Οι Αιολείς ήταν κατά τους ιστορικούς χρόνους της αρχαίας Ελλάδας η μία από τις τέσσερις φυλές (Αχαιοί, Ίωνες, Αιολείς και Δωριείς) του αρχαίου ελλαδικού χώρου. Επρόκειτο για λαό που αρχικά ασχολούνταν κυρίως με τη γεωργία και στη συνέχεια αποίκισε στα έναντι παράλια του Αιγαίου.

Οι Αιολείς εντοπίζονται στη Λέσβο, την Τένεδο και τα απέναντι μικρασιατικά παράλια. Ωστόσο η Λέσβος αποικίστηκε από Έλληνες μόνο μετά το τέλος της Μυκηναϊκής Εποχής και τα μικρασιατικά παράλια ακόμη αργότερα. Οι παραδόσεις για τον αποικισμό των Αιολέων στη Μικρά Ασία αναφέρουν ως μητροπολιτικές χώρες διάφορες περιοχές της Θεσσαλίας, της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Επιπλέον, στις ίδιες περιοχές παρατηρούνται διαλεκτικά φαινόμενα που δηλώνουν αιολικό υπόστρωμα.

Αρχική κοιτίδα των Αιολέων ήταν η δυτική Μακεδονία και συγκεκριμένα οι ορεινές περιοχές στα βόρεια του Αλιάκμονα, καθώς και η κοιλάδα της Πελαγονίας. Από εκεί μετακινήθηκαν νότια στη Θεσσαλία, την οποία κατέλαβαν ολόκληρη. Ακολούθησαν κύματα μετανάστευσης προς τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου και προς τη νότια Ελλάδα, που οφείλονταν στην επέλαση των Θεσσαλών. Παρ' όλα αυτά σημαντικοί αιολικοί πληθυσμοί παρέμειναν στις εστίες τους και αποτέλεσαν το κύριο διαλεκτικό υπόβαθρο της θεσσαλικής και της βοιωτικής διαλέκτου.

Στα νέα εδάφη που εγκαταστάθηκαν ανέπτυξαν σε μεγάλο βαθμό τον πολιτισμό τους και απέκτησαν φήμη μεταξύ των υπόλοιπων Ελλήνων. Η Αιολική Γη παρέμεινε αναλλοίωτη για χιλιάδες χρόνια.

Οι Αιολείς μιλούσαν την αιολική διάλεκτο, η οποία εξελίχθηκε από τη βορειοανατολική παραλλαγή της κεντρικής (ή ανατολικής) διαλέκτου. Η άλλη παραλλαγή της κεντρικής ήταν η αρκαδοκυπριακή. Και οι δύο διατήρησαν πολλά από τα χαρακτηριστικά της μητρικής διαλέκτου. Η πρωτο-αιολική θα εξελιχθεί στην αιολική διάλεκτο που θα καλύψει όλη σχεδόν τη Θεσσαλία και στη συνέχεια θα εξαπλωθεί και στα νησιά του βορείου Αιγαίου, καθώς και στα απέναντι μικρασιατικά παράλια. Από την επίδραση της αρκαδικής στην αιολική θα διαμορφωθεί η αχαϊκή διάλεκτος των μυκηναϊκών χρόνων.

Η διάλεκτος που μιλούσαν οι Θεσσαλοί, δυτικό φύλο προερχόμενο από τη Θεσπρωτία, ήταν ένα μείγμα δυτικών και αιολικών στοιχείων, ενώ μετά την κατάκτηση της Θεσσαλίας οι αλληλεπιδράσεις αυξήθηκαν. Οι Βοιωτοί και οι Αθαμάνες, δυτικά φύλα επίσης, παίρνουν κι αυτοί θέση διαλεκτολογικά ενδιάμεση της αιολικής και της δυτικής. Γι’ αυτό δεν μπορούν να θεωρηθούν τμήμα των Αιολέων.

