Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2025

ΝΙΚΟΥ ΟΡΦΑΝΙΔΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΑΝΑΒΑΣΙΣ

 

Νίκου Ορφανίδη, Αλεξάνδρου Ανάβασις, πεζογράφημα

Έτσι χαρακτηρίζει ο Νίκος Ορφανίδης το καινούργιο γραπτό του, όπου το πεζογράφημα ανεβάζει σε κόσμους πέραν τόπου και χρόνου, πέραν των ποιητικών ορίων, γιατί κινείται στην αιωνιότητα της οποίας μετέχει και ο συγγραφέας και οι αναγνώστες του, μαζί στα αγαπημένα αναγνώσματα από το δημοτικό ως το εξατάξιο γυμνάσιο, με τους αγαπημένους συγγραφείς του ελληνισμού, από αρχαιοτάτων χρόνων ως το βυζάντιο και την σήμερον, να περιδιαβάζει σε τόπους του μύθου και του μύρου και της πραγματικότητας με φαντασία ή καλύτερα με τα φτερά του λογισμού και του ονείρου, ούτε ο Ξενοφών απουσιάζει ούτε ο χρυσορρήμων Χρυσόστομος ούτε ο Ηράκλειος ούτε ο Φώτης Κόντογλου με το μαντρί του, να διαπερνά ο λόγος του την εισβολή και την αιχμαλωσία, την δραπέτευση και την ανάβαση στα ύψη της Παναγίας του Σουμελά, να συνεορτάζει με τους κρυπτοχριστιανούς και τους ζώντας και τεθνεώτας, πατριάρχες και μοναχούς και να κατεβαίνει στην Κύπρο να αναβαίνει στον Πενταδάκτυλο και στο χωριό του των παιδικών του χρόνων, κατάβαση καταβύθιση  και ανέβασμα, μια περιδιάβαση στην ψυχή του συγγραφέα, στους μύχιους πόθους του και της ρωμηοσύνης, με τους καημούς και τις πίκρες της, τις μεγάλες ώρες της που αθανατίζονται στα λογοτεχνικά της έργα απο ψυχωμένους συγγραφείς, όπως ο ίδιος. Ένα ελκυστικό έργο, χωρίς κανένα εμπόδιο, τα πάντα εν και εν χαρά και εν αγαλλιάσει και εν πίκρα και πόνω, αναβάσεις εις τα όρη και τα υψηλά του πνεύματος και της αγάπης του Χριστού, χαρά στον που το έγραψε και που το διαβάζει.

Στέλιος Παπαντωνίου

Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2025

ονειρικο γράμμα

 

ΟΝΕΙΡΙΚΟ ΓΡΑΜΜΑ

Στέλιος Παπαντωνίου

Πολύ θα ήθελα να γράψω ένα κείμενο γεμάτο χαρά, καμπάνες να χτυπούν γιατί επιστρέφουμε στα σπίτια μας, να ανάβουν τα φώτα, να διαγράψω όσα έζησα πενήντα χρόνια τώρα και παραπάνω ακόμα, αφού τα βάσανά μας άρχισαν από το 1958, στη γειτονιά μου τουλάχιστον με το κάψιμο του Ολυμπιακού και του αγίου Λουκά στη Λευκωσία, αλλά, λέω, να τα διαγράψω, πως ήταν ένα κακό όνειρο και πέρασε, και το πραξικόπημα και η εισβολή και ο Κίσιγκερ και η χούντα των Αθηνών,να γράψω ένα κείμενο χωρίς τουρκικά ονόματα αξιωματούχων που κάθε νύχτα ουρλιάζουν στην τηλεόραση ή με τη φαλάκρα τους προσωποποιούν την άρνηση και την υποταγή στο σουλτάνο τους, να κατέβουμε στο σπίτι χωρίς τίποτε, όπως τότε που φύγαμε, πιστεύαμε πως φεύγουμε για λίγες ώρες άντε μια δυο μέρες, όλα θα τέλειωναν τόσο γρήγορα και δεν τέλειωσαν...και συνεχίζονται.

Κι αντί τούτου, περιμένουμε πότε θα συνομιλήσουν οι ηγέτες για άνοιγμα οδοφραγμάτων, είναι πολλοί που στριμώχνονται στα οδοφράγματα, όσο αυξάνει η τιμή της βενζίνης τόσο και περισσότεροι, και δεν τους χωρούν οι τόποι, έκαμαν τρίτη λωρίδα λέει ο τάταρος και τώρα μόνο η Μια Μιλιά αν ανοίξει θα τους λύσει το πρόβλημα, πολλά έχουν να κερδίσουν οι έμποροι των εθνών, άλλο άνοιγμα δεν επιτρέπουν, στρατιωτικές ζώνες παντού, μόνο εμείς δεν μπορούμε να έχουμε στρατιωτικές ζώνες, μας απαγορεύουν ακόμα και την άμυνα.

