Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηνική Κοινοπολιτεία
Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηνική Κοινοπολιτεία | |||
---|---|---|---|
| |||
Σχετικά πολυμέσα | |||
δεδομένα ( ) |
Η Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηνική Κοινοπολιτεία (πολωνικά: Rzeczpospolita Trojga Narodów, κ. γρ. Δημοκρατία των Τριών Εθνών, λιθουανικά: Trijų Tautų Respublika, ουκρανικά: Річ Посполита Трьох Народів) ήταν προτεινόμενο ευρωπαϊκό κράτος τον 17ο αιώνα, το οποίο θα είχε αντικαταστήσει την υπάρχουσα Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, αλλά στην πραγματικότητα δεν σχηματίστηκε ποτέ.
Ένας τρόπος για την ίδρυση ενός Μεγάλου Δουκάτου της Ρουθηνίας ήταν υπό σκέψη από τον Ουκρανό Χετμάνο Μπογκντάν Χμελνίτσκι σε διάφορες εποχές,[1] ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Ζαπορίζιων Κοζάκων του 1648, ενάντια στην πολωνική κυριαρχία στα κυρίως ουκρανικά εδάφη (βλ. Εξέγερση του Χμελνίτσκι). Ένα τέτοιο ρουθηνικό δουκάτο, όπως προτάθηκε στη Συνθήκη του Χάντιατς του 1658, θα ήταν πλήρες μέλος της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, η οποία θα είχε γίνει έτσι μια τριμερής Πολωνική-Λιθουανική-Ρουθηναϊκή Κοινοπολιτεία. Τον Μάιο του 1659, το Σέιμ της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας επικύρωσε τη συνθήκη με ένα τροποποιημένο κείμενο. Το σχέδιο, όπως οραματίστηκε ο Γιούρι Νεμίριτς, θα είχε εξευγενίσει μια μερίδα των Κοζάκων, που θα διοικούσαν στη συνέχεια το Μεγάλο Πριγκιπάτο της Ρουθηνίας (1658). Ο Χετμάνος Ιβάν Βιχόφσκι δεν μπορούσε να κάνει αρκετούς Κοζάκους να συμφωνήσουν να διατηρήσουν την Εκκλησία των Ουνιτών, την οποία η Καθολική Εκκλησία αρνήθηκε να εκκαθαρίσει, αλλά πολλοί Κοζάκοι ήταν σθεναρά αντίθετοι με την ιδέα.[2]
Το σχέδιο σήμαινε την ακύρωση των διευθετήσεων της Συμφωνίας του Περεϊάσλαβ και ως εκ τούτου ανανέωσε τις εχθροπραξίες μεταξύ της Κοινοπολιτείας και του Βασιλείου της Ρωσίας.[1]
Η ιδέα ενός Ρουθηνικού Δουκάτου εντός της Κοινοπολιτείας εγκαταλείφθηκε εντελώς το 1659 μετά τη δεύτερη Συμφωνία.[1][3] Ο Καναδός ιστορικός Πολ Ρόμπερτ Μαγκότσι, πιστεύει ότι αυτό συνέβη λόγω των διαιρέσεων μεταξύ των Κοζάκων και της ρωσικής εισβολής. Ωστόσο, αυτά τα γεγονότα ήταν πολύ προγενέστερα από την υπογραφή της Συνθήκης του Χάντιατς. Η Ρωσίδα ιστορικός Ταϊρόβα Γιακόβλεβα θεωρεί την αντίσταση της πολωνικής κοινωνίας και την παπική πίεση ως τους λόγους για την αποτυχία της επικύρωσης.
Η ιδέα μιας Πολωνικής-Λιθουανικής-Ρουθηνικής Κοινοπολιτείας αναβίωσε κατά τη διάρκεια της Ιανουαριανής Εξέγερσης, όταν μια πατριωτική διαδήλωση έλαβε χώρα στο Χορόντουο το 1861. Η λεγόμενη Δεύτερη Ένωση του Χορόντουο ανακοινώθηκε εκεί από τη σλάχτα του Βασιλείου της Πολωνίας, του πρώην Μεγάλου Δουκάτου της Λιθουανίας, της Βολυνίας και της Ποδολίας. Η Νέα Κοινοπολιτεία, βασισμένη στη Δεύτερη Ένωση του Χορόντουο, επρόκειτο να βασιστεί στα τρία έθνη και το προτεινόμενο εθνόσημό της περιελάμβανε τον Πολωνικό Αετό, τη Λιθουανική Παχόνια και τον προστάτη άγιο της Ρουθηνίας, τον Αρχάγγελο Μιχαήλ.
