώσπου να λιώσουν οι σόλες απ’ τις
καινούργιες μπλε electric μου μπότες.
Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2008
Six Pack Stockholm - Volume 3
Nan Goldin:
Κολλάω άσχημα στην πρώτη φωτογραφία με τίτλο:
TRIXIE ON THE COT DURING LIBERTY’S BOOTY: Κορίτσι με
τέλειο φόρεμα - μεθυσμένο ή φτιαγμένο - νύχτα - κάποιο βρώμικο δωμάτιο - ένα ράντζο - μπύρες -
κίτρινος τύπος - λάμπα - γοβάκια - τζούρα - πάλλευκο δέρμα.
Σκέφτομαι:
Την εποχή των αγριμιών
οι περισσότεροι πέθαναν:
Για να είσαι τόσο
καλός φωτογράφος πρέπει να ρισκάρεις.
Η Goldin κοιτάζει πληγωμένη τον Brian. Σε σέπια. Μου θυμίζει αγελάδα.
Η παλιά πόλη της Στοκχόλμης είναι θεόρατη κι έχει
από Σεπτέμβρη Άγιους Βασίληδες.
Η καινούργια πόλη είναι πολύ καθαρή.
Το μετρό είναι the best, μ’ ένα κάπως ευάλωτο ή ασυγκράτητα κινούμενο τρόπο.
Τα Σουηδικά μπαρ μοιάζουν με τα Ελληνικά, μόνο που βγαίνεις έξω να καπνίσεις.
Έτσι γνωρίζεις πιο εύκολα κόσμο:
Συζήτηση μέσα σε ένα τσιγάρο:
Ο Χι: κράτα τον διανοητικό σου χώρο ελεύθερο - μη διαβάζεις άλλους.
Εγώ: Καταλαβαίνω τι θέλεις να μου πεις. Μα.
Ούτως ή άλλως. Ο χώρος δεν είναι ελεύθερος.
Τέλος: χωρίσαμε με ένα φιλικό νεύμα-χαμόγελο.
Στο apartment κάνω παρέα με τον Fisk (το χρυσόψαρο) και
πρέπει να θυμηθώ το πρωί
να τον ταΐσω. Αν το ξεχάσω
θα ψοφήσει, (φαντάζομαι), για να το θυμηθώ.
Η φίλη μου θα αγκαλιάζει
τώρα
τον Σέρβο εραστή της.
Εγώ θα ήθελα να ήμουν η Goldin
να φωτογράφιζα το ακούμπησα των σωμάτων τους.
Όμως δεν είμαι.
Και τώρα θα κοιμηθώ για
να ξυπνήσω πρώτη απ’ όλους
Tomorrow.
Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου 2008
Six Pack Stockholm - Volume 2
Η Day Two είναι ακατέργαστη και ατόφια.
Δεν καδράρω.
Σημειώνω στο καινούργιο μου τετράδιο με εξώφυλλο
Ταπετσαρία sixties.
Αγοράζω cart postal και μια αφίσα με όλα τα χρώματα και τα σχέδια,
για πάνω από την καρέκλα αυτοσυγκέντρωσης.
το ανεπιθύμητο μωρό σου σε ένα
ντουλάπι του νοσοκομείου - ανώνυμα.
βούρκωσε όταν το άφησε.
(Ann-Sofi Siden)
Καπνίζω από την έξοδο ως την επόμενη είσοδο.
Η φίλη μου λέει, πως
στο Παρίσι περισσότερη ώρα κάπνιζα παρά δεν κάπνιζα.
Ο χώρος βρίθει συμβόλων.
Video: χέρι προσαρμόζει σε πόμολο μια
πράσινη φωσφοριζέ γιγάντια τσίχλα
κι όταν το χέρι εξαφανίζεται
η τσίχλα απολαμβάνει την πορεία της στο έδαφος.
Amazing.
Όταν γυρίσω πίσω: Να βάψω ένα τοίχο στο σαλόνι μωβ. Να μην φοβάμαι να λέω τη γνώμη μου. Να μάθω καινούργιες συνταγές. Να μην ξεχνώ πόσο μικρά φαίνονται όλα από ψηλά.
Η Diane Arbus είναι φοβερή. Πάντα ήτανε.
γιάγκ έειλσκαρ ντέιγκ, δηλαδή I love you, δηλαδή
Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008
Six Pack Stockholm - Volume 1
Day one or the Zero Day or Day positive ή η πρώτη
ημέρα αγνοείται (ή χάθηκε ή σχεδόν ποτέ δεν υπάρχει)
Παρένθεση.
