Διεθ ν ες ςυ ν εΔ ριο
ςτη μνημη της ηους ΖερβουΔΑΚη
ρόδος, 26-29 νοεμβρίου 2009
τ ομ ος ι
Επιμέλεια
Αγγελική Γιαννικουρή
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑθΛηΤΙΣΜΟΥ
ΕΠΙΤΡΟΠη ΣΤΕΡΕΩΣηΣ - ΑΝΑΣΤηΛΩΣηΣ ΜΝηΜΕΙΩΝ ΑΚΡΟΠΟΛηΣ ΛΙΝΔΟΥ
ΤΑΜΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΝ
Αθήνα 2013
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΛiΝΑ ΜΕΝΔΩΝη, Πρόλογος
ΑΓΓΕΛΙΚη ΓΙΑΝΝΙΚΟΥΡη, Εναρκτήριος χαιρετισμός στο Συνέδριο
9
11
Ι. ΧΡ. ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, η ηώς Ζερβουδάκη και η Δωδεκάνησος
Α. ΓΙΑΝΝΙΚΟΥΡη, Β. ΕΛΕΥθΕΡΙΟΥ, Μ. ΠΙΚΟΥΛΑ, Ε. ΤΣΑΚΑΝΙΚΑ, Α. ΜΑΡΚΟΥ, Το έργο
της στερέωσης και της αναστήλωσης των μνημείων της ακρόπολης της Λίνδου
Ε. ΣΤΑΣΙΝΟΠΟΥΛΟΥ-KaKaΡΟΥΓΚΑ (†), η ηώς στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
ΣΤ. ΔΡΟΥΓΟΥ, Μνήμη ηούς Ζερβουδάκη
Ο. ΚΑΚΑΒΟΓΙΑΝΝη, ηώς
13
M. D’acunto, Geometric and daedalic figurines from the italian excavations
in the necropolis of ialysos
Β. ΜΑΧΑΙΡΑ, H συμβολή της κοροπλαστικής στην εικονογραφία και στην τυπολογία
της πλαστικής κατά τα ελληνιστικά χρόνια. H συνεισφορά της Hούς Zερβουδάκη
a. KΑΤΣΙΩΤη, Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο
G. KoKKorou-alevras, a terracotta figurine from ancient Halasarna.
cos and coan coroplastic production during the archaic - early classical period
Ε. ΣΚΕΡΛΟΥ, ΝΤ. ΓΡηΓΟΡΙΑΔΟΥ, Ειδώλια προερχόμενα από αποθέτες του ιερού
της Δήμητρας στην Κω. Μια πρώτη προσέγγιση
Δ. ΜΠΟΣΝΑΚηΣ, Συμβολή στη μελέτη της ύστερης ελληνιστικής κοροπλαστικής
της Κω: Ταφική τελετουργία και εικονογραφία (η τοπική παραλλαγή της γυμνής
καθιστής γυναικείας μορφής με περιστέρι)
Μ. ΦΙΛHΜΟΝΟΣ-ΤΣΟΠΟΤΟΥ, eιδώλια από παιδικές ταφές στη Νίσυρο
e. siMantoni-Bournia, seated statuettes from the cemetery of sellada, thera
B. ΠΑΠΠΑ, Πήλινοι ανθοκάλυκες από τη Μινώα της Αμοργού
Φ. Ν. ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, Δύο ταφικά μικροτεχνήματα από τη νεκρόπολη
της αρχαίας Πάρου
Κ. ΤΣΑΚΟΣ, Γ. ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Κοροπλαστική από το ιερό της Δήμητρας
θεσμοφόρου στη Σάμο
Μ. ΚΟΣΜΑ, Οικιακή λατρεία στην ύστερη ελληνιστική Σάμο
Λ. ΑΧΕΙΛΑΡΑ, Τα νέα ευρήματα κοροπλαστικής από τη βόρεια νεκρόπολη της Μυτιλήνης
Λ. ΣΟΥΧΛΕΡηΣ, Πήλινα ειδώλια ζώων και αντικείμενα μικροτεχνίας από την ανασκαφή
του αρχαίου θεάτρου της ηφαιστίας στη Λήμνο. Τα πήλινα ειδώλια των ελεφάντων
Σ. ΣΑΜΑΡΤΖΙΔΟΥ, Π. ΜΠΑΝΤΙΝΟΥ, Άβδηρα: Ειδώλια «μυροφόρα»
από ταφικό τύμβο της αρχαίας νεκρόπολης
Α. ΜΠΙΛΟΥΚΑ, Ι. ΓΡΑΙΚΟΣ, Υστεροαρχαϊκές πήλινες προτομές από
τη Νέα Καλλικράτεια Χαλκιδικής
25
55
63
67
69
79
95
111
119
149
177
191
209
221
231
247
261
275
291
307
Β. ΜΙΣΑηΛΙΔΟΥ-ΔΕΣΠΟΤΙΔΟΥ, Ειδώλια ταφικών συνόλων του 4ου αι. π.Χ.
από την αρχαία Άφυτη
Κ. ΤΖΑΝΑΒΑΡη, Πήλινες προτομές της συλλογής Γεωργίου Παπαηλιάκη
στο Αρχαιολογικό Μουσείο θεσσαλονίκης
Κ. ΣΙΣΜΑΝΙΔηΣ, Ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδώλια από το αρχαϊκό νεκροταφείο
της Αγίας Παρασκευής Νομού θεσσαλονίκης
Π. ΑΔΑΜ-ΒΕΛΕΝη, Πήλινες προτομές από το Σέδες θεσσαλονίκης
η. ΖΩΓΡΑΦΟΥ, θεσσαλονίκης θέματα θεατρικά. η μαρτυρία των πήλινων
ειδωλίων από τον χώρο της αρχαίας αγοράς
Α. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ - Π. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Πήλινα και φαγεντιανά πλαστικά αγγεία
και ειδώλια των αρχαϊκών χρόνων από το Δυτικό Νεκροταφείο του Αρχοντικού Πέλλας
Κ. ΝΟΥΛΑΣ, η κοροπλαστική παραγωγή της Πύδνας στην κλασική και ελληνιστική εποχή
Σ. ΚΑΡΑΠΑΝΟΥ, Πήλινα ειδώλια από την πόλη της ελληνιστικής Φαρσάλου
ΣΤ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ, Πήλινα πλακίδια της Μητέρας των θεών - Κυβέλης
από ιερό της Φαρσάλου
317
329
349
361
377
389
405
419
435
Πήλινα πλακίδια τ ης Μητέρας των θεών - Κυβέλης
από ιερό τ ης Φαρσάλου
Στέλλα Κ αταΚούτα
τ
ο 2002, η σωστική ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο οικόπεδο δημ. Κυρίτση στα Φάρσαλα1, παρά τον αποσπασματικό της χαρακτήρα, έδωσε ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον σύνολο κινητών ευρημάτων της ελληνιστικής περιόδου(3ος έως και πρώτο μισό του 2ου αι.π.Χ.)2, η ερμηνεία
του οποίου, έως ένα μεγάλο βαθμό, προσδιόρισε και τη λειτουργία των λιγοστών αρχιτεκτονικών
λειψάνων που αποκαλύφθηκαν. τα αρχαία κατάλοιπα βρέθηκαν κάτω από παχιές επιχώσεις και τοίχους της μεταβυζαντινής περιόδου που είχαν διαταράξει και καταστρέψει σε έκταση τα παλαιότερα στρώματα.
ςυγκεκριμένα, στο δυτικό τμήμα του οικοπέδου εντοπίστηκε ένας στενός δρόμος από πατημένο χώμα, πλάτους 80 εκ. και κατεύθυνσης βορρά/νότου, στα δυτικά του οποίου ήρθε στο φως
μικρό μόνο μέρος από τρεις χώρους ενός οικοδομήματος, που η χρήση του παραμένει αδιευκρίνιστη (εικ. 1). ανατολικά του δρόμου αναπτυσσόταν ένας ευρύς χώρος, ανασκαμμένων διαστάσεων
8,85 × 5,10 μ., οριζόμενος από βόρεια, δυτικά και νότια με αντίστοιχους τοίχους. δυστυχώς, λόγω
των εκτεταμένων διαταραχών, οι τοίχοι δεν αποκαλύφθηκαν σε όλο τους το μήκος και δεν κατέστη
δυνατόν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα σε κάποια καίρια σημεία, όπως π.χ. στα σημεία σύνδεσής τους. ςτην ίδια αιτία οφείλεται και ο μη εντοπισμός της ανατολικής απόληξης του χώρου
καθώς και η θέση της εισόδου του. Ωστόσο, διαπιστώθηκε ότι αφενός είχε θεμελιωθεί επάνω σε παλαιότερα λείψανα και αφετέρου ότι πριν την οριστική εγκατάλειψή του είχαν πραγματοποιηθεί εργασίες επισκευών και μετασκευών. ειδικότερα, τμήμα του δυτικού του τοίχου ξανακτίστηκε με
ελαφριά μετατόπιση του εξωτερικού του μετώπου, ενώ ταυτόχρονα, μερικώς ενσωματωμένο σε
1. Για την ανασκαφή βλ. ΚαταΚουτα 2002, 546-547. Για
την αρχαία Φάρσαλο, τα ερείπια της οποίας καλύπτονται
από τη σύγχρονη ομώνυμη πόλη βλ. Stählin 1914·
Béquignon 1970· Decourt - nielSen - helly 2004,
702-704. Για τα αποτελέσματα των σωστικών ανασκαφών που έχουν διενεργηθεί κατά διαστήματα στην πόλη
βλ. κυρίως Bερδελης 1951, 154-163· Bερδελης 1952,
185-204· Bερδελης 1953, 127-132· Bερδελης 1954,
153-159· Bερδελης 1955, 140-146, πίν. 44-46· Χρονικά
του Αρχαιολογικού Δελτίου από το 1960 μέχρι σήμερα.