Συνθήκη του Χάντιατς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Συνθήκη του Χάντιατς (πολωνικά: ugoda hadziacka, ουκρανικά: гадяцький договір) ήταν συνθήκη που υπογράφηκε στις 16 Σεπτεμβρίου 1658 στο Χάντιατς, μεταξύ των εκπροσώπων της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας και του Χετμανάτου των Κοζάκων. Ο κύριος στόχος του ήταν να δημιουργήσει μια ισότιμη θέση Πολωνών, Λιθουανών και Ρουθήνιων μέσω της δημιουργίας της Πολωνικής-Λιθουανικής-Ρουθηνικής Κοινοπολιτείας, μιας χώρας τριών εθνών.[4]
Αυτή η απόφαση, ωστόσο, χώρισε τους Ουκρανούς Κοζάκους σε φιλορωσικά και φιλοπολωνικά κόμματα και οδήγησε στην Καταστροφή (ουκρανική ιστορία).
Η έννοια της συμφιλίωσης μεταξύ του Χετμανάτου των Κοζάκων και της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας βασίστηκε στην αρχή του συνομοσπονδιακού συστήματος της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας που εφαρμόστηκε στο Σέιμ του Λούμπλιν το 1569.
Σύμφωνα με τους όρους που πρότεινε ο Χετμάνος Βιχόφσκι, η Ουκρανία ως ανεξάρτητο κράτος με την ονομασία Μεγάλο Δουκάτο της Ρουθηνίας επρόκειτο να ενταχθεί στη συνομοσπονδία επί ίσοις όροις με την Πολωνία και τη Λιθουανία. Η επικράτεια του Μεγάλου Δουκάτου της Ρουθηνίας αποτελούνταν από τα Βοεβοδάτα του Κιέβου, του Μπράτσλαφ και του Τσερνίχιβ. Η ανώτατη νομοθετική εξουσία ανήκε στην εθνοσυνέλευση των βουλευτών, οι οποίοι εκλέγονταν από όλα τα εδάφη του πριγκιπάτου. Την εκτελεστική εξουσία ασκούσε ο χετμάνος, ο οποίος εκλεγόταν ισόβια και εγκρινόταν από τον βασιλιά. Η επιλογή των υποψηφίων για τη θέση του χετμάνου επρόκειτο να πραγματοποιηθεί από κοινού από όλα τα επίπεδα της ουκρανικής κοινωνίας — τους Κοζάκους, τους ευγενείς και τον κλήρο. Ο χετμάνος ήταν επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας. Στο Μεγάλο Δουκάτο της Ρουθηνίας, καθιερώθηκαν οι κρατικές θέσεις του καγκελαρίου, του στρατάρχη, του υποταμία και του ανώτατου δικαστή.[4]
Όλη η γραφειοκρατία έπρεπε να γίνει στη ρουθηνιανή γλώσσα. Στο Κίεβο ή σε άλλη πόλη, υποτίθεται θα δημιουργούνταν ένα νομισματοκοπείο για την κοπή του δικού του νομίσματος.
Ο Ουκρανικός Στρατός επρόκειτο να αποτελείται από 30.000 Κοζάκους και 10.000 στρατιώτες που θα προσέλαβε ο χετμάνος. Απαγορεύτηκε στα στρατεύματα της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας να παραμείνουν στο έδαφος του πριγκιπάτου. Σε περίπτωση εχθροπραξιών στην Ουκρανία, τα στρατεύματα της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, που βρίσκονταν στο έδαφός της, θα τίθονταν υπό τη διοίκηση του χετμάνου. Τα δικαιώματα και τα προνόμια των Κοζάκων ήταν εγγυημένα. Μετά από αίτημα του χετμάνου, εκατό Κοζάκοι από κάθε σύνταγμα έπρεπε να γίνονται δεκτοί στους κύκλους των ευγενών κάθε χρόνο.