Κι ερχόμαστε στο άλλο μεγάλο, εκείνοι πάνοπλοι, πάνω από τριάντα χιλιάδες στρατιώτες, μια μιλούν για στρατιωτικά αεροδρόμια και αεροπλάνα, μια για  λιμάνια, δεν μπορούν να ζήσουν, λέει ο τάταρος χωρίς την προστασία της μάνας τους, κι εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να τον ακούμε, να υπακούμε, να κατανοούμε τους φόβους τους, τους δικούς μας δεν τους ακούει κανείς δεν μας αντιλαμβάνονται, μια μειοψηφία στον τόπο μας, εμείς η πλειονότητα του 80% .

Κάποτε μάλιστα μάς τιμώρησαν οι αμερικανοί με εμπάρκο όπλων, να μην αγοράσουμε να μην εφοδιαστούμε, να μην αντιδράσουμε στο σφαγιασμό μας, από το 1821 άρχισε με τους δεσποτάδες, αλλά πολύ αρέσει στους τούρκους να σφάζουν τραγιά.

Κι ήρθε ώρα, κανείς δεν ξέρει αν ήρθε και μένει ή ήρθε και φεύγει με τον φευγάτο πρόεδρο των ΗΠΑ, ήρθε ώρα να συμμαχήσουμε, να γίνουμε εταίροι , επίφοβο όνομα, με την υπερδύναμη, άντε να προλάβουμε να εξοπλιστούμε έστω αμυντικά, να νιώσουμε πως μπορούμε να καθυστερήσουμε τον θάνατό μας, κι όμως οι φωνές δυνατές και από μέσα και απ’ έξω, μην ξεχνάτε τον Κίσιγκερ, μάλιστα, μην παρασύρεστε από τις κομματικές σας τοποθετήσεις, μάλιστα, έστε έτοιμοι, για τί;...

Και προσπαθούμε να πείσουμε τούρκους  και ρωμηούς πως δεν είμαστε πολεμοχαρείς, πως την ειρήνη αγαπούμε, πως της τραγουδούμε τραγούδια ειρηνικά καθισμένοι στο πάτωμα και γερμένοι ο ένας στον άλλο λικνιζόμενοι, αντί να διαδηλώνουμε και να ρίχνουμε πέτρες, δεν μας πιστεύουν, λέει, ετοιμαζόμαστε για πόλεμο κι οι αμερικανοί πρέπει να πάρουν πίσω τις αποφάσεις τους. Μπορούμε να προκαλέσουμε και παγκόσμιο πόλεμο; Θεέ και Κύριε, τόση δύναμη η Κύπρος!

Κι αντί να μιλώ για τον Καραβά και τη Λάπηθο, τον άγιο Γεώργιο και του Μόρφου, το Βουνό και το Συγχαρί και την Κερύνεια, μιλώ και πάλι για ανοίγματα οδοφραγμάτων, για διάδοχο τουρκοκαθορισμένο της ανύπαρκτης σχεδόν τουρκοκυπριακής κοινότητας, για χαλαρή διζωνική, για σχεδόν δύο κράτη, για εποίκους που αυξάνονται και πληθύνονται κονικλοειδώς, και καταλαμβάνουσι την πατρώα γην, στην οποία ονειρεύομαι πως επιστρέφω.

Και δεν χτυπούν καμπάνες, μια που χτύπησαν κάποτε μας έμειναν να μας ρεζιλεύουν για την ευήθεια και αφέλεια, -εμπιστεύεστε βρε τους αμερικάνους;- και φώτα δεν ανάβουν παρά μόνο στον Πενταδάχτυλο, να πληρώνουμε το ρεύμα για να φωτίζονται τα τουρκικά μπαΐράκια και να μας εκστομίζουν το μισητό πως περηφανεύονται γιατί είναι τούρκοι, κι εμείς ψάχνουμε στις Ιστορίες να βρούμε τι πρόσφερε αυτός ο λαός στον πολιτισμό, και επιβεβαιώνουμε πως εκτός από καταστροφή, τίποτε άλλο.

