Academia.eduAcademia.edu

DChAE 39 2018 Strati

ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Δ΄ ΤΟΜΟΣ ΛΘ΄ ΑΘΗΝΑ 2018 © ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ © ΤΗΕ CHRISTIAN ARCHAEOLOGICAL SOCIETY To Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας (ΔΧΑΕ) εκδίδεται και ηλεκτρονικά: http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/deltion e-ISSN 2241-2190 The Deltion of the Christian Archaeological Society (DChAE) is also published on line: http://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/deltion e-ISSN 2241-2190 Το Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας είναι πιστοποιημένο στην Clarivate Analytics και στην ERIH PLUS. The Deltion of the Christian Archaeological Society has been indexed in Clarivate Analytics and in ERIH PLUS. Υπεύθυνοι έκδοσης του τόμου ΛΘ΄ (2018) Editors of the volume 39 (2018) ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ-ΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΙΘΑ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ MARIA PANAYOTIDI-KESISOGLOU IOANNA BITHA MILTIADIS POLYVIOU Φιλολογική και εκδοτική επιμέλεια Editing and proofreading ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΠΟΥΛΗΣ SOCRATIS POULIS Καλλιτεχνική επιμέλεια Art editing ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΠΟΥΛΗΣ ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΙΘΑ SOCRATIS POULIS IOANNA BITHA Σχεδιασμός εξωφύλλου (2017) Cover design (2017) ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ SOTIRIS PAPADIMAS Έλεγχος αγγλικών κειμένων Editing of English texts ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΕΛΒΑΝΙ NICHOLAS MELVANI Υποστήριξη ηλεκτρονικής πλατφόρμας ΔΧΑΕ e-Publishing platform admin ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΧΡΥΣΟΒΙΤΣΑΝΟΣ GERASIMOS CHRYSOVITSANOS Γραμματειακή υποστήριξη Secretarial support ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΑΛΛΑ IOANNA BALLA Παραγωγή Production ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΠΙΝΙΑ ΑΝΤΩΝΗΣ ΕΥΑΓ. ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΣ & ΣΙΑ Ο.Ε. GRAPHIC ARTS ANTONIS EVAG. BOULOUCOS & COM. S.A. Έδρα: Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, Βασ. Σοφίας 22, Αθήνα 106 75 e-mail: [email protected] www.chae.gr ISSN 1105-5758 Head office: Byzantine and Christian Museum, 22 Vass. Sophias, GR-106 75 Athens e-mail: [email protected] www.chae.gr ISSN 1105-5758 Με την ευγενική υποστήριξη: ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ With the kind support of: MINISTRY OF CULTURE AND SPORTS ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Δ΄ ΤΟΜΟΣ ΛΘ΄ 2018 DELTION OF THE CHRISTIAN ARCHAEOLOGICAL SOCIETY SERIES 4 VOLUME 39 2018 ATHENS 2018 ΔΕΛΤΙΟΝ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Δ΄ ΤΟΜΟΣ ΛΘ΄ 2018 ΑΘΗΝΑ 2018 EDITORIAL BOARD DEMETRIOS ATHANASOULIS ANASTASSIOS ANTONARAS OLGA VASSI MARIA KAZANAKI-LAPPA SOPHIA KALOPISSI-VERTI ANGELIKI KATSIOTI STAVROS MAMALOUKOS IOANNA BITHA GEORGIOS PALLIS MARIA PANAYOTIDI-KESISOGLOU MILTIADIS POLYVIOU INTERNATIONAL EDITORIAL ADVISORY BOARD PANAYOTIS L. VOCOTOPOULOS, Academy of Athens ANTHONY CUTLER, University of Pennsylvania RAFFAELLA FARIOLI-CAMPANATI, Università degli Studi di Bologna NANCY PATTERSON ŠEVČENKO, Independent scholar JEAN-PIERRE SODINI, Université Paris I, Panthéon-Sorbonne MARICA ŠUPUT, University of Belgrade EDITORS OF THE VOLUME 39 (2018) MARIA PANAYOTIDI-KESISOGLOU IOANNA BITHA MILTIADIS POLYVIOU ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΔΟΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΑΝΤΩΝΑΡΑΣ ΟΛΓΑ ΒΑΣΣΗ ΜΑΡΙΑ KAZANΑΚΗ-ΛΑΠΠΑ ΣΟΦΙΑ ΚΑΛΟΠΙΣΗ-ΒΕΡΤΗ ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΑΤΣΙΩΤΗ ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΑΜΑΛΟΥΚΟΣ ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΙΘΑ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΛΛΗΣ ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ-ΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ ΔΙΕΘΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Λ. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ, Ακαδημία Αθηνών ANTHONY CUTLER, University of Pennsylvania RAFFAELLA FARIOLI-CAMPANATI, Università degli Studi di Bologna NANCY PATTERSON ŠEVČENKO, Ανεξάρτητη ερευνήτρια JEAN-PIERRE SODINI, Université Paris I, Panthéon-Sorbonne MARICA ŠUPUT, Πανεπιστήμιο Βελιγραδίου ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΕΚΔΟΣΗΣ ΤΟΥ ΤΟΜΟΥ ΛΘ΄ (2018) ΜΑΡΙΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ-ΚΕΣΙΣΟΓΛΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΜΠΙΘΑ ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΟΛΥΒΙΟΥ Ο ΛΘ΄ ΤΟΜΟΣ ΤΟΥ ΔΕΛΤΙΟΥ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΑΦΙΕΡΩΝΕΤΑΙ ΣΤΗ ΜNHΜΗ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ (1933-2016) THE 39TH VOLUME OF THE DELTION OF THE CHRISTIAN ARCHAEOLOGICAL SOCIETY IS DEDICATED IN THE MEMORY OF CHARALAMBOS BOURAS (1933-2016) ΠΡΟ Λ Ο ΓΙ Κ Ο Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α Ο Χαράλαμπος Μπούρας, γνωστός για την πρωτοποριακή του δράση στον τομέα της αναστήλωσης κορυφαίων μνημείων της αρχαιότητας, έτρεφε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και αγάπη για τον πολιτισμό του Βυζαντίου, όπως φαίνεται ήδη από τις δύο διατριβές του, για τις πόρτες και τα παράθυρα στη βυζαντινή αρχιτεκτονική, που εκπόνησε στο Παρίσι, και για τα βυζαντινά σταυροθόλια με νευρώσεις, που υποστήριξε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, καθώς και από τις περισσότερες μελέτες του, μονογραφίες και άρθρα. Μελέτησε σε βάθος θέματα τόσο της κοσμικής όσο και της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής, δίνοντας πάντα έμφαση στην ιστορική τεκμηρίωση. Ασχολήθηκε τόσο με κορυφαία μνημεία (Νέα Μονή Χίου, Όσιος Λουκάς) όσο και με σύνολα κατά περιοχές (Αθήνα, Αττική) και εποχές (12ος αιώνας). Μελέτησε επίσης τη βυζαντινή γλυπτική. Ιδιαίτερη ήταν η φροντίδα του για τη συστηματική έρευνα και παρουσίαση των αρχιτεκτονικών μνημείων μετά την Άλωση, όπως φαίνεται από τη σειρά που εγκαινίασε και επιμελήθηκε. Ο Χαράλαμπος Μπούρας, στη μνήμη του οποίου με πολλή συγκίνηση αφιερώνουμε τον παρόντα τόμο, χρημάτισε Γενικός Γραμματέας της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας από το 1979 έως το 2003. Με το ήθος και το επιστημονικό του κύρος και σε στενή πάντα συνεργασία με τους προέδρους Μανόλη Χατζηδάκη (†1998) και Γεώργιο Γαλάβαρη (†2003), αποτέλεσε βασικό πυλώνα της Εταιρείας στη σύγχρονη περίοδο της δράσης της. Πρωτεργάτης και συνιδρυτής, μαζί με τον Μανόλη Χατζηδάκη, του ετήσιου Συμποσίου της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης και Αρχαιολογίας από το 1981, στήριξε τον θεσμό για πάνω από 20 χρόνια επιστημονικά και διοικητικά θέτοντας στέρεες βάσεις για την καθιέρωσή του και την αδιάλειπτη συνέχισή του ώς σήμερα. Σταθερά από το 1988 καθιερώθηκε το ειδικό θέμα που έδωσε στο Συμπόσιο άλλη διάσταση και πιο συγκεκριμένους στόχους. Ο Χαράλαμπος Μπούρας συμμετείχε σχεδόν κάθε χρόνο με ανακοίνωση στο Συμπόσιο και κυρίως συμμετείχε ενεργά και κριτικά στις συζητήσεις. Η συνεχής παρουσία του και οι παρατηρήσεις του, αυστηρές αλλά πάντα καίριες, αποτελούσαν ασφάλεια για την τήρηση του επιστημονικού επιπέδου των συνεδριών. Τον Μάιο του 2016, παρόλη τη σοβαρή ασθένειά του, παρακολούθησε τις εργασίες του 36ου Συμποσίου και προήδρευσε, μάλιστα, στην απογευματινή συνεδρίαση της ημερίδας. Έφυγε από τη ζωή δύο μήνες αργότερα. Η Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία τίμησε τη μνήμη του αφιερώνοντάς του το επόμενο, 37ο Συμπόσιο (12-14 Μαΐου 2017), με ειδικό επιστημονικό θέμα «Η βυζαντινή και μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική: από τον σχεδιασμό στην εφαρμογή», στο οποίο συμμετείχαν μαθητές του, νεότεροι συνάδελφοί του και άλλοι Έλληνες και ξένοι επιστήμονες με έξι εισηγήσεις και 23 ανακοινώσεις. Πρόθυμος για κάθε είδους δουλειά, επιστημονική και διοικητική, και δίνοντας προτεραιότητα στην ουσία της επιστημονικής συμβολής, ο Μπούρας στήριξε το Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας επί 20 και πλέον χρόνια προσδίδοντάς του, σε αγαστή πάντα συνεργασία με τον εκάστοτε πρόεδρο, το κύρος ενός εξειδικευμένου επιστημονικού περιοδικού. Αυστηρός κριτής στις υπό δημοσίευση μελέτες που αναλάμβανε να αξιολογήσει, έγραφε χειρόγραφα τις λεπτομερείς παρατηρήσεις του με βασικό στόχο τη διδαχή των νεότερων ερευνητών και τη βελτίωση της ελληνικής επιστημονικής παραγωγής. Επιδίωξή του ήταν η τακτική ετήσια έκδοση του Δελτίου, πράγμα που τηρείται ανελλιπώς από το 2000 με πολλή προσπάθεια και μόχθο από τα μέλη των εκάστοτε Διοικητικών Συμβουλίων. Αφοσιωμένος στο επιστημονικό του έργο συνέχισε να εργάζεται και να δημοσιεύει ώς το τέλος. Στους τόμους του Δελτίου έχουν συμπεριληφθεί 26 άρθρα του, πέντε των οποίων στα αγγλικά. Το πρώτο, για την X ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ αρχιτεκτονική της Επισκοπής Σκύρου, δημοσιεύτηκε το 1960-1961 και το τελευταίο, για το νοτιοανατολικό κτήριο της μονής Οσίου Λουκά, το 2014, μόλις δύο χρόνια πριν από τον θάνατό του. Μέσα από τις σελίδες του Δελτίου υπηρέτησε την επιστημονική έρευνα για 55 σχεδόν χρόνια. Οι δημοσιευμένες στο Δελτίον μελέτες του, που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων ‒ναοδομία, κοσμική αρχιτεκτονική, πολεοδομία, γλυπτική, ζητήματα κατασκευαστικά‒ και εκτείνονται από την παλαιοχριστιανική έως την υστεροβυζαντινή περίοδο, αποτελούν υπόδειγμα για τις νεότερες γενιές επιστημόνων. Λιτός και ουσιαστικός, ο Μπούρας συνέβαλε καθοριστικά στο επιστημονικό κύρος της Εταιρείας με το υποδειγματικό ήθος, την αφοσίωση στους στόχους, την επιστημονική και διοικητική του προσφορά. Σεμνός και ανιδιοτελής επιστήμων απεχθανόταν κάθε είδος προσωπικής προβολής. Μετά την αποχώρησή του από τη θέση του γενικού γραμματέα και από το Διοικητικό Συμβούλιο δεν φείσθηκε ποτέ κόπου και χρόνου προκειμένου να σταθεί αρωγός και να συμβάλει στο επιστημονικό έργο της Εταιρείας. Μικρό αντίδωρο από την πλευρά της Εταιρείας αποτελεί η αφιέρωση του παρόντος τόμου στη μνήμη του, με ευγνωμοσύνη για όσα επί μακρόν της προσέφερε και με σεβασμό για την επιστημονική του παρακαταθήκη προς τους νεότερους. Ο τόμος αποτελείται από τρεις ενότητες. Η πρώτη περιλαμβάνει βιογραφικό σημείωμα του Χαράλαμπου Μπούρα, προσφορά στον εκλιπόντα από τον στενό του φίλο και συχνά συνοδοιπόρο του στις αρχαιολογικές επισκέψεις, τον ακαδημαϊκό Παναγιώτη Λ. Βοκοτόπουλο. Ακολουθεί άρθρο των Ναταλία Μπούρα και Αλίκη Τσίργιαλου, που αναφέρεται στην πολύτιμη δωρεά προς το Μουσείο Μπενάκη και το επιστημονικό κοινό του φωτογραφικού και σχεδιαστικού αρχείου του Χαράλαμπου Μπούρα, που ο ίδιος δημιούργησε και κατέταξε συστηματικά και πρωτοποριακά από τα πρώτα χρόνια της επιστημονικής του σταδιοδρομίας. Στη συνέχεια παρατίθεται η εργογραφία του τιμωμένου, που ευγενώς μας παρεχώρησε ο ακαδημαϊκός Μανόλης Κορρές και επιμελήθηκε η επίτιμη έφορος αρχαιοτήτων Μαρία Καζανάκη-Λάππα, με τη συμβολή της Κορνηλίας Χατζηασλάνη-Μπούρα. Η πρώτη αυτή ενότητα κλείνει με τη μελέτη ενός από τους πρώτους και άξιους μαθητές του, του ακαδημαϊκού Μανόλη Κορρέ, στην οποία αντικατοπτρίζεται η προσωπικότητα του Χαράλαμπου Μπούρα. Παρά την αγάπη του προς τα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του Βυζαντίου, ο Μπούρας είχε στραμμένο πάντα με θαυμασμό το βλέμμα του στην κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα. Η δεύτερη ενότητα του τόμου περιλαμβάνει 27 συμβολές που αναφέρονται σε θέματα αρχιτεκτονικής, πολεοδομίας, οχυρωματικής, ζωγραφικής και μικροτεχνίας. Οι συμβολές της πρώτης ενότητας και πολλές από τις μελέτες της δεύτερης έχουν παρουσιαστεί στο 37ο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης και Αρχαιολογίας (Μάιος 2017) που ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του Χαράλαμπου Μπούρα. Τέλος, στην τρίτη ενότητα του τόμου εγκαινιάζεται το νέο τμήμα του Δελτίου, οι βιβλιοπαρουσιάσεις, που ήταν ένας στόχος του Χαράλαμπου Μπούρα. Στην τελευταία Γενική Συνέλευση της Εταιρείας, που ήταν παρών, είχε εκφράσει και πάλι την επιθυμία του αυτή. Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου και της Εκδοτικής Επιτροπής, Η Πρόεδρος της ΧΑΕ Η Γενική Γραμματέας της ΧΑΕ Σοφία Καλοπίση-Βέρτη Μαρία Παναγιωτίδη-Κεσίσογλου Ομότιμη Καθηγήτρια Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Ομότιμη Καθηγήτρια Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) XI ΠΕΡΙΕ Χ Ο Μ Ε Ν Α / C O N T E N T S ΣυντομογραφιεΣ / AbbreviAtions . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΠαναγιωτηΣ Λ. ΒοκοτοΠουΛοΣ, Χαράλαμπος Mπούρας, 17 Ἰουλίου 1933 ‒ XVII 27 Ἰουλίου 2016 . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 1-4 ΔημοΣιευματα του ΧαραΛαμΠου μΠουρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 5-15 ναταΛια μΠουρα – αΛικη τΣιργιαΛου, Το αρχείο του Χαράλαμπου Μπούρα στο Μουσείο Μπενάκη: Η γνωστή και άγνωστη πλευρά του αρχιτέκτονα και η φωτογραφική ματιά ενός βυζαντινολόγου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 17-28 μανοΛηΣ κορρεΣ, Αναχρησιμοποίηση λίθων. Ναός Παναγίας Γοργοεπηκόου . . . . . . . . 29-66 γεωργιοΣ ΒεΛενηΣ, Έμπνευση και δημιουργία στη βυζαντινή αρχιτεκτονική . . . . . . . . . . 67-80 GeorGios velenis, Inspiration and creation in Byzantine architecture . . . . . . . . . . . . . . . 81-82 ΣταυροΣ μαμαΛουκοΣ, Από τον σχεδιασμό στην κατασκευή: Ζητήματα εφαρμογής στη βυζαντινή αρχιτεκτονική . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . stAvros MAMAloukos, From design to construction: Aspects of implementation in Byzantine architecture . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ιωαννηΣ ΘεοΧαρηΣ, Οι πηγές του μαρμάρου στην Αθήνα κατά την ύστερη αρχαιότητα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . YiAnnis theochAris, The marble sources in Athens during Late Antiquity . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . nikos tsivikis, Architectural planning and building practices at the Basilica 83-96 96-98 99-109 110 of the Theater in Messene . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 111-122 νικοΣ τΣιΒικηΣ, Στοιχεία αρχιτεκτονικού σχεδιασμού και οικοδομικές πρακτικές στη βασιλική του Θεάτρου της Μεσσήνης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 123-124 AlessAndrA ricci, A resilient landscape: The land walls of Constantinople and their surroundings . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . AlessAndrA ricci, Ένα ανθεκτικό τοπίο: Τα τείχη της Κωνσταντινούπολης και τα περίχωρά τους . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) 125-137 137-138 XIII ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ olGA etinhof, Once more on the Blachernae tradition in Old Russia . . . . . . . . . . . . . . . . . olGA etinhof, Σχετικά με την παράδοση των Βλαχερνών στη Ρωσία . . . . . . . . . . . . . . εΛευΘερια ΒοΛτυρακη, ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος (Σώτειρα του Κοττάκη) στην Αθήνα. Νεότερα στοιχεία και παρατηρήσεις . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . eleftheriA voltYrAki, The church of the Transfiguration of Christ (‘Soteira tou Kottaki’) in Athens. Recent observations and conclusions . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . kliMis AslAnidis, Early Christian architecture as a source of inspiration 139-151 151-152 153-165 165-166 for eleventh century churches on the Aegean islands . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 167-177 κΛημηΣ αΣΛανιΔηΣ, Η παλαιοχριστιανική αρχιτεκτονική ως πηγή έμπνευσης για ναούς του 11ου αιώνα στα νησιά του Αιγαίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 177-178 christinA PinAtsi, Some remarks on the sculpted decoration and the templon of the katholikon of Hagia Moni in Areia, Nauplion . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΧριΣτινα ΠινατΣη, Παρατηρήσεις στον γλυπτό διάκοσμο και το τέμπλο του καθολικού της Αγίας Μονής Αρείας Ναυπλίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ioAnnA stoufi-PouliMenou, Regarding the dating of the church of the Panagia Gorgoepekoos in Athens . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ιωαννα Στουφη-ΠουΛημενου, Σχετικά με τη χρονολόγηση της Παναγίας Γοργοεπηκόου στην Αθήνα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . μιΧαΛηΣ καΠΠαΣ, Νεότερα για τον ναό του Άι Στράτηγου (Ταξιάρχη) παρά την Καστάνια της Μεσσηνιακής Μάνης . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MichAlis kAPPAs, New evidence about the Ai-Stratigos church (Taxiarchis) near the village of Kastania in the Messenian Mani . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MAricA ŠuPut, The katholikon churches of the monasteries of Hopovo and Papraća and their place in Post-Byzantine architecture . