Όλο το προηγούμενο διάστημα κατά τη διάρκεια του οποίου επωλείτο ο ΟΤΕ, χαρίζονταν τα λιμάνια, αποκαλυπτόταν πως Ν.Δ, και ΠΑΣΟΚ τα έπαιρναν από τη Siemens, τα δε μακαρόνια τσίμπαγαν δέκα λεπτά την ημέρα, η κοινή γνώμη βομβαρδιζόταν από οιμωγές και ολοφυρμούς για το ξέσπασμα βίας μέσα στα πανεπιστήμια από μειοψηφικές αντιδημοκρατικές δυνάμεις με αιχμή του δόρατος κουκουλοφόρους και συνεπικουρούμενες από τάγματα εφόδου του ΣΥΡΙΖΑ.
Μέχρι που οι τηλεοπτικές κάμερες έδειξαν τι συνέβη στη Θεσσαλονίκη. Έδειξαν πως οι φορείς της πανεπιστημιακής βίας, αυτοί που κρατούσαν σε ομηρεία τη Σύγκλητο δεν ήταν κρανοφόροι ή κουκουλοφόροι με καδρόνια και λοστάρια, αλλά 30 - 40 φοιτητές και φοιτήτριες που στέκονταν μπροστά στην πόρτα φωνάζοντας «αίσχος» και άκουγαν απειλές και ύβρεις από τους καθηγητές τους, Μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι το να παρεμβαίνεις έτσι σε μια διαδικασία της Συγκλήτου την ιερή στιγμή που έχει μόλις αποφασίσει μετά από πεντάλεπτη διεξοδική συζήτηση μεταξύ μιλημένων πως θα κινηθεί το πανεπιστήμιο τα επόμενα τέσσερα χρόνια, δεν είναι πρόσφορο. Τι να κάνουμε; μισή ντροπή στους φοιτητές, η άλλη μισή όμως στους δασκάλους τους. Οι οποίοι δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν πέρυσι τέτοιον καιρό η αστυνομία έδερνε και συλλάμβανε δεκάδες φοιτητές του ίδιου πανεπιστημίου ή όταν οι ζαρντινιέρες τρέλαιναν στο ξύλο τον Κύπριο φοιτητή ή όταν ο επίσης φοιτητής τους με τα πράσινα όλσταρ οδηγείτο ανήλικος ως στις φυλακές Αυλώνα. Αυτή η καταγεγραμμένη πραγματικότητα καταγγέλθηκε ως «ομηρεία», «βία», «τρομοκρατία» οι δε φοιτητές χαρακτηρίστηκαν «ΕΚΟΦίτες». Και δεν καταγγέλθηκε μόνο από τον Καρατζαφέρη που ούρλιαζε να μπουν τα ΜΑΤ να καθαρίσουν το πανεπιστήμιο από τους αλήτες, ούτε μόνον από την κ. Διαμαντοπούλου που «διαπίστωνε» περίλυπη ότι «δυστυχώς εκεί οδηγούμαστε». Ούτε μόνον από τον καθηγητή αρθρογράφο των Νέων που ανίχνευσε ομοιότητες με τα βασανιστήρια στο ΕΑΤ/ΕΣΑ. Σε αυτήν τη ρητορική προσχώρησε και τμήμα της ανανεωτικής Αριστεράς.
Η συζήτηση αυτή, με αφορμή το πανεπιστήμιο, επανατοποθετεί το κατώφλι της βίας.
Εάν αυτές οι συνηθέστατες στο πανεπιστήμιο μέθοδοι παρέμβασης είναι βία, τότε είναι εξ ίσου βία η κατάληψη του γραφείου του Βουρλούμη από τους συνδικαλιστές του ΟΤΕ, η διάλυση της συνεδρίασης του Δ.Σ. της ΔΕΗ όταν έκλεινε τη συμφωνία με τους Γερμανούς για τον λιθάνθρακα είναι βία, η προσπάθεια των λιμενεργατών να μπουν στο ΔΣ του ΟΛΠ του οποίου είναι μέλη είναι βία, και πάει λέγοντας. Η μόνη μη βία "είναι να ψηφίζει η Βουλή" με συνοπτικές διαδικασίες.
