Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΝΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΟΙΝΕΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2020

ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ


Όλο και πιο συχνά κάνει την εμφάνισή του, στο φως της διεθνούς επικαιρότητας, το θέμα της θανατικής ποινής. Όλο και πιο δυνατές και οργανωμένες είναι οι φωνές που υψώνονται από κάθε γωνιά του πλανήτη εναντίον των χωρών που τη διατηρούν στους κώδικές τους και την εφαρμόζουν. Ανάμεσα σ’ αυτές (74 στο σύνολό τους) υπάρχουν και χώρες με δημοκρατική παράδοση όπως οι ΗΠΑ, όπου η θανατική ποινή εφαρμόζεται σε 38 από τις 50 Πολιτείες της και όπου έχουν εκτελεστεί 700 άτομα από το 1976, όταν το Ανώτατο Δικαστήριο τη νομιμοποιούσε στις ΗΠΑ.

Αναγκαίο κακό, παραδειγματική ποινή για τα μεγάλα εγκλήματα ή ανοικτή και συνεχής παραβίαση του κυριοτέρου των ανθρώπινων δικαιωμάτων, του δικαιώματος στη ζωή, αποτελεί η ποινή του θανάτου; Πρόκειται για ένα ερώτημα στο οποίο, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, πολλοί επιχείρησαν να απαντήσουν.

Ποια είναι όμως τα επιχειρήματα όσων, και δεν είναι λίγοι, υποστηρίζουν την αναγκαιότητα της θανατικής ποινής; Στην Αρχαία Ελλάδα ο Ζάλευκος βασίζει την απονομή της ποινικής δικαιοσύνης στο «αντιπεπονθός», δηλαδή στη θεωρία της ανταπόδοσης. Επίσης τον προληπτικό χαρακτήρα της θανατικής ποινής και την εκφοβιστική λειτουργία της επικαλούνται πολλοί ως επιχείρημα υπέρ της διατήρησής της.

Αναμφίβολα δεν υπάρχει άλλη ποινή που να μπορεί να εκφοβίσει περισσότερο τον άνθρωπο και να τον αποτρέψει αποτελεσματικότερα από το έγκλημα. Παρά ταύτα, οι ανθρωποκτονίες εκ προμελέτης γίνονται παρά το γεγονός της ύπαρξης της ποινής του θανάτου, σ’ αυτές ο δράστης πολύ συχνά υπολογίζει ότι θα διαφύγει την ανακάλυψη, τη σύλληψη και την τιμωρία. Το γεγονός τούτο επιβεβαιώνεται και από τα στατιστικά στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν επίσης ότι η εσχάτη των ποινών όχι μόνο δεν αποτρέπει από το έγκλημα αλλά εξαγριώνει και εξαχρειώνει τους ανθρώπους και τους εθίζει στην ιδέα της επιτρεπόμενης εξόντωσης του άλλου, τους ωθεί στη χρήση ανάλογου τρόπου αντίδρασης. Έτσι, στις χώρες όπου γίνονται θανατικές εκτελέσεις εμφανίζεται υψηλή ανθρωποκτόνος εγκληματικότητα. Τούτο, για παράδειγμα, συμβαίνει στις ΗΠΑ, όπου, μάλιστα, οι θανατικές εκτελέσεις προβάλλονται συχνά και από την τηλεόραση.

Το ενδεχόμενο της δικαστικής πλάνης, επίσης, οφείλει να μας κάνει ακόμη πιο διστακτικούς απέναντι στη θανατική ποινή. Η ιστορία βρίθει δικαστικών πλανών και στην αλλοδαπή ποινική βιβλιογραφία υπάρχουν εκτενείς αναφορές σε σωρεία παρόμοιων περιστατικών. Αναγνωρίστηκε επίσημα πως έγιναν και καταδίκες και εκτελέσεις ανθρώπων για αδικήματα που ποτέ δεν διέπραξαν.