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MAricA ŠuPut, Τα καθολικά των μονών Hopovo και Papraća 179-192 193-194 195-205 205-206 207-223 223-224 225-235 και η θέση τους στη μεταβυζαντινή αρχιτεκτονική . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 235-236 ΣωτηρηΣ ΒογιατζηΣ, Τρούλλοι με δεκαεξάπλευρο τύμπανο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . sotiris voYAdjis, Domes with sixteen-faceted drums . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 237-248 αννα μιΣαηΛιΔου, Ο πύργος στο Πιτυός της Χίου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 251-267 AnnA MissAilidis, The Tower of Pityos in Chios . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 267-268 μιΛτοΣ ΠοΛυΒιου, Η τυπολογία των συνεπτυγμένων αθωνικών ναών στο Πήλιο κατά την όψιμη τουρκοκρατία (1700-1881) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MiltiAdis PolYviou, The typology of condensed Athonite churches of Pelion during the Late Ottoman domination (1700-1881) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . XIV 249-250 269-279 280 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ κωνΣταντινοΣ Θ. ραΠτηΣ, Αχειροποίητος Θεσσαλονίκης: μια επανεξέταση των αφιερωματικών επιγραφών στα ψηφιδωτά του τριβήλου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 281-295 κonstAntinos th. rAPtis, Αcheiropoietos Basilica, Thessaloniki: Re-examining the dedicatory inscriptions of the mosaics that adorn the tribelon intradoses . . . . . . 295-296 AnnA ZAkhArovA, Images of Saints in the wall paintings of Saint Sophia in Kiev . . . . . . AnnA ZAkhArovA, Απεικονίσεις αγίων στις τοιχογραφίες της Αγίας Σοφίας στο Κίεβο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . οΛγα ΒαΣΣη, Ο παλαιολόγειος ναός της Παναγίας Αγρελωπούσαινας στη Χίο: η μνημειακή ζωγραφική . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . olGA vAssi, The Palaiologan church of Panagia Agrelopoussena on Chios: its monumental painting . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 297-308 309-310 311-327 327-328 ΘεοΔωρα ιωαννιΔου, Εντοπισμοί, διορθώσεις και νέες αναγνώσεις (κτητορικών) επιγραφών σε ναούς, που εικονογραφεί το εργαστήριο του κρητικού ζωγράφου Ιω(άννου) Παγωμένου (πρώτο μισό του 14ου αιώνα) . . . . . . . . . . . . . . . . . . 329-344 theodorA ioAnnidou, Corrections and new readings of foundation inscriptions in churches painted by the workshop of the Cretan painter Ioannis Pagomenos (first half of the 14th century) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . μαιρη αΣΠρα-ΒαρΔαΒακη, Η λατρευτική εικόνα του πρωτομάρτυρα Στεφάνου στη μονή του Σινά . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MArY AsPrA-vArdAvAki, The devotional icon of Saint Stephen the Deacon at Sinai . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . μυρταΛη αΧειμαΣτου-Ποταμιανου, Παναγία Οδηγήτρια και Τρεις Ιεράρχες. Αμφιπρόσωπη εικόνα του Βυζαντινού Μουσείου Αθηνών . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . MYrtAli AcheiMAstou-PotAMiAnou, The Panagia Hodegetria and the Three 345-346 347-354 355-356 357-372 Hierarchs. A two-sided icon of the Byzantine Museum of Athens . . . . . . . . . . . . . . . . . . 373-374 ε. ν. τΣιγαριΔαΣ, Αμφίγραπτη εικόνα στο Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς . . . . . . . . . . 375-385 e. n. tsiGAridAs, Double-sided icon in the Byzantine Museum of Kastoria . . . . . . . . . 386 αΛεξανΔροΣ αναγνωΣτοΠουΛοΣ, Εικόνα του Χριστού Μεγάλου Αρχιερέα στη μονή Ρουσάνου Μετεώρων αποδιδόμενη στον Θεοφάνη τον Κρήτα . . . . . . . . . . . AlexAndros AnAGnostoPoulos, Icon of Christ as Great High Priest in the Monastery of Rousanou at Meteora attributed to Theophanes the Cretan . . . . . . αγγεΛικη Στρατη, Η ζωγραφική του Δαβίδ του Σελενιτσιώτη στον ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Καστοριά (1727). Σχόλια και παρατηρήσεις . . . . . . . . . AnGeliki strAti, La pittura di David Selenitsiotis nella chiesa di San Giovanni Battista a Kastoria (1727). Commenti e osservazioni . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) 387-396 397-398 399-413 413-414 XV ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ναυΣικα ΠανΣεΛηνου, Τρίπτυχο με την παράσταση της Παναγίας Ρόδον το Αμάραντον και αγίων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . nAfsikA PAnselinou, Triptych with representation of the Virgin the Unwithering Rose and Saints . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ΔημητριοΣ ΛιακοΣ, Παρατηρήσεις σε παναγιάρια της Μονής Βατοπεδίου (14ος-16ος αιώνες) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . diMitris liAkos, Observations on the Panagiaria of Vatopedi (14th-16th century) . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . αναΣταΣια κουμουΣη, Η λειψανοθήκη της κάρας του αποστόλου Ανδρέα και ο Θωμάς Παλαιολόγος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . AnAstAsiA kouMoussi, The head reliquary of the Apostle Andrew 415-425 425-426 427-437 437-438 439-452 and Thomas Palaiologos . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 453-454 ΠαρουΣιαΣειΣ ΒιΒΛιων . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 455-464 νανω ΧατζηΔακη, «Ε. Ν. Τσιγαρίδας, Καστοριά. Κέντρο ζωγραφικής την εποχή των Παλαιολόγων (1360-1450), Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2016» . . 455-457 αγγεΛικη ΣταυροΠουΛου, «Μυρτάλη Αχειμάστου-Ποταμιάνου, Οἰ τοιχογραφίες τοῦ ἔτους 1414 στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς τοῦ Βίκου στὸ Ζαγόρι τῆς Ἠπείρου, Ακαδημία Αθηνών ‒ Κέντρο Έρευνας της Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Τέχνης, Αθήνα 2017» . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 458-460 Σοφια καΛοΠιΣη-Βερτη ‒ μαρια ΠαναγιωτιΔη-κεΣιΣογΛου, «Tassos Papacostas and Maria Parani (eds), Discipuli dona ferentes. Glimpses of Byzantium in Honour of Marlia Mundell Mango (Βυζάντιος. Studies in Byzantine History and Civilization 11), Brepols Publishers, Turnhout, Belgium 2017» . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . XVI 461-464 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ / ABBREVIATIONS ΑΒΜΕ Ἀρχεῖον τῶν Βυζαντινῶν Μνημείων τῆς Ἑλλάδος ΑΔ / AD Αρχαιολογικόν Δελτίον ΑΕΜΘ / Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία AEMTh και στη Θράκη ΑΕυβΜ Ἀρχείον Εὐβοϊκῶν Μελετῶν AJA American Journal of Archaeology ΑΜ Mitteilungen des Deutschen Archäologischen Instituts, Athenische Abteilung BCH Bulletin de correspondance hellénique BSA Annual of the British School at Athens BSGRT Bibliotheca Scriptorum Graecorum et Romanorum Teubneriana BSR Papers of the British School at Rome ByzF Byzantinische Forschungen BZ Byzantinische Zeitschrift CahArch Cahiers Archéologiques CFHB Corpus fontium historiae byzantinae CorsiRav Corsi di cultura sull’arte ravennate e bizantina CSHB Corpus scriptorum historiae byzantinae ΔΧΑΕ / DChAE Δελτίον της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας DOP Dumbarton Oaks Papers ΕΕΒΣ Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν ΕΕΘΣΠΑ Επιστημονική Επετηρίδα Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών ΕΕΠΣΑΠΘ Επιστημονική Επετηρίς Πολυτεχνικής Σχολής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης EO Echos d’Orient ΙΕΕ Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018) IG JÖB JRS ΚρητΧρον ΛακΣπουδ LChrI LRCW ΝΕ OrChrAn ODB ΠΑΑ ΠΑΕ / PraktArchEt PG PLP Inscriptiones Graecae Jahrbuch der Österreichischen Byzantinistik Journal of Roman Studies Κρητικά Χρονικά Λακωνικαὶ Σπουδαί Lexikon der christlichen Ikonographie Late Roman Coarse Wares Νέος Ἑλληνομνήμων Orientalia christiana analecta The Oxford Dictionary of Byzantium Πρακτικὰ τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν Πρακτικὰ τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας Patrologiae cursus completus. Series Graeca Prosopographisches Lexikon der Palaiologenzeit PMFIA Papers and Monographs of the Finnish Institute at Athens ΠΧΑΕ Πρακτικὰ τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας REB Revue des études byzantines RIA Rivista dell’Istituto nazionale d’archeologia e storia dell’arte SEG Supplementum epigraphicum graecum Συμπόσιο ΧΑΕ Συμπόσιο της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πρόγραμμα και περιλήψεις εισηγήσεων και ανακοινώσεων TM Travaux et Mémoires ZLU Zbornik za likovne umetnosti ZPE Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik ZRVI Zbornik Radova Vizantološkog Instituta XVII Φωτογραφίζοντας τὴν Ἁγία Τριάδα τοῦ Μέρμπακα (Φωτ.: Π. Λ. Βοκοτόπουλος, 8 Ἰανουαρίου 1990). ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ MΠΟΥΡΑΣ 17 Ἰουλίου 1933 ‒ 27 Ἰουλίου 2016 Σ τὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1960 παρακολουθοῦσα τακτικὰ τὶς διαλέξεις ποὺ διοργάνωνε κάθε ἄνοιξη στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο ἡ Χριστιανικὴ Ἀρχαιολογικὴ Ἑταιρεία, πρὶν καθιερωθεῖ ἀπὸ τὸ 1980 τὸ ἐτήσιο Συμπόσιο Βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας καὶ Τέχνης. Πρόσεξα στὶς διαλέξεις ἐκεῖνες ἕναν νέο ἀκροατὴ μὲ εὐγενικὰ χαρακτηριστικά, ψηλό, λιγομίλητο, ποὺ παρακολουθοῦσε τὶς ὁμιλίες μὲ ἀμείωτο ἐνδιαφέρον. Ὁ ἀκροατὴς ἐκεῖνος ἦταν ὁ Χαράλαμπος Μπούρας, νεοδιορισμένος ἀρχιτέκτων τῆς Ἀναστηλώσεως. Δὲν θυμᾶμαι πῶς ἀκριβῶς ἔγινε ἡ γνωριμία μας, ἴσως στὸ ἀναγνωστήριο τῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας, τοῦ ὁποίου εἴμεθα τακτικοὶ θαμῶνες. Πολὺ σύντομα ἡ γνωριμία ἐξελίχθηκε σὲ στενὴ φιλία καὶ ἀλληλοεκτίμηση. Ὁ Χαράλαμπος Μπούρας εἶχε γεννηθεῖ στὶς 17 Ἰουλίου 1933 στὴν Πρέβεζα, ὅπου ὁ πατέρας του Θεόδωρος, καταγόμενος ἀπὸ τὸ Νησί (Μεσσήνη), ἦταν διευθυντὴς τοῦ Παραρτήματος τοῦ Γενικοῦ Χημείου τοῦ Κράτους. Ἡ μητέρα του Φραγκίσκη κατήγετο ἀπὸ τὴν Ἄνδρο. Ἦταν ὁ δεύτερος ἀπὸ τρία παιδιά· τὰ ἄλλα ἦταν κορίτσια. Δύο χρόνια ἀργότερα ὁ πατέρας του μετετέθη στὴν Χίο, ὅπου ὁ Μπάμπης μεγάλωσε καὶ ἔβγαλε τὸ Δημοτικὸ καὶ τὸ Γυμνάσιο. Τὸ 1952-1957 ἐσπούδασε ἀρχιτεκτονικὴ στὸ Ἐθνικὸ Μετσόβιο Πολυτεχνεῖο. Εὐτύχησε νὰ ἔχει ἐκεῖ καθηγητές, μεταξὺ ἄλλων, τὸν Ἀναστάσιο Ὀρλάνδο, τὸν Παναγιώτη Μιχελῆ, τὸν Δημήτρη Πικιώνη, τὸν Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, τὸν Δημήτριο Εὐαγγελίδη καὶ τὸν Ἀντώνιο Σῶχο. Ἀφοῦ ὑπηρέτησε τὴν στρατιωτική του θητεία ὡς ἔφεδρος ἀνθυπολοχαγὸς στὸ Μηχανικὸ τὸ 1957-1959, προσελήφθη τὸν Μάρτιο τοῦ 1960 στὴν μοναδικὴ τότε μόνιμη θέση ἀρχιτέκτονος τῆς Ἀναστηλώσεως, στὴν ὁποία εἶχε ἤδη ἐργασθεῖ ὡς σπουδαστὴς καὶ ὡς ἔκτακτος ἀρχιτέκτων. Ὑπὸ τὴν ἰδιότητα αὐτὴ συνέταξε μελέτες στερεώσεως καὶ ἀποκαταστάσεως πλήθους μνημείων, ἀρχαίων καὶ μεσαιωνικῶν, καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις ὀργάνωσε καὶ ἐπέβλεψε τὶς σχετικὲς ἐργασίες. Μετέσχε καὶ σὲ πολλὲς ἀνασκαφές, σπουδαιότερη ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἦταν ἡ ὑπὸ τὸν Ἰωάννη Παπαδημητρίου ἀνασκαφὴ τοῦ ἱεροῦ τῆς Ἀρτέμιδος στὴν Βραυρώνα. Τὸ 1962-1964 ὁ Μπούρας μετέβη μὲ ὑποτροφία τῆς γαλλικῆς κυβερνήσεως εἱς Ἑσπερίαν, κατὰ τὴν καθιερωμένη ἔκφραση, ὅπου παρηκολούθησε μαθήματα καὶ σεμινάρια τῶν André Grabar, Pierre Demargne καὶ Anatole Frolow στὴν École Pratique des Hautes Études, τὸ Collège de France καὶ τὸ Institut d’Art et d’Archéologie στὸ Παρίσι, καὶ ἐπραγματοποίησε πολλὰ ἐνημερωτικὰ ταξίδια στὴν Γαλλία καὶ ἄλλες χῶρες. Ἐξεπόνησε ἐκεῖ διδακτορικὴ διατριβὴ 3ου κύκλου γιὰ τὶς θύρες καὶ τὰ παράθυρα στὴν βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονική, ποὺ παρέμεινε δυστυχῶς ἀνέκδοτη. Λίγο μετὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴν Ἑλλάδα ὁ διευθυντὴς Ἀναστηλώσεως Εὐστάθιος Στίκας ἐτέθη σὲ διαθεσιμότητα καὶ τὴν διεύθυνση τῆς ὑπηρεσίας αὐτῆς ἐπωμίσθηκε γιὰ μερικοὺς μῆνες ὁ Μπάμπης. Εἶχα μόλις διορισθεῖ ἐπιμελητὴς Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων καὶ μοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία κατὰ τὴν πολύμηνη ἄσκησή μου νὰ ἐκτιμήσω τὴν ἐργατικότητα καὶ τὴν ἀντοχὴ τοῦ Μπάμπη. Μετὰ τὸ καθημερινό του ὡράριο παρέδιδε τὸ ἀπομεσήμερο στοὺς νέους ἐπιμελητὲς μαθήματα ἀρχιτεκτονικοῦ σχεδίου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα πολλοὶ ὠφελήθηκαν τὰ μέγιστα, ἐνῶ ἄλλοι, ὅπως ἐγώ, τὸ ἔριχναν στὴν πλάκα. Τὸν Ἰούνιο τοῦ 1965 ὁ Μπάμπης ὑπέβαλε ὑποψηφιότητα σὲ ἕδρα Ἱστορίας τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς ποὺ εἶχε προκηρυχθεῖ στὴν Πολυτεχνικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ἐκτὸς ἀπὸ τὰ πολυάριθμα ἄρθρα του εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ συγγράψει καὶ μονογραφία γιὰ τὰ σταυροθόλια μὲ νευρώσεις στὴν βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονική, ἡ ὁποία ὑποστηρίχθηκε στὴν Πολυτεχνικὴ Σχολὴ Θεσσαλονίκης ὡς ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 1-4 1 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Λ. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ διδακτορικὴ διατριβή, ἐγκρίθηκε μὲ τὸν βαθμὸ ἄριστα στὶς 9 Νοεμβρίου 1965 καὶ τυπώθηκε ἀπὸ τὸ Ταμεῖον Ἀρχαιολογικῶν Πόρων λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἐκλογή. Πρὶν καλὰ καλὰ κυκλοφορήσει, δημοσιεύθηκε ὄχι ἰδιαίτερα εὐμενὴς βιβλιοκρισία μὲ προφανῆ σκοπὸ νὰ ἐπηρεάσει δυσμενῶς τοὺς ἐκλέκτορες. Συντάκτης ἦταν παλαιὸς βυζαντινολόγος, ὑποψήφιος σὲ ἕδρα τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ὅπου ἡ ἐκλογὴ μποροῦσε νὰ ἐπηρεασθεῖ ἀπὸ τὸν Ὀρλάνδο. Ὁ Μπάμπης εἶχε φυσικὰ δυσφορήσει, εὐτυχῶς ὅμως ὅλα πῆγαν ὁμαλὰ καὶ στὶς 27 Ἀπριλίου 1966 ἐξελέγη καθηγητὴς ἐπὶ τριετεῖ θητείᾳ, ἐνῶ τρία χρόνια ἀργότερα ἡ ἕδρα μετετράπη σὲ τακτική. Στὴν Θεσσαλονίκη ὁ Μπάμπης στρώθηκε στὴν δουλειὰ μὲ τὴν συνήθη του μεθοδικότητα καὶ ἐργατικότητα. Θυμᾶμαι ὅτι περαστικὸς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη ἕνα χρόνο ἀργότερα, καθ’ ὁδὸν πρὸς τὸ Ἅγιον Ὄρος, πρόσεξα ὅτι τὸ μόνο φωτισμένο παράθυρο ἀργὰ τὴν νύχτα στὸ ἑπταώροφο κτήριο τῆς Πολυτεχνικῆς Σχολῆς ἦταν τοῦ γραφείου του. Ἤδη τὸ 1968 ἐξέδωσε σὲ δύο τόμους τὶς παραδόσεις του περὶ Ἱστορίας τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς. Δίδαξε ἐπὶ πλέον θέματα ἀναστηλώσεων καὶ ἀποκαταστάσεων μνημειακῶν συνόλων καθὼς καὶ ἀρχαιολογικῆς νομοθεσίας. Κατ’ ἀνάθεσιν ἐδίδαξε ἀρχιτεκτονικὸ σχέδιο καὶ ζωγραφική. Μὲ συνεργάτες τὴν Μαρία Καμπούρη, τὴν Λασκαρίνα Φιλιππίδου καὶ τὸν Γιῶργο Βελένη ἐδημιούργησε σύγχρονο σπουδαστήριο μὲ ἀρχεῖο μνημείων καὶ φωτοθήκη. Παράλληλα, συνέχιζε τὴν συγγραφική του δραστηριότητα. Τὸ 1967 ἐκυκλοφόρησε τὸ βιβλίο του γιὰ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ τῆς στοᾶς τῆς Βραυρῶνος, ποὺ ἄφησε ἐποχή. Κατὰ τὸ διάστημα τῆς θητείας τοῦ Μπάμπη στὸ Ἀριστοτέλειο, εἶχα τοποθετηθεῖ στὴν νεοσύστατη Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων Ἰωαννίνων, βλεπόμαστε ὅμως σχετικὰ συχνὰ καὶ ὀργανώσαμε καὶ περιοδεῖες σὲ μνημεῖα. Ἀπὸ ταξίδι στὴν Αἰτωλοακαρνανία καὶ τὴν Δυτικὴ Πελοπόννησο τὸ 1968 προέκυψαν ἄρθρα τοῦ Μπάμπη γιὰ τὸν Ἅγιο Στέφανο Ριβίου στὴν Ἀκαρνανία, τὴν Παλιοπαναγιὰ τῆς Μανωλάδος καὶ τὴν βασιλικὴ τῆς Ζούρτσας. Τοῦ εἶχα παραχωρήσει τὴν προτεραιότητα δημοσιεύσεως καὶ τοῦ μεσαιωνικοῦ Κάστρου τοῦ Καλάμου, μὲ τὸ ὁποῖο τελικῶς δὲν καταπιάσθηκε, ἐπειδὴ ἦταν ἀναγκαία ἡ συνεργασία μὲ τοπογράφο. Τὸ 1974 ὁ Μπούρας, ποὺ εἶχε ἐν τῷ μεταξὺ παντρευθεῖ τὴν ἀρχιτέκτονα Λασκαρίνα Φιλιππίδου, ἐξελέγη καθηγητὴς Ἱστορίας τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς στὴν ἕδρα τοῦ Ἐθνικοῦ Μετσοβίου Πολυτεχνείου, ποὺ εἶχε κενωθεῖ μετὰ τὴν συνταξιοδότηση τοῦ Δημητρίου Κωνσταντινίδη. Ἐδίδαξε στὸ Πολυτεχνεῖο ἐπὶ 25 συναπτὰ ἔτη, ἐπέβλεψε τὴν συγγραφὴ 28 διδακτορικῶν διατριβῶν, ὀργάνωσε Ἀρχεῖο Τεκμηριώσεως Μνημείων μὲ ἑκατοντάδες σχεδίων καὶ δεκάδες χιλιάδων φωτογραφιῶν, ἰδίως δικῶν του καὶ τῆς Λασκαρίνας, καθὼς καὶ μὲ συνεχῶς ἐνημερωνόμενα βιβλιογραφικὰ δελτία, τὰ ὁποῖα εἶχε ξεκινήσει ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, καὶ καθιέρωσε τὰ μαθήματα ἐμβαθύνσεως, ὅπως τὰ ἀπεκάλεσε, ὅπου κάθε Πέμπτη ἀπόγευμα καταξιωμένοι ἀλλὰ καὶ ἐκκολαπτόμενοι ἀρχιτέκτονες, πολεοδόμοι καὶ ἀρχαιολόγοι ἀναπτύσσουν ἕνα θέμα τῆς εἰδικότητός των καὶ ἀκολουθεῖ εὐρεῖα συζήτηση. Τὰ μαθήματα αὐτὰ κατόρθωσαν νὰ ἐπιβιώσουν μέσα ἀπὸ ἀμέτρητες κινητοποιήσεις καὶ καταλήψεις, καὶ συνεχίζονται μέχρι σήμερα. Ὁ Μπούρας φρόντισε νὰ ἐξασφαλίσει τὴν στελέχωση τοῦ κλάδου τῶν ἀναστηλωτῶν ἀρχιτεκτόνων μὲ τὴν ἀποστολὴ δεκάδων προικισμένων ἀποφοίτων γιὰ μεταπτυχιακὲς σπουδὲς σὲ ἀνώτατες σχολὲς τοῦ ἐξωτερικοῦ, ἰδίως στὸ York τῆς Ἀγγλίας, μὲ τὴν καθιέρωση μαθημάτων ἀποκαταστάσεως τῶν μνημείων καὶ διατηρήσεως τῶν συνόλων, καὶ τελικὰ μὲ τὴν ἵδρυση τὸ 1997 στὸ Πολυτεχνεῖο τοῦ πρώτου μεταπτυχιακοῦ προγράμματος προστασίας μνημείων καὶ συνόλων στὴν Ἑλλάδα. Ἔδωσε ἰδιαίτερη ὤθηση στὸν κάπως παραμελημένο κλάδο τῆς μεταβυζαντινῆς ναοδομίας μὲ τὴν ἔκδοση συναγωγῶν μελετῶν ὑπὸ τὸν γενικὸ τίτλο Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, ὅπου εἶχε τὴν γενικὴ ἐπιμέλεια καὶ συνέτασσε ὁ ἴδιος τὰ εὑρετήρια. Πέραν τῶν καθηκόντων του στὸ Πολυτεχνεῖο ἐδραστηριοποιεῖτο ἀνιδιοτελῶς σὲ πολλοὺς τομεῖς. Ἦταν ἡ ψυχὴ καὶ ἐπὶ πολλὰ ἔτη πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς Συντηρήσεως τῶν Μνημείων τῆς Ἀκροπόλεως καὶ διοργάνωσε σχετικὰ διεθνῆ συνέδρια μὲ τὴν συμμετοχὴ κορυφαίων ἀρχιτεκτόνων καὶ ἀρχαιολόγων. 