Τετάρτη 8 Ιανουαρίου 2025

ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ

 ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ

Λες Ιωάννης Πρόδρομος, έδωσαν έμφαση οι ποιητές μας στην επαναστατικότητά του, τα ‘ βαλε με τον Ηρώδη και την Ηρωδιάδα, αυτή μαίνεται, ταράττεται, αφήσαμε όμως την ταπείνωσή του, Πήγαν, λέει το σημερινό ευαγγέλιο, και του είπαν, Μα αυτός που ήρθε προχτές και τον βάφτισες άρχισε ο ίδιος να βαφτίζει, και πολύς κόσμος πάει κοντά του. Αν δεν είναι δοσμένο άνωθεν, τους λέει, κανείς δεν μπορεί να βαφτίζει, κι Αυτός είναι μικρότερός μου αλλά μεγαλύτερος, Αυτός είναι πρώτος κι εγώ δεύτερος.

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ

 

ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ

Έτσι να κατέβαινε από τον Ιορδάνη ποταμό με τα άγρια γένια και τα λιγδερά μαλλιά, με τη δερματίνη ζώνη του να την τραβά και ν’ αρχίζει μια σου και μια του, όλοι οι διατελέσαντες πρώην και νυν, εσείς που κρατάτε στα χέρια σας τις τύχες των ανθρώπων, μετανοείτε βρε, τι μασκαραλίκια αυτά, να τον περιμένετε να συνομιλήσετε, ποιον και με ποιον, τον υποτακτικό του σουλτάνου, τον γεσμαν τον  αχάπαρο, τον παπαγάλο της κακιάς ώρας, ή τον άλλο, ψαλιδισμένο γενάκι, χτενισμένο μαλλί,  που μας έρχεται σήμερα παράνομο κρατίδιο παράνομη επίσκεψη παράνομες σχέσεις, έκαμε η μύγα και τον κόσμον όλον, μέρα που είναι, κι ο Πρόδρομος φωνάζει, σταθείτε στα πόδια σας, βρείτε τον εαυτό σας, την αξιοπρέπειά σας, ντραπείτε τον εαυτό σας και τους προγόνους σας, πάψτε πια τα ραγιαδίστικα, Ελλάδα και Κύπρος, δείτε κατάματα τον οχτρό, ανοίγει στόμα και καταβροχθίζει, γαλάζια η δική μας πατρίδα και την οικειοποιείται, το Αιγαίο μοιράζει σαν δικό του, την Κύπρο καταπατά και βρομίζει, πενήντα χρόνια τώρα, ανοίξτε μάτια ανοίξτε αφτιά και στόμα να μιλήσετε και χέρια να σφίξετε γροθιές, ως πότε παλικάρια...

Παλικάρια!

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2025

το κοστούμι

 

Το κοστούμι

Το καταραμένο εκείνο ΄74 δεν το ξεχνούν όσοι το έζησαν.

Ήταν δεκαπενταύγουστο, άρχιζε η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, ήταν εκεχειρία, σταμάτησαν για λίγο οι Τούρκοι να προχωρούν, αν και όσα κατέλαβαν τα άρπαξαν αυτές τις μέρες, της εκεχειρίας, γίνονταν συνομιλίες, άντε να δούμε τι θα βγει, εκείνοι ανένδοτοι, από την ώρα που πάτησαν το πόδι στην Κύπρο, ένας αγώνας προδομένος, από τη χούντα και τους συνταγματαρχέους, στις πέντε το πρωί άρχισαν τα αεροπλάνα να βομβαρδίζουν, μπήκαμε  στο αυτοκίνητο, στο ένα χέρι το μικράκι,  μόλις είχε γεννηθεί, παντρευτήκαμε το 73, γεννήθηκε την πρωταπριλιά του 74, και τώρα πρόσφυγες από τη μια μέρα στην άλλη.

Πρόσφυγες στην Κακοπετριά, ήταν κοντά το Γυμνάσιο Σολέας, εκεί διδάσκαμε, διανυχτερεύσαμε σ’ένα κέντρο της περιοχής, δίπλα μας κάσες με μήλα, ωραία η μυρωδιά τους και για πρόσφυγες, θα άνοιγαν όμως τα σχολεία, ένα κάτι να φορέσουμε έπρεπε να βρούμε, κατέβηκα στο Ζιετ, τέρμα Μακαρίου τότε, δώδεκα λίρες ένα κοστούμι, φτάνω γωνία κοντά στου Χατζησάββα, ένας Σεβαστίδης είχε στην προθήκη του ένα σακκάκι εξήντα τέσσερις λίρες, στάθηκα κι έκανα το λογαριασμό, γύρω στα πέντε κοστούμια μου άξιζε το σακάκι εκείνο, πράσινο καρό, της μόδας του καιρού, πάω σχολείο, τα παιδιά το πρώτο να πειράξουν, τι κουστουμιά αυτή κύριε!!! Αλλά καλοκαιρινό!