Οι Ορθόδοξοι πιστοί ήταν ίσοι σε δικαιώματα με τους Καθολικούς. Η Ουκρανική Ελληνοκαθολική Εκκλησία διατηρήθηκε, αλλά δεν μπορούσε να εξαπλωθεί σε νέα εδάφη. Ο Ορθόδοξος Μητροπολίτης Κιέβου και πέντε Ορθόδοξοι επίσκοποι επρόκειτο να λάβουν το δικαίωμα να κάθονται στην κοινή γερουσία της Κοινοπολιτείας.[4]
Η συμφωνία προέβλεπε την εδραίωση του ακαδημαϊκού καθεστώτος της Ακαδημίας Κιέβου-Μοχίλα και την εξίσωση των δικαιωμάτων της με το Πανεπιστήμιο της Κρακοβίας. Στην επικράτεια του πριγκιπάτου, σχεδιάστηκε η ίδρυση άλλης ορθόδοξης ακαδημίας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης — κολέγια, καθώς και η χρηματοδότηση του απαιτούμενου αριθμού δημοτικών σχολείων και τυπογραφείων.[4]
Σε γενικές γραμμές, η συνθήκη ήταν ανεπιτυχής. Από την άποψη της πολιτικής του Χετμανάτου των Κοζάκων, οι όροι της συνθήκης που συνέταξε το Σέιμ της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας ήταν ένα βήμα πίσω σε σύγκριση με τους όρους που πρόσφερε στους Κοζάκους η Μόσχα πριν από τέσσερα χρόνια. Αντί για ένα de facto ανεξάρτητο κράτος υπό την προστασία ενός ξένου ηγεμόνα, το κράτος των Κοζάκων, που τώρα ονομάζεντνα Δουκάτο της Ρουθηνίας, έγινε συστατικό της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, ενσωματωμένο στο διοικητικό και εδαφικό της σύστημα. Η επικράτειά της χωρίστηκε σε τρία βοεβοδάτα. Ο χετμάνος δεν είχε δικαίωμα σε διπλωματικές σχέσεις με ξένους ηγεμόνες. Ο Ουκρανικός Στρατός των Κοζάκων μειώθηκε από 60 σε 30 χιλιάδες. Οι Κοζάκοι έχασαν το δικαίωμα να εκλέγουν τον χετμάνο, το οποίο πλέον πέρασε στον επιβλέπων. Επιπλέον, η χορήγηση τίτλου ευγενείας σε έναν περιορισμένο κύκλο Κοζάκων πρεσβυτέρων στέρησε από τους κοινούς Κοζάκους τη δική τους ελίτ. Τέτοιοι όροι ήταν σημαντικά κατώτεροι από τους προτεινόμενους και σε μεγάλο βαθμό εφαρμοσμένους όρους της Συνθήκης τιυ Περεϊάσλαβ το 1654.
Μετά τον Πολωνο-Ρωσικό Πόλεμο (1654-1667), η Ουκρανία χωρίστηκε στη Δεξιά Όχθη, η οποία παρέμεινε μέρος της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας μέχρι το δεύτερο διαμελισμό της το 1793, και την Αριστερή Όχθη, η οποία, μαζί με το Κίεβο στη Δεξιά Όχθη, έγινε μέρος του Βασιλείου της Ρωσίας.[5]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 «Unia hadziacka i marzenia o stworzeniu Rzeczpospolitej Trojga Narodów» (στα pl). Polskie Radio. 16 September 2023. https://www.polskieradio.pl/39/156/Artykul/2807118,Unia-hadziacka-i-marzenia-o-stworzeniu-Rzeczpospolitej-Trojga-Narodow. Ανακτήθηκε στις 19 November 2023.
- ↑ Snyder, Timothy (11 Ιουλίου 2004). The Reconstruction of Nations: Poland, Ukraine, Lithuania, Belarus, 1569-1999 (στα Αγγλικά). Yale University Press. σελ. 115. ISBN 978-0-300-10586-5.
- ↑ Т.Г. Таирова-Яковлева, Иван Выговский // Единорогъ. Материалы по военной истории Восточной Европы эпохи Средних веков и Раннего Нового времени, вып.1, М., 2009: Под влиянием польской общественности и сильного диктата Ватикана сейм в мае 1659 г. принял Гадячский договор в более чем урезанном виде. Идея Княжества Руського вообще была уничтожена, равно как и положение о сохранении союза с Москвой. Отменялась и ликвидация унии, равно как и целый ряд других позитивных статей.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 The 1658 treaty of Hadiach (Гадяцький договір 1658 року) Αρχειοθετήθηκε 2020-09-26 στο Wayback Machine.. Ukrayinskyi istoryk.
- ↑ Frost, Robert I (2000). The Northern Wars. War, State and Society in Northeastern Europe 1558–1721. Longman. σελ. 13. ISBN 978-0-582-06429-4.