2 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 1-4 ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΜΠΟΥΡΑΣ Συμμετέσχε στὶς ἐπιτροπὲς τῶν μνημείων τοῦ Ἀσκληπιείου τῆς Ἐπιδαύρου, τοῦ ναοῦ τοῦ Ἐπικουρείου Ἀπόλλωνος Φιγαλείας, τῆς Ἀκροπόλεως τῆς Λίνδου, τῶν μνημείων τῆς νοτίας κλιτύος τῆς Ἀκροπόλεως Ἀθηνῶν, τῆς Νέας Μονῆς Χίου καὶ τοῦ Πρωτάτου. Διετέλεσε ἐπὶ τριακονταετίαν περίπου μέλος τοῦ Κεντρικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Συμβουλίου. Ἦταν μέλος τῆς διοικούσης ἐπιτροπῆς τοῦ Μουσείου Μπενάκη, ὅπου συνετέλεσε στὴν ἵδρυση τῶν πολὺ σημαντικῶν Ἀρχείων Νεοελληνικῆς Ἀρχιτεκτονικῆς, στὴν ἐπιτυχία τῶν ὁποίων συνέδραμε ὡς μέλος τῆς ἐπιστημονικῆς ἐπιτροπῆς. Ὑπῆρξε ἱδρυτικὸ μέλος τῆς Ἑλληνικῆς Ἑταιρείας καὶ διετέλεσε ἐπὶ πολλὰ χρόνια, ἐπὶ προεδρίας τῶν ἀειμνήστων Μανόλη Χατζηδάκη καὶ Γιώργου Γαλάβαρη, γενικὸς γραμματεὺς τῆς Χριστιανικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας. Παράλληλα, ὁ Μπάμπης συνέχιζε ἀκάματος τὴν ἐρευνητικὴ καὶ συγγραφική του δραστηριότητα, ποὺ ἐκάλυπτε ὅλους τοὺς κλάδους τῆς ἱστορίας τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς· ἔχει συγγράψει, μερικὲς φορὲς μὲ συνεργάτες, 13 αὐτοτελῆ δημοσιεύματα (μερικὰ μεταφράσθηκαν στὴν ἀγγλική), ἕνα λεξικὸ καὶ 160 περίπου ἄρθρα σὲ συλλογικοὺς τόμους, πρακτικὰ συνεδρίων καὶ ἔγκριτα ἑλληνικὰ καὶ διεθνῆ περιοδικά. Πολλὲς δημοσιεύσεις του, ὅπως ὁ ἐξαίρετος Ὁδηγὸς τῆς Χίου, ἀπευθύνονται καὶ σὲ εὐρύτερο καλλιεργημένο κοινό. Ἔχει ἐπιμεληθεῖ τὴν ἔκδοση 13 συλλογικῶν τόμων καὶ πρακτικῶν συνεδρίων. Τὰ διδακτικά του ἐγχειρίδια ἐγνώρισαν ἐπανειλημμένες ἀνατυπώσεις. Τὰ περισσότερα γραπτά του ἀναφέρονται στὴν βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ καὶ γλυπτική, ἔχει ὅμως δημοσιεύσει ἰδιαίτερα ἀξιόλογες μελέτες καὶ γιὰ τὴν ἀρχαία, γοτθική, ὀθωμανική, μεταβυζαντινὴ καὶ νεώτερη ἀρχιτεκτονική. Τὰ κείμενά του χαρακτηρίζει σωστὴ δομή, πληρότης, καλλιέπεια, ἀρίστη βιβλιογραφικὴ τεκμηρίωση καὶ εἰκονογραφοῦνται μὲ ἐξαιρετικὰ σχέδια τοῦ ἴδιου. Ξεχωρίζει ἀπὸ πολλοὺς ἐρευνητὲς τῆς βυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς μὲ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὰ κοσμικὰ κτήρια καὶ τὴν πολεοδομία. Ὡς καθηγητὴς συνέχισε νὰ συντάσσει τεχνικὲς μελέτες, ὅπως τῆς ἀναστηλώσεως τοῦ μαρμάρινου τέμπλου τῆς Νέας Μονῆς Χίου. Μερικὰ δημοσιεύματα ἐγράφησαν ἀπὸ κοινοῦ μὲ τὴν Λασκαρίνα Μπούρα, ἡ ὁποία μετὰ τὸν γάμο της εἶχε κάνει σπουδὲς Ἱστορίας τῆς βυζαντινῆς τέχνης στὸ Λονδῖνο, εἶχε εἰδικευθεῖ στὴν γλυπτικὴ καὶ εἰργάζετο στὸ Μουσεῖο Μπενάκη. Δυστυχῶς ἔχασε τὴν σύζυγό του τὸ 1989. Τὸ κενὸ αὐτὸ ἦλθε νὰ ἀναπληρώσει μετὰ δύο ἔτη μία ἀπὸ τὶς πρῶτες μαθήτριές του, ἡ Κορνηλία Χατζηασλάνη, μὲ ἐπὶ πλέον σπουδὲς ἀρχαιολογίας, προϊσταμένη τοῦ Τομέα Ἐνημέρωσης καὶ Ἐκπαίδευσης τῆς Ὑπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ἀκρόπολης, μὲ τὴν ὁποία ἔζησε 25 εὐτυχισμένα χρόνια καὶ ἀπέκτησε καὶ ἕναν ἐξαιρετικὸ γιό, σήμερα μηχανολόγο μηχανικό. Θὰ ἤθελα νὰ ἐπιμείνω σὲ μερικὲς ἀπὸ τὶς πολλὲς ἀρετὲς τοῦ ἀλησμόνητου φίλου μου. Τὸν χαρακτήριζε παροιμιώδης ἐργατικότης καὶ μεθοδικότης. Ὅταν μελετοῦσε τὴν στοὰ τοῦ ἱεροῦ τῆς Ἀρτέμιδος Βραυρωνίας, πήγαινε στὸν χῶρο μὲ τὸ φορτηγὸ ποὺ μετέφερε ὑλικὰ μετὰ τὴν πολύωρη κοπιώδη ἐργασία του στὴν Διεύθυνση Ἀναστηλώσεως, ἐργαζόταν τὸ ἀπόγευμα συνεχῶς ἀποτυπώνοντας καὶ κρατώντας σημειώσεις, καὶ ἐπέστρεφε ἀργὰ μὲ τὸ ἴδιο φορτηγό, γιὰ νὰ ἀσχοληθεῖ τὶς βραδυνὲς ὧρες μὲ τὴν ἐπεξεργασία τοῦ ὑλικοῦ καὶ τὴν συγγραφὴ τοῦ κειμένου. Ἡ μελέτη κατετέθη ἕτοιμη γιὰ δημοσίευση, μὲ 107 σχέδια τοῦ συγγραφέως, σὲ δύο ἀκριβῶς ἔτη. Στὴν ὑποδειγματικὴ ἀναστήλωση τῆς στοᾶς ἐτήρησε τὶς ἀρχὲς ποὺ τότε εἶχαν ἀρχίσει νὰ ἐφαρμόζονται: περιορισμένη καὶ διακριτικὴ προσθήκη συμπληρώσεων χωρὶς ἀπολάξευση τῶν ἐπιφανειῶν τῶν θραύσεων, δυνατότητα διακρίσεως τῶν συμπληρώσεων, τήρηση τῆς ἀρχῆς τῆς ἀναστρεψιμότητος. Τὴν ἀνάγκη τηρήσεως τῶν ἀρχῶν αὐτῶν καθὼς καὶ τῆς ἱδρύσεως Γενικοῦ Ἀρχείου τῶν Μνημείων τῆς Ἑλλάδος, ὅπως καὶ τῆς μεταπτυχιακῆς ἐκπαιδεύσεως ἀρχιτεκτόνων καὶ γενικώτερα τεχνικῶν, εἶχε ἀναπτύξει σὲ ἀνακοίνωση στὸ Πρῶτο Πανελλήνιο Ἀρχαιολογικὸ Συνέδριο τὸ 1967. Σὲ μνημεῖα ποὺ ἐπισκεφθήκαμε μαζὶ καὶ ἀργότερα ἐδημοσίευσε, ὅπως ἡ Παλιοπαναγιὰ Μανωλάδος καὶ ἡ Παναγία τῆς Ζούρτσας, μὲ ἐντυπωσίασε τὸ γεγονὸς ὅτι τοῦ ἀρκοῦσε μία καὶ μόνη ὀλιγόωρη ἐπίσκεψη γιὰ νὰ κρατήσει σημειώσεις, νὰ κάνει μετρήσεις καὶ νὰ βγάλει φωτογραφίες, ἐνῶ ἐγὼ σὲ ἀνάλογες περιπτώσεις ἐπισκέπτομαι ἐπανειλημμένως ἕνα μνημεῖο πρὶν τὸ δημοσιεύσω. Εἶχε ἐποπτεία ὅλων τῶν περιόδων τῆς ἀρχιτεκτονικῆς καὶ γενικώτερα τῆς ἱστορίας τῆς τέχνης. Στὶς ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 1-4 3 ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Λ. ΒΟΚΟΤΟΠΟΥΛΟΣ ἑβδομαδιαῖες διαλέξεις τῆς Πέμπτης κρατοῦσε λεπτομερεῖς σημειώσεις στὴν διάρκεια τῶν ἀνακοινώσεων καὶ κατὰ τὴν συζήτηση ἐλάμβανε πάντα τὸν λόγο μὲ εὔστοχες παρατηρήσεις καὶ ὑποδείξεις, ἀνεξαρτήτως τοῦ περιεχομένου. Ὑποστήριζε μὲ σθένος τὶς θέσεις του, ἀλλὰ δὲν τὸν διέκρινε δογματισμὸς καὶ δεχόταν ὑποδείξεις, ἐφ’ ὅσον ἐπείθετο γιὰ τὴν ὀρθότητά τους. Θυμᾶμαι ὅτι ἐνίοτε, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ συζητηθοῦν στὸ Κεντρικὸ Ἀρχαιολογικὸ Συμβούλιο θέματα τῆς Ἐφορείας Κλασσικῶν Ἀρχαιοτήτων καὶ τοῦ Μουσείου Θεσσαλονίκης, ποὺ διηύθυνε ἡ σύζυγός μου, ὁ Μπάμπης διαφωνοῦσε μὲ τὴν εἰσήγηση τῆς Ἐφορείας. Ἡ Ἰουλία Βοκοτοπούλου παρίστατο τότε στὴν συνεδρίαση καὶ μὲ τὰ ἐπιχειρήματά της ἔπειθε κατὰ κανόνα γιὰ τὸ δίκιο της τὸν Μπάμπη, ποὺ τῆς εἶχε μεγάλη ἐκτίμηση. Ἐφέρετο μὲ γαλατικὴ εὐγένεια πρὸς ὅλους, περιλαμβανομένων τῶν φοιτητῶν καὶ ἐργατῶν, καὶ εἶχε ἰδιαίτερη αἴσθηση τοῦ χιοῦμορ. Τὸν θυμᾶμαι νὰ σατιρίζει μὲ θυμοσοφία διάφορες καταστάσεις ποὺ συναντήσαμε κατὰ τὸ δεκαπενθήμερο ταξίδι μας στὴν Ἀλβανία, τὸν Μάιο τοῦ 1987, ὅπου συνειδητοποιήσαμε ὅτι ἔχει ἀρβανίτικες ρίζες –Μποὺρ σημαίνει στὰ ἀλβανικὰ ἄνδρας. Ἦταν κάπως μονοκόμματος καὶ ἠρνήθη, στὸ τέλος τοῦ ταξιδιοῦ, νὰ δώσει συνέντευξη στὴν ἀλβανικὴ τηλεόραση. Ἀνάλογη ἄκαμπτη στάση ἐτήρησε 15 χρόνια ἀργότερα, ὅταν ἡ τουρκικὴ χωροφυλακὴ μᾶς συνέλαβε κατὰ τὴν ἐπίσκεψή μας μὲ ἄλλους συναδέλφους στὸ παραμεθόριο φρούριο τῆς Αἴνου. Τὰ κατὰ τὴν περιπέτεια ἐκείνη, ποὺ εἶχε εὐτυχῶς αἴσιον τέλος, ἔχω διηγηθεῖ στὸν Μέντορα (τεῦχος 112, Ἰούνιος 2015, σ. 204-205). Λίγες, σχετικὰ μὲ τὴν ἔκταση καὶ τὴν σημασία τοῦ ἔργου του, εἶναι οἱ διακρίσεις ποὺ ἀπενεμήθησαν στὸν Μπάμπη, ὅπως συχνὰ συμβαίνει μὲ ἐπιστήμονες χαμηλῶν τόνων, ποὺ δὲν ἐπεδιώκουν τὴν προβολή τους. Tὸ 2002 τοῦ εἶχε ἀπονεμηθεῖ ὁ Ταξιάρχης τοῦ Φοίνικος καὶ τὸ 2003 τὸ παράσημο τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἦταν ἀντεπιστέλλον μέλος τῆς Σερβικῆς Ἀκαδημίας Ἐπιστημῶν καὶ Τεχνῶν καὶ τοῦ Γερμανικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ἰνστιτούτου. Τὸ 1995 τοῦ ἀπενεμήθη ἀργυρὸ μετάλλιο τῆς γαλλικῆς Académie d’Architecture, τὸ 2007 ἐτιμήθη σὲ εἰδικὴ ἐκδήλωση στὸ Μουσεῖο Μπενάκη, ἀπὸ τὰ πρακτικὰ τῆς ὁποίας ἐσταχυολόγησα πολλὲς χρήσιμες πληροφορίες (Γιὰ τὸν Χαράλαμπο Μπούρα, Ἀθήνα 2009), ἐνῶ τὸ βιβλίο του γιὰ τὴν Βυζαντινὴ Ἀθήνα βραβεύθηκε τὸ 2012 ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν, στὴν ὁποία εἶχε ὑποβάλει πρὸ εἰκοσαετίας ὑποψηφιότητα χωρὶς νὰ ἐκλεγεῖ. Σὲ μεταγενέστερες ἐκλογὲς ποὺ εἶχαν σχέση μὲ τὴν ἀρχιτεκτονική, δὲν θέλησε νὰ ὑποβάλει πάλι ὑποψηφιότητα. Χαμένη εἶναι ἡ Ἀκαδημία. Τὸν Φεβρουάριο τοῦ 2016 ὁ σύλλογος Διάζωμα, ποὺ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἀξιοποίηση ἀρχαίων θεάτρων, ὀργάνωσε εἰδικὴ ἐκδήλωση γιὰ νὰ τιμήσει τὸν καθηγητὴ Μπούρα, κατὰ τὴν ὁποία προεβλήθη καὶ ταινία γιὰ τὴν προσωπικότητα καὶ τὴν δράση του. Ἦταν ἡ τελευταία φορὰ ποὺ τὸν εἶδα καλὰ στὴν ὑγεία του. Ὕστερα ἀπὸ λίγο μαθεύτηκε ὅτι εἶχε προσβληθεῖ ἀπὸ λευχαιμία καὶ ἄρχισε νὰ μπαινοβγαίνει στὸ νοσοκομεῖο. Κατὰ διαστήματα αἰσθανόταν καλύτερα, προήδρευσε, μάλιστα, τὸν Μάιο σὲ συνεδρία τοῦ 36ου Συμποσίου τῆς Βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς Ἀρχαιολογίας καὶ Τέχνης· ἡ ἀσθένειά του ὅμως ἦταν ἀνίατη καὶ ἐξέπνευσε στὶς 27 Ἰουλίου, δέκα μέρες μετὰ τὴν 83η ἐπέτειο τῶν γενεθλίων του. Παρὰ τὸ ὅτι ἡ κηδεία ἔγινε σὲ περίοδο διακοπῶν, πλῆθος κόσμου παρέστη στὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία, κατὰ τὴν ὁποία ἐχοροστάτησε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος. Ἡ παρουσίαση στὶς 19 Μαρτίου 2018 ἐνώπιον πολυπληθοῦς ἀκροατηρίου τοῦ ἐντυπωσιακοῦ διτόμου ἀφιερώματος συναδέλφων καὶ μαθητῶν του Ἥρως κτίστης, ποὺ ξεκίνησε ὡς τιμητικὸς τόμος ἀλλὰ τελικὰ ἐξεδόθη ὡς ἐπιμνημόσυνος, ἔγινε ἀφορμὴ νὰ ἀκουσθοῦν εὔστοχες ἀποτιμήσεις τῆς προσωπικότητος καὶ τοῦ ἔργου του. Ὁ Χαράλαμπος Μπούρας δὲν εἶναι πιὰ μαζί μας, μᾶς ἄφησε ὅμως πολύτιμη παρακαταθήκη τὰ ἀναστηλωτικὰ ἔργα ποὺ ἐμελέτησε καὶ ἐξετέλεσε, τὰ ὑποδειγματικὰ κείμενά του καὶ ἕνα φωτεινὸ παράδειγμα σοφίας, ἐργατικότητος καὶ ἤθους, ποὺ θὰ θυμοῦνται πάντα ὅλοι ὅσοι εἶχαν τὴν τύχη νὰ τὸν γνωρίσουν. Παναγιωτης Λ. ΒοκοτοΠουΛος 4 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 1-4 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ ΒΙΒΛΙΑ ΑΥΤΟΤΕΛΗ 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. Βυζαντινὰ σταυροθόλια μὲ νευρώσεις, Αθήνα 1965. Μαθήματα Ἱστορίας τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς. Πρώτος Τόμος, Εκδόσεις Συμμετρία, Αθήνα 1999 (έκδοση παλαιότερων πανεπιστημιακών μαθημάτων, 1966 κ.ε.). Ἱστορία τῆς Ἀρχιτεκτονικῆς. Δεύτερος Τόμος. Ἀρχιτεκτονικὴ στὸ Βυζάντιο, τὸ Ἰσλὰμ καὶ τὴ Δυτικὴ Εὐρώπη κατὰ τὸν Μεσαίωνα, Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2001 (έκδοση παλαιότερων πανεπιστημιακών μαθημάτων, 1966 κ.ε.). Ἡ ἀναστήλωσις τῆς στοᾶς τῆς Βραυρῶνος. Τὰ ἀρχιτεκτονικά της προβλήματα, Αθήνα 1967. Χίος. Ὁδηγοὶ τῆς Ἑλλάδος, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Αθήνα 1974. Ἡ Νέα Μονὴ τῆς Χίου. Ἱστορία καὶ ἀρχιτεκτονική, Αθήνα 1981. Aγγλική έκδοση: Nea Moni οn Chios. History and Architecture, Αθήνα 1982. Βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὴν Ἑλλάδα, Αθήνα 2001. Αγγλική έκδοση: Βyzantine and Post-byzantine architecture in Greece, Αθήνα 2006. Βυζαντινὴ Ἀθήνα, 10ος-12ος αἱ. (Μουσεῖο Μπενάκη, 6ο Παράρτημα), Αθήνα 2010, 22017. Αγγλική έκδοση: Byzantine Athens, 10th-12th Century, Benaki Museum and Routledge, Αθήνα ‒ Λονδίνο ‒ Νέα Υόρκη 2017. Τρόποι ἐργασίας τῶν βυζαντινῶν ἀρχιτεκτόνων καὶ ἀρχιμαστόρων. Μνήμη Μανόλη Χατζηδάκη. Ακαδημία Αθηνών, 4 Μαρτίου 2008, Αθήνα 2010. Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ, Aθήνα 2015. Αγγλική έκδοση: The Architecture of the Monastery of Hosios Lucas, Αθήνα 2018. ΒΙΒΛΙΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ 11. (σε συνεργασία με τις Αθ. Καλογεροπούλου και Ρ. Ανδρεάδη), Ἐκκλησίες τῆς Ἀττικῆς, Αθήνα 1970. 12. 13. 14. 15. 16. Αγγλική έκδοση: (in collaboration with A. Kalogeropoulou and R. Andreadi), Churches of Attica, Αθήνα 1970. Γαλλική έκδοση: (avec la collaboration d’A. Kalogeropoulou et R. Andreadi), Églises d’Attique, Αθήνα 2005. (σε συνεργασία με τον Π. Τζώνο), Ὁδηγὸς γιὰ τὴν σύνταξη ἐπιστημονικῶν μελετῶν, Αθήνα 1975, 22006. (σε συνεργασία με τον Μ. Κορρέ), Μελέτη ἀποκαταστάσεως τοῦ Παρθενῶνος, Αθήνα 1983. (σε συνεργασία με τους Μ. Κορρέ και Κ. Χατζηασλάνη), Ένας αρχαίος ναός, Αθήνα 2001. Αγγλική έκδοση: (in collaboration with M. Korres and K. Chatziaslani), A Greek Temple, Αθήνα 2001. (σε συνεργασία με τον Κ. Ζάμπα), Τα έργα της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως στην αθηναϊκή Ακρόπολη, Αθήνα 2001. Αγγλική έκδοση: (in collaboration with K. Zambas), The Works of the Committee for the Preservation of the Acropolis Μonuments on the Acropolis of Athens, Athens 2002. (σε συνεργασία με τη Λ. Μπούρα), Ἡ ἑλλαδικὴ ναοδομία κατὰ τὸν 12ο αἱώνα, Αθήνα 2002. * Η σύνταξη της εργογραφίας του Χαράλαμπου Μπούρα βασίσθηκε στην εργογραφία που δημοσιεύθηκε στον τόμο Ἥρως κτίστης, Μνήμη Χαράλαμπου Μπούρα, Εκδόσεις Μέλισσα, Αθήνα 2018, 12-17. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 5 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ Ή ΚΑΙ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ 17. 18. 19. 20. 21. 22. 23. 24. 25. 26. 27. 28. 29. 30. 31. 32. Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 9 (1975). Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 1, Αθήνα 1979. Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 2, Αθήνα 1982. Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 3, Αθήνα 1989. Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 4, Αθήνα 1993. Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 5, Αθήνα 1998. Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 6, Αθήνα 2002. (σε συνεργασία με τον Στ. Μαμαλούκο), Ἐκκλησίες μετὰ τὴν Ἅλωση, 7, Θεσσαλονίκη 2013. Ἐπώνυμα ἀρχοντικὰ τῶν χρόνων τῆς τουρκοκρατίας, Αθήνα 1986. (σε συνεργασία με τους Κ. Στάικο, Έ. Τουλούπα και Μ. Σακελλαρίου), Aθήναι. Από την κλασική εποχή έως σήμερα (5ος αι. π.Χ. ‒ 2000 μ.Χ.), Αθήνα 2000. Αγγλική έκδοση: (in collaboration with K. Staikos, E. Touloupa and M. Sakellariou), Αthens from the Classical Period to the Present Day (5th century B.C. – A.D. 2000), Αθήνα 2001. (σε συνεργασία με τον Π. Τουρνικιώτη), Συντήρηση, ἀναστήλωση καὶ ἀποκατάσταση μνημείων στὴν Ἑλλάδα, 1950-2000, Αθήνα 2010. (σε συνεργασία με τη Φ. Μαλλούχου-Τufano), Α. Παπανικολάου, Η αποκατάσταση του Ερεχθείου (19791987). H απόδοση του έργου, Αθήνα 2012. (σε συνεργασία με τους M. Ioannidou και I. Jenkins), Acropolis Restored (British Museum Research Publications 187), Λονδίνο 2012, ⁴2015. (σε συνεργασία με τον Δ. Φιλιππίδη), Ἀρχιτεκτονική (αρχιτεκτονικό λεξικό, 8.000 λήμματα, ~410.000 λέξεις, πλέον των 1.500 εικ.), Αθήνα 2013. (σε συνεργασία με τη Β. Ελευθερίου), 6η Διεθνής Συνάντηση για την Αποκατάσταση των Μνημείων Ακροπόλεως (Αθήνα, 4-5 Οκτωβρίου 2013), Πρακτικά / 6th International Meeting for the Restoration of the Acropolis Monuments (Athens, 4-5 October 2013), Acts, Αθήνα 2015. (σε συνεργασία με τη Β. Ελευθερίου), Τα αναστηλωτικά έργα στην Ακρόπολη. Α. Επεμβάσεις στα μνημεία της Ακρόπολης 2000-2012: Τα ολοκληρωμένα προγράμματα, τρεις τόμοι και δύο CD ROM, Aθήνα 2018. ΑΡΘΡΑ 33. «Μία βυζαντινὴ βασιλικὴ ἐν Χίῳ», Νέον Ἀθήναιον Γ΄ (1958-1960), 129-144, πίν. I-IV. 34. (σε συνεργασία με τον Α. Λαμπάκη), «Τὰ μεσαιωνικὰ χωριὰ τῆς Χίου», Π. Μιχελής (επιμ.), Τὸ ἑλληνικὸ λαϊκὸ σπίτι, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, Αθήνα 1960, 5-40. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τοῦ ναοῦ τῆς Ἐπισκοπῆς Σκύρου», ΔΧΑΕ Β΄ (1960-1961), 57-76, πίν. 27-34. «Ρεκίτσα», Πελοποννησιακὰ Ε΄ (1962), 284-293, πίν. Ε-Ζ. «Δύο μικροὶ ναοί, ὀκταγωνικοῦ τύπου, ἀνέκδοτοι», ΔΧΑΕ Γ΄ (1962-1963), 127-173, πίν. 41-45. «Συμπληρωματικὰ στοιχεῖα γιὰ ἕνα κατεστραμμένο ναὸ τῆς Βοιωτίας», ΔΧΑΕ Δ΄ (1964-1965), 227-244, πίν. 43-45. «Ὁ Ἅγιος Γεώργιος τῆς Ἀνδρούσης», Χαριστήριον εἱς Ἀναστάσιον Κ. Ὀρλάνδον, Β΄, Αθήνα 1966, 270-285, εικ. 1-9, πίν. L. 40. «Συλλογὴ βιβλιογραφίας τῶν ἀρχιτεκτονικῶν μνημείων τῆς Χίου», Χιακὴ Ἐπιθεώρησις 11 (1966), 117-129. 41. «Ἀλληγορικὴ παράσταση τοῦ Βίου – Καιροῦ σὲ μιὰ μεταβυζαντινὴ τοιχογραφία στὴ Χίο», ΑΔ 21 (1966), Μέρος Α΄ ‒ Μελέται, Αθήνα 1967, 26-35, σχέδ. 1, πίν. 14-19. 42. «Τρεῖς προτάσεις διὰ τὴν προστασίαν τῶν ἀρχιτεκτονικῶν μνημείων τῆς Ἑλλάδος», Τεχνικὰ Χρονικά (Μάιος-Ιούνιος 1967), 37-42. 35. 36. 37. 38. 39. 6 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 43. «Ἡ στοὰ τῶν Ἄρκτων στὴ Βραυρώνα καὶ ἡ ἀναστήλωσίς της» / «The Restoration of the Stoa of Arktoi at 44. 45. 46. 47. 48. 49. 50. 51. 52. 53. 54. 55. 56. 57. 58. 59. 60. 61. 62. 63. 64. 65. 66. 67. 68. 69. 70. 71. Vravrona», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 2 (1968), 122-124. «Ἅγιος Στέφανος Ριβίου Ἀκαρνανίας», ΕΕΠΣΑΠΘ Γ΄ (1968), 41-57, πίν. I-IV. «Ἡ Παλαιοπαναγιὰ στὴ Μανωλάδα», ΕΕΠΣΑΠΘ Δ΄ (1969), 233-266, πίν. 1-8. «Βυζαντινὲς “ἀναγεννήσεις” καὶ ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τοῦ 11ου καὶ τοῦ 12ου αἰῶνος», ΔΧΑΕ Ε΄ (1969), 247-274. «Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση (1453-1821)» / «Church Architecture in Greece after the Fall of Constantinople (1453-1821)», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 3 (1969), 164-172. «Βενετικὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὴν Ἑλλάδα» / «Venetian Architecture in Greece», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 4 (1970), 78-83. «Ξυστά-Sgraffitti στὴν ἀνώνυμη ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Χίου», ΕΕΠΣΑΠΘ Ε΄ (1970-1971), 3-16, πίν. I-IV. «Zourtsa. Une basilique byzantine au Ρélοpοnnèse», CahArch 21 (1971), 137-149. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ στὴν Ἀθήνα στὰ χρόνια τοῦ Ἁδριανοῦ» / «Hadrianic architecture in Athens», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 5 (1971), 160-164. (σε συνεργασία με τη Λ. Μπούρα), «Byzantine Churches of Greece», Μap guide published by Architectural Design 43 (Ιαν. 1972), 30. «Die Insel Chios», Alte Kirchen und Klöster Griechenlands, Κολωνία 1972, 244-251, εικ. 107-115. «Griechische Inseln», Alte Kirchen und Klöster Griechenlands, Κολωνία 1972, 225-231, εικ. 126-132. Βιβλιοκρισία: «Alison Frantz. The Church of the Holy Apostles, Princeton, N.J., 1971», CahArch 23 (1973), 197-198. «Τὸ ἐπιτύμβιο τοῦ Λουκᾶ Σπαντούνη στὴ βασιλικὴ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης», ΕΕΠΣΑΠΘ ΣΤ΄ (1973), 3-63, πίν. 1-16. «Κατοικίες καὶ οἰκισμοὶ στὴ βυζαντινὴ Ἑλλάδα» / «Houses and settlements in Byzantine Greece», Ο. Δουμάνης ‒ Ρ. Οliver (επιμ.), Οἱκισμοὶ στὴν Ἑλλάδα / Shelter in Greece, Aθήνα 1974, 30-52. «Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἐλεήμων Λιγουριοῦ Ἀργολίδος», ΔΧΑΕ Ζ΄ (1974), 1-30, πίν. 1-6. «Τουρισμὸς καὶ μνημειακὸς πλοῦτος» / «Tourism and Monuments», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 8 (1974), 46-48. «The Byzantine Βronze Doors of the Great Lavra Μοnastery on Mount Αthos», JÖB 24 (1975), 229-250, πίν. 1-4. «Παναγία ἡ Κουρνά. Μία ἐκκλησία τῶν Δομινικανῶν στὴ Χίο», Χιακὰ Χρονικὰ Ζ΄ (1975), 28-38, εικ. 1-6. «Τυπολογικὲς παρατηρήσεις στὸ καθολικὸ τῆς Μονῆς τῶν Μαγγάνων στὴν Κωνσταντινούπολη», ΑΔ 31 (1976), Μέρος Α΄ ‒ Μελέται, Αθήνα 1980, 136-154, πίν. 34-35. «Ἡ προσφορὰ τοῦ Ἀναστασίου Ὀρλάνδου στὴ μελέτη τῆς λαϊκῆς ἀρχιτεκτονικῆς», Ἀναστάσιος Κ. Ὀρλάνδος. Ὁ ἄνθρωπος καὶ τὸ ἔργον του, Aθήνα 1978, 579-602. «Twelfth and thirteenth century variations of the single domed octagon plan», ΔΧΑΕ Θ΄ (1977-1979), 21-34, πίν. 3-6. «Ὁ ἀρχιτεκτονικὸς τύπος τῆς βασιλικῆς κατὰ τὴν τουρκοκρατία καὶ ὁ πατριάρχης Καλλίνικος», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 1, Αθήνα 1979, 159-168. «Ἡ ἀναστήλωση τοῦ τέμπλου τοῦ καθολικοῦ τῆς Νέας Μονῆς τῆς Χίου», Χιακὰ Χρονικὰ ΙΒ΄ (1980), 22-31. «Τὸ τέμπλο τῆς Παναγίας Κρίνας καὶ ἡ χρονολόγησή της», ΔΧΑΕ Ι΄ (1980-1981), 165-80, πίν. 31-34. «Tὸ καθολικὸ τῆς μονῆς Ἁγίου Μηνᾶ, στὴ Χίο», 1ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1981), 61-62· βλ. δημοσίευση αριθ. 70. «City and Village: Urban Design and Architecture», XVI. Internationaler Byzantinistenkongress, Akten Ι/2 [JÖB 31/2 (1981)], Βιέννη 1981, 611-653. «Τὸ καθολικὸ τῆς Moνῆς Ἁγίου Μηνᾶ στὴ Χίο», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 2, Aθήνα 1982, 241-248. «Ἕνα βυζαντινὸ λουτρὸ στὴν Λακεδαιμονία», Ἀρχαιολογικὴ Ἐφημερὶς 1982, Αθήνα 1984, 99-112, πίν. 19, 20. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 7 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 72. «Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς παραδοσιακῆς ἀρχιτεκτονικῆς. Γενικὴ Εἰσαγωγή», Ἑλληνικὴ παραδοσιακὴ ἀρχιτε- 73. 74. 75. 76. 77. 78. 79. 80. 81. 82. 83. 84. 85. 86. 87. 88. 89. 90. 91. 92. 93. 94. 95. 8 κτονική, Α΄, Αθήνα 1982, 21-32. Αγγλική έκδοση: «The Approach to Vernacular Architecture. A. General Introduction», Greek Traditional Architecture, Αθήνα 1983, 21-32. «Χίος», Ἑλληνικὴ παραδοσιακὴ ἀρχιτεκτονική, Α΄, Αθήνα 1982, 143-182. Aγγλική έκδοση: «Chios», Greek Traditional Architecture, Αθήνα 1983, 143-182. «Χριστιανικὰ ἀρχιτεκτονικὰ μέλη τοῦ Ἐθνικοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Μουσείου», 2ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1982), 68-69. «Hοuses in Βyzantium», ΔΧΑΕ ΙΑ΄ (1982-1983), 1-26, εικ. 1-15. «Στοιχεῖα τῆς ἀρχιτεκτονικῆς τῆς Χίου ἀπὸ τὸ Λεύκωμα τῆς Γενναδείου Βιβλιοθήκης», Λεύκωμα τῶν ἐρειπίων τῆς Χίου συνεπείᾳ τῶν σεισμῶν τῆς 22/3 Ἀπριλίου 1881. Φωτογραφίες Ἀδελφῶν Καστάνια, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1983, 5-11. «Ἡ φραγκοβυζαντινὴ ἐκκλησία τῆς Θεοτόκου στὸ Ἀνήλιο (τ. Γκλάτσα) τῆς Ἠλείας», ΔΧΑΕ ΙΒ΄ (1984), 239264, εικ. 1-19. «Νέες παρατηρήσεις στὸ Ὀκτάγωνο τῆς Θεσσαλονίκης», Actes du Xe Congrès international d’archéologie chrétienne (Thessalonique 28 septembre ‒ 4 octobre 1980), II, Βατικανό ‒ Θεσσαλονίκη 1984, 33-43. «Ἅγιος Νικόλαος παρὰ τὴν Λάρυμνα», 5ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1985), 84-85· βλ. δημοσίευση αριθ. 100. «Κατάλογος ἀρχιτεκτονικῶν μελῶν τοῦ Βυζαντινοῦ Μουσείου, ἄλλοτε στὶς ἀποθῆκες τοῦ Ἐθνικοῦ Μουσείου», ΔΧΑΕ ΙΓ΄ (1985-1986), 39-78, εικ. 1-89. «Τὸ ἀρχοντικὸ τοῦ Σταύρου Ἰωάννου στὰ Ἰωάννινα (1802-1822)», Ἐπώνυμα ἀρχοντικὰ τῶν χρόνων τῆς τουρκοκρατίας, Aθήνα 1986, 57-62. «Ἡ ἐκκλησία τῆς Θεοτόκου στὸ Κάστρο τοῦ Ἄργους», 6ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1986), 45-46· βλ. δημοσίευση αριθ. 84. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῶν γενουατικῶν ἐκκλησιῶν τῆς πόλεως Χίου», Χιακὰ Χρονικὰ ΙΗ΄ (1987), 3-16. «L’église de la Théotokos de la citadelle d’Argοs», BCH 111 (1987), 455-469. «Στηρίξεις συνεπτυγμένων τρούλλων σὲ μονοκλίτους ναούς», 7ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1987), 50-51· βλ. δημοσίευση αριθ. 105. «Νέο ἀνάγλυφο της ἀναλήψεως τοῦ Ἀλεξάνδρου», ΔΧΑΕ ΙΔ΄ (1987-1988), 277-282, εικ. 1-3. «Ἀρχιτεκτονική», Οἰ θησαυροὶ τῆς Μονῆς Πάτμου, Αθήνα 1988, 25-53. Αγγλική έκδοση: Patmos. Treasures of the Monastery, Αθήνα 1988, 25-53. «Church Architecture in Greece around the year 1200», Studenica et l’art byzantin autour de l’année 1200, Βελιγράδι 1988, 271-278. «Παρατηρήσεις στὸ καθολικὸ τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου “Περιβλέπτου” στὰ Πολιτικὰ Εὐβοίας», ΑΕυβΜ ΚΗ΄ (1988-1989), 53-62, εικ. 1-8. «Ὁ Πικιώνης καὶ οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες», Δημήτρης Πικιώνης, Ἀφιέρωμα στὰ ἑκατὸ χρόνια ἀπὸ τὴ γέννησή του, Αθήνα 1989, 135-146. «Byzantine Architecture in the Middle of the 14th Century», Dečani et l’art byzantin au milieu du XIVe siècle, Βελιγράδι 1989, 47-54. «Ἀρχιτεκτονικὰ ζητήματα τοῦ μοναστηριακοῦ συγκροτήματος τῆς Πάτμου», Πρακτικὰ Διεθνοῦς Συμποσίου Ἱ. Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, 900 χρόνια ἰστορικῆς μαρτυρίας (1088-1988), Αθήνα 1989, 137145. «Ἐπανεξέταση τοῦ λεγομένου Ἁγιολέου κοντὰ στὴν Μεθώνη», Φίλια ἔπη εἱς Γ. Ε. Μυλωνᾶ, Γ΄, Aθήνα 1989, 302-322, πίν. 74-78. «Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Γεωργίου παρὰ τὴν Σφάκα Φθιώτιδος», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 3, Αθήνα 1989, 171-178. «Τhe Olympiotissa woodcarved doors reconsidered», ΔΧΑΕ ΙΕ΄ (1989-1990), 27-32, εικ. 1-7. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 96. «Παρατηρήσεις στὸ καθολικὸ τῆς μονῆς τῆς Θεοτόκου Περιβλέπτου στὰ Πολιτικὰ Εὐβοίας», 10ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1990), 52-53· βλ. δημοσίευση αριθ. 89. 97. «Hellenistic Athens», Akten des XIII. Internationalen Kongresses für klassische Archäologie (Βerlin 1988), Mainz am Rhein 1990, 267-274. Βλ. και ελληνική μετάφραση: «Η Αθήνα κατά την ελληνιστική περίοδο», Αρχαιολογία της Πόλης των Αθηνών, Αθήνα 1996, 107-117. 98. Βιβλιοκρισία: «Charis Kalligas, Byzantine Monemvasia. Τhe Sources, Monemvasia 1990», «Ἱστορικὰ τῆς Μονεμβασιᾶς», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 25 (1991), 23. 99. «Ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἀρχιτεκτονικὴ κατὰ τὸν 16ο αἰώνα», 11ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1991), 26-28. 100. «O Άγιος Νικόλαος παρά την Λάρυμνα», Αρμός. Τιμητικός τόμος στον καθηγητή Ν. Μουτσόπουλο, Θεσσαλονίκη 1991, 1239-1253. 101. «The Byzantine Τradition in the Church Architecture of the Balkans in the Sixteenth and the Seventeenth Centuries», J. J. Yiannias (επιμ.), The Byzantine Tradition after the Fall of Constantinople, Charlottesville 1991, 107-122. Ελληνική έκδοση: «Ἡ βυζαντινὴ παράδοση στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὰ Βαλκάνια τοῦ 16ου καὶ τοῦ 17ου αἰῶνος», J. J. Yiannias (επιμ.), Ἡ βυζαντινὴ παράδοση μετὰ τὴν Ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, Αθήνα 1994, 147-192. 102. «Φλιοῦς, Παναγία Ραχιώτισσα», ΔΧΑΕ ΙΣΤ΄ (1991-1992), 39-46, εικ. 1-10. 103. «Ἡ βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὰ νησιὰ τοῦ Αἰγαίου», Το Αιγαίο. Επίκεντρο ελληνικού πολιτισμού, Αθήνα 1992, 121-130. Αγγλική έκδοση: «Byzantine architecture in Aegean islands», The Aegean. The Epicenter of Greek Civilization, Αθήνα 1997, 121-130. 104. «Ἀρχιτεκτονικὴ καὶ πολεοδομία στοὺς παραδοσιακοὺς οἰκισμοὺς τοῦ Αἰγαίου», Το Αιγαίο. Επίκεντρο ελληνικού πολιτισμού, Αθήνα 1992, 201-216. Aγγλική έκδοση: «Architecture and urbanism in Aegean islands», The Aegean. Epicenter of Greek Civilization, Αθήνα 1992, 201-216. 105. «Στηρίξεις συνεπτυγμένων τρούλλων σὲ μονοκλίτους ναούς», Εὐφρόσυνον. Ἀφιέρωμα στὸν Μανόλη Χατζηδάκη, 2, Αθήνα 1992, 407-416, σχέδ. 1-3, πίν. 212-216. 106. «Ottoman Βaroque Decoration in Islands of the Aegean», Tο Ελληνικόν. Studies in Honor of Speros Vryonis, Jr., 2, Νέα Υόρκη 1993, 223-244. 107. «Ἐπανεξέταση τοῦ καθολικοῦ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς στὸ Δερβενοσάλεσι», 13ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1993), 36-37· βλ. δημοσίευση αριθ. 111. 108. «Τὸ καθολικὸ τῆς μονῆς τῆς Μαλεσίνας στὴν Λοκρίδα», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 4, Αθήνα 1993, 129-142. 109. «Les monastères et la diffusion de l’idéal monastique», Le grand Atlas de l’art (Encyclopaedia Universalis), Παρίσι 1993, 189-191. 110. «Α Chance Classical Revival in Byzantine Greece», D. Mouriki ‒ C. F. Moss ‒ K. Kiefer (επιμ.), Byzantine East, Latin West. Art-Historical Studies in Honor of Kurt Weitzmann, Princeton, N.J. 1993, 585-590. 111. «Ἐπανεξέταση τοῦ καθολικοῦ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς στὸ Δερβενοσάλεσι», ΔΧΑΕ ΙΖ΄ (1993-1994), 25-36, εικ. 1-12. 112. «Ἡ πρώτη οἰκοδομικὴ φάση τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὸ Καμπινάρι καὶ ἡ χρονολόγησή της», 14ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1994), 30-31. 113. «Οἱ παλαιότερες οἰκοδομικὲς φάσεις τοῦ καθολικοῦ τῆς Μονῆς Βαρνάκοβας», 15ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1995), 47. 114. «Φραγκοβυζαντινὰ μνημεῖα στὴν Ἑλλάδα», Α. Αλπάγκο-Νοβέλλο – Γ. Δημητροκάλλης (επιμ.), Η βυζαντινή τέχνη στην Ελλάδα, Αθήνα 1995, 143-145. Ιταλική έκδοση: «Monumenti franco-bizantini», L’arte bizantina in Grecia, A. Alpago Novello – G. Dimitrokallis (επιμ.), Μιλάνο 1995, 141-143. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 9 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 115. «Ἡ βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὴ νῆσο Χίο», Α. Αλπάγκο-Νοβέλλο – Γ. Δημητροκάλλης (επιμ.), Η βυζαντι- νή τέχνη στην Ελλάδα, Αθήνα 1995, 173-178. Ιταλική έκδοση: «L’architettura bizantina nell’isola di Chios» L’arte bizantina in Grecia, A. Alpago Novello – G. Dimitrokallis (επιμ.), Μιλάνο 1995, 141-143, 171-175. 116. «Ταφικὰ μνημεῖα στὴ μέση καὶ τὴν ὕστερη βυζαντινὴ ἀρχιτεκτονική», 16ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1996), 53-54. 117. «The So-called Cell of the Athenian Stylite», C. L. Striker (επιμ.), Architectural Studies in Memory of Richard Krautheimer, Mainz 1996, 23-26, πίν. 10, 115. 118. «Θέματα ἐρεύνης τῶν μεσοβυζαντινῶν καὶ ὑστεροβυζαντινῶν πόλεων», 17ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1997), 49. 119. «Ιl tipo architettonico di San Marco nella prospettiva degli edifici di Constantinopoli del periodo alto e mediobizantino», R. Polacco (επιμ.), Storia dell’arte marciana: Architettura, Atti del Convegno Internazionale di Studi (Venezia, 11-14 ottobre 1994), Βενετία 1997, 164-175. 120. «H πόλη του Μυστρά», Sl. Ćurčić – Ε. Χατζητρύφωνος (επιμ.), Κοσμικὴ μεσαιωνικὴ ἀρχιτεκτονικὴ στὰ Βαλκάνια, 1300-1500, καὶ ἡ διατήρησή της, Θεσσαλονίκη 1997, 76-79. 121. «Διακοσμήσεις ὀθωμανικοῦ μπαρὸκ στὸ Αἰγαῖο», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 5, Αθήνα 1998, 151-166. 122. «Ἡ Μεθώνη κατὰ τὴ δεύτερη Ἑνετοκρατία (1685-1715)», Χ. Καλλιγά (επιμ.), Ἡ ἐκστρατεία τοῦ Morosini καὶ τὸ “Regno di Morea”, Αθήνα 1998, 155-163. 123. «Εκκλησιαστική αρχιτεκτονική των Κυθήρων», εφημ. Η Καθημερινή – Επτά Ημέρες, 5 Ιουλίου 1998, 14-15. 124. «Πολεοδομικὰ τῶν μεσοβυζαντινῶν καὶ ὑστεροβυζαντινῶν πόλεων», ΔΧΑΕ Κ΄ (1998), 89-98. 125. «The Daphni Monastic Complex Reconsidered», Ι. Ševčenko – Ι. Hutter (επιμ.), Αετός. Studies in Ηonour of Cyril Mango, Stuttgart – Leipzig 1998, 1-14. 126. «Ἡ ἀπουσία ξένων ἐπιδράσεων σὲ ἱδρύματα σέρβων ἡγεμόνων κατὰ τὸν 13ο καὶ τὸν 14ο αἰώνα στὸν ἑλληνικὸ χῶρο», 18ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 1998), 46, 47. 127. «Middle Byzantine domed cruciform churches of the Greek Islands», Zograf 27 (1998-1999), 7-16. 128. «Τhe Contribution of André Grabar to Architectural Ηistory», Drevne-Russkoe Iskusstvo, Αγία Πετρούπολη 1999, 64-68. 129. «Τhe Scholarly Work of Doula Mouriki, Her Academic Career in Greece, and Her Role in Promoting Byzantine Studies», Ν. Patterson-Ševčenko – C. Moss (επιμ.), Medieval Cyprus. Studies in Art, Architecture and History in Memory of Doula Mouriki, Princeton, N.J. 1999, 3-12. 130. «Σταυροειδεῖς τρουλλαῖοι ἐγγεγραμμένοι ναοὶ στὰ ἑλληνικὰ νησιά», 20ό Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2000), 49· βλ. δημοσίευση αριθ. 127. 131. «Ὁ Δημήτρης Πικιώνης καὶ ἡ χιώτικη ἀρχιτεκτονική», Δημήτρη Πικιώνη, Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Χίου, Ἐπιτομή, Aθήνα 2000, 11-20. 132. «Πολεοδομικὰ καὶ ἀρχιτεκτονικὰ θέματα τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τὴν ἑλληνιστικὴ ἐποχή», Αθήναι. Από την κλασική εποχή έως σήμερα (5ος αι. π.Χ. – 2000 μ.Χ.), Aθήνα 2000, 144-165. Αγγλική έκδοση: «Planning and Architecture in Hellenistic Athens», Athens, From the Classical Period to the Present Day (5th century B.C. – A.D. 2000), Αθήνα 2000, 144-165. 133. «Μεσοβυζαντινὴ Ἀθήνα, πολεοδομία καὶ ἀρχιτεκτονική», Αθήναι. Από την κλασική εποχή έως σήμερα (5ος αι. π.Χ. – 2000 μ.Χ.), Aθήνα 2000, 220-245. Αγγλική έκδοση: «Middle Byzantine Athens. Planning and Architecture», Athens, From the Classical Period to the Present Day (5th century B.C. – A.D. 2000), Αθήνα 2001, 220-245. 134. «Στωικά κτήρια στους Δελφούς και στην Αττική», A. Jacquemin (επιμ.), Delphes, cent ans après la grande fouille. Essai de bilan. Actes du Colloque International organisé par l'École française d’Athènes (Athènes ‒ Delphes, 17-20 septembre 1992) (BCH Supplément 36), Αθήνα 2000, 283-291. 135. «Η προσφορά του Μανόλη Χατζηδάκη στην Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία», ΔXAE ΚΒ΄ (2001), 2003, σ. 45-46. 10 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 136. «Middle byzantine Athens«, Glas CCCXC de l’Académie serbe des sciences et des arts, 11, Βελιγράδι 2001, 103-113. 137. «Τhe Impact of Frankish Architecture on Thirteenth Century Byzantine Architecture», Α. E. Laiou – R. P. 138. 139. 140. 141. 142. 143. 144. 145. 146. 147. 148. 149. 150. 151. 152. 153. 154. 155. 156. 157. 158. 159. Mottahedeh (επιμ.), The Crusades from the Perspective of Byzantium and the Muslim World, Washington, D.C. 2001, 247-262, σχέδ. Α-C, εικ. 1-14. «Τhe Middle Βyzantine Athenian Church of the Taxiarchs, near the Roman Agora», J. Herrin ‒ M. Mullett ‒ C. Otten-Froux (επιμ.), Mosaic. Festschrift for A. H. S. Megaw, Λονδίνο 2001, 69-74. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τοῦ καθολικοῦ τῆς μονῆς Ἁγίου Δημητρίου, παρὰ τὸ Στόμιον (Τσάγεζι)», 21ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2001), 68-69· βλ. δημοσίευση αριθ. 143. «Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση. Βιβλιογραφία», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 6, Αθήνα 2002, 225-286 . «Ἡμίεργα ἀρχιτεκτονικὰ μέλη σὲ μεσοβυζαντινοὺς ἑλλαδικοὺς ναούς», 22ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2002), 70-71. «Aspects of the Byzantine City, Eighth-Fifteenth Centuries», Α. Ε. Laiou (επιμ.), The Economic History of Byzantium, 2, Washington, D.C. 2002, 497-528. Ελληνική έκδοση: «Ἀπόψεις τῶν βυζαντινῶν πόλεων ἀπὸ τὸν 8ο ἕως τὸν 15ο αἰώνα», Α. Ε. Λαΐου (επιμ.), Οἱκονομικὴ Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, Β΄, Αθήνα 2006, 193-230. «Master Craftsmen, Craftsmen, and Building Activities in Byzantium», Α. Ε. Laiou (επιμ.), The Economic History of Byzantium, 2, Washington, D.C. 2002, 539-554, εικ. 1, 2. Ελληνική έκδοση: «Ἀρχιμάστορες, τεχνίτες καὶ οἰκοδομικὲς δραστηριότητες», Α. Λαΐου (επιμ.), Οἱκονομικὴ Ἱστορία τοῦ Βυζαντίου, Β΄, Αθήνα 2006, 244-262, εικ. 60, 61. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τοῦ καθολικοῦ τῆς μονῆς Ἁγίου Δημητρίου Στομίου (τ. Τσάγεζι)», ΔΧΑΕ ΚΔ΄ (2003), 145-162, εικ. 1-17. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Σωτείρας Λυκοδήμου Ἀθηνῶν. Διαπιστώσεις καὶ ὑποθέσεις», 23ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2003), 73-74· βλ. δημοσίευση αριθ. 146. «Ἱστορικὴ διαδρομή», Τα νησιά του Αιγαίου. Αρχιτεκτονική, Αθήνα 2003, 8-33. Αγγλική έκδοση: «Historical Review», Aegean Islands. Architecture, Αθήνα 2003, 8-33. «The Soteira Lycodemou at Athens. Architecture», ΔΧΑΕ ΚΕ΄ (2004), 11-24, εικ. 1-16. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Παναγίας τοῦ Μουχλίου στὴν Κωνσταντινούπολη», 24ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2004), 69-70· βλ. δημοσίευση αριθ. 151. «Originality in Byzantine Architecture», Mélanges J.-Ρ. Sodini (TM 15), Παρίσι 2005, 99-108. «Unfinished Architectural Members in Middle Byzantine Greek Churches», J. Emerick – D. Deliyannis (επιμ.), Archaeology in Architecture: Studies in Honor of Cecil L. Striker, Mainz 2005, 1-9. «Ἡ παγίωση τῶν λαϊκῶν τρόπων στὴν ναοδομία τοῦ 18ου αἰῶνος», 25ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2005), 88-89. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῆς Παναγίας τοῦ Μουχλίου στὴν Κωνσταντινούπολη», ΔΧΑΕ ΚΣΤ΄ (2005), 35-50, εικ. 1-10. «Ἐπανεξέταση τῆς Μεγάλης Παναγιᾶς Ἀθηνῶν», ΔΧΑΕ ΚΖ΄ (2006), 25-34, εικ. 1-6. «Προβλήματα τῆς ὀχυρώσεως τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τὴν μεσοβυζαντινὴ περίοδο», 26ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2006), 64-65. «Byzantine Athens: Urban Planning and Architecture from the 10th to the 12th Century», Neoellenic Architecture Archives (Athens 4-8 June 2006), Conference Proceedings, Αθήνα 2006, 1-9. «Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὸν 13ο αἰώνα», Π. Λ. Βοκοτόπουλος (διεύθ.), Ἡ βυζαντινὴ τέχνη μετὰ τὴν Τετάρτη Σταυροφορία, Αθήνα 2007, 89-112. «Η επίστεψη του τιμητικού βάθρου του Αττάλου Β΄ στην αθηναϊκή Αγορά», Ε. Σημαντώνη-Μπουρνιά ‒ Ά. Λαιμού ‒ Ν. Κούρου ‒ Λ. Γ. Μενδώνη (επιμ.), Αμύμονα έργα. Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Β. Λαμπρινουδάκη (Αρχαιογνωσία 5), Αθήνα 2007, 297-304. «Α sketch plan of late Antiquity in Athens», ΔΧΑΕ ΚΗ΄ (2007), 31-34. «Διάτρητα μαρμάρινα μεσοβυζαντινά γλυπτά στην Ελλάδα», Ch. Pennas ‒ C. Vanderheyde (επιμ.), La sculp- ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 11 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 160. 161. 162. 163. 164. 165. 166. 167. 168. 169. 170. 171. 172. 173. 174. 175. 176. 177. 178. 179. 180. 12 ture byzantine VII-XII siècles, Αctes du colloque international organisé par la 2e Éphorie des antiquités byzantines et l’École française d’Athènes (6-8 septembre 2000) (BCH Supplément 49), Αθήνα 2008, 469-475, εικ. 1-8. «Ἡ ἐπίδραση τῆς βυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς στὴ νεώτερη ἀρχιτεκτονική», Θησαυρίσματα 39-40 (20092010) [Βενετία 2011], 461-469. «Μνεῖες οἰκοδόμων, μαστόρων καὶ κατασκευαστῶν στὸ μέσο καὶ τὸ ὕστερο Βυζάντιο», ΔΧΑΕ ΛΑ΄ (2010), 11-16. «Συνομιλώντας με τον Χαράλαμπο Μπούρα για την Ακρόπολη στα βυζαντινά και μεταβυζαντινά χρόνια», Γνωρίζοντας την Ακρόπολη. Οι ειδικοί μιλούν για τον Ιερό Βράχο, Αθήνα 2010, 262-277. Αγγλική έκδοση: «A Conversation with Charalambos Bouras: The Acropolis in Byzantine and Post-byzantine Times», Dialogues on the Acropolis. Scholars and Experts Talk on the History, Restoration and the Acropolis Museum, Αθήνα 2010, 262-277. «Υλικά και μορφές στην τέχνη και στην αρχιτεκτονική του Βυζαντίου», Εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, παράδοση και σύγχρονη πραγματικότητα, Αθήνα 2011, 27-33. «Μεσοβυζαντινὲς καὶ ὑστεροβυζαντινὲς πόλεις ἀπὸ τὴν σκοπιὰ τῆς πολεοδομίας καὶ τῆς ἀρχιτεκτονικῆς», Τ. Κιουσοπούλου (επιμ.), Οι βυζαντινές πόλεις, 8ος-15ος αι. Προοπτικές της έρευνας και νέες ερμηνευτικές προσεγγίσεις, Ρέθυμνο 2012, 1-14. «Επιπτώσεις της λειτουργίας προσκυνήματος στον τύπο των ναών της μονής του Οσίου Λουκά (Περίληψη)», ΔΧΑΕ ΛΓ´ (2012), 389. «Ἰδιαιτερότητες τῶν μνημείων τῆς Χίου καὶ προκύπτοντα προβλήματα», Α. Καββαδία ‒ Π. Δαμούλος (επιμ.), Η οχυρωματική αρχιτεκτονική στο Αιγαίο και ο μεσαιωνικός οικισμός Αναβάτου Χίου (Χίος, 26-28 Σεπτεμβρίου 2008), Πρακτικά, Χίος 2012, 29-32. «Alaric in Athens», ΔΧΑΕ ΛΓ΄ (2012), 1-6. «Επικούρειος Απόλλων», Αρχαιολογία. Πελοπόννησος, Αθήνα 2012, 420-423. «Byzantine Cities in Greece», J. Albani – E. Chalkia (επιμ.), Heaven and Earth: Cities and Countryside in Byzantine Greece, National Gallery of Art, Washington, D.C., October 6, 2013 – March 2, 2014 και The J. Paul Getty Museum, Los Angeles, April 9 – August 25, 2014 (κατάλογος έκθεσης), Αθήνα 2013, 44-74. «Byzantine Athens», J. Albani – E. Chalkia (επιμ.), Heaven and Earth: Cities and Countryside in Byzantine Greece, National Gallery of Art, Washington, D.C., October 6, 2013 – March 2, 2014 και The J. Paul Getty Museum, Los Angeles, April 9 – August 25, 2014 (κατάλογος έκθεσης), Αθήνα 2013, 168-180. «Τὸ νοτιοανατολικὸ κτήριο τῆς Μονῆς Ὁσίου Λουκᾶ», 33ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2013), 77-78· βλ. δημοσίευση αριθ. 175. «Τὰ τοπικὰ καὶ τὰ χρονικὰ ὅρια τοῦ ψευδοκουφικοῦ διακόσμου», ΔΧΑΕ ΛΔ΄ (2013), 25-32, εικ. 1-3. «Ζητήματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχιτεκτονικῆς τοῦ 18oυ αἰῶνος», Ἐκκλησίες στὴν Ἑλλάδα μετὰ τὴν Ἅλωση, 7, Θεσσαλονίκη 2013, 139-153. «Γενοβέζικα θυρώματα στὴ Χίο», Γ. Κ. Βαρζελιώτη ‒ K. Γ. Τσικνάκης (επιμ.), Γαληνοτάτη. Τιμή στη Χρύσα Μαλτέζου, Αθήνα 2013, 511-527. «Ἡ ἱστορία τῆς ἔρευνας τῆς βυζαντινῆς ἀρχιτεκτονικῆς στὴν Ἑλλάδα», 34ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2014), 86-87. «Τὸ νοτιοανατολικὸ κτήριο τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ», ΔΧΑΕ ΛΕ΄ (2014), 1-7, εικ. 1-6. «Ναοὶ στὰ μεσαιωνικὰ χωριὰ τῆς Χίου», B. Κατσαρός – Α. Τούρτα (επιμ.), Ἀφιέρωμα στὸν Ἀκαδημαϊκὸ Παναγιώτη Λ. Βοκοτόπουλο, Αθήνα 2015, 173-180. «Ψευδοορθομαρμαρώσεις στὸ καθολικὸ τοῦ Ὁσίου Λουκᾶ», 35ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2015), 86-87. «Ο Μανόλης Κορρές στον Παρθενώνα», Κ. Ζάμπας ‒ Β. Λαμπρινουδάκης ‒ Ε. Σημαντώνη-Μπουρνιά (επιμ.), Αρχιτέκτων. Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Μανόλη Κορρέ, Αθήνα 2016, 19-24. «Τὸ Ἱερὸ τῆς Βραυρῶνος καὶ τὸ τοπίο της», Τόπος ‒ Τοπίο. Τιμητικός τόμος για τον Δημήτρη Φιλιππίδη, Αθήνα 2018, 189-192. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 181. «Die Stadtlandschaft und die Akropolis von Athen», W. Schuller ‒ U. Gotter ‒ E. P. Sioumpara (επιμ.), Identiä- res Bauen. Die Athener Akropolis und die Stadt, (υπό έκδοση) [Konstanz 2019]. ΑΝΑΣΤΗΛΩΣΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΜΝΗΜΕΙΩΝ 182. «Ὁ ρόλος τῆς πληροφορήσεως καὶ τῆς ἐκπαιδεύσεως στὴν προστασία καὶ τὴν ἀπoκατάσταση τῶν ἀρχιτε- 183. 184. 185. 186. 187. 188. 189. 190. 191. 192. 193. 194. 195. 196. 197. 198. κτονικῶν μνημείων» / «Information and education for the protection and rehabilitation of architectural monuments», Αρχιτεκτονικά Θέματα / Architecture in Greece 9 (1975), 161-163. «Ὀργάνωση ἀρχείων τεκμηρίωσης γιὰ τὴν προστασία τῶν μνημειακῶν συνόλων», Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία, Προστασία Μνημείων καὶ Παραδοσιακῶν Οἱκισμῶν, Τριήμερη Συνάντηση 5, 6, 7 Φεβρουαρίου 1975. Πρακτικά, Αθήνα 1975, 61-69. «The Acropolis, Documentation», The Acropolis. Problems – Measurements – Studies. Measures to be taken, Communications of the Working Group at the 2nd International Symposium on the Deterioration of Building Stones, Αθήνα 1976, 365-368 (σελίδες ανατύπου: 9-11). «Particular Difficulties in the Conservation and Study of Greek Historical Monuments», Photogrammetria 30 (1976), 99-105. «Pour sauver l’Acropole», Courrier de l’Unesco (octobre 1977), 4-10. «Athens, The Parthenon», Monumentum. Revue scientifique de l’ICOMOS (1984), 109-120. «The Problems of Conserving the Parthenon and the Possibilities of Improving the Value of the Monument. The Principles which will guide the Operation», Proceedings of the 2nd International Meeting for the Restoration of the Acropolis Monuments (Athens 1983), Αθήνα 1985, 86-94. «The Program for the Preservation of the Monuments of the Athenian Acropolis», Actes du XIIe Congrès international d’archéologie classique, Αθήνα 1986, 361-365. «Ὁ Μηλιάδης καὶ ἡ συντήρηση τῶν μνημείων τῆς Ἀκροπόλεως», Αρχαιογνωσία 4 (1985-1986), 117-126. «Οἱ Ἐπιτροπὲς Συντηρήσεως Μνημείων», Ἑλληνικὴ Ἑταιρεία. Ἡ ἀναστήλωση τῶν μνημείων στὴν Ἑλλάδα. Δημόσια συζήτηση 8ης Ἰανουαρίου 1985, Εἱσηγήσεις, Aθήνα 1986, 32-35. «Ἀναστηλωτικὰ καὶ ἄλλα προβλήματα στὴν ἀθηναϊκὴ Ἀκρόπολη», Ίδρυμα Ν. Γoυλανδρή, Διαλέξεις 19861989, Aθήνα 1989, 101-110. «Eἰσαγωγή», Μελέτη ἀποκαταστάσεως τοῦ Παρθενῶνος, Μ. Κορρές κ.ά., 2α, Αθήνα 1989, 5-8. Aγγλική έκδοση: «Introduction», Study for the Restoration of the Parthenon, M. Korres et al., 2a, Αθήνα 1989, 7-11. Εναρκτήρια ομιλία, 3η Διεθνὴς Συνάντηση γιὰ τὴν Ἀποκατάσταση τῶν Μνημείων τῆς Ἀκροπόλεως (Ἀθήνα 31 Μαρτίου ‒ 2 Ἀπριλίου 1989), Πρακτικά, Αθήνα 1990, 6-8. «Ἔρευνες, μελέτες καὶ ἔργα στὴν Ἀκρόπολη κατὰ τὸ 1990», Επιτροπή Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως (φυλλάδιο), Aθήνα 1991, 1-12. «Monuments of Antiquity. The Limits of Restoration», Actes du Congrès International sur la conservation de la pierre et autres matériaux, Παρίσι 1993, 127-130. «The International Charter of Venice and the Restoration of Classical Buildings», «Current Problems of Restoration on the Acropolis», R. Economakis (επιμ.), Acropolis Restoration. The CCAM [Committee for the Conservation/Restoration of the Acropolis Monuments] Interventions, Λονδίνο 1994, 88-91, 100-105, 185-186. «Οἱ ἐργασίες ἀποκαταστάσεως στὸν Παρθενώνα καὶ ἡ μετατόπιση τῶν ἀντιλήψεων γιὰ τὴν διατήρηση τῶν μνημείων. Θεωρητικὴ συμβολὴ στὶς σύγχρονες ἐργασίες ἀποκαταστάσεως», Π. Τουρνικιώτης (επιμ.), Ὁ Παρθενώνας καὶ ἡ ἀκτινοβολία του στὰ νεώτερα χρόνια, Αθήνα 1994, 310-339. Aγγλική έκδοση: «Restoration Work on the Parthenon and Changing Attitudes towards the Conservation of Monuments. A Theoretical Contribution to Restoration Work Today», P. Tournikiotis (επιμ.), The Parthenon and its Impact in Modern Times, Αθήνα 1994, 310-339. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 13 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 199. «Τὸ ἀναστηλωτικὸ ἔργο τοῦ Ἰωάννη Τραυλοῦ», Ὁ Μέντωρ 29 (1994), 7-12. 200. Εναρκτήρια ομιλία, 4η Διεθνὴς Συνάντηση γιὰ τὴν Ἀποκατάσταση τῶν Μνημείων τῆς Ἀκροπόλεως (Ἀθή- να 27-29 Mαΐου 1994), Πρακτικά, Αθήνα 1995, 7-11. 201. «Μελέτες, έρευνες και έργα στην Ακρόπολη κατά την πενταετία 1991-1995», Ανθέμιον 2 (1996), 5-25. 202. «Principles Respected during the Works on the Acropolis Monuments», Proceedings of the Osaka City Uni- 203. 204. 205. 206. 207. 208. 209. 210. 211. 212. 213. 214. 215. 216. 14 versity International Symposium 1996 on Preservation of cultural Heritage in Athens and Osaka (Osaka, October 6-8, 1996), Osaka 1998, 1-15. «Γιατί κινδυνεύουν πολύ τα μνημεία», Τὰ ἀρχαῖα θέατρα σήμερα. Μνημεῖα ἢ ζωντανοὶ θεατρικοὶ χῶροι;, εφημ. H Καθημερινή – Επτά Ημέρες, 25 Ιουνίου 1999, 30-31. «The Committee for the Conservation of the Acropolis Monuments (ESMA), 1975-2003» / «La Commissione per la conservazione dei monumenti dell’Acropοli 1975-2003», Quaderni ARCo (Ρώμη 2003), 13-18. Εναρκτήρια ομιλία, 5η Διεθνής Συνάντηση για την Αποκατάσταση των Μνημείων της Ακροπόλεως (Αθήνα, 4-6 Οκτωβρίου 2002), Πρακτικά, Αθήνα [2004], 49-53. «Ἡ ἀναστήλωση τῆς στοᾶς τῆς Βραυρῶνος», Γ. Κίζης (επιμ.), Ἀποκατάσταση μνημείων, ἀναβίωση ἰστορικῶν κτηρίων. Ἀττική, Αθήνα 2004, 50-59. «Συντήρηση καὶ ἔκθεση συντηρημένων ἔργων. Ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὰ ἀρχιτεκτονικὰ μνημεῖα-ἀξιοθέατα», Συντήρηση και έκθεση συντηρημένων έργων, προβλήματα τεχνικά – προβλήματα αισθητικά (Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 29 Ιανουαρίου 2003), Πρακτικά Ημερίδας, Αθήνα 2005, 29-31. «Ἀναστηλωτικὲς ἐπεμβάσεις στὸ Ἐρέχθειον (1978-1987)», Χαριστήριος τόμος Δημητρίου Νιάνια, Aθήνα 2006, 311-318. Αναδημοσίευση: Α. Παπανικολάου, Η αποκατάσταση του Ερεχθείου (1979-1987), Aθήνα 2012, 617-620. «Η έννοια της αυθεντικότητας και της ακεραιότητας των μνημείων» / «The Concepts of Authenticity and Integrity of Monuments», Μ. Γαρέζου – Μ. Μούλιου (επιμ.), Ολοκληρωμένη προστασία αρχαιολογικών χώρων και μνημείων / The Comprehensive Protection of Archaeological Sites and Monuments, Πρακτικά Σεμιναρίου Αξιοποίησης και Ανάδειξης της Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Αθήνα 2006, 67-72. «Τhe Restoration Works on the Acropolis Monuments», Chr. Hitchens (επιμ.), The Parthenon Marbles, Λονδίνο 2008, 107-115. «Τὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Κωνσταντίνου Καραμανλῆ γιὰ τὴ διάσωση τῶν μνημείων τῆς Ἀκροπόλεως», Κ. Σβολόπουλος κ.ά. (επιμ.), Ὁ Κωνσταντῖνος Καραμανλῆς κατὰ τὸν εἱκοστὸ αἱώνα, ΙΙΙ, Αθήνα 2008, 328-331. «Ἡ ἀποκατάσταση τῶν ἀρχιτεκτονικῶν μνημείων στὴν Ἑλλάδα. Χρονικὸ πενήντα ἐτῶν, 1950-2000», Χ. Μπούρας – Π. Τουρνικιώτης (επιμ.), Συντήρηση, ἀναστήλωση καὶ ἀποκατάσταση μνημείων στὴν Ἑλλάδα, 1950-2000, Αθήνα 2010, 29-72. «Συνομιλώντας με τον Χαράλαμπο Μπούρα για τις θεωρητικές αρχές της σύγχρονης αναστήλωσης της Ακρόπολης», Γνωρίζοντας την Ακρόπολη. Οι ειδικοί μιλούν για τον Ιερό Βράχο, Αθήνα 2010, 368-379. Αγγλική έκδοση: «A Conversation with Charalambos Bouras: The Theoretical Principles of the Modern Restoration of the Acropolis», Dialogues on the Acropolis. Scholars and Experts Talk on the History, Restoration and the Acropolis Museum, Αθήνα 2010, 368-379. «Οι διαχρονικές αξίες των μνημείων της αθηναϊκής Ακροπόλεως και οι προσπάθειες για τη συντήρησή τους», Όγδοη διάλεξη εις μνήμην Ντίνου Λεβέντη, Λευκωσία 2011. «Thirty-five Years of Restoration of the Acropolis Monuments», Ch. Bouras – M. Ioannidou – I. Jenkins (επιμ.), Acropolis Restored (British Museum Research Publications 187), Λονδίνο 2012, ⁴2015, 1-9. Εναρκτήρια ομιλία, «Τα νέα προγράμματα των έργων στην Ακρόπολη», 6η Διεθνής Συνάντηση για την Αποκατάσταση των Μνημείων Ακροπόλεως (Αθήνα, 4-5 Οκτωβρίου 2013), Πρακτικά, Αθήνα 2015, 2324, 115-128. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΠΟΥΡΑ 217. 218. 219. 220. 221. 222. 223. 224. 225. Υπηρεσία Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ) ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις από την αναστήλωση των μνημείων της Ακρόπολης / The Acropolis Restoration News: «1997-2000. «H ανασυγκρότηση των έργων Ακροπόλεως», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 1 (2001), 2-3. Αγγλική έκδοση: «1997-2000. The Reorganisation of the Acropolis Project», The Acropolis Restoration News 1 (2001), 2-3. «Το έργο της Υπηρεσίας Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως κατά το έτος 2001», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 2 (2002), 12-19. Αγγλική έκδοση: «The Work of the Acropolis Restoration Service during the Year 2001», The Acropolis Restoration News 2 (2002), 12-19. «Το έργο της Επιτροπής Συντηρήσεως των Μνημείων Ακροπόλεως κατά το 2002», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 3 (2003), 2-4. Αγγλική έκδοση: «The Work of the Committee for Conservation of the Acropolis Monuments in 2002», The Acropolis Restoration News 3 (2003), 2-4. «Το έργο της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως κατά το 2003», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 4 (2004), 2-6. Αγγλική έκδοση: «The Work of the Committee for Conservation of the Acropolis Monuments in 2003», The Acropolis Restoration News 4 (2004), 2-6. «Τα αναστηλωτικά έργα στην Ακρόπολη το 2004», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 5 (2005), 7-13. Αγγλική έκδοση: «The Work of the Acropolis Restoration Service in 2004», The Acropolis Restoration News 5 (2005), 7-13. «Τα αναστηλωτικά έργα στην Ακρόπολη το 2005», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 6 (2006), 4-10. Αγγλική έκδοση: «Restoration Works on the Acropolis in 2005», The Acropolis Restoration News 6 (2006), 4-10. «Θεωρητικές αρχές των επεμβάσεων στα μνημεία Ακροπόλεως», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 7 (2007), 2-5. Αγγλική έκδοση: «Theoretical Principles of the Interventions on the Monuments of the Acropolis», The Acropolis Restoration News 7 (2007), 2-5. «Αυστηρή ή χαλαρή τήρηση αρχών στις αναστηλώσεις των αρχαίων μνημείων στην Ελλάδα», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 9 (2009), 2-8. Αγγλική έκδοση: «Strict and Less Strict Adherence to the Principles of Anastelosis of the Ancient Monuments in Greece», The Acropolis Restoration News 9 (2009), 2-5. «Περί της Επιτροπής Συντηρήσεως Μνημείων Ακροπόλεως», ΥΣΜΑ ‒ Ενημερωτικές Ειδήσεις 16 (2016), 3. Αγγλική έκδοση: «The Committee for the Conservation of the Acropolis Monuments», The Acropolis Restoration News 16 (2016), 3. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 5-15 15 Αγγελική Στρατή Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ ΤΟΥ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΣΤΟΡΙΑ (1727). ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ Δημοσιεύεται η ζωγραφική του ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Καστοριά, έργο του Δαβίδ του επονομαζόμενου Σελενιτσιώτη. Οι τοιχογραφίες χρονολογούνται το 1727, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή του ναού, και ακολουθούν το καθιερωμένο, για τους μονόχωρους μεταβυζαντινούς ναούς, εικονογραφικό πρόγραμμα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν οι αλληγορικές σκηνές του τροχού και του δένδρου της ζωής, των παραβολών του Χριστού και των τιμωριών των αμαρτωλών. Οι τοιχογραφίες του ναού εντάσσονται στο ρεύμα επιστροφής στην τέχνη της παλαιολόγειας εποχής, διατηρούν όμως το ιδιαίτερο προσωπικό ύφος του ζωγράφου. Τhe paper deals with the painting of the church of Saint John the Forerunner (Hagios Ioannis Prodromos) in Kastoria, a work by David Selenitsiotis. According to the donor inscription, the wall paintings are dated in 1727 and the iconographic programme follows the established layout for single-aisled post-Byzantine churches. The depictions of allegorical scenes, such as the Wheel and the Tree of the Life, the parables of Christ and the punishments of sinners are of particular interest. The wall paintings belong to the movement of the return to the art of the Palaiologean period, although the painter presents a particular personal style. Λέξεις κλειδιά Keywords Μεταβυζαντινή περίοδος, 1727, μεταβυζαντινές τοιχογραφίες, κτητορικές επιγραφές, εικονογραφία, τιμωρίες των αμαρτωλών, τροχός και δένδρο της ζωής, παραβολές του Χριστού, ζωγράφος Δαβίδ ο Σελενιτσιώτης, Καστοριά, ναός Αγίου Ιωάννη Προδρόμου Καστοριάς. Post-Byzantine period; 1727; post-Byzantine wall paintings; foundation inscriptions; iconography; punishments of sinners; Wheel and the Tree of the Life; parables of Christ; painter David Selenitsiotis; Kastoria; church of Agios Ioannis Prodromos in Kastoria. Η ζωγραφική του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στη συνοικία Απόζαρι1 της Καστοριάς είναι έργο του ζωγράφου Δαβίδ του επονομαζόμενου Σελενιτσιώτη, γνωστού ζωγράφου του 18ου αιώνα, ο οποίος έδρασε στην ευρύτερη περιοχή αυτή την εποχή. * Έφορος Αρχαιοτήτων ε.τ., [email protected] ** Το άρθρο αποτελεί εκτεταμένη ανάπτυξη της ανακοίνωσης με τίτλο «Η ζωγραφική του Δαβίδ του Σελενιτσιώτη στο ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στην Καστοριά» στο 35ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2015), 111-112. Απόζαρι ονομάζεται η περιοχή της Καστοριάς που καταλαμβάνει τη βόρεια πλευρά της ομώνυμης λίμνης. Η λέξη είναι σλαβική και σημαίνει καμένη συνοικία, βλ. Α. Κ. Ορλάνδος, «Τὰ βυζαντινὰ μνημεῖα τῆς Καστοριᾶς», ΑΒΜΕ Δ΄ (1938), 176 σημ. 1. 1 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ναός του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στη συνοικία Απόζαρι ανήκει στην ενορία Αγίου Λουκά και καταλαμβάνει τμήμα της πλαγιάς του λόφου της Παναγίας Φανερωμένης της Καστοριάς2. Ο σημερινός ναός χρονολογείται στον 18ο αιώνα, σύμφωνα όμως με Για τον ναό και τον ζωγραφικό του διάκοσμο, βλ. Ορλάνδος, ό.π. (υποσημ. 1), 176-180. Ν. Μουτσόπουλος, Καστοριά, Λεύκωμα. Ἱστορική ‒ χωροταξική ‒ πολεοδομική ‒ μορφολογική μελέτη Καστοριᾶς, Θεσσαλονίκη 1972, αριθ. 57, 58. Ι. Σίσιου, Καστοριανά μνημεία, Αθήνα 1995, 53-55, εικ. 91-99 και πρόσφατα Θ. Ζήκος, «Ο εντοίχιος διάκοσμος του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου της συνοικίας Απόζαρι της Καστοριάς», Ελιμειακά 58 (2007), 32-54, όπου και σχετική βιβλιογραφία (εδώ ο συγγραφέας επικεντρώνεται περισσότερο στο εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού, με μικρή αναφορά στον ζωγράφο και στο έργο του). 2 399 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ ορισμένους μελετητές κτίστηκε πάνω στα ερείπια ενός παλαιότερου ναού3. Στον αρχικό ναό φαίνεται πως ανήκει η πεντάπλευρη εξωτερικά αψίδα του ιερού βήματος, όπου ξεχωρίζουν πλίνθινοι σταυροί. Είναι μονόχωρος ξυλόστεγος ναός, διαστάσεων 16,80×7,50 μ., με τοιχοποιία από αργολιθοδομή και ενδιάμεσες ξυλοδεσιές. Φέρει υπερυψωμένο γυναικωνίτη στη δυτική πλευρά, που ακολουθεί αρμονικά την κλίση της πλαγιάς. Η μοναδική είσοδός του βρίσκεται στον νότιο τοίχο, ενώ η πρόσβαση στον κυρίως ναό γίνεται με μικρή κλίμακα. Από την κτητορική επιγραφή, στον βόρειο τοίχο, απέναντι από την θύρα εισόδου στον ναό, και δίπλα στην θύρα εισόδου προς τον κυρίως ναό, ορίζεται ακριβώς η χρονολόγηση τόσο της ανακαίνισης του ναού, το 1701, όσο και της τοιχογράφησής του, το 1727 (Εικ. 1). Το κείμενο της επιγραφής, με αρκετές διάσπαρτες φθορές και χρωματικές απολεπίσεις, είναι, σύμφωνα με την ανάγνωσή μας, το ακόλουθο4: 1 + Ο ΘΕΟΤΕΡΠΗC ΟΥΤΟCI ΝΕΩC TOΥ ΑΓΙΟΥ ΕΝΔΟΞΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΠΡΟΔΡΟ/ MOY KAI BAΠΤΙΣΤΟΥ ΙΩ(ΑΝΝΟΥ) ΑΝΑΚΕΝΗΘΗ ΜΕΝ ΥΔΡΙΜΕΝΟC ΕΤΕΙ / 4 Η επιγραφή, με διαφορετικές γραφές, λάθη και παραβλέψεις 3 ΑΠΟ ΘΕΟΓΟΝΙΑC AΨΑ΄ ΑΝΑΛΩΜΑCI ΤΟΥ ΠΕΡΙΞ ΠΟΤΕ ΕΝ ΛΗΞΕΙ ΓΕ/ Βλ. σχετικά, Π. Τσαμίσης, Ἡ Καστοριὰ καὶ τὰ μνημεῖα της, είναι δημοσιευμένη. Βλ. σχετικά, Ορλάνδος, ό.π. (υποσημ. 1), 176΄ ΚΥΡΙΟΥ ΡΑΛΗ2),ΜΟΥCEΛΙΜΗ. ΚΟΝΙΘΗ ΕΥΚΟCMΩC O/λανθασμένα ως Λαυρέντιος). Αθήναι ΝΟΜΕΝΟΥ 1949, 138. Σίσιου, ό.π. (υποσημ. 53 (η παραπάνω ΕΞΕΙ 77 (εδώ ο ζωγράφος αναγράφεται άποψη της πρώτης κατασκευής του CYNΔΡOMHC ναού στους βυζαντινούς 5 CYMΠΕΡ ΟΥΤΟC ΔΙΑ K(AI) ΔΑ ΠΑΝΗC ΠΑΝΤΩΝ ΑΥΤΩ /«Inscriptions de la ville Σίσιου, ό.π. (υποσημ. 2), 53.ΕΝ Drakopoulou. χρόνους,ΔΙΑΤΡΙΒΩΝΤΩΝ από την οποία διατηρείται μόνον ηΚΑΙ αψίδα του ιερού,CTΩΝ de Kastoria», REB 63 (2005), 30-32, εικ. 18 και Ζήκος, ό.π. (υποΕΥCΕΒΩΝ ΦΙΛΟΧΡΙ XΡΙCTIANΩΝ. ΑΡΧΙΕΡΑ/ είναι ατεκμηρίωτη, εφόσον δεν έχουν γίνει σχετικές αρχαιολοσημ. 2), 34-35, εικ. 2, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. Τ[ΕΥΟΝΤΟC] ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΚΥ(ΡΙΟΥ) ΧΡΥCΑΝΘΟΥ ΚΑΙ ΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟC / γικές έρευνες). KY(ΡIOY) ΜΙΧΑΗΛ ΚΕ ΠΑΝΤΩ[Ν ΤΩ]Ν Α[Ρ]Χ[ΟΝ]Τ[ΩΝ] Κ[ΑΙ] ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΧΡΥCΟC ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Κ(ΑΙ) ΔΗΜΗΤΡΙ(ΟΥ) ΖΟΥΠΑΝΙΩΤΗ CMEΡΝΟ ΡΑΛΗ ΚΟΤΖΗ ΑΡΓΥΡΗ / 10 ΑΥΤΟΥCΤΟΥ ΚΣΤ ΄ ΕΤ[Ο]C ΑΠΟ ΤΗ[C] ΕΝCAΡKOY ΤΟΥ C(ΩΤΗ)Ρ(Ο)C HMΩN ΟΙΚΟΝΟ/ ΜΙΑC AΨKZ΄ XEIΡ TOY ΕΛΑΧ(ΙCT)ΟΥ ΔΑΒ[ΙΔ]. ΄ Μετά το 1701, έτος ανακαίνισης του μνημείου, ως χορηγός της εκκλησίας μνημονεύεται ο Ράλης Μουσελίμης5, ο οποίος συνδέεται στενά με αυτήν, εφόσον το όνομά του αναγράφεται στην ακόλουθη αφιερωματική επιγραφή: ΔΗΑ ΣΙΝΔΡΟΜΙΣ ΚΑΙ ΗΞΟΔΟΥ/ ΡΑΛΙ ΜΗΣΗΛΙΜΙ ΑΨΑ (=1701), που είναι σκαλισμένη στο επιστύλιο του τέμπλου6. Σπουδαίο ρόλο Βλ. σχετικά, Π. Τσαμίσης, Ἡ Καστοριὰ καὶ τὰ μνημεῖα της, Αθήναι 1949, 138. Σίσιου, ό.π. (υποσημ. 2), 53 (η παραπάνω άποψη της πρώτης κατασκευής του ναού στους βυζαντινούς χρόνους, από την οποία διατηρείται μόνον η αψίδα του ιερού, είναι ατεκμηρίωτη, εφόσον δεν έχουν γίνει σχετικές αρχαιολογικές έρευνες). 4 Η επιγραφή, με διαφορετικές γραφές, λάθη και παραβλέψεις είναι δημοσιευμένη. Βλ. σχετικά, Ορλάνδος, ό.π. (υποσημ. 1), 17677 (εδώ ο ζωγράφος αναγράφεται λανθασμένα ως Λαυρέντιος). Σίσιου, ό.π. (υποσημ. 2), 53. Drakopoulou. «Inscriptions de la ville de Kastoria», REB 63 (2005), 30-32, εικ. 18 και Ζήκος, ό.π. (υποσημ. 2), 34-35, εικ. 2, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 5 E. Drakopoulou, «Les “honorables archontes”, donateurs à Kastoria post-byzantine», ΔΧΑΕ ΚΔ΄ (2003), 272, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 6 Για το ξυλόγλυπτο τέμπλο του ναού, βλ. Γ. Τ. Αλεξίου, Χρονολογημένα ξυλόγλυπτα τέμπλα ναών της Καστοριάς. (Α) Άγιος Νικόλαος Δραγωτά (1668), (Β) Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος 3 400 στον εξωραϊσμό του ναού έπαιξαν επίσης ο μητροπολίτης Καστοριάς Χρύσανθος7 και οι άρχοντες επίτροποι Χρυσός Δημητρίου, Δημήτριος Ζουπανιώτης, Σμέρνος, Ράλης Κότζη και Αργύρης. Στο τέλος της επιγραφής αναγράφεται η χρονολογία ολοκλήρωσης της ιστόρησης του ναού (είναι η 26η Αυγούστου 1727) και το όνομα του ζωγράφου Δαβίδ, χωρίς την προσθήκη της καταγωγής του. Πρόκειται για τον ονομαστό Δαβίδ τον Σελενιτσιώτη, τη ζωγραφική τέχνη του οποίου θα πραγματευθούμε εκτενέστερα παρακάτω. Το εσωτερικό του ναού, συμπεριλαμβανομένου του ιερού, του κυρίως ναού και του γυναικωνίτη, ήταν αρχικά όλο τοιχογραφημένο. Η ζωγραφική του νότιου τοίχου του κυρίως ναού και του αντίστοιχου του γυναικωνίτη (1701) (μεταπτυχιακή εργασία στη Θεολογική Σχολή του ΑΠΘ, χ.χ.), Καστοριά 1998, 52, πίν. 26 (προσωπική δημοσίευση). 7 Ο μητροπολίτης Χρύσανθος ποίμανε τη Μητρόπολη από το 1719 έως το 1764, βλ. Τσαμίσης, ό.π. (υποσημ. 3). Β. Aτέσης, «Ἐπισκοπικοί κατάλογοι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι σήμερον», Ἐκκλησιαστικός Φάρος 1974, 453. Για τη δραστηριότητά του σε ανεγέρσεις ναών, βλ. R. Rousseva, «Iconographic characteristics of the churches in Moschopolis and Vithkuqi (Albania)», Μακεδονικά 35 (2005-2006), 165. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Εικ. 1. Καστοριά, ναός Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Απόζαρι. Η κτητορική επιγραφή, 1701 και 1727. καταστράφηκε στο πέρασμα του χρόνου από διάφορες αιτίες, είτε φυσικές είτε λόγω του ανθρώπινου παράγοντα. Από τον διάκοσμο αυτό διατηρούνται μόνο σπαράγματα τοιχογραφιών στη νοτιοδυτική γωνία του γυναικωνίτη. Σε γενικές γραμμές οι περισσότερες τοιχογραφημένες σκηνές του ναού βρίσκονται σε σχετικά καλή έως μέτρια κατάσταση, ενώ ορισμένες παρουσιάζουν διάσπαρτες φθορές των κονιαμάτων και απολεπίσεις των χρωμάτων. Το εικονογραφικό πρόγραμμα ακολουθεί το καθιερωμένο των μονόχωρων μεταβυζαντινών ναών (Εικ. 2) και διανθίζεται με ορισμένες, όχι τόσο συχνές στην εικονογραφία, σκηνές, όπως οι παραβολές του σπορέα8 και του υποκριτή9, ο τροχός του ανθρώπινου βίου μαζί με το δένδρο της ζωής10 (Εικ. 8) και ο κεκρυμμένος Διονύσιος ὁ ἐκ Φουρνᾶ, Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς τέχνης ὑπό Ἀ. Παπαδοπούλου-Κεραμέως, Αγία Πετρούπολη 1909, 114. 9 Αλεξίου, ό.π. (υποσημ. 6), 126. 10 Για το θέμα, επί του οποίου υπάρχει εκτεταμένη βιβλιογραφία, βλ. κυρίως Η. Αντωνόπουλος, «Το τίμημα της τέρψης. Βίος και αναβιώσεις του Καιρού στη βυζαντινή τέχνη», ΔΧΑΕ Κ΄ (1998), 8 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 θησαυρός11, αλληγορικά θέματα που εμπεριέχουν απώτερους συμβολισμούς και σαφή πολλαπλά μηνύματα ηθικοδιδακτικού χαρακτήρα. Στην αψίδα του ιερού εικονογραφείται η Θεοτόκος βρεφοκρατούσα στον τύπο της Πλατυτέρας και οι ιεράρχες άγιοι Νικόλαος, Βασίλειος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Θεολόγος (Εικ. 4)· στον ανατολικό τοίχο η Κοινωνία των αποστόλων, ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο Χριστός ως Άκρα Ταπείνωση12, που καταλαμβάνει την κόγχη της πρόθεσης (Εικ. 3), και οι ιεράρχες 201-212. Ο ίδιος, «Στροφάδες κέλευθοι: Ηλικίες του ανθρώπου», Μίλτος Γαρίδης (1926-1996): Αφιέρωμα, Α΄, Ιωάννινα 2003, 17-54. Ο ίδιος, «Η δεκάδα των ηλικιών: Αμφίδρομη γενεαλογική διαδρομή», ΔΧΑΕ ΚΣΤ΄ (2005), 353-366. Α. Στρατή, «Ο τροχός του ανθρώπινου βίου στο ναό του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Απόζαρι στην Καστοριά. Εικονογραφία του πρόσκαιρου και του μάταιου στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή τέχνη», Το Αρχαιολογικό έργο στην Άνω Μακεδονία. Γ΄ Επιστημονική Συνάντηση, Αιανή 2011 (υπό έκδοση). 11 Αλεξίου, ό.π. (υποσημ. 6), 115. 12 Για το θέμα, βλ. αναλυτικά H. Belting, «An Image and its Function in the Liturgy: the Man of Sorrows in Byzantium», DOP 34-35 (1980-1981), 1-16, εικ. 1-22, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 401 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ 49 50 4 3 5 2 6α 11 12 52 6β 8 53 55 21 ΥΠΟΜΝΗΜΑ Εικ. 2 32 30 20 19 29 18 28 27 17 26 25 24 16 15 44 43 42 41 40 39 38 37 36 35 23 34 22 48 98 96 95 47 99 100 66 97 67 45 46 101 68 102 69 103 70 72 64 Α 104 105 71 65 106 73 107 74 75 108 109 94 63 93 92 91 62 90 89 61 56 88 60 59 87 86 85 58 84 57 83 82 81 80 79 76 77 78 Εικ. 2. Καστοριά, ναός Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Απόζαρι. Προοπτικό – άνοψη (σχέδιο: Γ. Φουστέρης). 402 Α 54 10 β 33 31 51 9 1 10 α 13 14 7 Ιερό: 1. Θεοτόκος Πλατυτέρα. 2. Άγιος Νικόλαος. 3. Άγιος Βασίλειος. 4. Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. 5. Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. 6α, 6β. Κοινωνία των Αποστόλων. 7. Άγιος Αθανάσιος. 8. Άγιος Κύριλλος. 9. Άγιος Σπυρίδων. 10α, 10β. Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. 11. Χριστός Άκρα Ταπείνωση. 12. Άγιος Στέφανος. 13. Η καταδίκη του Άρειου και ο Βύθιος Δράκων. 14. Όραμα του αγίου Πέτρου Αλεξανδρείας. Βόρειος τοίχος κυρίως ναού: 15. Σταύρωση. 16. Επιτάφιος Θρήνος. 17. Ανάσταση. 18. Κάθοδος στον Άδη. 19. Απιστία του Θωμά. 20. Μη μου άπτου. 21. Πεντηκοστή. 22. Άγιος Αρσένιος. 23. Άγιος Ευθύμιος. 24. Άγιος Σάββας. 25. Άγιος Τρύφων. 26. Άγιος Θαλλέλαιος. 27. Άγιος Μηνάς. 28. Άγιος Ευστάθιος. 29. Λειτουργική επιγραφή. 30. Άγιος Νικήτας. 31. Άγιος Μερκούριος. 32. Άγιος Αρτέμιος. 33. Άγιος Γεώργιος. Δυτικός τοίχος κυρίως ναού: 34. Κοίμηση της Θεοτόκου. 35. Χριστός Αναπεσών. 36. Προφήτης αδιάγνωστος. 37. Προφήτης αδιάγνωστος. 38. Προφήτης Ααρών. 39. Προφήτης αδιάγνωστος. 40. Χριστός σε μετάλλιο. 41. Προφήτης Δαβίδ. 42. Προφήτης Σολομών. 43. Προφήτης Δανιήλ. 44. Προφήτης Μαλαχίας. 45. Αρχάγγελος Μιχαήλ. 46. Απολογία και φυλάκιση του Προδρόμου. 47. Αποκεφαλισμός του Προδρόμου. 48. Συμπόσιο του Ηρώδη. Είσοδος: 49. Κοινωνία οσίας Μαρίας Αιγυπτίας. 50. Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. 51. Κτητορική επιγραφή. 52. Παραβολή του υποκριτή. 53. Παραβολή του σπορέα. 54. Ο κρυμμένος θησαυρός. 55. Ο όσιος Σισώης στον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Γυναικωνίτης: 56-65. Προφήτες και δίκαιοι της Παλαιάς Διαθήκης. 66-70. Η Δέηση με τους τέσσερις ευαγγελιστές. 71. Αγία αδιάγνωστη. 72. Αγία αδιάγνωστη. 73. Αγία αδιάγνωστη. 74. Αγία Ξένη. 75. Αγία Ευγενία. 76. Αγία αδιάγνωστη. 77. Αγία αδιάγνωστη. 78. Αγία Ιου... 79. Αγία Μαύρα. 80. Αγία Σοφία. 81. Αγία Βαρβάρα. 82. Αγία Θεοπίστη. 83. Αγία Ευτυχία. 84. Αγία Γλυκερία. 85. Αγία Θεοφανώ. 86. Αγία Ιουλιανή. 87. Αγία Μηνοδώρα. 88. Αγία Μητροδώρα. 89. Αγία Νυμφοδώρα. 90. Αγία Λαυρεντία. 91. Αγία Ιουστίνα. 92. Αγία Θέκλα. 93. Αγία Θεοκτίστη. 94. Αγία Ευλαμπία. 95. Αγία Θεοδότη. 96. Αγία Τατιανή. 97. Αγία Προκοπία. 98. Ο πόρνος. 99. Η ματαιόδοξη γυναίκα. 100. Η αφυκρασθείσα τα κακά. 101. Ο μυλωνάς. 102. Η πόρνη. 103. Ο φυλάργυρος. 104. Η μάγισσα. 105. Η κρασοπούλα. 106. Οι κοιμώμενοι την Κυριακή. 107. Η φιλάρεσκη γυναίκα. 108. Ο τροχός του ανθρώπινου βίου. 109. Το δένδρο της ζωής. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ άγιοι Αθανάσιος, Κύριλλος και Σπυρίδων. Ο βόρειος τοίχος του ιερού τοιχογραφείται με τις σκηνές της Πεντηκοστής, του Οράματος του αγίου Πέτρου Αλεξανδρείας13 και του πρωτομάρτυρα διακόνου Στεφάνου. Ο βόρειος τοίχος του κυρίως ναού διαιρείται σε δύο ζώνες (Εικ. 2). Στην κατώτερη ζώνη παριστάνονται άγιοι και όσιοι της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, ενώ στην ανώτερη τοποθετούνται σκηνές από το Δωδεκάορτο. Με κατεύθυνση από δυτικά προς ανατολικά εικονίζονται οι μοναχοί άγιοι Αρσένιος, Ευθύμιος και Σάββας, κρατώντας ανοικτά ενεπίγραφα ειλητάρια, ακολουθούν οι ιαματικοί Τρύφων και Θαλλέλαιος, και οι στρατιωτικοί άγιοι Μηνάς, Ευστάθιος, Νικήτας, Μερκούριος, Αρτέμιος και Γεώργιος (Εικ. 2 αριθ. 22-33). Στην ανώτερη ζώνη, με την ίδια σειρά, εικονογραφούνται η Σταύρωση, ο Επιτάφιος Θρήνος, η Ανάσταση, η Κάθοδος στον Άδη, η Ψηλάφηση ή Απιστία του Θωμά και η Εμφάνιση του Χριστού στη Μαρία Μαγδαληνή, γνωστή και ως «Μη μου άπτου» (Εικ. 2 αριθ. 15-20). Οι δύο τελευταίες σκηνές ανήκουν στον κύκλο των Εωθινών Ευαγγελίων14. Ο δυτικός τοίχος του ναού διαρθρώνεται επίσης σε δύο ζώνες (Εικ. 2). Επάνω εικονίζονται η Κοίμηση της Θεοτόκου, ο Χριστός στον εικονογραφικό τύπο του Αναπεσόντος και η μεγάλη σύνθεση με τον Χριστό σε μετάλλιο στο μέσον να περιβάλλεται από οκτώ προφήτες εκατέρωθεν (Εικ. 2 αριθ. 34-44). Κάτω, μετά την παράσταση του αρχάγγελου Μιχαήλ, ακολουθεί ο κύκλος του τιμώμενου αγίου, ο οποίος περιλαμβάνει τις σκηνές της απολογίας του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου και της φυλάκισής του, του αποκεφαλισμού και του συμποσίου του Ηρώδη (Εικ. 2 αριθ. 45-48 και Εικ. 5)15. Η παράσταση εμπεριέχει ευχαριστιακό-λειτουργικό χαρακτήρα. Για την εικονογραφία του θέματος στη βυζαντινή και πρώιμη μεταβυζαντινή περίοδο, βλ. Arch. S. Koukiaris, «The depiction of the Vision of Saint Peter of Alexandria in the sanctuary of Byzantine churches», Zograf 35 (2010), 63-71, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 14 Για το θέμα και την επέκτασή του στη ζωγραφική των μνημείων του βαλκανικού χώρου, βλ. Ν. Ζάρρας, Ο εικονογραφικός κύκλος των Εωθινών Ευαγγελίων στην παλαιολόγεια μνημειακή ζωγραφική των Βαλκανίων, Θεσσαλονίκη 2011, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 15 Βλ. Α. Κατσιώτη, Οι σκηνές της ζωής και ο εικονογραφικός κύκλος του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στη βυζαντινή τέχνη, Αθήνα 1998, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 13 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Στον γυναικωνίτη, στην κατώτερη ζώνη, στον νότιο, δυτικό και βόρειο τοίχο, παριστάνονται άγιες γυναίκες, μάρτυρες της χριστιανικής πίστης, σύμφωνα με την καθιερωμένη παράδοση. Πρόκειται για τις αγίες Μαύρα, Σοφία, Βαρβάρα, Θεοπίστη, Ευτυχία, Γλυκερία, Θεοφανώ, Ιουλιανή, Μηνοδώρα, Μητροδώρα, Νυμφοδώρα, Λαυρεντία, Ιουστίνα, Θέκλα, Θεοκτίστη, Ευλαμπία, Θεοδότη, Τατιανή, Προκοπία και τέσσερις ακόμη, αταύτιστες (Εικ. 2 αριθ. 76-97). Στην ανώτερη ζώνη και στον νότιο, δυτικό και βόρειο τοίχο εικονίζονται μέσα σε φυτικούς ελισσόμενους βλαστούς αδιάγνωστες ανδρικές μορφές προφητών και δικαίων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης (Εικ. 2 αριθ. 56-65). Στην ανώτερη ζώνη του ανατολικού τοίχου του γυναικωνίτη (Εικ. 2) απεικονίζεται στο μέσον η Δέηση, περικλειόμενη από τους τέσσερις ευαγγελιστές, ενώ στη συνέχεια της ζώνης απεικονίζονται τρεις αδιάγνωστες αγίες και οι αγίες Ξένη και Ευγενία (Εικ. 2 αριθ. 66-70 και 71-75). Στην κατώτερη ζώνη του ανατολικού τοίχου απεικονίζονται σε διάχωρα διάφορες τιμωρίες των αμαρτωλών ή των κολασμένων16, οι οποίες αναγράφονται, σύμφωνα με τις σωζόμενες επιγραφές: ο πόρνος, η ματαιόδοξη, η αφυκρασθείσα τα κακά17, ο μυλωνάς, η πόρνη, ο φιλάργυρος (Εικ. 2 αριθ. 98-103 και Εικ. 6). Ακολουθούν οι ανεπίγραφες σκηνές που παραπέμπουν στη μάγισσα, στην κρασοπούλα, στους κοιμώμενους την Κυριακή και στη φιλάρεσκη γυναίκα (Εικ. 2 αριθ. 104-107 και Εικ. 7, 8). Τα δύο αμαρτήματα του μυλωνά και της κρασοπούλας ή αλλού του κρασοπούλου (αυτού που νερώνει το κρασί) σχετίζονται με τον αγροτικό χαρακτήρα της οικονομίας της Καστοριάς κατά τον 18ο αιώνα18. Οι αμαρτωλοί, άνδρες και γυναίκες, εικονίζονται στην πλειονότητά τους γυμνοί, χωρίς αιδώ, με ρεαλισμό 16 Για λεπτομερή περιγραφή των σκηνών, βλ. Α. Δεκάζου, Οι ατομικές τιμωρίες των αμαρτωλών στην παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή μνημειακή ζωγραφική, Αθήνα 1998-1999 (https://www.academia.edu/ 215448094, πρόσβαση 3/6/2017), 123-129, πίν. 34-36. 