2. η συντήρηση των ευρημάτων αλλά και η μελέτη γενικά
του ανασκαφικού συνόλου δεν έχουν ολοκληρωθεί. Για
τον λόγο αυτό και δε δίδονται ακριβέστερα χρονολογικά
όρια.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
Εικ. 1. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Γενική άποψη της ανασκαφής από βόρεια.
αυτόν, προστέθηκε ένα δωμάτιο, εσωτερικών διαστάσεων 1,74 × 1,76 μ., με άνοιγμα στα ανατολικά. επιπλέον, σε επαφή με τον νότιο τοίχο του δωματίου δημιουργήθηκε από αργούς λίθους μία
τετράπλευρη κατασκευή με διαστάσεις 1,50 × 1,10/1,20 μ. ανεξαρτήτως πάντως των παραπάνω
εργασιών, αξιοσημείωτη γενικά σε όλα τα αρχιτεκτονικά λείψανα είναι η ευρεία επαναχρησιμοποίηση παλαιού δομικού υλικού καθώς και αρχιτεκτονικών μελών ή άλλων υλικών, όπως τμήματος
κίονα, μυλόπετρες κτλ. τα δάπεδα από πατημένο χώμα και χαλίκι, τόσο του ευρύτερου χώρου όσο
και του δωματίου βρέθηκαν καλυμμένα από στρώμα πεσμένων κεραμίδων στέγης, πάχους έως 20
εκ., από το οποίο ανασύρθηκε και ο μεγαλύτερος αριθμός των ευρημάτων.
ςημαντική υπήρξε η ποσότητα της μελαμβαφούς κεραμικής. Κυριαρχούν οι κάνθαροι, τα άωτα
σκυφίδια με κατά κύριο λόγο έσω νεύοντα χείλη, οι σκύφοι, τα πινάκια. αισθητή και συνάμα ξεχωριστή εντούτοις ήταν η παρουσία των μελαμβαφών αγγείων με διακόσμηση «δυτικής κλιτύος»3.
Κάνθαροι ενιαίου περιγράμματος4 (εικ. 2), μικρά και μεγάλα πινάκια5 (εικ. 3) αλλά και πώματα λε3. ςτο σύνολο της μελαμβαφούς κεραμικής, που προέρχεται από τα στρώματα της ελληνιστικής Φαρσάλου, η διακοσμημένη κεραμική με θέματα «δυτικής Κλιτύος»
εμφανίζεται αναλογικά ολιγάριθμη. Όσον αφορά στα αγγεία από το συγκεκριμένο οικόπεδο, τα συχνότερα μοτίβα που απαντώνται είναι της βλαστόσπειρας με φύλλα
και άνθη κισσού, της κυματοειδούς σπείρας, των κυματίων και των ανθεμίων, της γιρλάντας με κλαδί ελιάς, του
περιδεραίου. ςτα μοτίβα γίνεται χρήση εγχάραξης, αραιωμένου πηλού και λευκού επίθετου χρώματος.
4. οι κάνθαροί μας ανήκουν σε έναν τύπο που, σύμφωνα με
τη rotroff, μπορεί να προέρχεται από τον σκύφο, αν και
ομοιάζει πολύ με τον κορινθιακό κάνθαρο ενιαίου περιγράμματος (one-piece). τα παραδείγματα αρ. 161, 162
από την αθηναϊκή αγορά (rotroff 1997, 95-96, 258259, πίν. 15, εικ. 12) είναι τα πλησιέστερα παράλληλα
(275-260 π.Χ.), παρότι σε ύψος πιο κοντά από τα δικά
μας, τα οποία φτάνουν τα 18 εκ. ή και περισσότερο. Για
ανάλογα αγγεία τοπικής παραγωγής από τη δημητριάδα
(3ος αι.π.Χ.) βλ. furtwängler 1990, 51-52, πίν. 16· Milojćić - theochariS 1976, 66, πίν. 13,3, 102-104, πίν.
39-40, ΧΧ· Μπατζιου-ευςταθιου- ςΧιζα 2004, 41, πίν.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
Εικ. 2. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Κάνθαρος με διακόσμηση «Δυτικής κλιτύος».
Εικ. 3. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Πινάκια με διακόσμηση «Δυτικής κλιτύος».
κανίδων αποτελούν τα χαρακτηριστικότερα δείγματα της κατηγορίας αυτής, αρκετά από τα οποία
προέρχονται από το δωμάτιο. ςε αυτό, όπως και στον υπόλοιπο χώρο, περισυλλέγει ακόμη και μικρός αριθμός αγνυθών. οι περισσότεροι από τους λιγοστούς λύχνους που βρέθηκαν έχουν σώμα με
γωνιώδες περίγραμμα και ρηχή αυλάκωση γύρω από την οπή πλήρωσης. εντάσσονται στην ομάδα
δηΜ 3 της δημητριάδος6 και εΧ 1 του εχίνου7, αντιπροσωπεύοντας έναν τύπο με μακρά διάρκεια
παρουσίας στη θεσσαλία κατά τον 3ο και 2ο αι. π.Χ.8.
ειδικότερη μνεία θα πρέπει να γίνει σε τρία σκεύη που εντοπίστηκαν στον ευρύτερο χώρο. πρόκειται για δύο μελαμβαφείς κέρνους και ένα αβαφές θυμιατήριο με ίχνη χρήσης. το θυμιατήριο με
τη συμφυή φιάλη του και το πολύ κοντό στέλεχος, που κοσμείται με δίσκο δεν βρίσκει ακριβή παράλληλα στα ήδη δημοσιευμένα από τη θεσσαλία, παρά μόνο σε επιμέρους μορφολογικές λεπτομέρειες9. από τους κέρνους, ο ένας που σώζεται αποσπασματικά, ανήκει στον γνωστό τύπο με
δακτύλιο, επάνω στον οποίο προσκολλώνται συνήθως διαφόρων τύπων μικκύλα αγγεία ή και άλλα
αντικείμενα. ςτο δικό μας διατηρήθηκε μόνο ένας μικκύλος καλυκοειδής κάνθαρος με εγχάρακτες
ραβδώσεις στο σώμα, αν και συνολικά υπολογίζεται ότι έφερε τέσσερα όμοια ή και άλλης μορφής
αγγεία (εικ. 4). ο δεύτερος κέρνος με το ιδιαίτερο σχήμα διακρίνεται για την τορευτή του βάση και
το σώμα τύπου πλημοχόης, κοσμημένο επίσης με εγχάρακτες ραβδώσεις, που κλείνει με πώμα.
ςτον ώμο του έχουν τοποθετηθεί αντικριστά ένα άωτο κύπελλο και μία σταμνοειδή πυξίδα και ανά-
5.
6.
7.
8.
1 α, 1β. το σχήμα απαντάται και στις γειτονικές Φερές
από τον 3ο αι. έως και το πρώτο τέταρτο του 2ου αι. π.Χ.,
δουλΓερη-ιντζεςιλοΓλου 1997, 63-66, πίν. 48-49· δουλΓερη-ιντζεςιλοΓλου 2004, 68, πιν. 1:1.
πρβλ. τα πινάκια από το ανάκτορο δημητριάδος (κυρίως
3ος αι.π.Χ.), Milojćić - theochariS 1976, 99-101, πίν.
ΧVii 2, πίν. XViii,3, πίν. 38· Μπατζιου-ευςταθιουςΧιζα 2004, 42, πίν. 2β.
νιΚολαου 2004, 54-55, 58, πίν. 9.
παπαΚΩνςταντινου 2000, 335-336, πίν. 167 β.
παπαΚΩνςταντινου - δουλΓερη-ιντζεςιλοΓλου - ΜαλαΚαςιΩτη - νιΚολαου 2004, 616, πίν. 7 και 617 για μια
συνοπτική παρουσία της προέλευσης του τύπου, της διάδοσης και διάρκειας χρήσης του στη θεσσαλία καθώς
και των παραλλήλων του στην αθηναϊκή αγορά και την
πέλλα.
9. π.χ. η βάση του παραπέμπει σε εκείνη του επίσης φαρσαλινού θυμιατηρίου Φ/α 66, από στρώμα καταστροφής
οικίας του 2ου αι.π.Χ. Καραπανου-ΚαταΚουτα 2000,
120-123. Βλ. επίσης το παρόμοιας μορφολογικής αντίληψης θυμιατήρι του 3ου αι. π.Χ. από την «Καλλίθηρα»,
ιντζεςιλοΓλου 1997, 24, εικ. 24 το δεξιό. Γενικά για τα
ελληνιστικά θυμιατήρια με βάση το υλικό από την αθηναϊκή αγορά βλ. rotroff 1997, 210-212, πίν. 109.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
μεσά τους ορθώνεται ψηλότερα, επάνω σε στρεπτό καμπυλωτό
στέλεχος, το σώμα μίας πυξίδας τύπου α.
τα πήλινα ειδώλια αποτελούν τη δεύτερη μεγάλη ομάδα ευρημάτων και αποδίδουν γνωστούς και διαδεδομένους για την
εποχή τύπους. ςτο σύνολό τους σχεδόν αντιπροσωπεύουν γυναικείες μορφές, όρθιες ή καθιστές, άλλοτε τυλιγμένες στα ιμάτιά τους και άλλοτε ημίγυμνες, συχνά στολισμένες με κοσμήματα
και στεφάνια στα μαλλιά, να κρατούν διάφορα αντικείμενα, όπως
Εικ. 4. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Ο αποσπασματικά σωζόμενος
ριπίδιο, φιάλη κ.ά. ανάμεσά τους, όμως, εκείνες που κατέχουν
μελαμβαφής κέρνος.
