Deus otiosus
Ο όρος deus otiosus (ανενεργός θεός) χρησιμοποιείται κυρίως στην ανθρωπολογία και στη θρησκειολογία και σημαίνει τον θεό που έχει αποτραβηχτεί από τον κόσμο. Ο όρος περιγράφει έναν τύπο θεότητας που συναντάται από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σε πολλές θρησκείες. Ο deus otiosus έχει δημιουργήσει τον κόσμο, αλλά μετά τη δημιουργία έχει αποτραβηχτεί, συνήθως γιατί έχει κουραστεί, οργιστεί ή απογοητευτεί από τον κόσμο, παραχωρώντας τη θέση του είτε σε νεώτερους θεούς είτε σε πνεύματα που μεσολαβούν μεταξύ αυτού και των ανθρώπων.
Η αντίληψη του θεού – deus otiosus είναι κοινή σε πολλές θρησκείες, διαφορετικές μεταξύ τους και σε όλα τα μέρη του κόσμου. Ο όρος πιθανόν προέρχεται από τον Αρχιεπίσκοπο της Ουψάλα Nathan Söderblom[1]. Στη σημερινή εποχή επιβιώνει κυρίως σε θρησκείες ιθαγενών πληθυσμών της Αμερικής, της Αφρικής, της Αυστραλίας και των νησιών του Ειρηνικού. Ο deus otiosus είναι μέρος του κοσμολογικού μύθου των θρησκειών αυτών. Έχει δημιουργήσει τον κόσμο και πολλές φορές έχει διδάξει στους ανθρώπους τη φωτιά ή την καλλιέργεια της γης[2]. Κατόπιν όμως για κάποιο λόγο αποσύρεται, αφήνοντας τον κόσμο στην τύχη του και στις αντικρουόμενες δυνάμεις που υπάρχουν σ’αυτόν[3]. Συνήθως, αλλά όχι πάντα, συνδέεται με τον ουρανό: είτε ο ίδιος ο ουρανός είναι deus otiosus είτε ο θεός έχει αποσυρθεί στον ουρανό[4]. Πολλοί κοσμολογικοί μύθοι της Αφρικής αφηγούνται ότι ο ουρανός ήταν στην αρχή ξαπλωμένος πάνω στη γη, αλλά τον ενόχλησαν οι ανθρώπινες δραστηριότητες και αποτραβήχτηκε. Κατά άλλες εκδοχές λαών της Αφρικής ο θεός ζούσε μαζί με τους ανθρώπους στη γη ή οι άνθρωποι μαζί με τον θεό στον ουρανό αλλά για διάφορους λόγους η συμβίωση διαταράχτηκε και ο θεός αποσύρθηκε (στον ουρανό, στη γη ή σε μια βουνοκορφή)[5]. Για τους Selk’nam, φυλή στη Γη του Πυρός, ο δημιουργός θεός Temáukel δημιούργησε μυθικούς προγόνους, οι οποίοι ανέλαβαν να ολοκληρώσουν τη δημιουργία του κόσμου. Όταν ο κόσμος ολοκληρώθηκε, ο Temáukel αποτραβήχτηκε πέρα από τα αστέρια. Δεν ενδιαφέρεται για τα ανθρώπινα δρώμενα και αντίστοιχα οι άνθρωποι δεν τον λατρεύουν και δεν του απευθύνουν προσευχές, παρά μόνο σε περιπτώσεις μεγάλων ασθενειών ή κακοκαιρίας[5].
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που ο deus otiosus δε συνδέεται με τον ουρανό. Κατά τους Ινδιάνους Tohono O’odham ο κόσμος, οι άνθρωποι και τα ζώα δημιουργήθηκαν από τον Elder Brother. Στη συνέχεια όμως ο Elder Brother δεν μπορούσε ή δεν ήθελε να αμυνθεί ενάντια στους πιο δυνατούς από τον ίδιο εχθρούς του και έσκαψε έναν λαβύρινθο κάτω από τη γη, όπου και κρύφτηκε[6]. Για τους Mbuti στο Κονγκό, deus otiosus είναι το δάσος, το οποίο είναι πηγή ζωής. Είναι ανενεργό, αλλά αποτελεί σημείο αναφοράς και κριτικής στην καθημερινή ζωή[7].
Κοινό χαρακτηριστικό είναι ότι ο deus otiosus δε λατρεύεται. Μπορεί να του απευθύνουν οι άνθρωποι θυσίες και προσευχές, αλλά σε έκτακτες περιπτώσεις, ενώ δεν υπάρχουν σταθερές γιορτές προς τιμήν του[8]. Οι μύθοι γι’αυτόν είναι σύντομοι σε σχέση με τις αφηγήσεις για τα κατορθώματα ηρώων ή άλλων θεών και σε αυτούς τους μύθους περιγράφεται η απόσυρση ή αντικατάστασή του. Η απόσυρση συνήθως γίνεται είτε οικεία βουλήσει είτε όταν ένας νεώτερος θεός του πάρει την παντοδυναμία. Περιβεβλημένος με ασάφεια και αδρότητα και αποτελώντας το ανώτατο ον, ο deus otiosus ορίζει τα άκρα όρια του όντος και της θρησκευτικής φαντασίας. Πέρα από αυτόν δεν υπάρχει τίποτα. Συμβολίζει την πρωταρχική εποχή (primordiality), την εποχή πριν και πέρα από τον χρόνο. Στις θρησκείες όπου ο deus otiosus αποσύρθηκε στον ουρανό, ο ουρανός συμβολίζει την απόσταση και τη διαφορά[5]. Κάποιοι dei otiosi θα επιστρέψουν στο τέλος του χρόνου, όταν όλα τελειώσουν. Μπορεί με το πέρασμα του χρόνου ο αποσυρμένος θεός να ξεχαστεί και να φύγει από το πάνθεον της φυλής. Τέτοια περίπτωση είναι ο *Dyeus, ο ινδοευρωπαϊκός θεός του ουρανού, ο οποίος αργότερα σταμάτησε να λατρεύεται. Δεν υπάρχουν ύμνοι και μύθοι που να τον αναφέρουν. Παρ’όλα αυτά υπάρχουν αναφορές στην Αταρβαβέδα (μια από τις τέσσερις Βέδες), όπως "ο ουρανός γνωρίζει τα πάντα" (1.32.4) ή "ο ουρανός πατέρας" (6.4.3) που υπενθυμίζουν την αρχετυπική εικόνα, ενώ αποτελεί το πρότυπο για τον ινδουιστικό θεό Dyaus Pitar, τον αρχαίο ελληνικό Δία και τον ρωμαϊκό Γιούπιτερ[5].
