Η Μακεδονική αρχιτεκτονική, ήταν επηρεασμένη από την Βυζαντινή αρχιτεκτονική, εξ' ου και το ότι, τη συναντάμε έντονα, στα μοναστήρια του Αγίου Όρους και στα μετόχια τους. Με την πάροδο των ετών, το ύφος επηρεάστηκε από την Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική.
Βασικό χαρακτηριστικό, ήταν οι προεξοχές των ορόφων (έρκερ), που στηρίζονταν σε ξύλινες δοκούς, με περίτεχνα σχέδια και πολλά μεγάλα παράθυρα.
Ιερό Ησυχαστήριο Παναγίας Άξιον Εστί
Ιερά Μονή Οσίου Νικοδήμου (Μετόχι της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους)
Το βασικό χαρακτηριστικό, ήταν η φρουριακή διάταξη, με ψηλό πέτρινο τοίχο περιτοίχισης (μαντρότοιχο), όπου στο ισόγειο του κτηρίου, ήταν από χοντρούς πετρόχτιστους τοίχους, πλάτους περίπου ενός μέτρου, πρώτον για λόγους ασφαλείας από τους εισβολείς και έπειτα για στατικούς λόγους. Τα ανοίγματα ήταν μικρά και λιγοστά, ενώ οι όροφοι ήταν κατασκευασμένοι με λεπτότερους τοίχους από πέτρα ή για οικονομικούς λόγους, από ελαφρύτερα υλικά όπως πλιθιά.
Τα υπόγεια, όπου αυτά υπήρχαν, χρησίμευαν ως κελάρια και αποθηκευτικοί χώροι και συνδέονταν με τους υπόλοιπους ορόφους, με εσωτερικές ξύλινες κλίμακες (σκάλες).
Στο ισόγειο, βρισκόταν οι χώροι εργασίας, καθώς και κάποιοι βοηθητικοί χώροι όπως σταύλοι και αποθήκες. Στον ά όροφο, υπήρχαν τα δωμάτια, ενώ στα αρχοντικά τα χειμερικά δωμάτια και στον β' όροφο τα εαρινά δωμάτια, επειδή ήταν πιο δροσερά.
Τα παράθυρα και οι πόρτες ήταν ξύλινα καθώς και τα κιγκλιδώματα, αλλά και τα πατώματα.
Ακόμη, οι στέγες ήταν ξύλινες δίριχτες ή τετράριχτες με επικάλυψη κεραμιδιών.
Τέλος, τα υλικά, πέτρα, ξύλο κονίαμα ήταν από τις τριγύρω περιοχές γι' αυτό και περισσότερα κτήρια, είναι πλήρως εναρμονισμένα με τον περιβάλλοντα χώρο της περιοχής.
Ελισσάβετ Γεωργιάδου
Πολιτικός Μηχανικός Τ.Ε.
Βασικό χαρακτηριστικό, ήταν οι προεξοχές των ορόφων (έρκερ), που στηρίζονταν σε ξύλινες δοκούς, με περίτεχνα σχέδια και πολλά μεγάλα παράθυρα.
Ιερό Ησυχαστήριο Παναγίας Άξιον Εστί
Ιερά Μονή Οσίου Νικοδήμου (Μετόχι της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους)
Το βασικό χαρακτηριστικό, ήταν η φρουριακή διάταξη, με ψηλό πέτρινο τοίχο περιτοίχισης (μαντρότοιχο), όπου στο ισόγειο του κτηρίου, ήταν από χοντρούς πετρόχτιστους τοίχους, πλάτους περίπου ενός μέτρου, πρώτον για λόγους ασφαλείας από τους εισβολείς και έπειτα για στατικούς λόγους. Τα ανοίγματα ήταν μικρά και λιγοστά, ενώ οι όροφοι ήταν κατασκευασμένοι με λεπτότερους τοίχους από πέτρα ή για οικονομικούς λόγους, από ελαφρύτερα υλικά όπως πλιθιά.
Τα υπόγεια, όπου αυτά υπήρχαν, χρησίμευαν ως κελάρια και αποθηκευτικοί χώροι και συνδέονταν με τους υπόλοιπους ορόφους, με εσωτερικές ξύλινες κλίμακες (σκάλες).
Στο ισόγειο, βρισκόταν οι χώροι εργασίας, καθώς και κάποιοι βοηθητικοί χώροι όπως σταύλοι και αποθήκες. Στον ά όροφο, υπήρχαν τα δωμάτια, ενώ στα αρχοντικά τα χειμερικά δωμάτια και στον β' όροφο τα εαρινά δωμάτια, επειδή ήταν πιο δροσερά.
Τα παράθυρα και οι πόρτες ήταν ξύλινα καθώς και τα κιγκλιδώματα, αλλά και τα πατώματα.
Ακόμη, οι στέγες ήταν ξύλινες δίριχτες ή τετράριχτες με επικάλυψη κεραμιδιών.
Τέλος, τα υλικά, πέτρα, ξύλο κονίαμα ήταν από τις τριγύρω περιοχές γι' αυτό και περισσότερα κτήρια, είναι πλήρως εναρμονισμένα με τον περιβάλλοντα χώρο της περιοχής.
Ελισσάβετ Γεωργιάδου
Πολιτικός Μηχανικός Τ.Ε.