Με αυτά και άλλα επιχειρήματα είναι πλέον εφοδιασμένες εκατοντάδες πρωτοβουλίες σε όλο τον κόσμο που μάχονται τη θανατική ποινή. Οι πρωτοβουλίες αυτές, άτυπες και μη, στοχεύοντας στην κατάργηση σε παγκόσμια κλίμακα της εσχάτης των ποινών -με ενδιάμεσο σταθμό μία επίσημη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ εναντίον της θανατικής ποινής και υπέρ της αναστολής των εκτελέσεων- υψώνουν όλο και πιο συχνά τη φωνή τους. Ζητούν την υποστήριξη της Διεθνούς Κοινότητας, και ιδιαίτερα των χωρών όπου η θανατική ποινή έχει καταργηθεί. Μια τέτοια περίπτωση είναι η Ελλάδα, της οποίας η συμβολή στον αγώνα κατά της θανατικής ποινής, λόγω και της παράδοσής της, θα μπορούσε να φανεί ιδιαίτερα χρήσιμη και συμβολική.

(Από κείμενο της Ελιζαμπέττα Καζαλόττι που δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο).

 Ας υποθέσουμε ότι συμμετέχεις ως εκπρόσωπος της ελληνικής νεολαίας στη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. που πρόκειται να αποφασίσει για την κατάργηση της θανατικής ποινής σε παγκόσμιο επίπεδοΝα ετοιμάσεις τη γραπτή εισήγησή σου, στην οποία με στοιχεία από το κείμενο και από τις γνώσεις ή τις εμπειρίες σου, απευθυνόμενος/η στη λογική και στο συναίσθημα των ακροατών σου, θα στηρίξεις τη σχετική πρωτοβουλία του Ο.Η.Ε.(350-400 λέξεις)

Από τα θέματα επαναληπτικών πανελλαδικών στο μάθημα της γλώσσας του 2001

Δευτέρα 21 Οκτωβρίου 2019

Θανατική ποινή: υπέρ ή κατά; (αγώνας λόγων)


ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ

Παρά τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, σε πολλές δημοκρατικές χώρες σήμερα καθώς  και στην Ελλάδα αρκετές φορές επανέρχεται στο προσκήνιο το συγκεκριμένο θέμα καθώς πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν την επαναφορά της εφαρμογής της  θανατικής ποινής ως μέσο κολασμού με τα κυριότερα επιχειρήματά τους να συνοψίζονται στα εξής:
Α) Η θανατική ποινή έχει απίστευτη εκφοβιστική και προληπτική δύναμη καθώς ο φόβος της ποινής του θανάτου  αποθαρρύνει τον εγκληματία από την τέλεση εγκλήματος .Πολλοί επιστήμονες αναφέρουν ότι ακόμα και η φυλάκιση και οι λοιπές ποινές που επιβάλλονται από το ποινικό μας σύστημα λειτουργούν αποθαρρυντικά για τους μελλοντικούς εγκληματίες  πόσο μάλλον η γνώση ότι μετά την τέλεση της πράξης , τους περιμένει η εκτέλεση. Αν λοιπόν τιμωρούνταν τόσο αυστηρά κάποια εγκλήματα πολλοί που τώρα προβαίνουν στην τέλεση αυτών σίγουρα θα αποθαρρύνονταν.
Β) Η ισάξια ανταπόδοση είναι η μόνη που αρμόζει σε άτομα που έχουν αφαιρέσει κάποια ανθρώπινη ζωή  αλλά και σε περιπτώσεις  άλλων εγκλημάτων  που πλήττουν σοβαρά μια ανθρώπινη ζωή όπως είναι οι βασανισμοί, οι βιασμοί , η παιδεραστία, η εμπορία ναρκωτικών κ.ά. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να τιμωρηθούν τέτοιοι εγκληματίες που τυγχάνουν της κατακραυγής του κόσμου και συχνά χαρακτηρίζονται από την κοινή γνώμη ως «ανθρωπόμορφα τέρατα» αν όχι με την εσχάτη των ποινών που είναι η ποινή του θανάτου;
Γ) Η δικαίωση της οικογένειας του θύματος, επέρχεται μόνο με τη θανάτωση του δράστη. Κυρίως σε περιπτώσεις δολοφονιών, πέρα από την τιμώρηση του δράστη ένα σημαντικό ζήτημα που προκύπτει είναι και η δικαίωση των συγγενών και του άμεσου οικογενειακού περιβάλλοντος του θύματος  οι οποίοι είναι πολύ πιθανόν να ζητούν εκδίκηση. Στην περίπτωση αυτή η θανατική ποινή έχει διπλό ρόλο καθώς και ανακουφίζει ψυχικά την οικογένεια του θύματος αλλά και  αποφεύγονται έτσι φαινόμενα αυτοδικίας που παρατηρούνται πολύ συχνά σε τέτοιες περιπτώσεις και μπορεί να καταλήγουν σε έναν αιματηρό κύκλο αντεκδίκησης.
Δ) Η ισόβια κάθειρξη  (που είναι 20 χρόνια) που απειλεί σήμερα τα βαρύτερα των  εγκλημάτων δεν εγγυάται ότι ο δράστης δεν θα ξαναπροβεί στην τέλεση του ίδιου εγκλήματος. Εις επίρρωση ανάλογα με την κοινωνική και οικονομική δύναμη που διαθέτει ο δράστης, παρατηρείται το φαινόμενο η ισόβια κάθειρξη να μετατρέπεται ή να εξαγοράζεται με αποτέλεσμα ο δράστης μέσα σε λίγα χρόνια να είναι πάλι ελεύθερος και σε μεγάλο βαθμό να παραμένει ατιμώρητος. Ο εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή ακόμη και αν είναι για όλη του τη ζωή (περιπτώσεις καταδίκης σε δις και τρις ισόβια) δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο δράστης δεν θα διαπράξει το ίδιο έγκλημα και μέσα στη φυλακή αλλά ούτε και μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο μιας πιθανής απόδρασής του. Η θανατική ποινή είναι η μόνη ποινή που μπορεί να εγγυηθεί τη σίγουρη  τιμωρία του δράστη χωρίς να αφήνει κανένα περιθώριο αλλά είναι και η μόνη περίπτωση που οι εγκληματίες στέκονται ισάξια απέναντι στο νόμο, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι.