Στη θρησκεία των Σουμερίων οι Ενλίλ και Ένκι αντικαθιστούν τον deus otiosus Αν (ή Ανού)[9]. Στην αρχαία ελληνική θρησκεία οι παλαιότεροι θεοί Ουρανός και Γαία παραχώρησαν τη θέση τους στον Δία και στην Ήρα. Στον Ινδουισμό υπάρχουν μεσαιωνικές παραδόσεις κατά τις οποίες ο Ίντρα είναι αποτραβηγμένος και ενεργοί είναι ο Σίβα και ο Βισνού.
Ο Ρουμάνος θρησκειολόγος και συγγραφέας Mircea Eliade συνδέει την απόσυρση του deus otiosus και ειδικά των ουράνιων θεοτήτων με τη στροφή των ανθρώπων στη γεωργία. Ασχολούμενοι οι άνθρωποι με την καλλιέργεια της γης έδωσαν περισσότερη σημασία σε αξίες όπως η γονιμότητα και οι σχετικές θεότητες της μητέρας γης ήρθαν στο προσκήνιο, ενώ άρχισαν να αναζητούν και να βλέπουν το θείο (hierophany κατά Eliade[10])σε πιο απτές και συγκεκριμένες εκφάνσεις της ζωής (γονιμότητα, σεξουαλικότητα). Σε περιόδους μεγάλης κρίσης όμως οι νέοι θεοί δε φαίνονται ικανοί να αποτρέψουν το κακό και οι άνθρωποι στρέφονται πάλι στο υπέρτατο ον[11]. Κατά τον Eliade οι Εβραίοι αντίστοιχα σε περιόδους αφθονίας λάτρευαν τον Βάαλ, την Αστάρτη και άλλους θεούς των γειτονικών λαών. Σε κρίσιμες όμως περιόδους επέστρεφαν στον Γιαχβέ, τον Θεό της Βίβλου και δημιουργό του κόσμου[12].
καὶ ἐβόησαν πρὸς Κύριον καὶ ἔλεγον· ἡμάρτομεν, ὅτι ἐγκατελίπομεν τὸν Κύριον καὶ ἐδουλεύσαμεν τοῖς Βααλὶμ καὶ τοῖς ἄλσεσι· καὶ νῦν ἐξελοῦ ἡμᾶς ἐκ χειρὸς ἐχθρῶν ἡμῶν, καὶ δουλεύσομέν σοι (Α' Βασιλειών 12:10 Ο')
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Fikentscher, Deus otiosus-Deus activus, 73, με παραπομπή στο έργο του Söderblom, Das Werden des Gottesglaubens, Leipzig 1916
- ↑ Fikentscher, Deus otiosus-Deus activus, 70
- ↑ Fikentscher, Deus otiosus-Deus activus, 78
- ↑ Eliade, The Sacred and the Profane, 121 κ.εξ.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 Eliade/Sullivan
- ↑ Fikentscher, Deus otiosus-Deus activus, 75
- ↑ Fikentscher, Modes of Thought, 221
- ↑ Eliade, The Sacred and the Profane, 125: "the celestial supreme being appears to have lost religious currency"
- ↑ Eliade, A History of religious Ideas, Vol. 1, 57· Fikentscher, Deus otiosus-Deus activus, 75
- ↑ Eliade, The Sacred and the Profane, 11: "To designate the art of manifestation of the sacred we have proposed the term hierophany. It is a fitting term, because it does not imply anything further; [only] that something sacred shows itself to us"
- ↑ Eliade, The Sacred and the Profane, 125-126
- ↑ Eliade The Sacred and the Profane, 126 κ.εξ.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Eliade, Mircea / Sullivan, Lawrence E.: λήμμα Deus Otiosus στην Encyclopedia of Religion (Mircea Eliade Editor in chief), Vol. 4, 1st Ed., Macmillan, New York 1987 ISBN 0029097304 (Αγγλικά)
- Eliade, Mircea: The Sacred and the Profane, Harcourt, New York 1959 ISBN 015679201X (Αγγλικά)
- Eliade, Mircea: A History of religious Ideas, Vol. 1: From the Stone Age to the Eleusinian Mysteries, University of Chicago Press, Chicago 1978 ISBN 0226204014 (Αγγλικά)
- Fikentscher, Wolfgang: Deus otiosus-Deus activus, Religionsanthropologische Überlegungen zum Thema Gott und Zeit, στο Gruber, Hans-Günter / Hintersberger, Benedikta (Hrsg.): Das Wagnis der Freiheit, Festschrift Johannes Gründel, Echter, Würzburg 1999, σσ. 69-87 ISBN 3429021162 (Γερμανικά)
- Fikentscher, Wolfgang: Modes of Thought, 2nd Ed., Mohr Siebeck, Tübingen 2004 ISBN 3161463390 (Αγγλικά)