σημαντική θέση είναι οι πήλινες προτομές (εικ. 5-6). Βρέθηκαν
τουλάχιστον δεκαπέντε και όλες εντοπίστηκαν στην έκταση του
ευρύτερου χώρου, και κυρίως μεταξύ του νότιου τοίχου του και της τετράπλευρης κατασκευής. πρόκειται για προϊόντα κατασκευασμένα σε μήτρα για την πρόσθια πλευρά και το κεφάλι τους, ενώ η
οπίσθια επίπεδη επιφάνειά τους έχει πλασθεί και δουλευτεί με το χέρι. Για την κατασκευή τους
χρησιμοποιήθηκε ο ίδιος ντόπιος κοκκινωπός-κίτρινος πηλός10 και το ύψος τους κυμαίνεται από
13,2 έως 17,6 εκ. οι μορφές παριστάνονται γυμνές μέχρι και το ύψος του στήθους. ορισμένες φέρουν ανάγλυφους ιμάντες, ενίοτε με κυκλικούς δίσκους, που διασταυρώνονται ανάμεσα στους μαστούς. Φορούν σκουλαρίκια και στον λαιμό περιδέραιο που δηλώνεται με ανάγλυφη ταινία. η
κόμμωσή τους είναι πεπονοειδής και κοσμείται με στεφάνη, που σε μερικές περιπτώσεις φέρει άνθη
Εικ. 5. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Πήλινη
γυναικεία προτομή Μ2010/119.
10. Munsell 5yr 5/6.
Εικ. 6. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Πήλινη
γυναικεία προτομή.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
ή μικρά κτυπήματα. ςτο πίσω μέρος του κεφαλιού υπάρχει τριγωνική, κυκλική ή ωοειδής οπή εξαερισμού. η μορφή των προτομών μας, δηλαδή ότι έχουν και πίσω όψη, σε συνδυασμό με τη θέση
που βρέθηκαν, υπαγορεύει ότι αυτές ήταν τοποθετημένες σε κάποια ράφια κατά μήκος του νότιου
τοίχου του χώρου ή επάνω στην τετράπλευρη κατασκευή/ τράπεζα προσφορών(;). θα μπορούσε
ακόμα να ήταν στερεωμένες και σε ένα ξύλινο στέλεχος11. αν και οι προτομές ανήκουν στον ίδιο
εικονογραφικό τύπο, εντούτοις η καθεμία φαίνεται να έχει τα δικά της εκφραστικά χαρακτηριστικά
και ύφος, χωρίς βέβαια να μιλάμε για απόλυτο ρεαλισμό. ςε μερικές μάλιστα δίδεται η δυνατότητα
διάκρισης της ηλικίας, όπως στη Μ2010/119 (εικ. 5), η οποία προφανώς αποδίδει ένα κοριτσάκι
καθώς δεν υπάρχει δήλωση του στήθους. τα δεδομένα οδηγούν να ερμηνεύσουμε τις προτομές μας
ως αναθέτριες, αφήνοντας για το μέλλον την προσπάθεια απάντησης ερωτημάτων σχετικά με τις
αφορμές και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες γινόταν αυτή η αφιέρωση.
οι πήλινες προτομές –στην πλειονότητά τους γυναικείες– αποτελούν ειδική κατηγορία ειδωλίων
γύρω από την οποία γίνεται εκτενής συζήτηση σχετικά με τη χρήση τους και με το τι ακριβώς αυτές
εκπροσωπούσαν. Ως ευρήματα βρίσκονται παντού, σε ιερά, σε σπίτια, σε τάφους. Μολονότι παλαιότερα επικρατούσε η τάση της ταύτισής τους με θεότητες, ουράνιες ή χθόνιες, οι νεότερες μελέτες προσεγγίζουν το θέμα πιο κριτικά, αναζητώντας τις διάφορες όψεις του ίδιου πράγματος.
Με σχετική ασφάλεια αναγνωρίζονται ως θεότητες εκείνες που φέρουν κάποια διακριτικά σύμβολα, γενικά όμως προτείνεται να ερμηνεύονται κάθε φορά με βάση το ανασκαφικό περιβάλλον
μέσα στο οποίο εντοπίζονται12.
Καθοριστικής σημασίας, ωστόσο, για την ερμηνεία του ανασκαφικού συνόλου ήταν η ανεύρεση
μέσα στο στρώμα καταστροφής του δωματίου των θραυσμάτων τεσσάρων ανάγλυφων πλακιδίων με
παράσταση της Μητέρας των θεών-Κυβέλης, από τα οποία αποκαταστάθηκε μόνο ένα (εικ. 7). τα
πλακίδια έχουν ύψος 10,9 εκ., πλάτος 6,4 έως 6,8 εκ. και πάχος 0,4 έως 1,1 εκ. είναι καμωμένα με
την ίδια μήτρα, χωρίς απ’ ό,τι φαίνεται να αποτελούν προϊόντα ταυτόχρονης παραγωγής13. ο κοκκινωπός-κίτρινος πηλός τους14 εμπεριέχει κάποιες προσμίξεις, ενώ με τις μέχρι στιγμής τουλάχιστον παρατηρήσεις15 δεν διαπιστώνονται ίχνη χρώματος σε αυτά. ςτην πρόσθια όψη τους, μέσα
σε ιωνικό ναΐσκο, παριστάνεται, μετωπική και ένθρονη, η μεγαλόπρεπη και αυστηρή μορφή της
Μητέρας των πάντων με χαμηλό πόλο στο κεφάλι που τον σκεπάζει καλύπτρα, στοιχείο σχετιζόμενο με την ανατολική της προέλευση16. τα μαλλιά της αποδίδονται κυματιστά με χωρίστρα στη
11. Για το ίδιο θέμα και Κοτταριδου 1989, 1-3.
12. Βλ. και τις σχετικές απόψεις των Muller 1996, 496-497
με βάση τις προτομές από το θεσμοφόριο της θάσου·
chrySSanthaki-nagle 2006, κυρίως 21 κ.ε., η οποία με
αφορμή τις προτομές από σπίτι της τραγίλου επανεξετάζει το θέμα της χρήσης, της ταύτισης και του ρόλου
τους σε ιερά, οικίες και ταφικά σύνολα από τη Μακεδονία και τη θράκη. ομοίως SaBetai (υπό εκτύπωση), την
οποία ευχαριστώ θερμά για την παραχώρηση του άρθρου
της προτού εκδοθεί, η οποία πραγματεύεται την χρονολόγηση, την τυπολογία και την ερμηνεία μιας ομάδας γυναικείων προτομών από ταφική πυρά στη Χαιρώνεια του
5ου αι.π.Χ., επισημαίνοντας τους προβληματισμούς για
τη λειτουργία των ευρημάτων αυτών σε διάφορα επίπεδα
και τους τρόπους για την καλύτερη κατανόησή τους.
13. οι τεχνικές λεπτομέρειες κατασκευής των πλακιδίων μας
χρήζουν περαιτέρω μελέτης και γι’ αυτό επιφυλάσσομαι
προς το παρόν στη διατύπωση επιπλέον παρατηρήσεων.
Για την προτεινόμενη μέθοδο μελέτης του τρόπου κατασκευής και παραγωγής ειδωλίων από μήτρες, με βάση το
υλικό από τη θάσο βλ. ενδεικτικά μεταξύ άλλων σχετικών
του μελετών Muller 2000, 33-44.
14. Munsell 5yr 6/6
15. πέρα της παρατήρησης σε ηλεκτρονικό μικροσκόπιο δεν
έχουν γίνει άλλου είδους αναλύσεις σε κανένα από τα ειδώλια του ανασκαφικού συνόλου.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
Εικ. 7. Φάρσαλα, οικ. Δημ. Κυρίτση. Τα πήλινα ανάγλυφα πλακίδια με παράσταση της Μητέρας των Θεών-Κυβέλης.
μέση και δύο πλοκάμους να πέφτουν μπροστά, επάνω στους ώμους. Φορά αχειρίδωτο, ποδήρη χιτώνα, ζωσμένο ψηλά με λεπτή ζώνη, που σχηματίζει καμπύλο άνοιγμα κάτω από τον λαιμό και επιτρέπει να διαγράφεται ο όγκος των μαστών. το ιμάτιο, αφήνοντας ακάλυπτη τη δεξιά πλευρά του
σώματος, έρχεται από πίσω να σκεπάσει με όλο του το πλάτος τα σκέλη της μορφής. η μία παρυφή
του αναδιπλώνεται στην κοιλιακή χώρα και κρέμεται χαλαρά κατά μήκος του αριστερού ποδιού.
η θεά πατάει σε υποπόδιο, με τα κλειστά της υποδήματα μόλις να διακρίνονται κάτω από το χιτώνα της. Με το δεξί υψωμένο χέρι της κρατάει σκήπτρο, ενώ με το αριστερό της αγκαλιάζει τύμπανο από το επάνω μέρος του. ςτους μηρούς της αναπαύεται ένα λιονταράκι με το κεφάλι του προς
τα αριστερά 17, στραμμένο προς τον θεατή. Ένα δεύτερο λιοντάρι, αποδοσμένο κατενώπιον με έντονα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του, παραστέκεται στα δεξιά της θεάς, καθισμένο στα πίσω
σκέλη του. ςτο βάθος του ναΐσκου, επάνω δεξιά, απεικονίζεται βουκράνιο. οι στενές πλευρές του
ναΐσκου διαμορφώνονται σε ιωνικούς κίονες, το αέτωμά του έχει γείσα και σίμη με οδόντες, το κέντρο του σχετικά χαμηλού τυμπάνου του κοσμείται με δυσδιάκριτο μοτίβο και τα ακρωτήρια του,
τέλος, παραπέμπουν σε διακοσμητικά ανθέμια. η πίσω πλευρά των πλακιδίων είναι επίπεδη και δεν
ανιχνεύονται σημάδια που να υποδηλώνουν ότι αυτά ήταν προσκολλημένα σε κάποια επιφάνεια.
ςε ένα θραύσμα όμως που προέρχεται από την κάτω δεξιά γωνία του ναΐσκου υπάρχει μια πολύ
μικρή οπή, ενδεικτική ότι τα πλακίδια θα μπορούσαν με κάποιο τρόπο και να αναρτώνται, χωρίς
βέβαια να αποκλείουμε απλά να ήταν ακουμπισμένα κάπου.