Ε) Η θανατική ποινή, με την προϋπόθεση ότι αυτή γίνεται άμεσα,  δεν επιβαρύνει το κράτος οικονομικά. Η λειτουργία των φυλακών απαιτεί μεγάλες οικονομικές δαπάνες με τις οποίες καταλήγει τελικά να επιβαρύνεται ο απλός φορολογούμενος πολίτης.    Επιπροσθέτως, ο μακροχρόνιος  εγκλεισμός κάποιου στη φυλακή και επιπλέον επιτείνει το φαινόμενο της υπερφόρτωσης των σωφρονιστικών ιδρυμάτων που έχει ως αποτέλεσμα να  επικρατούν σε αυτά άθλιες και απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης λόγω του πολύ μεγαλύτερου αριθμού κρατουμένων που  αναγκάζονται να φιλοξενούν από αυτόν που κανονικά θα έπρεπε και που είναι σχεδιασμένα να φιλοξενούν.
ΣΤ) Πλέον η επιστήμη και η τεχνολογία στις μέρες μας, είναι τόσο εξελιγμένες που μπορείς να αναλύσεις σκηνές εγκλήματος με πάσα ακρίβεια. Ιδιαίτερα η μέθοδος του DNA η οποία καθιστά το περιθώριο λάθους σε μηδενικά ποσοστά δεν αφήνει περιθώρια δικαστικής πλάνης.  Στις περιπτώσεις όπου δε χωράει αμφιβολία για το δράστη του εγκλήματος, πρέπει να τιμωρείται παραδειγματικά.
Ζ) Η πολιτεία έχει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας και της αυτοπροστασίας απέναντι στους «εχθρούς» της, σε αυτούς δηλαδή που επιλέγουν να μην συμμορφωθούν με τους νόμους της και καταλήγουν να αποτελούν κίνδυνο για τους πολίτες της . Με τη θανατική ποινή εξουδετερώνει και αχρηστεύει εντελώς όλους αυτούς τους επικίνδυνους εγκληματίες ενώ αποσοβείται ο κίνδυνος της επανάληψης τέτοιων φρικτών εγκλημάτων.
Πράγματι η θανατική ποινή είναι μια ποινή που η εφαρμογή της χάνεται στα βάθη των αιώνων και συναντάται ακόμη και σε λαούς που έχουν να επιδείξουν μεγάλους πολιτισμούς . Ο ίδιος ο Πλάτωνας στην αρχαία Ελλάδα συνδύασε την ιδέα της ασφάλειας με την ευγονία, ως αιτιολογία για τη θανατική ποινή, χαρακτηρίζοντας το φονιά ως «ανιάτως όντα», διότι παρά την αγωγή και την παιδεία «ουκ απέσχετο των μεγίστων κακών». Στον Πρωταγόρα ακόμη υποστηρίζει ότι αυτόν τον εγκληματία θα πρέπει «εκβάλειν εκ των πόλεων ή αποκτείνειν». Την ίδια άποψη συναντάμε και σε φιλοσόφους πολύ αργότερα της εποχής του Πλάτωνα όπως ο Λομπρόζο οι οποίοι διατείνουν ότι  ο γεννημένος εγκληματίας είναι ένα κατώτερο βιολογικό είδος χωρίς ομαλή βιολογική εξέλιξη που θα πρέπει να αποβάλλεται από το σώμα της κοινωνίας. Τέλος η γνώμη που υποστηρίζει ο Καντ είναι ότι δεν υπάρχει υποκατάστατο της ποινής του θανάτου, ως της δίκαιης ποινής για τα εγκλήματα της ανθρωποκτονίας. Έτσι η ποινή του θανάτου καταλήγει να αντιστοιχεί προς τη «φυσική επιλογή στον αγώνα περί υπάρξεως».
https://www.pronews.gr/sites/default/files/article/2015/04/10/uk.jpg

