Ιστορία του ποδοσφαιρικού τμήματος του Ολυμπιακού Πειραιώς (2000-2009)
Η δεκαετία του 2000 ήταν η πιο πετυχημένη στην ιστορία του Ολυμπιακού. Κυριάρχησε απόλυτα στο ελληνικό πρωτάθλημα κατακτώντας τα εννέα από τα δέκα πρωταθλήματα της δεκαετίας (δεν κατέκτησε μόνο το πρωτάθλημα της περιόδου 2003-2004), ενώ πανηγύρισε και τέσσερα Κύπελλα Ελλάδος.
Στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις συμμετείχε όλες τις περιόδους της δεκαετίας στη φάση των ομίλων του Champions League (εκτός από την τελευταία αγωνιστική περίοδο), σημειώνοντας έντεκα συνεχόμενες παρουσίες στους ομίλους, κάτι που έχουν πετύχει πολύ λίγοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι. Παρά τις πολλές συμμετοχές του, όμως, μία μόνο φορά μέσα στη δεκαετία κατάφερε να περάσει στην επόμενη φάση, τερματίζοντας δεύτερος στον όμιλο.
Στα μέσα της δεκαετίας ανακατασκευάστηκε το Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης, που αποτέλεσε πάλι έδρα του Ολυμπιακού από την περίοδο 2004-05.[1] Μέχρι τότε ο Ολυμπιακός χρησιμοποιούσε ως έδρα το γήπεδο της Ριζούπολης και το Ολυμπιακό στάδιο. Η δεκαετία του 2000 δεν είχε διοικητικές μεταβολές για τον Ολυμπιακό, καθώς σε όλη την διάρκεια της δεκαετίας, μεγαλομέτοχος της ομάδας και πρόεδρος παρέμενε ο Σωκράτης Κόκκαλης.
Ο Ολυμπιακός κατέκτησε όλα τα πρωταθλήματα της δεκαετίας με εξαίρεση το πρωτάθλημα της περιόδου 2003-04, στο οποίο τερμάτισε δεύτερος. Δυσκολότερα κατέκτησε τα πρωταθλήματα των περιόδων περιόδου 2001-02 και περιόδου 2002-03, στα οποία ισοβάθμησε στο τέλος με ΑΕΚ και Παναθηναϊκό, αντίστοιχα.[2][3] Αντίθετα τα πρωταθλήματα των περιόδων 2000-01, 2006-07 και 2008-09 μπορούν να θεωρηθούν τα ευκολότερα, καθώς στο τέλος του πρωταθλήματος διατηρούσε μεγάλη διαφορά από το δεύτερο της βαθμολογίας.[4][5] Ο Ολυμπιακός σημείωσε την καλύτερη επίθεση στο πρωτάθλημα της περιόδου 1999-2000 με 86 γκολ και την καλύτερη άμυνα την περίοδο 2008-09, στην οποία δέχτηκε μόλις 14 γκολ.
Ο Ολυμπιακός κατέκτησε τέσσερις φορές το Κύπελλο Ελλάδος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2000, τις περιόδους 2004-05, 2005-06, 2007-08 και 2008-09. Τις χρονιές αυτές αντιμετώπισε στον τελικό δύο φορές την ΑΕΚ και δύο φορές τον Άρη. Ο Ολυμπιακός ηττήθηκε τρεις φορές σε τελικό κυπέλλου μέσα στη δεκαετία. Ηττήθηκε από τον ΠΑΟΚ την περίοδο 2000-2001 με σκορ 4-2, την περίοδο 2001-2002 από την ΑΕΚ με σκορ 2-1 και από τον Παναθηναϊκό την περίοδο 2003-04 με σκορ 3-1. Τις υπόλοιπες χρονιές ο Ολυμπιακός γνώρισε αποκλεισμούς από τα προημιτελικά. Την περίοδο 1999-2000 αποκλείστηκε στα προημιτελικά από τη μετέπειτα κυπελλούχο ΑΕΚ, την περίοδο 2002-03 αποκλείστηκε από τον ΠΑΟΚ και την περίοδο 2006-07 από τον ΠΑΣ Γιάννενα.[6]
Ο Ολυμπιακός συμμετείχε όλες τις περιόδους της δεκαετίας στη φάση των ομίλων του Champions League. Αποκλείστηκε απ’ τη φάση των ομίλων μόνο την τελευταία χρονιά, τη μοναδική που χρειάστηκε να δώσει προκριματικούς αγώνες, από την Ανόρθωση Αμμοχώστου. Παρά τις πολλές συμμετοχές του, μόνο μία φορά κατάφερε να προκριθεί στη φάση των 16, την περίοδο 2007-08. Την χρονιά αυτή τερμάτισε δεύτερος στον όμιλό του, όπου αντιμετώπισε τη Ρεάλ Μαδρίτης, τη Βέρντερ Βρέμης και τη Λάτσιο. Στην επόμενη φάση αποκλείστηκε από την Τσέλσι με σκορ 0-0 και 0-3. Η πορεία αυτή αποτελεί την καλύτερη παρουσία του Ολυμπιακού στην Ευρώπη αυτή τη δεκαετία. Αντίθετα πέντε φορές τερμάτισε τελευταίος στον όμιλό του και τρεις φορές τρίτος, στις οποίες μεταπήδησε στο UEFA, χωρίς να κάνει κάποια αξιόλογη πορεία εκεί. Χειρότερη παρουσία του Ολυμπιακού στους ομίλους του Champions League ήταν την περίοδο 2006-07 που συγκέντρωσε μόνο τρεις βαθμούς με τρεις ισοπαλίες. Μεγαλύτερη νίκη του Ολυμπιακού στους ομίλους του Champions League ήταν σε βάρος της Μπάγερ Λεβερκούζεν με σκορ 6-2 την περίοδο 2002-03 και μεγαλύτερη ήττα ήταν από τη Γιουβέντους με σκορ 7-0 την περίοδο 2003-04.