τα ανάγλυφα πλακίδια της Φαρσάλου αναπαράγουν το γνωστό εικονογραφικό τύπο της έν-
16. πετροΧειλος 1992, 35· reeDer 1987, 436. ςυνδυασμός
πόλου και καλύπτρας παρατηρείται και σε ειδώλια της
Κυβέλης από την τροία Burr thoMpSon 1963, 78,
αλλά και τη δημητριάδα hornung-BerteMeS 2007,
πίν. 40, εικ. a.
17. ςυνήθως το λιονταράκι που αναπαύεται επάνω στους μηρούς της θεάς έχει το πρόσωπό του προς τα δεξιά.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
θρονης Μητέρας θεάς18, ο οποίος μας παραδίδεται χάρη κυρίως στην πολυάριθμη ομάδα γλυπτών,
ιδιαίτερα ναΐσκων και αγαλματίων, της ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, που προέρχεται από
διάφορες θέσεις του ελλαδικού χώρου και ευρύτερα από τα παράλια της Μαύρης θάλασσας μέχρι
την ιταλία και δυτικότερα. οι παραλλαγές, οι οποίες διαπιστώνονται στα έργα και αφορούν σε
επιμέρους λεπτομέρειες της ενδυμασίας της θεάς αλλά πρωτίστως στον αριθμό και το είδος των συμβόλων που κάθε φορά τη συνοδεύουν, δεν αποτελούν ουσιαστικές διαφοροποιήσεις του αρχετύπου
που επαναλαμβάνουν. οι αποκλίσεις αυτές θεωρούνται φυσικό επακόλουθο της ευρείας διάδοσης
της λατρείας της θεάς στα χρόνια αυτά και της όλο και μεγαλύτερης ζήτησης «εικόνων» της για την
ικανοποίηση των δημοσίων ή ιδιωτικών θρησκευτικών αναγκών19. πιστεύεται ότι αποτελούν ελεύθερες μεταπλάσεις ενός δημιουργήματος της αττικής πλαστικής του 4ου αι. π.Χ.20, το οποίο σύμφωνα με τον langlotz21 θα πρέπει να διακριθεί από το λατρευτικό άγαλμα του 5ου αι. π.Χ. που
ήταν στημένο στο Μητρώο της αθήνας και απέδωσε ο δεσπίνης στον αγοράκριτο22. πέρα από
τον αριθμό και τη θέση των λιονταριών που ποικίλλει, στις περισσότερες περιπτώσεις των γλυπτών
παραστάσεων η Μεγάλη Μητέρα κρατά τύμπανο με το αριστερό της χέρι και προτείνει με το δεξί
της ομφαλωτή φιάλη. ςτα λιγότερα παραδείγματα που κρατά σκήπτρο, αυτό συνήθως βρίσκεται στο
αριστερό της χέρι και συνδυάζεται συχνά πάλι με φιάλη στο δεξί23.
ο τρόπος με τον οποίο εικονίζεται η θεά στα πλακίδια μας –σκήπτρο στο δεξί υψωμένο της χέρι,
τύμπανο στο αριστερό και δύο λιοντάρια– δεν περιλαμβάνεται στις διάφορες κατηγορίες του τύπου
της ένθρονης Κυβέλης που διέκρινε η naumann24. Mολονότι το τύμπανο αδιαμφισβήτητα τη χαρακτηρίζει25, το σκήπτρο, δηλωτικό εξουσίας, αν και υπάρχει στην εικονογραφία της, σχετίζεται και
με άλλες συγγενικές προς αυτή θεότητες και συνηθέστερα με τη δήμητρα26. Μάλιστα, με αφορμή
κυρίως τις παραστάσεις σε διπλούς ναΐσκους έχει τεθεί ένα ζήτημα που παραμένει ανοικτό, αν δηλαδή έχουμε την απεικόνιση δύο θεοτήτων ή δύο διαφορετικών υποστάσεων της ίδιας θεότητας ή
μπορούμε να μιλάμε και για συγκρητισμό π.χ. Κυβέλη-δήμητρα. επικρατέστερη φαίνεται η άποψη
της διπλής παρουσίας της Μεγάλης θεάς27. εάν η επιλογή των συγκεκριμένων προσδιοριστικών
στα πλακίδια μας ενέχει κάποια ιδιαίτερη σημασία είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί στο πλαίσιο της
παρούσας εργασίας.
πλην όμως του ζητήματος των συμβόλων, η απόδοση της ναϊσκόσχημης κατασκευής των ανα18. το επιστημονικό ενδιαφέρον για τη φρυγική θεότητα παραμένει αμείωτο –απόδειξη η συνεχώς ανανεούμενη βιβλιογραφία. εντούτοις, οι μελέτες των VerMaSeren
1977· VerMaSeren CCCA i-Vii· nauMann 1983 εξακολουθούν να αποτελούν βασικά έργα αναφοράς. Για τον
τύπο της ένθρονης Κυβέλης στην ελληνική τέχνη, την
προέλευση και την εξέλιξή του καθώς και τις σχέσεις με
τις ανατολικές παραστάσεις της θεάς και τον αμφίδρομο
δανεισμό-υιοθέτηση στοιχείων και συμβόλων, βλ. επίσης
πετροΧειλος 1992, 21-65· roller 1999· herMary
2000α, 193-203· herMary 2000β, 119-133· ΒιΚελα
2001, 41-71· Vikela 2001, 67-123, πίν. 13-23. Για την
ιστορική εξέλιξη της λατρείας της Κυβέλης, την εισαγωγή
της στην αττική και τη σχέση της με την πολιτική στην
αθήνα των κλασικών χρόνων βλ. Munn 2006, κυρίως 1355, 351 κ.ε.
19. τζαναΒαρη 2001, 369-370.
20. πετροΧειλος 1992, 39.
21. langlotz 1947, 65 κ.ε.
22. δεςπινης 1971, 112 κ.ε.
23. Βλ. ενδεικτικά πετρΌΧειλος 1992: α) ναΐσκοι από τον
πειραιά του 4ου αι. π.Χ. αρ. Β9, 54-55, αρ. Β11, 55, εικ.
9, αρ. Β12, 55, εικ. 10 και ο ρωμαϊκών χρόνων αρ. Β26 διπλός ναΐσκος, 59-60, εικ. 17, όπου στον αριστερό από
τους δύο σύμφυτους ναΐσκους η θεά κρατά μόνο σκήπτρο,
β) το καθιστό αγαλμάτιο αρ. Γ5, 60 από τον πειραιά των
πρώιμων ελληνιστικών χρόνων· holtzMann 1994, αρ.
25, 95-100, πίν. XXViii-XXiX απεικόνιση της θεάς με
σκήπτρο και φιάλη σε ανάγλυφη βάση τράπεζας προσφορών από τη θάσο, τέλη 4ου αι. π.Χ.· ΒαςιλοπουλουςταΜατελοπουλου 2010, 129, εικ. 8 καθιστό αγαλμάτιο
από ιδιωτική συλλογή, τέλη 4ου αι. π.Χ..
24. nauMann 1983, 180 κ.ε.
25. ΒιΚελα 2001, 55.
26. reBer 1983, 79.
27. πετροΧειλος 1992, 32-33· Vikela 2001, 102.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
γλύφων μας με ιωνικά στοιχεία δεν συμβαδίζει με αυτή των αντίστοιχων έργων της ελληνιστικής και
της ρωμαϊκής λιθογλυπτικής, η κατασκευή των οποίων, όπως προαναφέρθηκε, άρχισε τον 4ο αι.
π.Χ. στην αττική. ςε αυτά, ο ναΐσκος ορίζεται από παραστάδες που επιστέφονται με επίκρανα και
η σύνδεσή τους με το αέτωμα γίνεται μέσω ενός απλού επιστυλίου ή και απευθείας28. αντιθέτως,
τα πλακίδιά μας ως προς το αρχιτεκτονικό πλαίσιο αλλά και την εν γένει μορφή τους βρίσκουν
ομοιότητες σε ανάλογα αντικείμενα μικροτεχνίας της εποχής, καμωμένα και σε μέταλλο. ενδεικτικά αναφέρουμε το ανάγλυφο πλακίδιο από γύψο του αρχαιολογικού Μουσείου Καΐρου29, τη χάλκινη μήτρα στο Μητροπολιτικό Μουσείο της νέας υόρκης30, το αργυρό πλακίδιο από την ερέτρια31
αλλά και το αργυρό πλακίδιο με επιχρυσωμένη όψη από τη Μεσημβρία της θράκης32, όπως και τα
δύο πήλινα πλακίδια από την τροία33 και την περιοχή της ςμύρνης ή της εφέσου34 αντίστοιχα. ςε
όλα, η θεά κάθεται μετωπικά ή στραμμένη κατά τα δύο τρίτα προς τα δεξιά και κρατάει, εκτός του
τελευταίου, με το αριστερό της χέρι σκήπτρο. ειδικότερα σε αυτό από τη Μεσημβρία το σκήπτρο
συνδυάζεται με την παρουσία φιαλών και τυμπάνου. από την άλλη πλευρά, τα πλακίδια της Φαρσάλου σε σύγκριση με τα παραπάνω διακρίνονται για τη λιτότητα της παράστασης, αφού σε εκείνα
η Κυβέλη πλαισιώνεται και από άλλες θεϊκές μορφές ή και «σεβίζοντες», ενώ ο αρχιτεκτονικός διάκοσμος εμφανίζεται πλουσιότερος με την παρουσία και επιπλέον παραπληρωματικών στοιχείων/συμβόλων. η χρήση, ωστόσο, των ιωνικών στοιχείων αποτελεί κοινό τόπο και η επιβίωσή
τους στην παραγωγή των συγκεκριμένων μικρογραφικών αναγλύφων παρουσιάζει το δικό της ενδιαφέρον. Μέσω αυτών διατηρούνται όλα εκείνα τα γνώριμα χαρακτηριστικά που αποκρυσταλλώθηκαν τον 6ο αι. π.Χ. στον ευρύτερο ιωνικό χώρο και αποτελούν την ελληνική εκδοχή για την εικόνα
της φρυγικής θεότητας. η reeder που μελέτησε τη χάλκινη μήτρα της νέας υόρκης θεωρεί ότι κατασκευάστηκε σε εργαστήριο μάλλον της ςμύρνης και ότι τόσο αυτή όσο και το πλακίδιο του
Καΐρου αντιγράφουν το ίδιο ασιατικό πρότυπο, χρονολογούμενο κατά πάσα πιθανότητα τον 4ο αι.