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΝΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΗΣ
Παρά το σχετικά μεγάλο αριθμό τους και την ιστορική και φιλοσοφική θεμελίωσή τους, τα επιχειρήματα υπέρ της επιβολής της θανατικής ποινής συναντούν έναν ισχυρότατο αντίλογο με τις βασικές του θέσεις να συνοψίζονται στα εξής:
Α) Η θανατική ποινή δεν προλαμβάνει κανένα έγκλημα. Ιδιαίτερα όταν πρόκειται για καθ’ έξιν εγκληματίες ή ψυχρούς και φανατισμένους δολοφόνους οι οποίοι δεν υπολογίζουν καθόλου τη θανατική ποινή αφού πολλοί από αυτούς δεν διστάζουν να συμμετέχουν ακόμη και σε επιχειρήσεις αυτοκτονίας. Άλλωστε και στατιστικές πολλών χωρών έδειξαν ότι μετά την κατάργηση της θανατικής ποινής δεν αυξήθηκαν τα  κακουργήματα. Στη Δανία για παράδειγμα το 1944 όταν οι Γερμανικές αρχές κατοχής διέλυσαν τη δανική αστυνομία επειδή τις σαμποτάριζε, αυξήθηκε ο αριθμός των εγκλημάτων γενικά, με εξαίρεση τις ανθρωποκτονίες και τα βαριά σεξουαλικά εγκλήματα, που έμειναν ανεπηρέαστα από το φόβο της αποκάλυψης και της τιμμώρησης, παρ’ όλο που αυτά μπορούσαν να επισύρουν θανατική ποινή. Με άλλα λόγια, η αύξηση ή μείωση της πιθανότητας επιβολής θανατικής ποινής δεν επηρεάζει τους δράστες βαριών εγκλημάτων.
Β) Το σύστημα «οφθαλμός αντί οφθαλμού» είναι αναχρονιστικό και δεν μπορεί να εφαρμόζεται στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες. Δεν μπορεί η κοινωνία να εφαρμόζει ως ποινή την ίδια η εγκληματική πράξη για την οποία κατηγορεί και καταδικάζει  το δράστη καθώς έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος βίας. Με την επιβολή της θανατικής ποινής το κράτος μετατρέπεται σε ένα νομιμοποιημένο δολοφόνο με τη δική μας συναίνεση. Αν λοιπόν δίνουμε στο κράτος το δικαίωμα να δολοφονεί τους πολίτες του, τότε του δίνουμε το δικαίωμα να παραβιάσει και άλλα δικαιώματα.
Γ) Μπορεί με τη θανατική ποινή να επέρχεται ψυχική δικαίωση της οικογένειας του θύματος αλλά με το θάνατο του δράστη το θύμα δεν επιστρέφει στη ζωή. Άλλωστε η θανάτωση του δράστη είναι μια απόφαση την οποία δεν παίρνει το ίδιο το θύμα αλλά η οικογένεια του για λογαριασμό του χωρίς να είναι σίγουρη αν και το θύμα θα είχε την ίδια επιθυμία.
Δ) Ένα από τα σημαντικότερα μείον της θανατικής ποινής είναι το μη αναστρέψιμο αυτής σε περίπτωση δικαστικής πλάνης. Παρά την πρόοδο της εγκληματολογίας και της βιοιατρικής οι οποίες έχουν ανακαλύψει διάφορες επιστημονικές μεθόδους για την εξιχνίαση εγκλημάτων, με κυριότερη και πιο γνωστή τη μέθοδο ανάλυσης DNA, η οποία εγγυάται υψηλά ποσοστά ακρίβειας, δεν λίγες οι περιπτώσεις που αυτές αποδεικνύονται λανθασμένες και οδηγούν στην καταδίκη λάθος ανθρώπων. Ανάλογη είναι και η περίπτωση όταν υπάρχουν ελαφρυντικά υπέρ του δράστη τα οποία δεν μπορούν να αποδειχθούν και αποδεικνύονται σε χρόνο μεταγενέστερο της εκτελέσεως.
Ε) Η λειτουργία των φυλακών μπορεί να είναι οικονομικά ζημιογόνος για το κράτος και ιδιαίτερα για τους πολίτες που επωμίζονται το οικονομικό βάρος της συντήρησής τους, αποτελεί όμως ένα «αναγκαίο κακό» , μια βασική προϋπόθεση για την διασφάλιση της προστασίας των πολιτών από άτομα που αποτελούν απειλή για το κοινωνικό σύνολο. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση που προκαλείται από τους καταδίκους για τα εγκλήματα που απειλούν θανατική ποινή είναι αναλογικά πολύ μικρότερη σε σχέση με αυτή που προκαλείται από τους καταδίκους άλλων εγκλημάτων όπως πχ.  Κατά της τιμής, των ηθών, της δημόσιας ασφάλειας κλπ. Άλλωστε η οικονομική επιβάρυνση του κράτους δεν μπορεί να σταθεί ως επιχείρημα απέναντι σε επιχειρήματα όπως είναι η αξία της ανθρώπινης ζωής.
ΣΤ) Το σωφρονιστικό σύστημα δεν πρέπει να αποβλέπει στην εκδίκηση αλλά να έχει σωφρονιστικό χαρακτήρα με τελική επιδίωξη την διόρθωση, επανένταξη και επανακοινωνικοποίηση του εγκληματία. Η θανατική ποινή ακυρώνει τη λειτουργία αυτή του σωφρονιστικού συστήματος και εξαλείφει κάθε πιθανότητα μετάνοιας και μεταμέλειας από τον εγκληματία καθώς «εν τω Άδη ουκ έστι μετάνοια».
Ζ) Βασικότερο καθήκον και πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας αποτελεί ο σεβασμός και η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της αξίας της προσωπικότητας του κάθε ανθρώπου (άρθρο 2 παρ. 1 του Συντάγματος του 1975). Ο εγκληματίας παρόλη την παραβατική συμπεριφορά του δεν στερείται την ανθρώπινη ιδιότητά του και η ζωή του δεν μπορεί να εξαιρεθεί αυτής της προστασίας. Σε κάθε δημοκρατικό καθεστώς η ανθρώπινη ζωή οφείλει να προστατεύεται απόλυτα χωρίς να εξαρτάται από καμία παράμετρο. Μόνον σε αυταρχικά και ολοκληρωτικά καθεστώτα συναντάται το φαινόμενο της περιφρόνησης της ανθρώπινης αξίας σε άτομα που εγκλημάτησαν.
Η) Η θανατική ποινή  με το βάναυσο και απάνθρωπο χαρακτήρα της προκαλεί το κοινό αίσθημα, φανατίζει και εξάπτει το μίσος διχάζοντας την κοινωνία. Γενικά η χαλάρωση ή η υπερβολική αυστηρότητα στην επιβολή των ποινών μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά για την κοινωνική σταθερότητα, επιφέροντας αναταραχές, σγκρούσεις, αναρχία και να οδηγήσει ακόμα και στην διάλυση της κοινωνίας. Όλα αυτά αποδεικνύουν την αναποτελεσματικότητα του σωφρονιστικού συστήματος να διατηρήσει την έννομη τάξη με ηπιότερα προληπτικά μέτρα και οδηγεί στην ηθική καταρράκωση της κοινωνίας.