Κι ύστερα άρχισαν τα κρύα, ψηλά στα βουνά το χωριό, ήταν γύρω στα πρώτα Χριστούγεννα, κυκλοφόρησε πως στο κέντρο της Κακοπετριάς μοιράζουν ρούχα για τους πρόσφυγες, τα έφεραν δωρεές από το εξωτερικό, κόσμος πολύς, παίρνω ένα αδιάβροχο με σκούφο, στην τσέπη του ευχές από έναν ξένο, καλή χρονιά και τέτοια, χρειάστηκε και πολύ μάλιστα στις βροχερές εκείνες μέρες του χειμώνα.

 Ήταν όμως πολλοί μαθητές μας στα αντίσκηνα, έξω από το σχολείο, η δυστυχία εκεί μεγαλύτερη, μες στις λάσπες και στις βροχές, τα παιδιά επαναστατημένα, δεν μπορούσες εύκολα να τους μιλήσεις, ούτε και πολλές απαιτήσεις μπορούσαμε να έχουμε οι δάσκαλοι, ο άλλος στα αντίσκηνα κι εσύ να ζητάς δοτική και παρακειμένους…πέρασαν κι αυτά… μα έμειναν καρφωμένα στην ψυχή, δεν ξεχνώ, δεν μπορώ να ξεχάσω, δεν πρέπει να ξεχάσω.

Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2024

τελειώνοντας το έτος

 

Τελειώνοντας το έτος...

Μάλλον σε αμηχανία βρισκόμαστε οι γέροντες. Τελειώνει το έτος, συμβατικά πράγματα, το ξέρουμε, με άλλο ημερολόγιο θα ήταν αλλιώς. Ας το δεχτούμε όμως, ο 2024 δεν ήταν για μένα και ο καλύτερος, ήρθε με δυσκινησία λόγω σπονδύλου, το χειρότερο και ανέλπιστο, με τον θάνατο του αδελφού μου και της γυναίκας του. Τα συμβάντα έρχονται, τα δέχεσαι, δεν νιώθεις συνταρακτικές αλλαγές, η πορεία ανεκτή, τόσα σου στέλλει όσα αντέχεις, έτσι λένε, ή. Καλύτερα το είπαν οι στωικοί: δεν είναι τα πράγματα αλλά οι αντιλήψεις σου για τα πράγματα που προκαλούν φόβο. Είναι βέβαιο όμως πως υπάρχουν και χειρότερα, μια και ζούμε στην Κύπρο, την άδικα αιματοβαμμένη, τον πρώην παράδεισο και τώρα κατεχόμενο τουρκοπατημένο στάβλο των ζώων, έτσι τον νιώθω χωρίς να έχω πάει, κι ούτε θα πάω εφόσον δεν είναι ελεύθερος ο τόπος μου. Παρακολουθώ την Τουρκία να θεριεύει γιατί αυτή είναι η φιλοσοφία τους, να κατατρων τους άλλους χωρίς οι ίδιοι να δημιουργούν, καταστροφείς πολιτισμών και ανθρώπων, επέκταση και μεγαλεία, κι εμείς μικροί κι αδύναμοι. Τουλάχιστον το συνειδητοποιήσαμε έστω και πολύ αργά, κάποτε νομίζαμε πως ήμαστε ο ομφαλός της γης, σκέττοι ροκόλοι. Τα χειρότερα υποθέτουμε, τα σχέδια της Τουρκίας που εφαρμόζει και δεν είναι για μάς ευλογία, ο Τατάρα φωνασκεί, ή με ξένον ποιεί όσα ποιεί, λέει όσα λέει. Εδώ καγχάζουμε μεν, επανακάμπτουμε στις σκέψεις μας όμως, τις πολλές αμφιβολίες μας. Πού οδηγήσαμε τον τόπο, πώς φτάσαμε εδώ, κι όλα γύρω μας γκρεμισμένα, κι οι γειτονικές χώρες να βλέπουν καθημερινά το χάρο να θερίζει, κι οι μακρινές το ίδιο. Κι εμείς να κρίνουμε ανάλογα με την κομματική μας τοποθέτηση.