π.Χ.35 τους «δρόμους» που ακολούθησε η μήτρα από την οποία προήλθαν τα φαρσάλια ανάγλυφα
δεν μπορούμε να τους ανιχνεύσουμε με ασφάλεια. πρόκειται για τοπική δημιουργία, εμπνευσμένη
28. «αυτός ο τύπος φαίνεται να αποτελεί εξέλιξη των αρχαϊκών ναΐσκων της Κυβέλης, οι οποίοι, όπως πιστεύεται,
απεικονίζουν τη θεά ένθρονη στον οίκο της. τέτοια μνημεία έχουν βρεθεί σε διάφορες περιοχές της ιωνίας και
του νησιωτικοϊωνικού γεωγραφικού χώρου» σημειώνει ο
πετροΧειλος 1992, 28. επίσης ΒιΚελα 2001, 65.
29. nauMann 1983, 208-211, αρ. 441, 345, πίν. 31,1. to
πλακίδιο χρονολογείται στην ελληνιστική περίοδο.
30. reeDer 1987, 423-440, η οποία με βάση τη στιλιστική
ανάλυση τοποθετεί τη μήτρα στον 2ο-1ο αι. π.Χ.
31. reBer 1983, 77- 83, πίν. 21, 1-2. το πλακίδιο, σύμφωνα
με τα κεραμικά ευρήματα της ανασκαφής, ανάγεται στους
πρώιμους ελληνιστικούς χρόνους.
32. αποτελεί μέρος του «θησαυρού» από χρυσά, αργυρά και
ορειχάλκινα πλακίδια που βρέθηκαν το 1973 μέσα σε
ερυθρόμορφη πελίκη, κατά την ανασκαφή ορθογωνίου
κτίσματος που ταυτίστηκε με ιερό δήμητρας, δίπλα στο
ανατολικό σκέλος του τείχους. εκτός του συγκεκριμένου,
στον «θησαυρό» περιλαμβάνονται τουλάχιστον δύο ακόμη
αργυρά πλακίδια με παράσταση Κυβέλης –στο ένα καθιστή σε ναΐσκο ανάμεσα στον ερμή και την Άρτεμηεκάτη, δεξιά και αριστερά του ναΐσκου «σεβίζοντες» και
στο άλλο όρθια μεταξύ δύο λιονταριών. ςτα υπόλοιπα
πλακίδια απεικονίζονται η θεά δήμητρα με «σεβίζοντες»
ή με την Κόρη, ομάδες λατρευτών, μεμονωμένες μορφές,
οφθαλμοί και άλλα ανθρώπινα μέλη. Βλ. σχετικά ΒαΒριτςας 1973, 77-81, πίν. 89β έως 102α· τριανταΦυλλος
1979, 101, 104-107, πίν. 60, 62.
33. Burr thoMpSon 1963, 79-80. πρόκειται για παλαιό εύρημα των ανασκαφών στο Ίλιον, χρονολογούμενο στα
ύστερα ελληνιστικά ή πρώιμα ρωμαϊκά χρόνια.
34. reeDer 1987, 435, εικ. 12 και σημ. 44, όπου και η παλαιότερη σχετική βιβλιογραφία. το πλακίδιο, ελληνιστικών χρόνων, ανήκε παλαιότερα στη ςυλλογή Sabouroff,
σήμερα θεωρείται χαμένο.
35. reeDer 1987, 434-435, 439.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
από ξένο πρότυπο ή, πιθανότερο, για προϊόν εισαγωγής από τα ανατολικά παράλια του αιγαίου;
το αβέβαιο των υποθέσεων επιτείνεται και από την απουσία παραλλήλων από άλλες θέσεις του
θεσσαλικού χώρου και ιδιαίτερα από το κοσμοπολίτικο λιμάνι της δημητριάδος36, όπου έχουν ανασκαφθεί τα λείψανα του πρώτου πιθανόν ιερού μητρικής λατρείας στη θεσσαλία37.
αναφορικά με τη χρήση των μικροαντικειμένων αυτών, θεωρώ ότι μία ερμηνεία δεν μπορεί να
καλύψει όλες τις περιπτώσεις. Για παράδειγμα, ο reber38 προτείνει για το αργυρό πλακίδιο του 4ου
αι. π.Χ. από την ερέτρια ότι αποτελούσε προστηθίδιο της στολής των ιερέων και των μυστών της
θεάς, η οποία στο συγκεκριμένο τόπο, όπως και αλλού, ταυτιζόταν με τη δήμητρα. προς επίρρωση
μάλιστα της άποψης αυτής παραπέμπει στην επιτύμβια στήλη ιερέα από τη ρώμη που φορεί μπροστά στο στήθος του όμοιο πλακίδιο με την εικόνα του Άττεως καθώς και σε ένα άγαλμα με παρόμοιο κόσμημα. είναι αξιοσημείωτο ότι και η ίδια η Κυβέλη σε καθιστό ειδώλιο από τη δημητριάδα
φέρει από το ύψος του στήθους και κάτω ένα επίθεμα τετράγωνου σχήματος με αετωματική απόληξη και απεικόνιση διαφόρων συμβόλων39, το οποίο θα μπορούσε να παραλληλιστεί με αυτό που
καλύπτει επίσης την κοιλιακή χώρα της θεάς στον περγαμηνό, σε όρθια στάση, αγαλματικό τύπο
της40. από την άλλη πλευρά, η ομάδα των πλακιδίων από τη Μεσημβρία δεν νομίζω ότι επιδέχεται άλλης ερμηνείας από αυτή του αφιερώματος/τάματος. Όσον αφορά στα πλακίδια της Φαρσάλου, θα τα χαρακτήριζα αρχικά ως αναθήματα, τα οποία στη συνέχεια αποθεμένα μέσα στον
λατρευτικό χώρο θα λειτουργούσαν πλέον ως «εικόνες» της Μητέρας και ίσως να χρησιμοποιούνταν και κατά τη διάρκεια κάποιων τελετουργιών.
ςε απεικόνιση της ίδιας θεότητας επίσης θα μπορούσαν να ανήκουν και τα θραύσματα από πήλινη γυναικεία μορφή κανονικού μεγέθους, που εντοπίστηκε στο δωμάτιο, αλλά με την πτώση κομμάτια της σκόρπισαν και στον ευρύτερο χώρο. ςυγκεκριμένα, διασώθηκε τμήμα της πρόσθιας δεξιάς
πλευράς του σώματος με τον ώμο και τον βραχίονα, μικρό μέρος της αριστερής ωμοπλάτης καθώς
και ο πήχυς του δεξιού χεριού με την παλάμη και μέρος των δακτύλων. η μορφή φορά χειριδωτό
χιτώνα, ζωσμένο ψηλά, ενώ στην ανοιχτή της παλάμη κάλλιστα θα μπορούσε να στηρίξει φιάλη. η
διατύπωση των πτυχών του ρούχου και ειδικότερα το χαρακτηριστικό απόπτυγμα που δημιουργεί
ο χιτώνας πλάι στο δεξιό μαστό παραπέμπουν και σε αγάλματα Κυβέλης. οι ενδυματολογικές ομοιότητες του πήλινος αγάλματος σε συνδυασμό με τον χώρο εύρεσης και την παρουσία των πλακιδίων κάνει ελκυστική την πρόταση ταύτισής του με τη συγκεκριμένη θεά.
το σύνολο των παραπάνω αντικειμένων πιστεύω ότι είναι άκρως διαφωτιστικό για τη σύνδεσή
του με άσκηση λατρείας και μάλιστα θα έλεγα δημόσιας, καθώς τα πενιχρά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ανατολικά του ανασκαμμένου δρόμου δεν μπορούν να συσχετιστούν με κατόψεις ιδιωτικών
οικιών που έχουν ανασκαφεί στα Φάρσαλα. Έστω λοιπόν και σε αυτή την αποσπασματική μορφή
διαπιστώνεται η ύπαρξη ενός ιερού της πόλης και μάλιστα άγνωστου στις πηγές, το οποίο βρισκό-
36. τα ευρήματα από τον χώρο μαρτυρούν τις εμπορικές
επαφές αλλά και την εγκατάσταση ξένων από την ιλλυρία και τα μικρασιατικά παράλια έως τις ακτές της Φοινίκης και της Κυρηναϊκής, Μπατζιου-ευςταθιου 1996,
16.
37. προφορική επιβεβαίωση της ανασκαφέως κ. ανθής
Μπάτζιου-ευσταθίου, την οποία ευχαριστώ και από τη
θέση αυτή. Για την ανασκαφή του ιερού στη δημητριάδα
βλ. Μπατζιου-ευςταθιου 2001, 31-32.
38. reBer 1983, 81-82.
39. hornung-BerteMeS 2007, πίν. 40, εικ. B.
40. nauMann 1983, 258-260, πίν. 45,1.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
ταν σε μικρή απόσταση από την πορεία του ανατολικού της τείχους. δυστυχώς, παρά την έντονη
ανασκαφική δραστηριότητα των τελευταίων χρόνων δεν έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα κτηριακά
λείψανα από τα ιερά της αρχαίας Φαρσάλου. το 1966 μόνο, στις βόρειες παρυφές του υψώματος
της ακρόπολης είχε βρεθεί τυχαία σημαντικός αριθμός πήλινων ειδωλίων, ανάμεσα στα οποία ξεχώριζαν οι γυναικείες προτομές. τα ευρήματα θεωρήθηκε ότι ανήκαν σε αποθέτη ιερού δήμητρας
και Κόρης και χρονολογήθηκαν στα τέλη του 6ου αι. και κυρίως στο πρώτο μισό του 5ου αι. π.Χ.41.