Αν ανοίξουμε λίγο την οπτική μας γωνία θα δούμε λοιπόν πως η εμπέδωση αυτής της αντίληψης δεν αφορά μόνον τον ΣΥΡΙΖΑ και τη συγκυρία αλλά αποσκοπεί ενδεχομένως να προλάβει και να οριοθετήσει, τα όρια της «αποδεκτής» λαϊκής αντίδρασης, σε μια φάση που το παιχνίδι παίζεται μεταξύ ριζοσπασπκοποίησης και φοβικής συντηρητικοποίησης.
Κοιτάζοντας δε λίγο προς τα πίσω, θα διαπιστώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια, δηλαδή επί Σημίτη και Καραμανλή, οι μόνοι τομείς του κράτους που αναπτύσσονται είναι οι κατασταλτικοί. Από τους Ολυμπιακούς αγώνες κληρονομήσαμε τις κάμερες και την αντιτρομοκρατική νομοθεσία. Ανακαλύφθηκαν νέες μορφές μπάτσων που δεν υπήρχαν (συνοριοφύλακες, ΟΠΚΕ, ειδικοί φρουροί), ο συνολικός τους αριθμός έφτασε τις 50 - 55.000, νομοθετήθηκε η αρμοδιότητα του στρατού σε ρόλο εσωτερικής καταστολής, άνθισε η βιομηχανία των σεκιουριτάδων. Η δικαιοσύνη ανέλαβε τα υπόλοιπα με τις αντεργατικές αποφάσεις.
Υπό αυτό το πρίσμα, είναι απορίας άξιον πώς ένα τμήμα της ανανεωτικής Αριστεράς, έσπευσε να δώσει διαβεβαιώσεις νομιμοφροσύνης τη στιγμή ακριβώς που η κοινωνία έχει αρχίσει και αγριεύει. Τη στιγμή που η πρωτοβουλία αναρχικών νά απαλλοτριώσουν/ αναδιανείμουν είδη σουπερμάρκετ χαιρετίζεται από ολόκληρη την κοινωνία, εμείς γινόμαστε φλώροι. Η ευκολία με την οποία προσχωρούν μερικοί ανανεωτές στην επιχειρηματολογία του αστικού πολιτικού κόσμου που θεωρεί πως κατέχει ουρανόθεν το «προνόμιο της βίας» είναι προβληματική. Δέχονται κάποιοι σύντροφοι την απονομιμοποίηση όλων των ενδιάμεσων κοινωνικών διεργασιών και των αμεσοδημοκραπκών ή αντιπροσωπευτικών διαδικασιών, ανάγοντας τα πάντα στην (πολύ) κεντρική πολιτική σκηνή;
Να αναζητήσει άραγε κανείς αυτήν την αντίληψη στο πρόσφατο παρελθόν; Είναι απομεινάρι μιας προσέγγισης που ενδεχομένως είχε βάση όταν η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα ήταν διαφορετική; Είναι μήπως ένα άλμα από τον δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, στον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό κι απ' αυτόν στον κοινοβουλευτικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό ο οποίος καταλήγει σε γραφειοκρατικό δρόμο προς τον κοινοβουλευτισμό;
Είναι άραγε τα επίχειρα της λεγόμενης εθνικής συμφιλίωσης (όταν είπαμε στη Δεξιά «σας ζητάμε συγνώμη που μας γαμήσατε») ή είναι η αγωνία μήπως η Αριστερά καταστεί αποσυνάγωγη του πολιτικού μας συστήματος, αυτού που καταγγέλλουμε δηλαδή; Όχι τίποτα άλλο αλλά θα μας κόψει την καλημέρα και η Siemens.
Η συζήτηση αυτή, με αφορμή το πανεπιστήμιο, επανατοποθετεί το κατώφλι της βίας.
Εάν αυτές οι συνηθέστατες στο πανεπιστήμιο μέθοδοι παρέμβασης είναι βία, τότε είναι εξ ίσου βία η κατάληψη του γραφείου του Βουρλούμη από τους συνδικαλιστές του ΟΤΕ, η διάλυση της συνεδρίασης του Δ.Σ. της ΔΕΗ όταν έκλεινε τη συμφωνία με τους Γερμανούς για τον λιθάνθρακα είναι βία, η προσπάθεια των λιμενεργατών να μπουν στο ΔΣ του ΟΛΠ του οποίου είναι μέλη είναι βία, και πάει λέγοντας. Η μόνη μη βία "είναι να ψηφίζει η Βουλή" με συνοπτικές διαδικασίες.