Τουλάχιστον να απαλλαγούμε από τα παγιωμένα σχήματα σκέψης, από τις κομματικές παρωπίδες, να ελευθερώσουμε τον νου, με ελεύθερο πνεύμα να σκεφτόμαστε τον επόμενο χρόνο. Μακάρι αυτό να επιτύχουμε. Μακάρι.

Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2024

για τον γιώργο Κωνσταντίνου

 για τον γιώργο Κωνσταντίνου

γιώργου Α. Κωνσταντίνου Τρία αδέρφκια…τρία μήλα…τζιαι ένας Δράκος

Διαβάζοντας μόνο την αφιέρωση, το ποίημα, τα εισαγωγικά, Συναπάντημα στον καιρό και στον τόπο, θαυμάζει κανείς την ευαισθησία και γλωσσική ικανότητα του γιώργου Κωνσταντίνου να εκφράζει τα βάθη της ψυχής του, άρα του τόπου και των χρόνων μας, χιλιάδων δηλαδή.

Γνώρισα προγόνους του Γιώργου, προπάντων τον προπαππού, τους παππούδες, τις γιαγιάδες, τη μάνα του, αλλά θα σταθώ στον πατέρα, τον Τάσο Κωνσταντίνου. Γείτονας στο άγιο Κασσιανό, όταν τα παιδιά έρχονταν από τα χωριά και διέμεναν στη Λευκωσία, συμμαθητής και προπάντων συγκάτοικος στην Αθήνα, φοιτηταριό με κοινή ζωή, δέσιμο σφιχτό. Ένας σεμνός, στιβαρός επιστήμονας, παιδαγωγός, άνθρωπος, μεταλαμπάδευσε στο γιώργο τις αγάπες του για το θέατρο και τη μουσική, που τραγουδούσαμε τη δεκαετία του εξήντα, την ευλογημένη του Θοδωράκη και Χατζιδάκι. Είμαι σίγουρος πως είναι εδώ και παρακολουθεί με περηφάνια. Κι όπως στον Επιτάφιο ο Θουκυδίδης μάς λέει, «μία δε κλίνη κενή φέρεται», έτσι κι εδώ, ένα κάθισμα κενό είναι για τον τιμώμενο: Φίλε Τάσο, σ’ ευχαριστώ για τον διάδοχο που συνεχίζει τη φιλική γραμμή.

 Λέγαμε λοιπόν πως, Όπως στον αρχέγονο μύθο σταδιακά και με την αφή στα σκοτεινά διακρίνει ο μελετητής τις βάσεις της φιλοσοφίας και της θρησκείας, έτσι και στο παραμύθι, γέννημα της μακρόχρονης, αέναης πείρας και σοφίας του λαού, ακούει τις πνοές των μεγάλων αληθειών και συλλαμβάνει τις διά μέσου των αιώνων στέρεες δομές του δράματος, του θεατρικού έργου, της τραγωδίας ή κωμωδίας.

Ο χορός από τον καιρό του Στησίχορου και των πρώτων τραγωδών, «τρεις δε και σκηνογραφίαν Σοφοκλής», η εξέλιξη του αρχαίου δράματος, οι μετρημένοι τρεις ηθοποιοί, ο αριθμός τρία ως μαγικός και ελάχιστος, με τον οποίο μπορεί να αναπτυχθεί ένας μύθος, μια ιστορία, ένα παραμύθι, περιορισμένος αλλά και ικανός να συμπυκνώνει τις αναπτυσσόμενες αλήθειες, στυλοβάτης παραμυθιών και ιστοριών από αρχαιοτάτων χρόνων, πρυτανεύει και στο δικό μας παραμύθι, τρεις αδελφοί, τρεις αδελφές, ο τρίτος ο καλύτερος, όπως στο δημοτικό της αγια Σοφιάς, το καράβι θα πάρει «το τρίτο το καλύτερο την άγια τράπεζά μας».

Οι πολιτειακές, κρατικές δομές, οι της βασιλείας, από τον καιρό του Οδυσσέα και του Ομήρου, χωρίς επαναστατικότητες, αποδεκτές από τους ακροατές του παραμυθιού, ο βασιλιάς είναι ο ανώτερος, ο λόγος του νόμος, ο παραβάτης τιμωρείται.

Κοινωνικά, οι πλούσιοι και οι πτωχοί, η ανώτερη και κατώτερη τάξη, των φυλάκων και των πολιτών, απαρασάλευτες. Επαναστατικότητα δεν χωρεί.