17 Η Δεκάζου, ό.π. (υποσημ. 16), 124, την αναφέρει ως παρακροάτρια. 18 Βλ. σχετικά, Μ. Παϊσίδου, Οι τοιχογραφίες του 17ου αιώνα σε ναούς της Καστοριάς. Συμβολή στη μελέτη της μνημειακής ζωγραφικής της δυτικής Μακεδονίας, Αθήνα 2002, 174, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 403 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ συχνά σε μνημεία της Καστοριάς αλλά και του ευρύτερου βαλκανικού χώρου, ήδη από τους πρώιμους μεσοβυζαντινούς χρόνους21. Οι μορφές των ατομικών τιμωριών αποκρυσταλλώνονται στην εικονογραφία κατά τον 13ο αιώνα, καθώς, εκτός από τις επικρατούσες μορφές που τιμωρούνται από συμπλέγματα φιδιών22, δημιουργούνται νέοι τύποι τιμωριών, που διαδίδονται στους επόμενους αιώνες και σε όλη την επικράτεια του ελλαδικού και βαλκανικού χώρου. Το θέμα των κολασμών στον χώρο που προηγείται του κυρίως ναού, όπως στον γυναικωνίτη και στον νάρθηκα, έχει κατά κύριο λόγο παιδαγωγική και ηθικοδιδακτική σημασία για τους πιστούς που εισέρχονται στον ναό23. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η αλληγορική παράσταση του δένδρου της ζωής του ανθρώπου, το οποίο κατατρώγουν δύο αρουραίοι με την προσωνυμία ἡ μέρα και ἡ νύκτα σε απόλυτο νοηματικό συμβολικό συνδυασμό με τον τροχό της ζωής του ανθρώπου24 (Εικ. 2 αριθ. 108, 109 και Εικ. 8). Στον χώρο της εισόδου στον ναό παριστάνονται, εκτός από την κτητορική επιγραφή, οι παραβολές του υποκριτή, του σπορέα και του κεκρυμμένου θησαυρού25, καθώς επίσης και η σκηνή του αναχωρητή οσίου Σισώη πάνω από τον τάφο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Εικ. 3. Ιερό, κόγχη πρόθεσης. Χριστός Άκρα Ταπείνωση (βλ. Εικ. 2 αριθ. 11). απερίγραπτα ωμό, που σχεδόν προκαλεί το κοινό αίσθημα, να υφίστανται ποικίλες και σκληρές τιμωρίες, ανάλογα με τα αμαρτήματά τους19. Το θέμα των κολασμών των αμαρτωλών συνδέεται με εκείνο της Δευτέρας Παρουσίας20, εικονογραφικό θέμα που απαντάται Σύμφωνα με την Ε. Δρακοπούλου, «Ο φόβος της τιμωρίας στη βυζαντινή και μεταβυζαντινή ζωγραφική», Οι συλλογικοί φόβοι στην Ιστορία, Επιστήμης κοινωνία, Αθήνα 2000, 100-101, εικ. 13-15, «η εικονογραφική κατάχρηση, έξω από τις παραδόσεις της βυζαντινής τέχνης και τεχνοτροπίας, αγγίζει τα όρια της τρομολαγνείας». 20 Γενικά για το θέμα, βλ. I. P. Chouliaras, «The post-byzantine iconography of the individual punishments of the sinners in the depiction of Hell in Northwestern Greece. Differences and similarities to the Cretan school of painting», Zograf 40 (2016), 141158, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 19 404 Το παλαιότερο παράδειγμα αποτελεί ο νάρθηκας στον ναό του Αγίου Στεφάνου (αρχές του 10ου αιώνα), βλ. N. Siomkos, L’église Saint-Etienne à Kastoria. Étude des différentes phases du décor peint (Xe-XIVe siècles), Θεσσαλονίκη 2005, 91-100, όπου και ανάλογα παραδείγματα. 22 Τα φίδια συμβολίζουν τη σκοτεινή πλευρά της ψυχής και ενσαρκώνουν την αποκρουστική όψη του κακού, βλ. Θ. Μ. Προβατάκης, Ὁ Διάβολος εἱς τήν βυζαντινήν τέχνην. Συμβολή εἱς τήν ἔρευναν τῆς ὀρθοδόξου ζωγραφικῆς καί γλυπτικῆς, Θεσσαλονίκη 1980, 154-163. 23 Βλ. σχετική ανάλυση, στο Ε. Πάντου, «Οι ατομικοί κολασμοί των αμαρτωλών σε μεταβυζαντινούς ναούς της Μάνης», Επιστημονικό Συμπόσιο στη μνήμη Νικολάου Β. Δρανδάκη για τη βυζαντινή Μάνη, Καραβοστάσι Οιτύλου, 21-22 Ιουνίου 2008, Πρακτικά, Σπάρτη 2008-2009, 253-254, όπου και ανάλογα παραδείγματα. 24 Ό.π. (υποσημ. 10). Βλ. επίσης Λ. Κ. Κωνσταντινίδης, «Τα μοτίβα του τροχού και του δέντρου της ζωής στη μεταβυζαντινή παράσταση της “Ζωής του ανθρώπου” στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδόμου στο Απόζαρι Καστοριάς: Σημειολογική προσέγγιση», 27ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2007), 58-59 (εδώ αναφέρεται το όνομα του ζωγράφου λανθασμένα ως Λαυρέντιος). 25 Ό.π. (υποσημ. 8-9, 11). 21 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Εικ. 4. Ιερό, Αψίδα. Η Παναγία και οι συλλειτουργούντες ιεράρχες Νικόλαος, Βασίλειος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος και Γρηγόριος ο Θεολόγος (βλ. Εικ. 2 αριθ. 1-5). ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 405 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ Εικ. 5. Κυρίως ναός, δυτικός τοίχος. Στην ανώτερη ζώνη: η Κοίμηση της Θεοτόκου, ο Αναπεσών και ο Χριστός σε μετάλλιο μεταξύ προφητώντης Παλαιάς Διαθήκης (βλ. Εικ. 2 αριθ. 34-44). Στην κατώτερη ζώνη ο αρχάγγγελος Μιχαήλ και η απολογία (βλ. Εικ. 9), η φυλάκιση και ο αποκεφαλισμός του Προδρόμου και το Συμπόσιο του Ηρώδη (βλ. Εικ. 2 αριθ. 45-48). που συμβολίζει τη ματαιότητα της επίγειας ζωής του ανθρώπου (Εικ. 2 αριθ. 51-55). Δεξιά από τη θύρα εισόδου του ναού εικονίζεται η Κοινωνία της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας από τον αβά Ζωσιμά, ενώ ακριβώς δίπλα από αυτήν παριστάνεται ο τιμώμενος άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Εικ. 2 αριθ. 49, 50)26. Την κατώτερη ζώνη των τοίχων περιτρέχει απομίμηση βήλου, γνωστή και ως ποδέα (Εικ. 4, 7). Η διάρθρωση του εικονογραφικού προγράμματος ακολουθεί τη συνήθη τάση των όψιμων παλαιολόγειων και πρώιμων μεταβυζαντινών χρόνων, που αφορά κυρίως Εικονίζεται στηθαίος μετωπικός και φτερωτός, ευλογώντας με το δεξί χέρι και κρατώντας κλειστό ειλητάριο και σταυροφόρο ράβδο στο αριστερό. Για την απεικόνισή του, βλ. Μ. Χατζηδάκης, Ἕλληνες ζωγράφοι μετὰ τὴν Ἅλωση (1450-1830), 1, Αθήνα 1987, εικ. 97. 26 406 σε μονόχωρους δρομικούς ναούς (Εικ. 2). Κάτω από τις αφηγηματικές σκηνές, που καλύπτουν την επάνω ζώνη, οι μεμονωμένες μορφές των αγίων αποδίδονται σε συνεχή παρατακτική διάταξη, χωρίς διαχωριστικά πλαίσια ως επί το πλείστον. Οι συνθέσεις των παραστάσεων παρουσιάζουν αυστηρή συμμετρία και είναι οργανωμένες με επιμέλεια γύρω από έναν κεντρικό κάθετο άξονα, γεγονός που αποδεικνύει τη μεγάλη δεξιότητα και καλλιτεχνική δεινότητα του ζωγράφου (Εικ. 5, 6). Από τεχνικής άποψης, τόσο στα αγένεια νεανικά πρόσωπα όσο και στις γυναικείες νεανικές μορφές, η χρήση της φωτοσκίασης με τις λαδοπράσινες περιορισμένες σκιές, που διαβαθμίζονται μαλακά είτε με καστανή είτε με ώχρινη σάρκα που ροδίζει στα μάγουλα, αποδίδει πλαστικά και ανάγλυφα τον όγκο (Εικ. 3-9). Στα ηλικιωμένα, γενειοφόρα πρόσωπα άλλοτε οι ρυτίδες άλλοτε οι επί μέρους όγκοι στο μέτωπο ή το μάγουλο αποδίδονται με γραμμική φωτοσκίαση (Εικ. 5, 7). ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύονται με ενάργεια και σαφήνεια οι πλαστικού χαρακτήρα όγκοι. Ο ζωγράφος χειρίζεται με εξαιρετική επιδεξιότητα τα χρώματα, συνταιριάζοντάς τα με μοναδική τελειότητα και διαφορετικό, κατά περίπτωση, αισθητικό αποτέλεσμα. Η διαύγεια των χρωμάτων, οι αρμονικά επιλεγμένοι χρωματικοί τόνοι, οι πλατιές φωτεινές επιφάνειες και η άψογη τεχνική εκτέλεση αποδίδουν όχι μόνο τη σφαιρικότητα του όγκου στα πρόσωπα, αλλά παράλληλα συμβάλλουν στη ζωντάνια της έκφρασης, στην ψυχολογική ένταση και στο εσωτερικό κάλλος της μορφής (Εικ. 9). Από καλλιτεχνικής άποψης οι μορφές είτε στις πολυπρόσωπες σκηνές είτε στις μεμονωμένες απεικονίσεις χαρακτηρίζονται και επιβάλλονται με το εύρος και τη ρωμαλεότητα του σωματικού όγκου, τη ρέουσα πλούσια πτυχολογία, τα πλατιά και εύσαρκα πρόσωπα με τα αδρά και εκφραστικά χαρακτηριστικά, που ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 ορισμένες φορές γίνονται δύσμορφα, τις κόκκινες κηλίδες και τον ογκώδη, μυώδη και στιβαρό λαιμό. Στο πλάσιμο των προσώπων αλλά και εν γένει όλων των μορφών κυριαρχεί η τάση για ρεαλιστική πραγμάτευση, η οποία, σε μερικές περιπτώσεις, καταλήγει σε δυσμορφία, βαναυσότητα και εκτράχυνση (Εικ. 6-8). Στην απεικόνιση των ατομικών κολασμών στον γυναικωνίτη του ναού υπερέχει η μεγάλη ζωγραφική δεξιότητα, η σχεδιαστική ικανότητα αλλά και το έμφυτο καλλιτεχνικό ταλέντο του Δαβίδ στο πλάσιμο ιδίως του γυμνού σώματος (Εικ. 3, 6-8). Στις σκηνές αυτές ο ζωγράφος χρησιμοποιεί με άνεση και επιδεξιότητα τη γραμμή, την οποία επιβάλλει ως το κύριο ζωγραφικό και εκφραστικό μέσο, υιοθετώντας καινοφανή, για τα αυστηρά και συντηρητικά ήθη της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, δικά του καλλιτεχνικά πρότυπα. Ο χρωστήρας του πλάθει και διαμορφώνει το ανθρώπινο γυμνό με φυσιοκρατικό και ρεαλιστικό πνεύμα. 407 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ Εικ. 6. Γυναικωνίτης, ανατολικός τοίχος. Στην ανώτερη ζώνη: η Δέηση με τους τέσσερις ευαγγελιστές (βλ. Εικ. 2 αριθ. 6670). Στην κατώτερη ζώνη οι κολασμοί: ο πόρνος, η ματαιόδοξη γυναίκα, η αφυκρασθείσα τα κακά, ο μυλωνάς, η πόρνη και ο φυλάργυρος (βλ. Εικ. 2 αριθ. 98-103). Τα νεωτεριστικά πρότυπα που εμφανίζονται και στις υπόλοιπες, αλληγορικού χαρακτήρα, παραστάσεις του γυναικωνίτη, αντικατοπτρίζουν το καινοτόμο, ρηξικέλευθο και δημιουργικό πνεύμα του Δαβίδ. Η υιοθέτηση καινοφανών και «τολμηρών» προτύπων αντανακλάται και στην κοινωνία της Καστοριάς, η οποία αποδεικνύεται την εποχή αυτή ανοιχτή στις νέες καλλιτεχνικές τάσεις και στα πρωτοεμφανιζόμενα καλλιτεχνικά ρεύματα. Η χρήση του γυμνού σώματος στις σκηνές με τους ατομικούς κολασμούς (Εικ. 6-8) σε λατρευτικό χώρο γίνεται με την άδεια και ανοχή της Εκκλησίας για την επιβολή κανόνων ηθικής και άσκησης κοινωνικού ελέγχου σε θρησκευτικό επίπεδο, με την απόλυτη συνεργασία και συναίνεση του αγιογράφου. Ο ζωγράφος του ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο Μανόλη Χατζηδάκη, ταυτίζεται με τον Δαβίδ που κατάγεται από την 408 Σελινίτζα ή Σελενίτσα της Αυλώνας, στη νότια Αλβανία27, η πολυσχιδής καλλιτεχνική δραστηριότητα του οποίου καλύπτει το πρώτο μισό περίπου του 18ου αιώνα. Τη γνώμη αυτή ενστερνίζονται όλοι σχεδόν οι μετέπειτα ερευνητές και μελετητές28. Πρόκειται για έναν από τους περισσότερο ονομαστούς ζωγράφους του Χατζηδάκης, ό.π. (υποσημ. 29), 102, 235-237. Βλ., επίσης, Ε. Δρακοπούλου, Ἕλληνες ζωγράφοι μετὰ τὴν Ἅλωση (1450-1830), 3, Αθήνα 2010, 229, όπου η παλαιότερη βιβλιογραφία. 28 Ε. Ν. Κυριακούδης, «Η μνημειακή ζωγραφική στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος το 18ο αιώνα. Αισθητικές αναζητήσεις και τεχνοτροπικά ρεύματα», Θεσσαλονικέων πόλις 4 (2001), 146-149. Ε. Ν. Τσιγαρίδας, «Καλλιτεχνικές τάσεις στην τέχνη των φορητών εικόνων του 18ου-19ου αιώνα στο Άγιον Όρος», Ζητήματα μεταβυζαντινής ζωγραφικής στη μνήμη του Μανόλη Χατζηδάκη, Πρακτικά Επιστημονικού διημέρου 28-29 Μαΐου 1999, επιμ. Ε. Δρακοπούλου, Αθήνα 2002, 321-323, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 27 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ Εικ. 7. Γυναικωνίτης, ανατολικός τοίχος. Οι κολασμοί: η μάγισσα και η κρασοπούλα (βλ. Εικ. 2 αριθ. 104, 105). Στην κατώτερη ζώνη: ποδέα. πρώτου μισού του 18ου αιώνα και συγκαταλέγεται, μαζί με τον Διονύσιο τον εκ Φουρνά29, στους δύο κυριότερους εκπροσώπους του ρεύματος της ζωγραφικής που ανατρέχει, αντιγράφει και ενσωματώνει πρότυπα της ακμής της παλαιολόγειας ζωγραφικής του 14ου αιώνα30 και, κατά κύριο λόγο, του ναού του Πρωτάτου στις Καρυές του Αγίου Όρους31. Το ίδιο καλλιτεχνικό ρεύμα απαντάται επίσης και στην περιοχή των Πρεσπών και σχετίζεται με την παρουσία λογίων και δραστήριων προσώπων της εκκλησιαστικής ηγεσίας, που δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη περιοχή Πρεσπών ‒ Κορυτσάς ‒ Μοσχόπολης και της γειτονικής Καστοριάς32. Αναβίωση παλαιολογείων προτύπων εκφράζει και Για το έργο του καταγόμενου από τον Φουρνά των Αγράφων ζωγράφου, βλ. G. Kakavas, Dionysios of Fourna. Artistic Creation and Literary Description, Leiden 2008 και πρόσφατα Μ. Βασιλάκη, «Ακολουθώντας τα βήματα του Διονυσίου του εκ Φουρνά», ΔΧΑΕ ΛΓ΄ (2012), 379-386, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 30 Για την παράλληλη πορεία των δύο ζωγράφων και τη σχέση τους με την παλαιολόγεια ζωγραφική, βλ. J. Soria, «Les peintres du XVIIIe s. et la peinture: David Selenica et Denys de Fourna», Ο. Delouis ‒ A. Couderc ‒ P. Guran (επιμ.), Héritages de Byzance en Europe du Sud-Est à l’époque moderne et contemporaine, Αθήνα 2013, 179-194, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. 31 Για τον Διονύσιο τον εκ Φουρνά και την καλλιτεχνική τάση επιστροφής κατά τον 18ο στη ζωγραφική του 13ου-14ου αιώνα, βλ. Ε. Ν. Τσιγαρίδας, «Εικόνες του Διονυσίου του εκ Φουρνά των Αγράφων και του εργαστηρίου του», Ε. N. Τσιγαρίδας ‒ Κ. Χρυσοχοΐδης ‒ Α. Στρατή ‒ Π. Παπαδημητρίου ‒ A. Trifonova ‒ Γ. Φουστέρης, Εἱκόνες Ἱερᾶς Μονῆς Καρακάλλου, Άγιον Όρος 2011, 201-246, 486 σημ. 1. 32 Μ. Παϊσίδου, «Ο επίσκοπος Παρθένιος και το κίνημα επιστροφής στην παράδοση της “Μακεδονικής σχολής” στην Πρέσπα», 25ο Συμπόσιο ΧΑΕ (Αθήνα 2005), 93-94. Η ίδια, «Η φιλοκαλική αναγέννηση στις τοιχογραφίες των Πρεσπών: Παναγία Πορφύρα – Άγιος Γερμανός», Μακεδονικά 41 (2015-2016), 195-212. 29 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 409 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ Εικ. 8. Γυναικωνίτης, ανατολικός τοίχος. Στην κάτω ζώνη οι κολασμοί: οι Κοιμώμενοι την Κυριακή και η Φιλάρεσκη γυναίκα. Στην κατακόρυφη ζώνη, επάνω ο Τροχός του ανθρώπινου βίου και κάτω το Δένδρο της ζωής (βλ. Εικ. 2 αριθ. 106-109). η ζωγραφική του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου της μονής Βατοπεδίου Αγίου Όρους, έργο του ζωγράφου Κοσμά από τη Λήμνο (1721), ο οποίος, σύμφωνα με τον Ε. Ν. Τσιγαρίδα, «συνιστά, κατά τη γνώμη μου, μαζί με τον Δαβίδ από τη Σελενίτζα της βορείου Ηπείρου, τον σημαντικότερο σε ποιότητα επώνυμο εκπρόσωπο της επιστροφής και αντιγραφής έργων της λεγόμενης μακεδονικής σχολής στο πρώτο μισό του 18ου αιώνα»33. Ε. Ν. Τσιγαρίδας, «Οι τοιχογραφίες του ναού της Νέας Παναγίας Θεσσαλονίκης και το κίνημα επιστροφής του 18ου αιώνα στην παράδοση της τέχνης της “Μακεδονικής σχολής”», Χριστιανική Θεσσαλονίκη. Οθωμανική περίοδος 1430-1912, Πρακτικά του 6ου Επιστημονικού Συμποσίου Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης, Β΄, Θεσσαλονίκη 1994, 344-356. 33 410 Στο ίδιο πνεύμα τεχνοτροπικού εκλεκτικισμού, αλλά σε ανώτατο καλλιτεχνικά και εικονογραφικά επίπεδο, προσανατολίζεται και η ζωγραφική του Δαβίδ34. Το πρώτο γνωστό έργο του εντοπίζεται στο Άγιον Όρος, όπου διακοσμεί με τοιχογραφίες, σύμφωνα με επιγραφή που δεν σώζεται, τον νάρθηκα του παρεκκλησίου της Παναγίας Πορταΐτισσας, γνωστού ως Κουκουζέλισσα, στη μονή της Μεγίστης Λαύρας το 171535. Η παρουσία του νέου ζωγράφου στην περιώνυμη μοναστική πολιτεία τον φέρνει αναπόφευκτα σε άμεση επαφή και εποπτεία με τον τοιχογραφικό διάκοσμο Κυριακούδης, ό.π. (υποσημ. 28), 146, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 35 Ό.π., 146-147, εικ. 4, 6, 8. 