το 1974, η επανάληψη στην ίδια θέση της ανασκαφικής έρευνας έφερε στο φως δύο ακόμα αποθέτες από την ελληνιστική φάση του ιερού καθώς και τους εξωτερικούς τοίχους ενός μεγάλου κτηρίου, διαστάσεων 8,50 × 5,90 μ.42. από την άλλη πλευρά, οι αναθηματικές επιγραφές43 που κατά
καιρούς έχουν συγκεντρωθεί πιστοποιούν τη λατρεία και άλλων θεοτήτων στην πόλη, όπως του δία
ως θαύλιου44, ολύμπιου και ςωτήρα, του ασκληπιού45, του ερμή, του απόλλωνα, της αρτέμιδος,
της αφροδίτης46, της θέτιδος, της εστίας, των νυμφών. επίσης, μολονότι η απεικόνιση της αθηνάς στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων της Φαρσάλου αποτελεί μια σταθερή επιλογή για τις
κοπές της, γεγονός που θα προσέδιδε στη συγκεκριμένη θεότητα την ιδιότητα της πολιάδος, παραδόξως δεν υπάρχουν άλλα δεδομένα που να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο47. ςε αντίθεση, όμως, με
τα λιγοστά στοιχεία που διαθέτουμε για τη δημόσια λατρεία, τα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα
φωτίζουν όψεις των θρησκευτικών πεποιθήσεων και της λατρείας στο πλαίσιο του ιδιωτικού βίου,
κατά τα ελληνιστικά χρόνια. Μεγάλος αριθμός ειδωλίων, κάποια από τα οποία εντυπωσιακά λόγω
του μεγέθους τους αλλά και της καλλιτεχνικής τους ποιότητας, έχει περισυλλεγεί από διάφορους
χώρους των αρχαίων σπιτιών. τα περισσότερα αποδίδουν γυναικείες μορφές, ενώ ένα ποσοστό
από αυτά με βεβαιότητα ταυτίζεται με αφροδίτη-Έρωτα, Άρτεμη, εννοδία, ερμή, αθηνά, Κυβέλη,
Άττι48. ςυχνά βρίσκονται συγκεντρωμένα σε γωνίες δωματίων, προφανώς πεσμένα από τα ράφια
που ήταν ακουμπισμένα, εν είδει εικονοστασίου. ςε ορισμένες περιπτώσεις έχει διαπιστωθεί επίσης η ύπαρξη οικιακών αποθετών με ειδώλια και λοιπά συναφή αντικείμενα, αλλά και ενός μικρού
δωματίου αφιερωμένου ειδικά στην τέλεση ιεροπραξιών49.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω στοιχεία, το ιερό στο οικοπέδο Κυρίτση αποκτά τη δική του ση41. θεοΧαρης 1966, 254, πίν. 246· δαΦΦα-νιΚονανου
1973, 26-27 και σποράδην, πίν. 4-7, 10,12,15.
42. τζιαΦαλιας 1973-74, 578-579, πίν. 385-387.
43. Decourt 1995, αρ. 58-81, 75-102.
44. το ιερό του δία θαύλιου τοποθετείται στον λόφο της
αγίας παρασκευής από αναθηματική επιγραφή χαραγμένη στον βράχο, βλ. σημ. 43, αρ. 62.
45. το ιερό του ασκληπιού πιστεύεται ότι βρισκόταν στον
λόφο του αγίου νικολάου, από αναθηματική επιγραφή
εντοιχισμένη στην ομώνυμη εκκλησία, βλ. σημ. 43, αρ.
70.
46. Με βάση τις επιγραφικές μαρτυρίες και τα ανασκαφικά
δεδομένα, τόσο η Άρτεμη όσο και η αφροδίτη, με διάφορες επικλήσεις, συγκαταλέγονται στις κυρίαρχες γυναικείες θεότητες στην αρχαία θεσσαλία.
47. εκτός από το επάνω τμήμα μαρμάρινου κορμού αγάλματος που αποδίδεται σε αθηνά και σχετικά μικρό αριθμό
πήλινων ειδωλίων από ανασκαφές σπιτιών της ελληνι-
στικής περιόδου κανένα άλλο προς το παρόν εύρημα από
τα Φάρσαλα δεν σχετίζεται με τη θεότητα αυτή. Για την
επιλογή της κεφαλής αθηνάς στον εμπροσθότυπο των
φαρσάλιων νομισμάτων και τους προβληματισμούς γύρω
από αυτή βλ. laVVa 2001, 21-41.
48. Βλ. σχετικά και το άρθρο της συναδέλφου ς. Καραπάνου
στην παρούσα έκδοση.
49. αν και για κάποιες περιπτώσεις οικιστικών λειψάνων που
διαφοροποιούνται ως προς το μέγεθος και τον αριθμό των
χώρων από τις συνήθεις κατόψεις των ελληνιστικών σπιτιών της Φαρσάλου σε συνδυασμό με τα κινητά ευρήματα
που βρέθηκαν σε αυτά, ως υπόθεση εργασίας θέτω τον
προβληματισμό μήπως δεν πρόκειται για καθαρά ιδιωτικές κατοικίες αλλά θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για ένα
είδος «λέσχης θιάσου» γύρω από τη λατρεία κάποιας θεότητας/-ων. η ύπαρξη τέτοιων οργανώσεων –θρησκευτικών συλλόγων ή και κοινών– μας είναι γνωστή από
επιγραφικές μαρτυρίες διαφόρων θεσσαλικών πόλεων.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
μασία. Φαίνεται ότι σε αυτό οι λατρευτικές πράξεις ήταν υπόθεση πρωτίστως γένους θηλυκού, τόσο
από τη θεία όσο και από τη θνητή πλευρά. ο ευρύχωρος σκεπασμένος χώρος με την τράπεζα προσφορών(;), κατάλληλος για τη συνάθροιση των πιστών γύρω από το μικρό δωμάτιο με τα χαρακτηριστικά οίκου αλλά και η διακριτή παρουσία συγκεκριμένων σχημάτων αγγείων –κάνθαροι,
πινάκια, άωτα σκυφίδια– παραπέμπουν στα ανάλογα ευρήματα από το Μητρώο της Βεργίνας50.
ομοιότητες παρατηρούνται επίσης και με σκεύη και αφιερώματα που βρέθηκαν στο ιερό Κυβέλης
και αφροδίτης στην πέλλα51 καθώς και στο «Μητρώο» της δημητριάδος52. τέλος, ο οίκος μας αναπόφευκτα δεν μπορεί να μη παραλληλιστεί με το δωμάτιο λατρείας του περίστυλου κτηρίου των ελληνιστικών χρόνων, που ανασκάφθηκε στην Καλυδώνα53. ςύμφωνα με τους ερευνητές του, το κτίριο
αποτελούσε μία ιδιωτική λέσχη, ενώ στο συγκεκριμένο δωμάτιο με βάση τα ευρήματα λατρεύονταν
η Κυβέλη, η Άρτεμης και πιθανόν ο αδελφός της απόλλων.
παρ’ όλα αυτά, όμως, αν και η ύπαρξη των πλακιδίων ταυτόχρονα με τους κέρνους54 ισχυροποιούν ακόμη περισσότερο τη μορφή της Μητέρας πάντων θεών τε και ανθρώπων, είναι πρόωρο
στην παρούσα φάση να χαρακτηρίζαμε το ιερό της Φαρσάλου ως Μητρώο, ελλείψει των επιγραφικών μαρτυριών αλλά και της πλήρους μελέτης του ανασκαφικού συνόλου. η Κυβέλη σχετίζεται
και συχνά συνυπάρχει στα ιερά με άλλες θεότητες, όπως την αφροδίτη, τη δήμητρα, την εκάτη ή
τον διόνυσο, με τις οποίες παρουσιάζεται να έχει κοινές υποστάσεις ή και να συνενώνεται απόλυτα
με αυτές55. Όσον αφορά στον σύντροφο της θεάς, τον Άττι56, παρότι βεβαιωμένα λατρεύεται από
τους φαρσάλιους σε ιδιωτικό επίπεδο, στο ιερό μας δεν έχουμε εμφανείς ενδείξεις της δικής του παρουσίας. Βέβαια, οι κέρνοι ανακαλούν στη μνήμη μας τη φράση της ύστερης αρχαιότητας που περιγράφει πράξεις μύησης στη θεά «ἐκ τυμπάνου ἔφαγον, ἐκ κυμβάλου ἔπιον, ἐκερνοφόρησα, ὑπὸ τὸν
παστὸν ὑπέδυν»57, η οποία κατά μία διαφορετική εκδοχή σήμαινε «Έγινα μύστης του Άττι»58, αλλά
όλα αυτά στη δική μας περίπτωση παραμένουν στη σφαίρα της υπόθεσης και μόνο. πάντως, η διείσδυση της μυστηριακής Κυβέλης στην περιοχή59 μπορεί να μην αποτέλεσε «απειλή» για τις άλλες
καθιερωμένες θεότητες, σίγουρα όμως είχε απήχηση, όπως διαπιστώνεται επιπλέον, εκτός των
προαναφερθέντων, και από την εύρεση ενός μαρμάρινου ανάγλυφου ναΐσκου της, της ίδιας πε50. δροyΓου - τουρaτςοΓλου 2000, 307-319. ςτη Βεργίνα
βρέθηκαν αρκετά πήλινα ειδώλια-προτομές της Κυβέλης.
η ανεύρεση κανθάρων παντός τύπου προτείνεται να συσχετιστεί με την εκεί παρουσία του διονύσου και τη σχέση
του προς τη Μητέρα των θεών-Κυβέλη, δροyΓου 1997,
117-119. ςτο ιερό της Φαρσάλου όμως δεν φαίνεται να
υπάρχουν στοιχεία που να συνδέονται με τον διόνυσο.
51. αΚαΜaτη 2000, 37 κ.ε.
52. Βλ. σημ. 37.