Ανάλογα με τον πνευματικό οπλισμό του, την σκευή του τη φιλολογική ή και θεολογική, διακρίνει κανείς σκιές της Παλαιάς Διαθήκης, παμπάλαιους μύθους και παραδόσεις, με διαιώνια νοήματα, αξίες, αρχές ζωής.

Οτιδήποτε και να συμβεί, η αγάπη θα νικήσει.

 Όσο περίπλοκη γίνεται η διαδρομή του έργου, άλλο τόσο βέβαιο είναι πως ο από μηχανής Θεός θα κατέβει και θα δώσει λύση στο οποιοδήποτε και με όποιο τρόπο δεμένο σκοινί του παραμυθιού.

Μια φορά κι έναν καιρό: Ένα παρελθόν που γίνεται παρόν και μέλλον, έξω του χρόνου και του τόπου, πριν δημιουργηθεί η λογική και ο ρεαλισμός, όταν ο μύθος θεμέλιωνε τον κόσμο.

ΜΟΝΑ ΣΑΒΒΙΔΟΥ ΘΕΟΔΟΥΛΟΥ  γιώργος Κωνσταντίνου

Ο γιώργος Κωνσταντίνου είναι ένας ταλαντούχος νέος, με ποιητική και καλλιτεχνική φλέβα, με έργα χαρακτικής που φέρουν ήδη χαρακτήρα ελληνικότητας και βυζαντινής χροιάς, άνθρωπος που συλλαμβάνει με την ευαισθησία του και αποδίδει εντέχνως τα νοήματα, χαραγμένα με τα λεπίδια της τέχνης του.

Μαθητής της Μόνας στο Σχολείο στη Λεμεσό, με τα χαρακτικά του έδεσε κάλλιστα με το όλο έργο μεταφέροντας όχι μόνο τόπο και χρόνο αλλά και ιδέες και συναισθήματα, ένα πραγματικά εκρηκτικό μείγμα. Ευτυχής συγκυρία.

Η ποιητική συλλογή της Μόνας Σαββίδου Θεοδούλου με τα χαρακτικά του γιώργου Κωνσταντίνου έχει ήδη πάρει τη θέση της στην κυπριακή λογοτεχνία, ως μάρτυρας ενός ογκώδους και βαρύτατου πολιτισμού, πυκνού πόνου, αυτογνωσίας, σκλαβιάς και πόθου ελευθερίας.

Κώστας Βασιλείου Γιώργος Α. Κωνσταντίνου ΤΑ ΦΙΛΙΚΟΥΤΟΥΝΙΑ, αντιφωνήματα, Λευκωσία 2020

Η συνεργατική ποίηση προοδεύει με την παρώθηση του Κώστα Βασιλείου, αυτή τη φορά με συνεργάτη τον νέο ποιητή και χαράκτη Γιώργο Κωνσταντίνου, που εκτός της τέχνης του περιτριγυρίζεται από την καλλιτεχνική οικογένειά του, με τη μουσικό γυναίκα του και τα παιδιά του, ευαισθησίας πλήρη.

 Έτσι το βιβλίο γίνεται όχι μόνο συλλογή ποιημάτων αλλά και εκθετήριο των καλλιτεχνικών αναζητήσεων του Γιώργου στη χαρακτική και της γυναίκας και της κόρης του στη μουσική της οποίας δεν είναι βέβαια αμέτοχοι οι πρωταγωνιστές ποιητές, που τους δένει ο παιδαγωγικός έρως, η αρχαιότατη ερωτική σχέση των ταλαντούχων.

γιώργος Α. Κωνσταντίνου γράμματα στους καιρούς γραφές και χαράξεις

Ο γιώργος Α. Κωνσταντίνου, ένας πολυτάλαντος άνθρωπος, ποιητής και χαράκτης, μας δίνει σε ένα βιβλίο- κόσμημα τα χαρακτικά και ποιήματά του απελευθερωμένος από οποιαδήποτε επίδραση άλλων ποιητών.

Εμβαθύνει στον εαυτό του, θεμελιωδώς ερωτικός άνθρωπος, αλλά ταυτόχρονα παρατηρεί και τον γύρω του κόσμου.

Ευκαιρία παρέχουν τα γράμματα του αλφαβήτου να εκφράσουν ό τι πολύτιμο συλλαμβάνει η ευαισθησία του.

