...κοιτούσα με απόγνωση τα παιχνίδια των παιδιών που "μαμά μωρό είμαι να παίζω με τον spiderman και τα χελωνονινζάκια; Να τα δώσουμε στον Θανάση που είναι πιο μικρός." Ενα τζιπ γεμάτο χελωνονιτζάκια πήγε χθες στην αγκαλιά του Θανασάκη του συμμαθητή της Ανθής και ένα τεράστιο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Τα μάτια του ήδη "έβλεπαν" τις μάχες που θα έδιναν τις επόμενες ώρες τα χελωνονιντζάκια. "Ξέρω καράτε" μου είπε. Φεύγοντας χωρίς την προτροπή της μητέρας του, ήρθε και με αγκάλιασε "ευχαριστώ πολύ" μου είπε.
Παιχνίδια: μικρά δείγματα ενήλικης πραγματικότητας. Οπλα, μπάλες, στρατιωτάκια, ποδοσφαιράκι για τα αγόρια και κουζινικά, κούκλες, πάνες, μικρά καρότσια για τα κορίτσια...
"Μην βιάζεσαι να μεγαλώσεις" θυμάμαι να μου λέει η δική μου μαμά. Εχεις καιρό να πλύνεις ρούχα, πιάτα, να σιδερώσεις, να πας βόλτα τα αληθινά σου παιδιά... Σαν πρόβα τζενεράλε τα παιδικά μας χρόνια. Μα εγω βιαζόμουν, ήθελα να μεγαλώσω, ήθελα να ξετυλίξω όσο πιο σύντομα γινόταν το κουβάρι των επιλογών. Ηθελα να δω τα δικά μου λάθη. "Κοίτα μην είναι μοιραία" η φωνή της μαμάς που προσγείωνε...
Τα γλίτωσα προς το παρόν τα μοιραία λάθη. Η ηχώ της φωνής της μαμάς πολλές φορές έγινε ασπίδα προστασίας. Δεν με ήθελε κλεισμένη. Ακόμα και στις κοπάνες του σχολείου - του ιδιωτικού παρακαλώ - με κάλυπτε κι ας μην τις ήξερε. Το σχολείο. Πάντα κάτι σε φυλακή μου έκανε. Θυμάμαι τις συζητήσεις μας με τον μπαμπά που γεμάτος απορία ήθελε να μάθει γιατί μένω αδιάφορη στην "σφαιρική γνώση του σχολείου". "Γιατί δεν είναι ούτε σφαιρική, ούτε είναι γνώση" του έλεγα γρήγορα.
"Γιατί εσυ, που δεν τελείωσες το 6τάξιο γυμνάσιο, αλλά σταμάτησες στην τρίτη κι ας ήθελες να γίνεις γιατρός, δεν ξέρεις πως είναι να θέλουν να σου γεμίσουν το μυαλό εξισώσεις στις 8:00 το πρωί, ούτε πως είναι να πρέπει να μάθεις την ιστορία του τόπου σου ανακατεμένα, σαν τα μαλλιά στο γνωστό τραγούδι. Μυθολογία, Βυζάντιο, Επανάσταση του 21, Πολυτεχνείο, 2ος Παγκόσμιος, ύστερα ο 1ος, Ομηρος αυτός ο άγνωστος, όλα στο μίξερ", την εποχή που για μένα είχε πολύ μεγαλύτερη αξία το φλερτάρισμα του Αλέξη." Δεν έμεινα ποτέ στην ίδια τάξη. Κομπάζω πως πάντα ήμουν άνθρωπος του μέσου. Κι ας ακροβατούσα στα άκρα... Πως αλλιώς θα βρεις την μέση;
Είναι πολλές φορές που παρατηρώ τα ανθρωπάκια μου. Που ακούω δικά μου λόγια, δικές μου προτροπές απ΄τα δικά τους χείλη. "Γιώργο όχι έτσι. Ετσι! είπε η μαμά". Στον Γιώργο αρέσει να κατεβαίνει κάτω, έξω, "πάρε και την Ανθή" να φωνάζω εγω, να βρίσκουν τους φίλους τους να παίζουν μπάλα, να σπρώχνονται, να πέφτουν, να πονάνε μα να μην κλαίνε "γιατί μεγάλωσαν πια", να κοντράρονται "τα αγόρια είναι πιο δυνατά, πιο έξυπνα και πιο καλά απ΄τα κορίτσια" ή "εσυ είσαι μικρή!" και τα κορίτσια να πληγώνονται, να κλαίνε και να φεύγουν... Καλωσορίσατε στον κόσμο των μεγάλων παιδιά!
Κι ύστερα παρατηρώ τους "μεγάλους" που έμειναν παιδιά και παλαβώνουν όταν παίζει η ομάδα τους που την ακολουθούν "ως την άκρη της γης". ¨Τα έμαθες; ο Τ δεν είναι πια με την Μ, αααα χώρισαν γιατί μπλα μπλα μπλα" το αγαπημένο παιχνίδι των κοριτσιών που έγιναν γυναίκες ή " Σούλα μου τι να σου πω. Εγω το χταποδάκι το κάνω έτσι και ο Π γλύφει και τα δάκτυλά του."
Γράφω στο αγαπημένο μας παιχνίδι. Το νταραβέρι με τα συναισθήματα που γίνονται λέξεις κάτω από τον τίτλο "Αναρτήσεις". Εκεί υπάρχουν φίλοι. Αυτοί που γελώ παρέα τους, εκεί που θα πω το παράπονό μου. Εκεί που θα θυμώσω γιατί έκλεισε το μπλογκόσπιτο ο ένας ή εκεί που θα γελάσω με την ψυχή μου. Εκεί που θα με προβληματίσει μια σκέψη, που θα ξετυλιχτεί ένα πρόβλημα... Εκεί, που γεφυρώνονται οι αποστάσεις. Που δεν χρειάζεται να πάρεις το αεροπλάνο για να τους δεις. Τι κι αν ζουν μακριά; Εγω τους έχω δίπλα μου. Πιο κοντά δεν γίνεται. Τους έχω, σας έχω, στην καρδιά μου.
Βλέπω τον μικρό μας Δια. Το καινούργιο μέλος της οικογένειας. Παίζει κι αυτός. Προσπαθεί να γίνει αποδεκτός στον δικό μας κόσμο. "Μπράβο Δία. Κυνήγα την μπάλα. Οχι, όχι αυτό. Αυτό είναι το παπούτσι της Ανθής...."