53. Dietz - StaVropoulou-gatSi 2007, 133-156.
54. η Μητσοπούλου στη μελέτη της για τον ελευσινιακό κέρνο
απέδειξε ότι δεν πρέπει να συνδέουμε αποκλειστικά το
ιερό σκεύος, κέρνο, με τη λατρεία της θεάς δήμητρας βλ.
MitSopoulou 2010, 155-156.
55. π.χ. στο ιερό της Φλύας υπήρχε συγκρητισμός Κυβέληςρέας-δήμητρας, βλ. λουΚaς 1986, 104-107, στο ιερό της
λευκόπετρας ημαθίας η θεά αποκαλούνταν με το προσωνύμιο «αυτόχθων», Καραδεδος 2007, 115-116, ενώ
στην πέλλα λατρευόταν από κοινού με την αφροδίτη,
αΚαΜατη 2000, 215 κ.ε. ςτο Μητρώο(;) της δημητριάδος διάφορα αντικείμενα σχετίζονται με την αφροδίτη,
την εννοδία-περσεφόνη, την εκάτη, βλ. Μπατζιου-ευςταθιου 2001, 31-32. ομοίως και στη Βεργίνα η παρου-
56.
57.
58.
59.
σία της αφροδίτης, της δήμητρας και του διονύσουΒάκχου ανιχνεύεται με ποικίλα ευρήματα, δρουΓου 1997,
118-119. τέλος, στα ιερά ανατολικών θεοτήτων ήταν συνηθισμένο να αφιερώνουν αγάλματα άλλων θεών ή να
προσφέρουν σε αυτούς αναθήματα, σημειώνει ο Burkert
1997, 67.
ο Άττις αποτελεί ελληνική επινόηση και η λατρεία του
εμφανίζεται στα μέσα του 4ου αι.π.Χ. ςτη Φρυγία το
όνομα Άττις αφορά σε ιερατικό τίτλο, ΒιΚελα 2001, 70.
Κλήμης αλεξανδρεύς, Προτρ. ιι, 15,3.
Burkert 1997, 119-120.
αξίζει να σημειωθεί ότι στη Φάρσαλο υπήρχαν και οπαδοί του ορφισμού, όπως μαρτυρεί η ανεύρεση χρυσού
ελάσματος με ορφικό κείμενο σε ταφή του 4ου αι. π.Χ.
από το ανατολικό νεκροταφείο της πόλης βλ. Βερδελης
1950/51, 98-105. η λατρεία της Κυβέλης συνδέεται
άμεσα με την ορφική διδασκαλία. ςτο ιερό της Φλύας
στην αττική, τα μυστήρια της Κυβέλης βασίζονταν στις
ορφικές δοξασίες, λουΚας 1986, κυρίως 101-104.
Εικ. 8. Φάρσαλα. Ο μαρμάρινος ναΐσκος Φ 43
με παράσταση ένθρονης Κυβέλης.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
ριόδου από την πόλη60 (εικ. 8). παρόμοια εικόνα
έχουμε για τη θεά και από άλλες θεσσαλικές πόλεις,
όπως τη λάρισα, τον Άτραγα, τη Φάλαννα, μέσα από
τους αναθηματικούς ναΐσκους της και τις επιγραφές
ιερειών και μυστών της61. οι προσφεύγοντες σε αυτή
ικετεύουν, εκλιπαρούν ή και ευχαριστούν για την εύνοια της και την ανταπόδοση κάποιας μορφής «σωτηρίας»62.
Με ποιο άλλο τρόπο, εκτός των αναθημάτων, εκδηλώνονταν οι προσωπικές ανάγκες των πιστών στο
ιερό μας και ποιες «τελετές και καθαρμοί» τυχόν πραγματοποιούνταν σε αυτό είναι θέμα υπό μελέτη. ας ελπίσουμε ότι στο άμεσο μέλλον, η μεγαλόπρεπη αυτή
γυναικεία θεότητα με τις πολλές ιδιότητες, η κυρίαρχος της φύσης και ρυθμιστής της κοσμικής αρμονίας,
η προστάτρια της πόλης αλλά και του οίκου, η αυστηρή και συνάμα τρυφερή Μητέρα θα μας επιτρέψει
να αποκρυπτογραφήσουμε και να κατανοήσουμε
κάπως καλύτερα κάποια από τα τελετουργικά δρώμενα που λάμβαναν χώρα στο ιερό της Φαρσάλου.
ςτ. ΚαταΚουτα
ιε΄ επΚα
Βιβλιογραφία
ΒαΒριτςας, α. 1973. ανασκαφή Μεσημβρίας θράκης, ΠΑΕ 1973, 70-82.
Βαςιλοπουλου, Β. - δ. ςταΜατελοπουλου 2010. h ποτνία ως ιδέα. από τον βαβυλώνιο πόσι και τη μυκηναία po-ti-nija στη φρυγική Κυβέλη, στο Βάσκανος οφθαλμός. Σύμβολα μαγείας από ιδιωτικές αρχαιολογικές συλλογές, αθήνα, 117-130.
Béquignon, y. 1970. RE Suppl. Xii, λ. pharsalos.
Βερδελης, ν.Μ. 1950-51. Χαλκή τεφροδόχος κάλπις εκ Φαρσάλων, ΑΕ, 80-105.
Βερδελης, ν.Μ. 1951. Ἀνασκαφικαὶ ἔρευναι ἐν θεσσαλίᾳ, Β. Ἀνασκαφὴ Φαρσάλου, ΠΑΕ, 154-163.
Βερδελης, ν.Μ. 1952. Ἀνασκαφικαὶ ἔρευναι ἐν θεσσαλίᾳ, Β. Ἀνασκαφὴ Φαρσάλων, ΠΑΕ, 185-204.
Βερδελης, ν.Μ. 1953. Ἀνασκαφικαὶ ἔρευναι ἐν θεσσαλίᾳ, Β. Ἀνασκαφὴ Φαρσάλου, ΠΑΕ, 127-132.
Βερδελης, ν.Μ. 1954. Ἀνασκαφὴ Φαρσάλου, ΠΑΕ, 153-159.
Βερδελης, ν.Μ. 1955. Ἀνασκαφὴ Φαρσάλου, ΠΑΕ, 140-146.
ΒιΚελα, ε. 2001. η φρυγική μητέρα θεά από την ανατολή στην ελλάδα. προσλήψεις και μεταπλάσεις, ΑΕ , 41-71.
60. πρόκειται για τυχαίο εύρημα, διαστάσεων 47,5 × 39,5 ×
15 εκ., με αριθμό καταγραφής αρχαιολογικής ςυλλογής
Φαρσάλων Φ 43. η θεά εικονίζεται στον γνωστό τύπο
της ένθρονης, με χειριδωτό χιτώνα και ιμάτιο. Με το δεξί
της χέρι κρατά φιάλη, ενώ με το αριστερό υψωμένο σκήπτρο, που δεν σώζεται καθώς θα ήταν από άλλο υλικό,
μάλλον μέταλλο. ςτο κεφάλι φορά πόλο και πατά σε υποπόδιο. ςτα δεξιά της παραστέκεται λιοντάρι. ο ναΐσκος
φέρει σπασίματα και αποκρούσεις κατά τόπους. Με
αφορμή την ανεύρεση στον πειραιά και τη θάσο, όπου
η λατρεία της Κυβέλης κατείχε σημαντική θέση, ανάγλυ-
φων ναΐσκων αλλά και αγαλματίων της σε τυχαίες θέσεις
εκτός των ιερών της, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι τα αντικείμενα αυτά πέρα από αναθήματα στα Μητρώα λειτουργούσαν και ως λατρευτικές «εικόνες» της θεάς, ώστε
να εξασφαλίζεται η παρουσία της στα πλαίσια της ιδιωτικής λατρείας, βλ. πετροΧειλος 1992, 42-47· holtzMann 1994, 131-132.
61. heinz 1998, 83, 143-144, 334-337.
62. Για τις προσωπικές ανάγκες που ικανοποιούνταν μέσω
των μυστηριακών λατρειών βλ. Burkert 1997, 27-46.
πηλινΑ πλΑΚιδιΑ ΤηΣ μηΤερΑΣ Των θεων - ΚΥβεληΣ ΑπΟ ΤΟ ιερΟ ΤηΣ φΑρΣΑλΟΥ
Burkert, w. 1997. Μυστηριακές λατρείες της αρχαιότητας, αθήνα.
Burr thoMpSon, D. 1963. Suppl. Monograph 3. Troy. The Terracotta Figurines of the Hellenistic Period, new jersey.
chrySSanthaki-nagle, k. 2006. les protomés el les protomés-bustes féminines de Macédoine et de thrace revisitées;
l’exemple des protomés-bustes de la maison à de tragilos, RA 1, 3-31.
δaΦΦα-νιΚονaνου, α. 1973. Θεσσαλικά ιερά Δήμητρος και κοροπλαστικά αναθήματα, Βόλος.
Dietz S. - M. StaVropoulou-gatSi (επιμ.) 2011. Kalydon in Aetolia I. Reports and Studies. Danish/Greek Field Work 20012005, aarhus.
Decourt j.-c. 1995. Études Epigraphiques 3. Inscriptions de Thessalie i. Les cités de la vallée de l’Enipeus, paris.
Decourt j.-c. - t. nielSen - B. helly 2004. thessalia and adjacent regions, στο M. ηanSen - th. nielSen (επιμ.), An
Inventory of Αrchaic and Classical Poleis, oxford, 676-731.
δεςπiνης, Γ. 1974. Συμβολή στη μελέτη του έργου του Αγοράκριτου, αθήνα.
δουλΓeρη-ιντζεςiλοΓλου, α. 1997. «Κλειστό» σύνολο φεραϊκής κεραμικής ελληνιστικής εποχής από σωστική ανασκαφή
στο οικόπεδο θ. ντόντου στο Βελεστίνο, στo Πρακτικά Δ΄ Επιστημονικής Συνάντησης για την ελληνιστική κεραμική.
Χρονολογικά προβλήματα, κλειστά σύνολα-εργαστήρια, Μυτιλήνη Μάρτιος 1994, αθήνα, 59-78.