Ο παίκτης που συνέδεσε την παρουσία του με την «χρυσή εποχή» του Ολυμπιακού ήταν ο Πρέντραγκ Τζόρτζεβιτς, ο οποίος ήρθε στον Ολυμπιακό τη χρονιά που κατέκτησε το πρώτο από τα συνεχόμενα πρωταθλήματά του, την περίοδο 1996-97, και σταμάτησε τη χρονιά που ο Ολυμπιακός κατέκτησε το τελευταίο του πρωτάθλημα, την περίοδο 2008-09. Ο Τζόρτζεβιτς ήταν αρχηγός της ομάδας στο μεγαλύτερο διάστημα της δεκαετίας και έγινε ο πρώτος σκόρερ του Ολυμπιακού στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις φτάνοντας τα 15 τέρματα.[7] Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας ο Ολυμπιακός πραγματοποίησε αρκετές ηχηρές μεταγραφές, ορισμένες από τις οποίες είχαν πολύ καλή παρουσία στον Ολυμπιακό. Από τους κορυφαίους ήταν ο ΒραζιλιάνοςΤζιοβάνι, ο οποίος ήρθε στην αρχή της δεκαετίας και κατάφερε να αναδειχθεί και πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος την περίοδο 2003-04. Επίσης, ο Γάλλος διεθνής Κριστιάν Καρεμπέ, ο Βραζιλιάνος διεθνής Ριβάλντο (με πολύ σπουδαία καριέρα στην εθνική Βραζιλίας και στη Μπαρτσελόνα), και ο ΑργεντινόςΛουσιάνο Γκαλέτι. Πολύ ηχηρή μεταγραφή που δεν απέδωσε τα αναμενόμενα ήταν αυτή του Ζλάτκο Ζάχοβιτς, που ήρθε από την Πόρτο και έπαιξε στον Ολυμπιακό μόνο την περίοδο 1999-2000.[8]
Παρά τις πολλές επιτυχίες του, ο Ολυμπιακός άλλαξε δώδεκα προπονητές κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 2000. Οι περισσότεροι πλήρωσαν τις κακές πορείες του Ολυμπιακού στην Ευρώπη. Τη μεγαλύτερη παραμονή στον πάγκο του Ολυμπιακού είχε ο Τάκης Λεμονής που παρέμεινε περίπου δύο χρόνια από τις 25/11/2000 μέχρι τις 9/10/2002 και ξανακάθισε στον πάγκο της ομάδας για ακόμα ένα ακόμα χρόνο στο διάστημα 29/12/2006 – 11/3/2008. Άλλοι προπονητές που κατάφεραν να συμπληρώσουν έναν χρόνο στον Ολυμπιακό ήταν ο Ντούσαν Μπάγεβιτς, που ανέλαβε για δεύτερη φορά προπονητής του Ολυμπιακού την περίοδο 2004-05, ο Τροντ Σόλιντ, ο οποίος διαδέχτηκε τον Μπάγεβιτς και κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα, όμως την χρονιά αυτή ο Ολυμπιακός πραγματοποίησε κακή πορεία στην Ευρώπη. Επίσης ο Όλεγκ Προτάσοφ, που βρέθηκε στον πάγκο στην κατάκτηση του πρωταθλήματος του 2003, αλλά έφυγε στη μέση της περιόδου 2003-04, η οποία ήταν και η μοναδική της δεκαετίας που ο Ολυμπιακός δεν κατέκτησε το πρωτάθλημα και ο Ερνέστο Βαλβέρδε, που έμεινε στον πάγκο του Ολυμπιακού την περίοδο 2008-09, στην οποία ο Ολυμπιακός κατέκτησε με άνεση το ελληνικό πρωτάθλημα όμως αποκλείστηκε πρόωρα από το Champions League. Προπονητές με πολύ σύντομη παρουσία ήταν ο Αλμπέρτο Μπιγκόν (1999-2000), ο Γιάννης Μαντζουράκης (2000), ο Σρέτκο Κάτανετς (2002), ο Νίκος Αλέφαντος (2004) και Ο Χοσέ Σεγούρα (2008).[9]