34 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ του Πρωτάτου στις Καρυές. Το ανώτερο καλλιτεχνικό και υψηλό, από θεολογική άποψη, επίπεδο της ζωγραφικής του Πρωτάτου (τέλη πρώτης δεκαετίας του 14ου αιώνα)36 εμπνέει και καθοδηγεί τον νέο αγιογράφο, ο οποίος ενστερνίζεται τα καλλιτεχνικά του πρότυπα κυρίως στις μεμονωμένες μορφές των αγίων. Ενδεικτικά, η γενική τυπολογία των προσώπων, τόσο στον ναό της Καστοριάς όσο και στα αποδιδόμενα στον ζωγράφο μας σύνολα, με το πλατύ και σαρκώδες πρόσωπο, τα αδρά τονισμένα με παχιά μαύρη γραμμή φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά, το πλάσιμο με την εναλλαγή της σκουροπράσινης σκιάς, της ώχρας, του ρόδινου και των λευκών ψιμυθίων, αλλά και η ορθολογική πραγμάτευση του σωματικού όγκου (Εικ. 3-6, 9) αποτελούν κοινό τόπο στις τοιχογραφίες του Πρωτάτου37. Επιπλέον, η γραμμική φωτοσκίαση με την οποία διαγράφονται οι επί μέρους όγκοι και οι ρυτίδες στα μεσήλικα, ηλικιωμένα και γεροντικά πρόσωπα, και η βαθιά και στοχαστική ένταση στο βλέμμα παραπέμπουν σε μορφές από το αγιορείτικο σύνολο, όπως είναι ενδεικτικά οι απόστολοι Πέτρος, Παύλος και Σίμων, οι άγιοι Ιάκωβος ο αδελφόθεος, Ιωάννης ο Δαμασκηνός και Εφραίμ ο Σύρος38. Ο Δαβίδ δεν αρκείται όμως μόνο σε μια απλουστευμένη και επιτυχημένη απομίμηση των προαναφερθέντων προτύπων, αλλά δημιουργεί το δικό του προσωπικό ανεξάρτητο καλλιτεχνικό ύφος και ήθος που καθορίζεται από ρωμαλέα και δυναμική εκφραστικότητα, εμπλουτισμένη με εικαστική πρωτοτυπία και πρωτότυπη σύνθεση. Οι πρόσφατες εργασίες συντήρησης των τοιχογραφιών από την Αρχαιολογική Υπηρεσία στο Πρωτάτο άλλαξαν άρδην τα έως τώρα δεδομένα σχετικά με τη ζωγραφική του μνημείου, τόσο ως προς τη χρονολόγησή της όσο και ως προς τους καλλιτέχνες που ανέλαβαν τον διάκοσμό του, βλ. Α. Νάστου ‒ Στ. Στεφανίδης, «Πρωτάτο. Νέα δεδομένα μετά τις εργασίες συντήρησης», Ι. Κανονίδης (επιμ.), Πρωτάτο ΙΙ. Η συντήρηση των τοιχογραφιών, Εφορεία Αρχαιοτήτων Χαλκιδικής και Αγίου Όρους, 2, Πολύγυρος 2015, 24-37, εικ. 3-18, όπου και ενδεικτική βιβλιογραφία (εδώ συνοψίζονται τα συμπεράσματα που προέκυψαν μετά τη συντήρηση των τοιχογραφιών και την αποκάλυψη των υπογραφών των ζωγράφων Ευτυχίου και Μιχαήλ στις μορφές των στρατιωτικών αγίων Μερκουρίου και Ευσταθίου Πλακίδα, αντίστοιχα). 37 Βλ. ό.π. (υποσημ. 36), τ. 2, εικ. σ. 120-185. 38 Ε. Ν. Τσιγαρίδας, «Μανουήλ Πανσέληνος ο κορυφαίος ζωγράφος της εποχής των Παλαιολόγων», Μανουήλ Πανσέληνος εκ του ιερού ναού του Πρωτάτου, Θεσσαλονίκη 2003, εικ. 83, 84, 85-86, 95-96, 128-129, 132. Εικ. 9. Κυρίως ναός, δυτικός τοίχος. Ο Ηρώδης, λεπτομέρεια από την απολογία του Προδρόμου (βλ. Εικ. 5). 36 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Συνοψίζοντας, τα πρόσωπα των μορφών του Δαβίδ, είτε ανδρικά είτε γυναικεία, είτε νεανικά είτε ηλικιωμένα, δεν αποπνέουν την ηρεμία, τη γαλήνη και τη βαθιά εσωτερικότητα των αντίστοιχων στο Πρωτάτο, αλλά κυριαρχούνται από ανησυχία, δραματικότητα και έντονο ψυχισμό απηχώντας και την εποχή τους. Στον ίδιο ζωγράφο ή στο εργαστήριό του αποδίδονται με μεγάλη πιθανότητα οι τοιχογραφίες στον εξωνάρθηκα του καθολικού της μονής Δοχειαρίου, που χρονολογούνται στη δεύτερη δεκαετία του 18ου αιώνα39. Το δεύτερο, μέχρι σήμερα γνωστό, υπογεγραμμένο Κυριακούδης, ό.π. (υποσημ. 28), 147-148, εικ. 7, 9. Βλ., επίσης, Τσιγαρίδας, ό.π. (υποσημ. 36), 356-363, εικ. 34-38. 39 411 ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗ έργο του Δαβίδ είναι οι τοιχογραφίες του ναού του Αγίου Νικολάου στη Μοσχόπολη, στη νότια Αλβανία40, χρονολογημένες, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή, το 172641. Εκεί υπογράφει ο ζωγράφος έχοντας επίγνωση της καλλιτεχνικής του αξίας «διὰ χειρὸς πολυΐστορός τέ καὶ ὀξυγράφου καλάμου τοῦ πανοσιωτάτου Κυρίου Κύρ Δαβὶδ τοῦ Σελενιτζιότου»42. Στο πλούσιο εικονογραφημένο σύνολο του μνημείου επαναλαμβάνονται τα γνωρίσματα της τέχνης του Δαβίδ, με κυρίαρχο στοιχείο την καλλιτεχνική ωριμότητά του, η οποία καταλήγει ενίοτε και στα όρια του ακαδημαϊσμού και του μανιερισμού43. Από την επιγραφή του ναού στη Μοσχόπολη συνάγεται ότι ο Δαβίδ ήταν ιερωμένος44 και ότι είχε δύο συνεργάτες, τον ιερομόναχο Κωνσταντίνο και τον Χρήστο45. Το καλοκαίρι του 1727 ο Δαβίδ αναλαμβάνει την τοιχογράφηση του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου Το εικονογραφικό πρόγραμμα του ναού ακολουθεί πιστά το καθιερωμένο κατά τον 18ο αιώνα, παρόμοιο με το αντίστοιχο του ναού του Πρωτάτου. Βλ. Rousseva, ό.π. (υποσημ. 7), 163-183. 41 Κυριακούδης, ό.π. (υποσημ. 28), 148-149, εικ. 10, 11, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. Τ. Π. Γιοχάλας ‒ Λ. Έβερτ, Στη Γη του Πύρρου. Διαχρονικός ελληνισμός στην Αλβανία, Αθήνα 1993, εικ. 537-551. 42 Για την επιγραφή, βλ. Th. Popa, Mbishkrime të kishave të Shqipërisë, επιμ. N. Neprravishta ‒ K. Gjakumis, Τίρανα 1998, αριθ. 331, 166-167. Για τον ζωγράφο, βλ. Th. Popa, «Shkolla e Korҫës dhe tradita e saj në pikturen kishtare,», Konferenca e dytë e studimeve Albanologjike, Me rastin e 500-vjetorit të vdekjes së Gjergji Kastriotit-Skenderbeut, Tiranë, 12-18 Janar 1968, II, Τίρανα 1969, σποραδικά, εικ. 1-6, 9. 43 Κ. Kirchhainer, «Die Bildausstatungen der Kirchen von Voskopoje und ihre Stellung in der nachbyzantinischen Wandmalerei des 18. Jahrhunderts», M. Durand (επιμ.), Patrimoine des Balkans, Παρίσι 2005, 53-73. 44 Π. Λ. Βοκοτόπουλος, «Ἡ θρησκευτικὴ ζωγραφικὴ στὴν Ἀλβανία ἀπὸ τὸν 10ο ἕως τὸν 19ο αἰώνα», Εικόνες από τις ορθόδοξες κοινότητες της Αλβανίας. Συλλογή Εθνικού Μουσείου Μεσαιωνικής Τέχνης Κορυτσάς, Θεσσαλονίκη 14 Μαρτίου ‒ 12 Ιουνίου 2006 (κατάλογος έκθεσης), επιστ. επιμ. Α. Τούρτα, κείμενα καταλόγου Ευγ. Δρακοπούλου, Θεσσαλονίκη 2006, 22 (αναφέρεται ως ιερομόναχος). 45 Th. Popa, Piktorët mesjetarë shqiptarë, Tίρανα 1961, 63. Για τον ζωγράφο Κωνσταντίνο, βλ. K. Kallamata, «Constantin Ieromonachou. An Icon Painter in Moschopolis (1693-1726)», Μοσχόπολις, Διεθνές Συμπόσιο, Θεσσαλονίκη 31 Οκτωβρίου ‒ 1 Νοεμβρίου 1996, Πρακτικά, Θεσσαλονίκη 1999, 65-70, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 40 412 στην Καστοριά, στην κτητορική επιγραφή του οποίου δεν αναφέρει τον τόπο καταγωγής του, όπως συμβαίνει στα προηγούμενα έργα του, για άγνωστο λόγο. Προφανώς ο ζωγράφος είχε πλέον συνείδηση της υψηλής καλλιτεχνικής αξίας του και της καταξίωσης που απολάμβανε στον ευρύτερο βαλκανικό χώρο46. Η ιστόρηση του ναού της Καστοριάς αποτελεί και το τελευταίο γνωστό ενυπόγραφο έργο του. Στον ζωγράφο του καστοριανού ναού προσγράφονται επίσης, με μεγάλη πειστικότητα, και οι τοιχογραφίες του ιερού του ναού της Νέας Παναγίας στη Θεσσαλονίκη, που, σύμφωνα με την κτητορική επιγραφή του μνημείου, χρονολογούνται στα 1727 ή αμέσως μετά47. Οι τοιχογραφίες εντοπίζονται στον χώρο του ιερού και αποτελούν το μοναδικό μέχρι σήμερα γνωστό παράδειγμα μνημειακής ζωγραφικής του 18ου αιώνα στη Θεσσαλονίκη48. Οι ρωμαλέες και ογκώδεις μορφές, που εντάσσονται με άνεση στον χώρο, οι μνημειακές στάσεις και οι αρμονικές κινήσεις των μορφών, με τα πλατιά σαρκωμένα πρόσωπα και τα αδρά φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά49, παραπέμπουν βεβαίως στη ζωγραφική του Πρωτάτου, αλλά κυρίως σχετίζονται πολύ στενά με τις τοιχογραφίες του καστοριανού μνημείου και τη ζωγραφική του Δαβίδ, δεδομένης και της μικρής μεταξύ τους χρονικής απόστασης. Η κυρίαρχη τραχύτητα στην τυπολογία των γεροντικών μορφών, συναφής με εκείνη που χαρακτηρίζει τη ζωγραφική του καστοριανού ναού, ενισχύει και τεκμηριώνει την επικρατούσα άποψη ότι πρόκειται για όψιμο έργο του ζωγράφου από τη Σελενίτζα50. Η καλλιτεχνική ωριμότητα του Δαβίδ, η οποία ανιχνεύεται και στα δύο Ζήκος, ό.π. (υποσημ. 2), 52. Τσιγαρίδας, ό.π. (υποσημ. 33), 321. 48 Κυριακούδης, ό.π. (υποσημ. 28), 149, εικ. 13-15, όπου και η παλαιότερη βιβλιογραφία. Για τα νέα στοιχεία που προέκυψαν μετά τις εργασίες συντήρησης, βλ. Ι. Κανονίδης ‒ Π. Μάστορα, «Συντήρηση τῶν τοιχογραφιῶν στό ἱερό βῆμα τῆς Νέας Παναγίας Θεσσαλονίκης (Θεσσαλονίκη, Ἀπρίλιος 1998 – Μάρτιος 1999)», Τετράδια Ἀρχαιολογίας, 1, Ἐφορεία Βυζαντινῶν Ἀρχαιοτήτων, 7-21, πίν. 3-25. 49 Βλ. Τσιγαρίδας, ό.π. (υποσημ. 33), εικ. 4-8. Κανονίδης ‒ Μάστορα, ό.π. (υποσημ. 47), εικ. 6-20. 50 Ο Τσιγαρίδας, ό.π. (υποσημ. 33), 366 κατατάσσει τις τοιχογραφίες του ναού στο καλλιτεχνικό ρεύμα της επιστροφής στη ζωγραφική των αρχών του 14ου αιώνα και κυρίως στη ζωγραφική του Μανουήλ Πανσελήνου. 46 47 ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 Ο ΔΑΒΙΔ ΣΕΛΕΝΙΤΣΙΩΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ μνημεία, διαφοροποιεί τη ζωγραφική του σε σχέση με τα πρώιμα αγιορείτικα έργα του, όπου κυριαρχούν περισσότερο τα παλαιολόγεια πρότυπα και η έντονη επιρροή της ζωγραφικής του Πρωτάτου. Μετά τις παραπάνω διαπιστώσεις, έχουμε τη γνώμη ότι το δημοσιευμένο τμήμα τοιχογραφίας με τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, χρονολογημένο στο δεύτερο τέταρτο του 18ου αιώνα, που προέρχεται από τη μονή Σίμωνος Πέτρας στο Άγιον Όρος, εντάσσεται με ασφάλεια στην καλλιτεχνική παραγωγή του Δαβίδ51. Στον ίδιο ζωγράφο αποδίδονται, επίσης, άλλοτε επιτυχώς, άλλοτε με επιφύλαξη, και αρκετές εικόνες από τον ελλαδικό και τον γειτονικό βαλκανικό χώρο52. Θησαυροί τοῦ Ἁγίου Ὄρους, Θεσσαλονίκη ²1997, 46-47, εικ. 1.9 (Ε. Ν. Τσιγαρίδας) (ο μελετητής εντάσσει την τοιχογραφία στο κυρίαρχο ρεύμα της επιστροφής στη ζωγραφική του Πανσελήνου και στον θεωρητικό εκφραστή του Διονύσιο τον εκ Φουρνά). 52 Βλ. κυρίως Ε. Δρακοπούλου, Ἕλληνες ζωγράφοι μετὰ τὴν Ἅλωση (1450-1850), 3, Αθήνα 2010, 229. Για εικόνες που αποδίδονται στον Δαβίδ και βρίσκονται στη FYROM, βλ. V. Popovska51 Η ακμάζουσα και ευημερούσα πόλη της Καστοριάς κατά το πρώτο κυρίως μισό του 18ου αιώνα, ανοικτή στις νέες ιδέες και στα μεταρρυθμιστικά καλλιτεχνικά ρεύματα που είχαν ως αφετηρία το μεγάλο πνευματικό κέντρο του Αγίου Όρους, έδωσε την ευκαιρία στον φημισμένο ζωγράφο Δαβίδ Σελενιτσιώτη, με το αυτόνομο καλλιτεχνικό ήθος και την ανώτερη ποιότητα της ζωγραφικής του, να εκφράσει με παρρησία και δυναμισμό τόσο το ήδη γνωστό ζωγραφικό του ταλέντο όσο και την ευρεία και ελληνική λόγια παιδεία του. Korobar, Icons from the Museum of Macedonia, Σκόπια 2004, 21, 291-294, πίν. 117-122. Η ίδια, Ikonopisot vo Ohrid vo XVIII vek, Σκόπια 2005, 53-72, όπου και σχετική βιβλιογραφία. Οι εικόνες αυτές, λόγω της περιορισμένης έκτασης του κειμένου, θα μας απασχολήσουν σε μελλοντική μας μελέτη. Προέλευση εικόνων Εικ. 1. 3-9: Αρχείο Εφορείας Αρχαιοτήτων Καστοριάς (φωτογράφος Μάνος Σινόπουλος). Εικ. 2: σχέδιο του Γιώργου Φουστέρη. Angeliki Strati LA PITTURA DI DAVID SELENITSIOTIS NELLA CHIESA DI SAN GIOVANNI BATTISTA A KASTORIA (1727). COMMENTI E OSSERVAZIONI* I l presente studio si concentra sulla pittura salvata nella chiesa di San Giovanni Battista nella rione chiamata Apozari della città di Kastoria, opera del pittore David nato a Selenitsa (regione di Avlona) dell’Albania del Nord. La decorazione pittorica è datata, secondo l’iscrizione dedicatoria, al 1727. La chiesa, a navata unica, presenta un gineceo nella parte ovest ed è edificata con muratura di pietre non lavorate alteranate a fasce orizzontali di legno. Dal primo edificio si conserva solo l’apside del presbiterio, a * The paintings of David Selenitsiotis in Hagios Ioannis Prodromos in Kastoria (1727). Comments and remarks. ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 cinque lati all’esterno. Rifatta nel 1701, come risulta dall’iscrizione dedicatoria, fu costruita sui ruderi di una chiesa bizantina più antica. L’interno è istoriato con affreschi eccetto la parete nord della parte centrale e quella corrispondente del gineceo. In generale, la maggior parte delle scene raffigurate nelle pitture parietali della chiesa si conserva più o meno discretamente, mentre alcune di esse presentano diverse lesioni diffuse riguardanti gli intonaci e certe sfaldature dei colori. Il programma iconografico è quello consueto nelle chiese del tempo e il pittore accentua, sicuramente dopo la raccomandazione del finanziatore Ralis Muselims 413 ANGELIKI STRATI (Fig. 1), le immagini di sante, le Pene dei dannati collegate con il tema del Giudizio Universale, le Parabole di Cristo e altre scene allegoriche come il Tesoro nascosto, la Ruota della vita collegata all’Albero della vita, tutti con evidenti significati edificanti (Fig. 6-8). L’articolazione del programma iconografico ricalca la solita tendenza del tardo periodo dei Paleologi e dei primi anni di quello post-bizantino per quel che riguarda le chiese longitudinali a navata unica (Fig. 2). Sotto le scene narrative che occupano il primo registro, le figure singole dei santi sono rese in una continua formazione paratattica, in parte senza riquadri. Dal punto di vista artistico, le figure sia nelle scene numerose che in quelle con persone singole, sono imponenti e caratterizzate dall’ampiezza e la robustezza dei corpi, dal ricco e fluente panneggio, dal viso largo e pieno e dai lineamenti espressivi e marcati, le macchie rosse e il collo muscoloso e forte. Nella modellazione dei volti e in generale di tutte le figure, domina la tendenza verso la resa realistica che in certi casi arriva alla disarmonia e alla rudezza. Nelle raffigurazioni delle Pene dei dannati del gineceo della chiesa prevalgono la grande bravura pittorica e la capacità disegnativa da cui si deduce il talento artistico innato di David nella modellazione in particolare del corpo nudo umano. In tali scene il pittore adopera con scioltezza e maestria la linea, imposta come il prevalente mezzo espressivo ed artistico, assumendo pure dei modelli occidentali estranei alle modalità etiche severe e conservative della Chiesa Orientale Ortodossa. La sua pennellata forma e plasma il nudo umano con spirito naturalistico e realistico. I modelli modernisti del pittore presenti anche nelle altre scene allegoriche del gineceo rispecchiano l’alto livello culturale di David e dei suoi finanziatori dalle stesse preoccupazioni sociali e preferenze estetiche. L’adozione di modelli avanguardistici e “audaci” si riflette anche nella società di Kastoria, città che risulta in quell’epoca aperta alle novità artistiche e alle modernità delle idee. Il conservatorismo delle pittura sacra, imperante nei primi anni post-bizantini, cede progressivamente il passo ad uno spirito più riformista e innovativo, basato in primo luogo sulla quoditianità. La pittura di David presenta lo stesso spirito e condivide lo stile artistico del suo coevo Dionisio da Furnà, evidentemente con certe differenziazioni dovute alla sua 414 personalità e si individua prima di tutto in una tendenza di recupero dei principi estetici e dei stilemi della pittura dei Paleologi del XIV sec. Tale movimento che si riscontra nell’ambito del Monte Athos, ha risonanza prevalentemente nei grandi centri urbani della Macedonia, come nelle città di Thessaloniki, di Kastoria e di Moshopoli dell’ odierna Albania, grazie alla erudizione dei pittori che si rivolgevano ai cicli istruiti di borghesi, chierici e monaci. Gli affreschi della chiesa di Kastoria, come pure quelli del presbiterio della chiesa della Nea Panagia di Thessaloniki, si assegnano alle ultime opere di David (1730 ca) e si distinguono per la loro espressività dinamica, l’abilità artistica, le originalità figurative, l’adozione di scene tratte dalla vita quotidiana nonché di prototipi moderni ed “audaci”, l’impiego di apporti occidentali ecc. In questo ricco contesto iconografico, le qualità dell’arte di David, individuate nelle sue opere precedenti, come nella capella Panagia Portaitissa (Koukouzelissa) del Monastero della Grande Lavra del Monte Athos (1715), nel nartece esterno del Monastero di Dochiariou (secondo decennio del XVIII sec.), nella pittura della chiesa di San Nicola di Moshopoli (1726) e in diverse icone portatili attribuitegli, si evidenziano con più robustezza e maturità, caratterizzate da tendenze manieristiche ed accademiche. Tali elementi lo differenziano dalle sue opere primitive nel Monte Athos, anche perché gli stilemi del tempo dei Paleologi esercitano un’influenza immediata, dominante nella formazione estetica del pittore durante il suo esordio. In conlusione, la decorazione pittorica della chiesa di Kastoria, opera del periodo maturo dell’attività artistica di David Selenitsiotis, riechieggia la corrente imperante nell’arte della pittura nella prima metà del XVIII sec. ed esprime ugualmente lo spirito erudite della borghesia diffuso nella città di Kastoria di quell’epoca. La città di Kastoria, con la sua prosperità e fioridezza, soprattutto durante la prima metà del XVIII sec. e aperta alle idee nuove e alle correnti artistiche riformatorie provenienti dall’importante centro spirituale del Monte Athos, diede al famoso pittore l’occasione di esprimere con il suo autonomo ethos artistico e la qualità superiore della sua arte, con audacia e dinamismo, il suo talento pittorico già noto e l’ampia cultura ellenica che possedeva. Sovrintendente Onoraria [email protected] ΔΧΑΕ ΛΘ΄ (2018), 399-414 ISSN: 1105-5758