Το πρώτο του ποίημα για το γράμμα α με τη λέξη άνεμος ενσαρκώνει ένα ολόκληρο σύμπαν, γιατί ο άσαρκος άνεμος, το πνεύμα αυτό, συλλαμβάνει όλο τον κόσμο και τον εκφράζει, από τους μύχιους πόθους των Ελλήνων της Κύπρου για ένωση με την Ελλάδα μέχρι τις μυρουδιές του φρεσκοψημένου ψωμιού. Η θέση και η αντίθεση στο ποίημα και στο τέλος η ερωτική σύνθεση των πραγμάτων. Ως άνεμος να μπαινοβγαίνει στα σπλάχνα της αγαπημένης του, μια εκπληκτικά ολοζώντανη σκηνή.

Οι ώρες της αιμοκάθαρσης στην οποία υποβαλλόταν υπήρξαν ταυτόχρονα και ώρες περισυλλογής, αυτοκριτικής για αυτογνωσία.

Ο έρωτας και ο θάνατος είναι τα ύψιστα με τα οποία μπορεί να καταπιαστεί ο ποιητής, που τα αδράχνει με αντρείκια ευαισθησία και αποδοχή.

Η παρατήρηση των γραμμάτων του αλφαβήτου δεν είναι μόνο εμβάθυνση στον εαυτό, αλλά και φιλοσοφία γύρω από την ίδια τη γλώσσα, από το πράγμα στην γλώσσα, την πνευματική διάσταση των όντων, ενώ ως καλλιτέχνης χαράκτης παρατηρητής ξεκλειδώνει μυστικά των σχημάτων των γραμμάτων.

Λαμπρά έξυπνες και επιτυχημένες οι παρατηρήσεις του στο γράμμα γάμμα, κεφαλαίο και μικρό, με το οποίο προτιμά να γράφει το όνομά του.

Ποιήματα φιλοσοφικά μπορεί να πει κανείς για τον χρόνο ιδιαίτερα, η σημασία του δευτερολέπτου που σκίζει σαν αστραπόβροντο και όμως το αποτέλεσμά του μένει εφ΄όρου ζωής μια τομή στο νου και στην καρδιά.

Άστραψε φως και γνώρισεν ο νιος τον εαυτό του. Τα πάντα οιακίζει κεραυνός.

 Ή τόσοι άλλοι στίχοι του Οδυσσέα Ελύτη. Τούτο μόνο να ξέρεις: "Οτι σώσεις μες στην αστραπή καθαρό στον αιώνα θα διαρκέσει".

Σημασία έχει πως δεν τον οδηγούν οι στίχοι ή η γνώση άλλων. Ο ίδιος οδηγείται με δικό του αγώνα και σκέψη και συλλαμβάνει τις μεγάλες αστραπιαίες αλήθειες. Η οπτική ποιητική με την οποία συλλαμβάνει τον κόσμο του δίνει την ευκαιρία να εκφράζεται και με την χαρακτική και με τον λόγο.

Μια λέξη με τα γράμματά της μπορεί να αποτελεί αργαλειό πάνω στο οποίο υφαίνει τη λέξη και τις σκέψεις του γι΄αυτήν.

Ο ποιητής αγωνίζεται τον υπέρ ελευθερίας αγώνα για να απαλλαχτεί από οτιδήποτε δεν είναι δικό του, γι΄ αυτό και δεν αποδέχεται κατ΄ ουδένα τρόπο το να σβήνει ο άνθρωπος το εγώ του και να αποδέχεται των άλλων τις προσταγές.

Το ποίημα “Ζήσε” είναι ένα ποίημα ελευθερίας.

Ως χαράκτης ο γιώργος ανέλαβε να αποδώσει σκηνές από τις μυθιστορίες του 13- 14 ου αιώνα και είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με την νεοελληνική λογοτεχνία στις αρχές της, όπως και με τα ερωτικά κυπριακά τραγούδια . Όλο αυτό το γλωσσικό θησαυροφυλάκιο έρχεται να προστεθεί στην περιουσία του και να του δώσει γλώσσα, μέτρα και ρυθμούς, βγαλμένα μέσα από τις ρίζες της φυλής μας.

Μια απόδειξη είναι το ποίημα “Θέλεις”. “Γυρεύκω το κορμίν να σ’ αγκαλιάσω Τα σιείλη μου στα σιείλη σου φιλίν. Τζιείν’ τα θερκά μες στην ψυσιήν μου να μονιάσω Που σ’αγαπώ που το πολλύν ως το πολλύν τζιαι πκιο πολλύν.”