Στο αεροπλάνο, που ήταν μικρό σαν λεωφορείο,
κάθισα δίπλα σε κάποιον που
φτιάχνει ρομπότ αναγνώρισης διαστημικού εδάφους, όμως
μιλήσαμε επί το πλείστον για άλλα θέματα, όπως
το νόημα της τρομοκρατίας και τα λοιπά.
Κατά τη διάρκεια της ομαλής προσγείωσης μου είπε:
έχε πίστη/ και/
μόνο αυτή ποτέ κανείς δεν μπορεί να σου πάρει/ και/
δε υπάρχει καλό αν δεν υπάρχει κακό.
Κι εγώ του είπα: εντάξει-εντάξει αυτά τα ξέρω.
Στην επόμενη πτήση κάτσαμε χωριστά και κοιμηθήκαμε.
Κρίμα, καθώς,
θα μπορούσαμε να συζητήσουμε κι άλλο όμορφα οι δυο μας.
Επανασύνδεση.
Με το που πάτησα το πόδι μου στην πόλη,
είπα στη φίλη μου:
είμαι άυπνη και πτώμα και γι’ αυτό
θα τα πούμε αύριο,
Goodnight my dear,
παρότι ήταν μόνο μουντό μεσημέρι.
Περίληψη. Οι Στοκχολμέζοι μου φαίνονται μια χαρά άνθρωποι. Η Σουηδία έχει King and Queen που έχουν τρία παιδιά: την μεγάλη κόρη που θα γίνει η επόμενη Queen και τα έχει με τον γυμναστή της, τον μεσαίο γιό που είναι κάπως δυσλεκτικός και τη μικρότερη κόρη που είναι πολύ trendy.
Οι ηλικιωμένοι Σουηδοί γενικότερα
αγαπούν τους βασιλιάδες τους,
ειδικά την Queen. Η Queen
κάνει πολλές φιλανθρωπίες,
όπως αρμόζει σε μια καλή Queen.
Νύχτα με τσιγάρο, έξω από το παράθυρο, κουκουλωμένο με κουβερτάκι. Όπου καταλήγω πάλι να αναρωτιέμαι: ποια είναι τελικά η διαφορά ανάμεσα σ’ εκείνον που αρέσκεται να παρακολουθεί και σ’ εκείνον που αρέσκεται να παρακολουθείται. Απάντηση καμία σοβαρή.
Τρέβλιγκτ ατ τρέειφας (το έει με πολύ ανοιχτά τα χείλη),
που σημαίνει nice to meet you,
δηλαδή χαίρω πολύ.
Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008
Σάββατο 30 Αυγούστου 2008
Φωνή Υποβρύχια και Εκσφενδόνιση
Η μέρα έφευγε από πάνω μας με το απαλό μέτρημα των κυμάτων να σκάνε γλυκά στην ακτή. Και ένα, παφ, δύο, παφ, τρία, παφ, τέσσερα παφ.
Πνίγηκα το ίδιο γλυκά από τις αναθυμιάσεις του αλμυρού ιδρώτα των πραγμάτων. Βυθίστηκα και ξάπλωσα στο πάτο του βυθού. Έβγαλα κι άπλωσα δίπλα τη νυχτικιά μου. Το ρεύμα την πήρε και κάπου την ταχτοποίησε. Γυμνή κι αλλοπαρμένη χάζευα και μάζευα εικόνες σκοτεινού υγρού μπλε και κοραλλί.
Κάτι αργόρυθμο που μοιάζει με τραγούδι ή με σειρήνα περιπολικού ερμηνευμένη από παρθένο ψάλτη φτάνει στα αυτιά μου. Τραβιέμαι από την αποχαύνωση επαναφέροντας το αίσθημα ευθύνης που με στοιχειώνει ακόμα και στα καλά (τα παιδικά) μου όνειρα.
Συγκεντρώνομαι κλείνοντας τα μάτια να ακούσω καλύτερα/ περιστρεφόμενη με ελάχιστη ταχύτητα γύρω από τον άξονά μου/ περιμένω κάπου να δυναμώσουν τα σήματα να ενωθώ με τη γραμμή/ να φτάσω ευθεία νοητικά ως την πηγή.