Αν ανοίξουμε λίγο την οπτική μας γωνία θα δούμε λοιπόν πως η εμπέδωση αυτής της αντίληψης δεν αφορά μόνον τον ΣΥΡΙΖΑ και τη συγκυρία αλλά αποσκοπεί ενδεχομένως να προλάβει και να οριοθετήσει, τα όρια της «αποδεκτής» λαϊκής αντίδρασης, σε μια φάση που το παιχνίδι παίζεται μεταξύ ριζοσπασπκοποίησης και φοβικής συντηρητικοποίησης.
Κοιτάζοντας δε λίγο προς τα πίσω, θα διαπιστώσουμε ότι τα τελευταία χρόνια, δηλαδή επί Σημίτη και Καραμανλή, οι μόνοι τομείς του κράτους που αναπτύσσονται είναι οι κατασταλτικοί. Από τους Ολυμπιακούς αγώνες κληρονομήσαμε τις κάμερες και την αντιτρομοκρατική νομοθεσία. Ανακαλύφθηκαν νέες μορφές μπάτσων που δεν υπήρχαν (συνοριοφύλακες, ΟΠΚΕ, ειδικοί φρουροί), ο συνολικός τους αριθμός έφτασε τις 50 - 55.000, νομοθετήθηκε η αρμοδιότητα του στρατού σε ρόλο εσωτερικής καταστολής, άνθισε η βιομηχανία των σεκιουριτάδων. Η δικαιοσύνη ανέλαβε τα υπόλοιπα με τις αντεργατικές αποφάσεις.
Υπό αυτό το πρίσμα, είναι απορίας άξιον πώς ένα τμήμα της ανανεωτικής Αριστεράς, έσπευσε να δώσει διαβεβαιώσεις νομιμοφροσύνης τη στιγμή ακριβώς που η κοινωνία έχει αρχίσει και αγριεύει. Τη στιγμή που η πρωτοβουλία αναρχικών νά απαλλοτριώσουν/ αναδιανείμουν είδη σουπερμάρκετ χαιρετίζεται από ολόκληρη την κοινωνία, εμείς γινόμαστε φλώροι. Η ευκολία με την οποία προσχωρούν μερικοί ανανεωτές στην επιχειρηματολογία του αστικού πολιτικού κόσμου που θεωρεί πως κατέχει ουρανόθεν το «προνόμιο της βίας» είναι προβληματική. Δέχονται κάποιοι σύντροφοι την απονομιμοποίηση όλων των ενδιάμεσων κοινωνικών διεργασιών και των αμεσοδημοκραπκών ή αντιπροσωπευτικών διαδικασιών, ανάγοντας τα πάντα στην (πολύ) κεντρική πολιτική σκηνή;
Να αναζητήσει άραγε κανείς αυτήν την αντίληψη στο πρόσφατο παρελθόν; Είναι απομεινάρι μιας προσέγγισης που ενδεχομένως είχε βάση όταν η πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα ήταν διαφορετική; Είναι μήπως ένα άλμα από τον δημοκρατικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, στον ειρηνικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό κι απ' αυτόν στον κοινοβουλευτικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό ο οποίος καταλήγει σε γραφειοκρατικό δρόμο προς τον κοινοβουλευτισμό;
Είναι άραγε τα επίχειρα της λεγόμενης εθνικής συμφιλίωσης (όταν είπαμε στη Δεξιά «σας ζητάμε συγνώμη που μας γαμήσατε») ή είναι η αγωνία μήπως η Αριστερά καταστεί αποσυνάγωγη του πολιτικού μας συστήματος, αυτού που καταγγέλλουμε δηλαδή; Όχι τίποτα άλλο αλλά θα μας κόψει την καλημέρα και η Siemens.
του Γιώργου Κυρίτση, δημοσιεύθηκε στην ΑΥΓΗ την 15.6.2008
...Και κομψά τους τα είπε. Το μόνο καλό είναι πως θα τους μάθει και ο κόσμος καλύτερα τώρα. Ταλαιπωρούν τον Συν, τώρα πιάσαν πόστα στον Σύριζα. Άσε που "απείχαν" και από την καταψήφιση της Ευρωσυνθήκης. Βραστούς - βραστούς...
ΜΚ