Η σύλληψη και έκφραση των μεγάλων αληθειών οδηγεί σε ένα άλλο χαρακτηριστικό της ποίησης του γιώργου, την πικρή ειρωνεία που αναδίνουν μερικά ποιήματα όταν σκέπτεται τις λέξεις, το περιεχόμενο και την ισχύ τους: Μες στα τόσα αθάνατα που υπάρχουν να και κάτι θνητό, ο ίδιος ο άνθρωπος και το έργο του.

Η περιπέτεια με την υγεία του κέντρισμα να σκεφτεί πολύ για το θάνατο και για την μεγάλη σημασία που έχουν τα εφήμερα μικρά πράγματα, όπως μια πεταλούδα ή τα λουλούδια. “Η θέα τους εφοδιάζει ελπίδας όνειρα τη ζωή.”

Αν χαρακτηρίσουμε τον γιώργο Κωνσταντίνου ερωτικό ποιητή, δεν θα απέχουμε πολύ από την αλήθεια, έστω κι αν ακουστεί η αντίρρηση, “μα όλοι οι ποιητές ερωτικοί είναι”.

Το ποίημά του “Η μέθεξις τέχνης και έρωτα” είναι δείγμα κατατεθέν, όπως και το επόμενο με πολύ πάθος γραμμένο, “Χαράξεις, χρώματα, έργα στιχουργήματα, τα πετάω. Μ’ ακούς που σπάω...Κρατς κρουτς. Μ’ ακούς; Αγαπάω...”

Δάσκαλος ο ίδιος, χωρίς τίποτε δασκαλίσιμο στο γράψιμό του, σέβεται με τον τρόπο του τους δασκάλους και συνεργάτες του, τον Κώστα Βασιλείου στην ποίηση και τον Χαμπή Τσαγκάρη στη χαρακτική.

Έστω και μια λέξη είναι ικανή να εκφράσει την οφειλή. Μα και η πολλή του συνάφεια με τα παιδιά του αφήνει μια παιδική αθωότητα σε μερικά γραπτά του, ιδιαίτερα στους ρυθμούς τους ποιητικούς του.

Στο πρώτο μέρος της συλλογής “Γράμματα στους καιρούς” πρωταγωνιστούσαν τα γράμματα του αλφαβήτου, στο δεύτερο οι μήνες του έτους.

Με τα χαρακτικά του, στην ίδια μοίρα με τα ποιήματα της συλλογής, εκφράζει συναισθήματα και σκέψεις, γνώσεις και ιδέες. Στιβαρές γραμμές, άλλοτε γλυκά ερωτικές άλλοτε σκληρές και επιθετικές, ανασταίνουν από το χαρακτικό την παράσταση και πλησιάζουν τον θεατή εισχωρώντας στον συναισθηματικό του κόσμο.

Στίχοι που συμπυκνώνουν τον αρχαίο μύθο και την αιώνια αγάπη φαίνονται ως γνωμικά με αταλάντευτη αλήθεια, “κανείς δεν κοιτά το αέναο πέλαγο του χρόνου κοιτώντας τα ιστία των λεπτοδειχτών για το λευκό πανί αν η αγάπη μέσα του δεν τον τρέφει.”

Ο μήνας Απρίλης έχει την τιμητική του στις σελίδες του βιβλίου, γιατί από τη μια παρουσιάζεται στο χαρακτικό του ένας λεβέντης άγιος Γεώργιος, Απρίλιος της ομορφιάς, βγαλμένος μέσα από τα μύχια της ελληνικής παράδοσης, κι από την άλλη σε κυπριακή διάλεκτο ο πόθος να ξορκίσει ο άγιος το κακό και να φέρει την αγάπη και τη χαρά στον κόσμο, γιατί ο γιώργος είναι ποιητής, χαράκτης, πατέρας, σύζυγος, γιος, που μπορεί να διακρίνει την επιφάνεια από το βάθος και να εγκύψει εκεί, εις “των εγκάτων το κόχλασμα”, από όπου πετάγονται εικόνες που ιστορεί χαράζοντας, συνδυάζοντας αρχαιότητα και βυζάντιο, τον βάκχο με τον άι Γιώργη τον κρητικό μεθυστή.

Ήταν μια μικρή περιδιάβαση σ΄ένα διαλεχτό βιβλίο. Δέχτηκα έναν καλλιτεχνικό θησαυρό, γραφές και χαράξεις του γιώργου Α. Κωνσταντίνου, Γράμματα στους καιρούς.

Στέλιος Παπαντωνίου