Τα αιολικά φύλα

Επεξεργασία

Τα πρωτοαιολικά φύλα εμφανίζονται γύρω στο 2000-1900 π.Χ., οπότε έχει ολοκληρωθεί η κάθοδος του κύριου κορμού των Ελλήνων στις περιοχές της Ηπείρου, της δυτικής Μακεδονίας και της Θεσσαλίας. Τα φύλα αυτά κατέλαβαν τη Θεσσαλία και εκεί διαμόρφωσαν την αιολική διάλεκτο. Αργότερα, προωθήθηκαν νοτιότερα, διαδίδοντας τη διάλεκτο και τις λατρείες τους.

Το πιο σημαντικό από τα φύλα αυτής της ομάδας είναι εκείνο που έμεινε στην ιστορία με το όνομα Αχαιοί. Οι Αχαιοί διασκορπίστηκαν σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας, γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι αποτελούσαν μειοψηφία στις περισσότερες από αυτές. Ταυτόχρονα, τμήματά τους αποίκησαν τα διάφορα νησιά του Αιγαίου, τα απέναντι μικρασιατικά παράλια και την Κύπρο. Ένα άλλο αιολικό φύλο, του οποίου η ιστορική πορεία συνδέεται με το χώρο της βορειοδυτικής Πελοποννήσου, είναι οι Επειοί, που τελικά υποτάχθηκαν στους Ηλείους.

Βορειότερα, οι Αιολείς της Θεσσαλίας αποτελούνταν από μεγάλο αριθμό φύλων. Τα φύλα αυτά είναι γνωστά με τα ονόματα Λαπίθες, Φλεγύες, Μινύες, Περραιβοί, Αινιάνες, Μυρμιδόνες, Φθίοι, Δόλοπες, Έλληνες, Αιολείς (φύλα που έδωσαν τα ονόματά τους στους Έλληνες και τους Αιολείς αντίστοιχα), Μαλιείς, Οιταίοι και Κένταυροι (πρόκειται μάλλον για λαό που υπήρξε στο παρελθόν και μυθοποιήθηκε από τους εχθρούς του Λαπίθες μετά την εξόντωσή του). Μερικά από τα αιολικά φύλα της Θεσσαλίας προωθήθηκαν νοτιότερα ή μετανάστευσαν στα απέναντι μικρασιατικά παράλια λόγω της εισβολής Βοιωτών και Θεσσαλών στη Θεσσαλία.

Πολιτισμός

Επεξεργασία

Η συμβολή των Αιολέων στην ανάπτυξη της επικής και της λυρικής ποίησης ήταν πολύ μεγάλη. Πολλοί μάλιστα αποδίδουν στα αιολικά έπη την πατρότητα του διδακτικού έπους, αφού ο Ησίοδος, δημιουργός αυτού του είδους, καταγόταν από την αιολική Κύμη.

Ο Αλκαίος και η Σαπφώ, κύριοι εκπρόσωποι της μελικής ποίησης, είναι ενδεικτικό της μουσικής ανάπτυξης της αιολικής Λέσβου των αρχαϊκών χρόνων. Αιολική καταγωγή είχε και ο πρόγονος της αττικής τραγωδίας, διθυραμβοποιός Αρίων.

Συνέβαλαν, επίσης, στην αρχιτεκτονική, χάρη στον τύπο του αιολικού κιονόκρανου, με κύριο χαρακτηριστικό τους διπλούς έλικες, που αποτέλεσε τη βάση για την ανάπτυξη του ιωνικού.

Από τον 5ο αιώνα π.Χ. και μετά όμως το αιολικό στοιχείο συνεχώς υποχωρεί. Η πνευματική και καλλιτεχνική ανάπτυξη της Αιολίδας δε θα διαρκέσει για πολύ ακόμη, αφού η ίδια η κοσμοθεωρία που υπάρχει μέσα στην αιολική ποίηση ευνόησε την τάση για προσήλωση στις αισθητικές και αισθησιακές απολαύσεις της ζωής.