δουλΓeρη-ιντζεςiλοΓλου, α. 2004. ελληνιστική κεραμική Φερών: πρώτα αποτελέσματα και προοπτικές της έρευνας,
στo Πρακτικά ΣΤ΄ Επιστημονικής Συνάντησης για την ελληνιστική κεραμική, Βόλος 17-23/4/2000, αθήνα, 67-72.
δροyΓου, ςτ. 1997. Βεργίνα 1997. το Μητρώον, ΑΕΜΘ 11, 115-119. θεσσαλονίκη: απθ.
δροyΓου, ςτ. - ι. τουρaτςοΓλου 2000. το ιερό της Μητέρας των θεών στη Βεργίνα. νομισματικές ενδείξεις και κεραμική, στο Οβολός 4. Το νόμισμα στο μακεδονικό χώρο. Πρακτικά Β΄ Επιστημονικής Συνάντησης, Θεσσαλονίκη, 1517/5/1998, θεσσαλονίκη, 307-319.
furtwängler, a. 1990. Demetrias, ein produktionsort “attischer’’ keramik?, στo Πρακτικά Β΄ Επιστημονικής Συνάντησης
για την ελληνιστική κεραμεική. Χρονολογικά προβλήματα της ελληνιστικής κεραμεικής, Ρόδος 22-25/3/1989, αθήνα, 4953.
heinz, M. 1998. Thessalische Votivstelen: epigraphische Auswertung, Typologie der Stelenformen, Ikonographie der Reliefs, ruhruniversität Bochum.
herMary, a. 2000. De la mère des dieux à cybèle et artémis: les ambiguités de l’iconographie grecque archaique, στο Αγαθός δαίμων. Μythes et Cultes. Etudes d’iconographie en l’honneur de Lilly Kahil (BCH Suppl. 38), 193-203.
herMary, a. 2000. les naiskoi votifs de Marseille, στο Les cultes des cités phochéennes, Actes du Colloque International Aix-enProvence, Marseille 4-5/6/1999 (études Massaliètes 6), 119-133.
holtzMann, B. 1994. Études Thasiennes XV. La sculpture de Thasos. Corpus des Reliefs i. Reliefs à thème divin, paris.
hornung-BerteMeS karin 2007. Demetrias 7. Terrakotten aus Demetrias, würzburg.
θεοΧαρης, δ. 1966. ΑΔ 21, Χρονικά, 254.
ιντζεςιλοΓλου, Μ. 1997. «Καλλίθηρα». Αρχαιολογικός και ιστορικός οδηγός μιας αρχαίας πόλης στο Καλλίθηρο (Σέκλιζα) Καρδίτσας, Καλλίθηρο.
Καραδεδος, Γ. 2007. Μελέτη αναστήλωσης-ανάδειξης του ιερού της Μητέρας των θεών αυτόχθονος στη λευκόπετρα
ημαθίας, ΑΕΜΘ 21, 115-122.
Καραπανου, ς. - ςτ. ΚαταΚουτα 2000. αγγεία με ειδική χρήση από τη Φάρσαλο, στο Ελληνιστική Κεραμική από τη Θεσσαλία, αθήνα, 112-131.
ΚαταΚουτα, ς. 2002. ΑΔ 56-59 (2001-2004), Χρονικά, 546-547.
Κοτταριδου, α. 1989. Βεργίνα 1989. ανασκαφή στο νεκροταφείο στα Βδ της αρχαίας πόλης, ΑΕΜΘ 3, 1-11.
langlotz, e. 1947. Pheidiasprobleme, frankfurt.
laVVa, S. 2001. Die Münzprägung Pharsalos, Saarbrücken.
λιλιΜπαΚη-αΚαΜατη, Μ. 2000. Το ιερό της Μητέρας των θεών και της Αφροδίτης στην Πέλλα, θεσσαλονίκη.
λουκάς, ι. 1986. Φλύα. Συμβολή στη μελέτη του αρχαίου Χαλανδρίου, αθήνα.
Milojćić, V. - D. theochariS 1976. Demetrias i, Bonn.
MitSopoulou, c. 2010. De nouveaux kernoi pour kernos… réévaluation et mise à jour de la recherche sur les vases de
culte éleusiniens, Kernos 23, 145-178.
Μπατζιου-ευςταθιου, α. 1996. δημητριάδα. ιστορικά στοιχεία - ίδρυση της πόλης, στο Αρχαία Δημητριάδα. Η διαδρομή
της στον χρόνο. Πρακτικά ημερίδας 9 Νοεμβρίου 1994, Βόλος, 11-46.
Μπατζιου-ευςταθιου, α. 2001. Δημητριάς, αθήνα.
Μπατζιου-ευςταθιου, α. - ε. ςΧιζα 2004. αποθέτες από το ανάκτορο δημητριάδος, στο Πρακτικά ΣΤ΄ Επιστημονικής
Συνάντησης για την ελληνιστική κεραμική, Βόλος 17-23/4/2000, αθήνα, 41-46.
Muller, a. 1996. Études Thasiennes XVii. Les terres cuites votives du Thesmophorion. De l’ atelier au sanctuaire, paris.
Σ. ΚΑΤΑΚΟΥΤΑ
Muller, a. 2000. Κοροπλαστική της θάσου: τελευταίες έρευνες. προτάσεις για ένα corpus μητρών κεραμικών προϊόντων της Μακεδονίας και θράκης, ΑΕΜΘ 14, 33-44.
Munn, M. 2006. The Mother of the Gods. Athens and the Tyranny of Asia, Berkeley.
nauMann, f. 1983. Die Ikonographie der Kybele in der phrygischen und der griechischen Kunst (IstMitt 28), tübingen.
νιΚολαου, ε. 2004. οι πήλινοι λύχνοι από το βόρειο νεκροταφείο της αρχαίας δημητριάδας, στο Πρακτικά ΣΤ΄ Επιστημονικής Συνάντησης για την ελληνιστική κεραμική, Βόλος 17-23/4/2000, αθήνα, 47-60.
παπαΚΩνςταντινου, Μ.-Φ. 2000. τα ελληνιστικά λυχνάρια του εχίνου, στο Πρακτικά Ε΄ Επιστημονικής Συνάντησης
για την ελληνιστική κεραμική. Χρονολογικά προβλήματα, κλειστά σύνολα-εργαστήρια, Χανιά 1997, αθήνα, 333-344.
παπαΚΩνςταντινου, Μ.-Φ. - α. δουλΓερη-ιντζεςιλοΓλου - ζ. ΜαλαΚαςιΩτη - ε. νιΚολαου 2004. λύχνοι Φερών,
εχίνου, Άλου, δημητριάδος: ανασκόπηση, κωδικοποίηση και αξιολόγηση των δεδομένων της μελέτης των τροχήλατων ελληνιστικών λύχνων από τέσσερις πόλεις του νοτιοανατολικού τμήματος της αρχαίας θεσσαλίας, στο Πρακτικά ΣΤ΄ Επιστημονικής Συνάντησης για την ελληνιστική κεραμική, Βόλος 17-23/4/2000, αθήνα, 609-618.
πετροΧειλος, ι. 1992. αναθηματικά γλυπτά της Κυβέλης από τον πειραιά, ΑΕ, 21-65.
reBer, k. 1983. ein silbernes kybelerelief aus eretria, AK 26, 2, 77-83.
reeDer, e. 1987. the Mother of the gods and a hellenistic Bronze Matrix, AJA 91, 423-440.
roller, l. 1999. In Search of God the Mother. The Cult of Anatolian Cybele, Βerkeley-los angeles.
rotroff, S. 1997. The Athenian Agora. XXiX. Hellenistic Pottery. Athenian and Imported Wheelmade Table Ware and Related Material, princeton.
SaBetai, V. (υπό εκτύπωση). female protomes from chaeroneia (Boeotia), στο ε. lafli - a. Muller (επιμ.), Figurines
de terre cuite en Méditerranée grecque et romaine: production, diffusion, iconographie et fonction. Actes du Colloque International d’ Izmir, Juin 2007 (BCH Suppl.).
Stählin, f. 1914. Pharsalos. Topographische und geschichltiche Untersuchungen über die Hauptstadt der Phthiotis, nürnberg.
τζιαΦαλιας, α. 1973-74. ΑΔ 29, Χρονικά, 578-579.
τζαναΒαρη, Κ. 2001. Μαρμάρινο αγαλμάτιο της Μητέρας των θεών, από την αρχαία λητή, στο Άγαλμα. Μελέτες για
την αρχαία πλαστική προς τιμήν του Γιώργου Δεσπίνη, θεσσαλονίκη, 363-375.
τριανταΦυλλος, δ. 1979. θράκη, στο Θησαυροί της Αρχαίας Μακεδονίας. Κατάλογος έκθεσης, Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, αθήνα, 99-108.
Vikela, e. 2001. Bemerkungen zur ikonographie und Bildtypologie der Meter-kybelereliefs: Vom phrygischen Vorbild
zur griechischen eigenständigkeit, AM 116, 67-123.
VerMaSeren, M. 1977. Cybele and Attis. The Myth and the Cult, london.
VerMaSeren, M., Corpus Cultus Cybelae Attidisque i (1987), ii (1982), iii (1977), iV (1978), V (1986), Vi (1989), Vii
(1977).
SuMMary
terracotta plaqueS of the Mother of the goDS-kyBele
froM a Sanctuary in pharSala
Stella katakouta
the study presents four similar terracotta relief plaques with representation of the Mother of the
gods-kybele, from which only one has been restored. the goddess is depicted enthroned within an
ionic naiskos, holding a sceptre in her upraised right hand and a tympanon in her left. a lion cub
rests at her lap, while a second lion stands to her right. the plaques were found in a space that is
identified with public cult of ancient pharsala, together with black-glaze vases with ‘west Slope’ decoration, two kernoi and a number of female figurines, outstanding among which are the protomes,
which are believed to represent dedicators. the group is dated to the hellenistic period (3rd to 1st
half of 2nd c. Bc).