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2015

To νόημα της ποινής και η απονομή της δικαιοσύνης

Είναι αρκετά ασφαλές να ειπωθεί ότι πριν από τον περίφημο ιταλό ποινικολόγο ο νόμος είχε περισσότερο τιμωρητική χροιά παρά έψαχνε να σωφρονίσει τον παραβάτη και να τον επαναφέρει έτσι εντός κοινωνίας. Και ήταν ακριβώς ο σπουδαίος Διαφωτιστής με το έργο του «Περί Εγκλημάτων και Ποινών» (1764) που θα άλλαζε τον τρόπο που λειτουργεί το σύγχρονο δικαστικό σύστημα, θέτοντας τις βάσεις του.
Αφού καταδίκασε τα βασανιστήρια και τη θανατική ποινή, ο Μπεκαρία έθεσε με σαφήνεια το πρόβλημα του άδικου δικονομικού συστήματος καλώντας σε εξορθολογισμό των νόμων. Τι κήρυξε; Ότι η τιμωρία πρέπει να έχει προληπτική και όχι ατιμωτική λειτουργία, ότι η ποινή πρέπει να είναι ανάλογη του διαπραχθέντος αδικήματος, ότι η βεβαιότητα της τιμωρίας (και όχι η αυστηρότητά της) είναι που οδηγεί στην πρόληψη και τέλος ότι για να είναι αποτελεσματική, η τιμωρία οφείλει να είναι άμεση, για να υπάρχει συνειρμός μεταξύ αδικήματος και ποινής στη σκέψη και τη βούληση του δράστη αλλά και των υπολοίπων. Η τιμωρία, έστω και μικρή, πρέπει να είναι βέβαιο ότι θα επιβληθεί.Και βέβαια οι δικαστικές διαδικασίες θα πρέπει να είναι δημόσιες.
Σκοπός της ποινής, γράφει ο Μπεκαρία, δεν είναι η εκδίκηση, αλλά ο σωφρονισμός αυτού που διέπραξε το αδίκημα και ο παραδειγματισμός των άλλων. Άρα ο σκοπός της ποινής είναι η πρόληψη υπό δύο έννοιες: γενική πρόληψη του κακού, δηλαδή να αποτρέψει πολλούς άλλους από το να θελήσουν να αδικήσουν, και ειδική πρόληψη, να αποτρέψει δηλαδή το συγκεκριμένο άτομο από το να διαπράξει ξανά έγκλημα (σωφρονισμός). Το πόνημα του Διαφωτισμού γνώρισε από την πρώτη στιγμή αμέτρητες εκδόσεις και μεταφράσεις, ενώ όταν κυκλοφόρησε στις ΗΠΑ, τόσο ο Τζον Άνταμς όσο και ο πρόεδρος τότε Τόμας Τζέφερσον το αποκάλεσαν «Δεύτερη Βίβλο»…