Εκεί που κάτι αόρατα κοπιαστικά δυναμώνει απλώνω τα χέρια μπροστά και διασπώ μια ταλάντωση. Ψηλαφώντας το σχήμα που αλλάζει εκατομμύρια φορές το δευτερόλεπτο, βρίσκω ένα πιο πηχτό σημείο (τον κορμό, τον πυρήνα) και το πιάνω και τεντώνω ρίχνοντας πίσω το βάρος μου.
Κρεμιέμαι από τη φωνή και την αισθάνομαι που γίνεται από το τράβηγμα ψιλή σαν κυπαρίσσι. Η πηγή είναι εύθραυστη! Θυμάμαι ότι έχω μπράτσα. Θυμάμαι όλα τα push-ups που έχω μετρήσει σαν Θηλυκός Ράμπο. Σκαρφαλώνω με την άνεση ενός cartoon. Λίγο ακόμη. Φτάνω. Έφτασα.
Κρατάω τη γλώσσα της και βλέπω τα δόντια της. Η ανάσα της μυρίζει strepsil και θυμάρι. Έχει πιει τσάι και vodka, κι από τα δύο πολύ. Τα χέρια της είναι δύο βράχια. Έχει το βλέμμα του εξόριστου πλην αμετανόητου πρώην δικτάτορα που σε κοιτάζει υποτιμητικά διακρίνοντας πάνω σου τη δημοκρατική μιζέρια όλου του κόσμου, την αφροσύνη των καιρών, το ψέμα της δικαιοσύνης και τι μεγάλη γλώσσα που έχει!
- Θα την αφήσεις επιτέλους
- Ωχ αχ ναι με συγχωρείτε δεν κατάλαβα/
αλλά την κρατάω ακόμη γιατί είμαι εμβρόντητη και γιατί αν την αφήσω θα φάω τα μούτρα μου.
- Εεε πειραγμένο είσαι; Άστηνααα
Αντί να γίνω ορμή ισάξια στο ύψος των περιστάσεων (σαν τους ακέραιους μαχητές της ανανέωσης) που διεκδικεί δικαιωματικά την ύπαρξή της, εγώ σπασμωδικά αφήνομαι, γίνομαι σκόνη αδιόρατη, εκσφενδονίζομαι στο διάστημα (όπως ο χρυσοπράσινος μπάμπουράς μου) από όπου βλέπω το παρόν μου να σκουραίνει ενώ το μέλλον των παιδιών μου δεν συνέβη πια.
Βρήκα στο δρόμο ένα διαστημόπλοιο, χτύπησα, μου ανοίξανε, μπήκα. Kάναμε το σύμπαν μια βόλτα πίνοντας ούζα και ρακές κι ακούγαμε Βιβάλντι. Μ’ άφησαν μεθυσμένη εκατοντάδες μέτρα πάνω από το σπίτι μου. Προσγειώθηκα με αλεξίπτωτο χωρίς να φοβηθώ καθόλου και σκέφτηκα πως θα ήμουν καλός φαντάρος.
Πέμπτη 21 Αυγούστου 2008
Δευτέρα 11 Αυγούστου 2008
Τρίτη 29 Ιουλίου 2008
Παρασκευή 18 Ιουλίου 2008
Καρτποστάλ
Τρίτη 1 Ιουλίου 2008
Φενεός: Clean - up - hop - trip!!!
Εδώ να κάτσουμε. Είναι καλά. Κοίτα.
Έναν καφέ, μια μπύρα, μια ησυχία, παγωτό, εφημερίδα και βγάλε τις σαγιονάρες σου επιτέλους - μου τη δίνουν στα νευρα!
Έλα καλέ, να σε κεράσω έναν πικρό χυμό, απ' τους πικρούς καρπούς του κήπου μου!
Δεν μιλώ. Άντε από δω πέρα παλιο-φλυαρία. Δεν πας σε κανά ίδρυμα!
Μια φορά κι έναν καιρό: Η εκκλησία των Γάμων μου! Εγώ, η Αυτοκράτειρα του κόσμου όλου.
Πρόσεχε - πρόσεχε - μη με κοψοχολιάζεις... Σου πάει η άκρη.
Ήμερη πέφτει ετούτη η νύχτα ή είναι που χάσαμε τ' αυγά και τα πασχάλια;
Καίει. Σε διατάζω να με ρίξεις στη θάλασσα.
Ήρθε μια γριά απ' την πόλη κι έφερε το "χάσει-χάσει"/ Παναγίτσα μου να χάσει! *
* Ιδέα εικόνας κλεμμένη από Βill. Μα το 'χα μπροστά μου και δεν κρατήθηκα.