Ο Πλάτωνας βέβαια δια στόματος Πρωταγόρα, πολλούς αιώνες νωρίτερα, πιστεύει ότι κανείς δεν επιβάλλει τιμωρίες με σκοπό την τυφλή εκδίκηση απορρίπτοντας τα κίνητρα της ανταπόδοσης και της αντεκδίκησης. Η τιμωρία, για τον Πρωταγόρα, έχει παιδευτικό χαρακτήρα και όχι εκδικητικό και κατασταλτικό. Στόχος της δεν είναι η θεραπεία ενός αδικήματος που έχει ήδη διαπραχθεί, γιατί αυτό αποτελεί μια συντελεσμένη πια πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να αλλάξει («οὐ γὰρ ἂν τό γε πραχθὲν ἀγένητον θείη»). Αντίθετα, αφορά την αποτροπή διάπραξης μιας άδικης πράξης στο μέλλον («τοῦ μέλλοντος χάριν»). Πιο συγκεκριμένα, ο στόχος της είναι διττός:
·                     ο σωφρονισμός του παραβάτη («ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος»), ώστε να μη διαπράξει ποτέ ξανά στο μέλλον αδίκημα
·                     ο παραδειγματισμός των άλλων («μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν κολασθέντα»)
·                     Η άποψη του Πρωταγόρα κρίνεται ιδιαίτερα ρηξικέλευθη και πρωτοποριακή για την εποχή της, καθώς παρόμοιες αντιλήψεις άρχισαν να ακούγονται και να εφαρμόζονται για πρώτη φορά την εποχή του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού  από τον  Cesare Beccaria  στο έργο του «Περί Εγκλημάτων και Ποινών».
·                     Ωστόσο για την εποχή της ήταν μάλλον ανεφάρμοστη, γιατί οι Αθηναίοι συνέδεαν την τιμωρία με την εκδίκηση και με την ικανοποίηση του ίδιου του παθόντος ή των συγγενών ενός θύματος. Όπως πίστευαν ότι η αλαζονεία (ὕβρις) προκαλεί την οργή (τίσις) και την τιμωρία (νέμεσις) των θεών με στόχο την αποκατάσταση της ηθικής τάξης, κάτι ανάλογο ακολουθούσαν και στην καθημερινότητά τους στη συναναστροφή τους με τους άλλους ανθρώπους.

 Ποιος είναι κατά συνέπεια ο σκοπός της ποινής; Η αποτροπή του ίδιου του ενόχου και όσων θα τον δουν να τιμωρείται από το να επαναλάβουν τις ίδιες παραβάσεις. Ο σκοπός της ποινής είναι αποτρεπτικός και σωφρονιστικός, άρα η ποινή απο­τελεί ένα σπουδαίο παιδαγωγικό μέσο στα χέρια των αρχόντων και των νομοθετών. Το μέσο αυτό α­σκείται στον ίδιο τον ένοχο και στους συμπολίτες του, προκειμένου να συνειδητοποιήσουν τι α­κριβώς απαγορεύεται από τους νόμους της δημοκρατικής πολιτείας, ώστε αυτό να μην επαναληφθεί. Η έγνοια για το συμφέρον του κοινωνικού συνόλου, η απουσία του πάθους και της στενής αντίληψης για την ανταπό­δοση του κακού και τα ήμερα ήθη που υπολανθάνουν στον παιδευτικό χαρακτήρα της ποινής κάνουν τις αναλύσεις τον Πρωταγόρα να φαίνο­νται σύγχρονες, αν όχι και πρωτοποριακές. (Κατσιμάνης)

Οι ποινές στο σχολείο

Μια ενδιαφέρουσα μελέτη για τις ποινές στο σχολικό χώρο. Αφόρμηση για το θέμα των ποινών στην έκθεση- έκφραση Α΄Λυκείου.